Οι συνομιλίες στο Κυπριακό έχουν φτάσει στο σημείο κατά το οποίο οι διαφωνίες θα πρέπει να λυθούν πολιτικά, καθώς τεχνοκρατικά δεν μπορεί να προσφερθούν λύσεις. Σύμφωνα με τον κυβερνητικό Εκπρόσωπο, Νίκο Χριστοδουλίδη, «οι διαθέσιμες επιλογές κατάληξης είναι περιορισμένες, ενώ σε κάποιες των περιπτώσεων δεν υπάρχουν εναλλακτικές». Σε συνέντευξή του στον «Φ» ο κ. Χριστοδουλίδης στέλνει το μήνυμα πως πρωταρχικό κριτήριο στις συζητήσεις θα πρέπει να είναι το πώς εξυπηρετούνται τα συμφέροντα του κυπριακού λαού, των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων, «και σίγουρα όχι του όποιου τρίτου».
Ο κ. Χριστοδουλίδης ανέφερε πως πριν από τη Γενεύη υπήρξε σύγκλιση στο 4:1 «την οποία θεωρούμε ως ιδιαίτερα σημαντική για εμάς όσο και για τους Τουρκοκυπρίους». Από τη Γενεύη και μετά «με πρωτοβουλία της Τουρκίας έχουμε αμφισβήτηση της εν λόγω σύγκλησης». Ξεκαθαρίζει ακόμα πως το θέμα των τεσσάρων ελευθεριών αφορά τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι εξελίξεις στην Τουρκία πόσο επηρεάζουν το Κυπριακό και την πορεία των συνομιλιών, λαμβάνοντας πάντα τον ρόλο που παίζει η Άγκυρα στην όλη διαδικασία;
Δεν υπάρχει αντικειμενικός κριτής που να μην πιστεύει ότι η Τουρκία διαδραματίζει τον πιο καθοριστικό ρόλο στο Κυπριακό και κατ’ επέκταση οι εξελίξεις στη γειτονική χώρα επηρεάζουν και την πορεία των συνομιλιών. Αν θέλετε αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο σήμερα, λόγω της ιδιαίτερης συγκυρίας που βρίσκονται οι διαπραγματεύσεις μετά από 24 μήνες, όπου τα εναπομείναντα θέματα είναι δύσκολα και ευαίσθητα, και η εξέλιξη της συζήτησης, χωρίς να παραγνωρίζω τον ρόλο της ηγεσίας των Τουρκοκυπρίων, θα κριθεί από την προσέγγιση και τη στάση της τουρκικής πλευράς. Προς ενίσχυση αυτού που λέω, επιτρέψτε μου να αναφερθώ σε ένα θέμα που σε μεγάλο βαθμό έχει το τελευταίο διάστημα επηρεάσει αρνητικά τις συνομιλίες, τόσο σε επίπεδο κλίματος όσο και σε επίπεδο ουσίας.
Αυτό είναι η απαράδεκτη τουρκική εμμονή για παραχώρηση των τεσσάρων βασικών ελευθεριών στους Τούρκους υπηκόους, μέσα στο πλαίσιο της λύσης του Κυπριακού ή όπως, για επικοινωνιακούς σκοπούς αλλά χωρίς καμία ουσιαστική διαφορά, παρουσιάζεται σήμερα για ίση μεταχείριση Ελλήνων και Τούρκων σε μια επανενωμένη Κύπρο. Ενώ μέχρι και την 11η Ιανουαρίου και τη συνάντηση της Γενεύης, και πάρα τις δυσκολίες, υπήρχε ένα θετικό κλίμα και μια εμφανής διάθεση για να υπάρξει περαιτέρω πρόοδος, η απαίτηση και εμμονή της Τουρκιάς στο συγκεκριμένο θέμα “μόλυνε” την όλη κατάσταση πραγμάτων, τόσο σε επικοινωνιακό όσο και σε ουσιαστικό επίπεδο.
Ειλικρινά ευελπιστούμε ότι θα υπάρξει αλλαγή προσέγγισης στο θέμα των τεσσάρων ελευθεριών από τουρκικής πλευράς. Ερχόμενος τώρα στις πρόσφατες εξελίξεις στην Τουρκία, το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος και η διαμορφωθείσα κατάσταση πραγμάτων, η αξιολόγηση της οποίας θα πρέπει να είναι διαρκής διαδικασία, δεν δημιουργεί αν θέλετε το πιο ιδανικό σκηνικό για επίλυση του Κυπριακού. Δεν φαίνεται δηλαδή να δημιουργεί εκείνη τη σταθερότητα στην Τουρκία που απαιτείται για να ληφθούν τολμηρές αποφάσεις για επίλυση εθνικών θεμάτων, όπως είναι το Κυπριακό.
Επιτρέψτε μου όμως, λόγω της σοβαρότητας του θέματος και της ανάγκης να είμαστε τεκμηριωμένοι και σωστοί, να μην προβώ σε απόλυτες εκτιμήσεις γιατί ακριβώς θεωρώ ότι είναι ακόμα νωρίς για να μπορούμε να καταλήξουμε σε συνολική εκτίμηση της κατάστασης. Σίγουρα το δημοψήφισμα της Κυριακής δεν ήταν το τέλος του δρόμου και σίγουρα εξελίξεις που αναμένεται να βιώσουμε όσον αφορά τη συμπεριφορά της Τουρκιάς σε εσωτερικό και εξωτερικό επίπεδο, θα επηρεάσουν και το Κυπριακό. Ας αναμένουμε όμως να δούμε πως θα εξελιχθούν τα πράγματα. Από δικής μας πλευράς πάντως θα πράξουμε ό,τι είναι δυνατό, θα εξαντλήσουμε κάθε ενδεχόμενο έτσι ώστε να υπάρξει πρόοδος προς την κατεύθυνση της λύσης.
Μετά τη διακοπή των συνομιλιών, αυτές έχουν επαναρχίσει. Ήδη έχουμε την πραγματοποίηση δύο συναντήσεων. Τι έδειξαν αυτές οι δύο συναντήσεις και πως εκτιμάτε τη μετέπειτα πορεία του διαλόγου;
Κατ’ αρχήν είναι θετικό ότι έχει επαναρχίσει ο διάλογος μετά την απόφαση της τουρκοκυπριακής πλευράς να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Σκοπός και στόχος είναι να γίνει μια ουσιαστική συζήτηση επί όλων των θεμάτων που υφίσταται διαφωνία ή/και διαφορετική προσέγγιση. Πάντως, μετά από 24 μήνες διαπραγματεύσεων και χωρίς να παραγνωρίζω τη σημασία και σπουδαιότητα των τεχνικής φύσεως θεμάτων, θεωρώ ότι οι δύσκολες, σημαντικές και καθοριστικές για το μέλλον της διαδικασίας διαφωνίες είναι κατά κύριο λόγο πολιτικής και όχι τεχνοκρατικής φύσεως, δηλαδή το περιθώριο τεχνοκρατικής παρέμβασης και συμβολής είναι περιορισμένο.
Ταυτόχρονα, είναι άξιον αναφοράς ότι ακριβώς λόγω της ευαίσθητης και πολιτικής φύσεως των θεμάτων που υπάρχει διαφωνία αποτελεί γεγονός ότι οι διαθέσιμες επιλογές κατάληξης είναι σαφώς περιορισμένες, ενώ σε κάποιες των περιπτώσεων δεν υπάρχουν εναλλακτικές. Είναι για αυτόν τον λόγο που αν πραγματικά επιθυμούμε να υπάρξει κατάληξη, πρωταρχικό κριτήριο μας στις συζητήσεις θα πρέπει να είναι το πώς εξυπηρετούνται τα συμφέροντα του κυπριακού λαού, των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων, και σίγουρα όχι του όποιου τρίτου.
Μέχρι και τη Γενεύη είχε δημιουργηθεί η εντύπωση ότι οι δύο ηγέτες βρίσκονται ένα βήμα από τη συμφωνία στο Κυπριακό. Όντως έτσι είχαν τα πράγματα; Και αν ναι, τι ήταν αυτό που άλλαξε τα δεδομένα στη συνέχεια;
Μέχρι και τη Γενεύη όντως και παρά τις δυσκολίες και διαφωνίες υπήρχαν τέτοιες συγκλήσεις και συναντιλήψεις που μας επέτρεπαν, στη βάσει πραγματικών δεδομένων, να είμαστε αισιόδοξοι. Στη Γενεύη η απαίτηση της Τουρκίας για τις τέσσερις βασικές ελευθερίες και ο τρόπος και ένταση που τέθηκε το συγκεκριμένο θέμα επηρέασε την όλη κατάσταση πραγμάτων γιατί, των όσων έχω αναφέρει προηγουμένως, με την εν λόγω απαίτηση τίθετο σε αμφισβήτηση και η σημαντικότατη σύγκληση που είχε επιτευχθεί. Είχαμε δηλαδή τη σύγκλιση τέσσερα προς ένα την οποία θεωρούμε ως ιδιαίτερα σημαντική τόσο για εμάς όσο και για τους Τουρκοκύπριους, και από τη Γενεύη και μετά έχουμε, με πρωτοβουλία της Τουρκίας, αμφισβήτηση της εν λόγω σύγκλησης και προβολή του απαράδεκτου αιτήματος των τεσσάρων βασικών ελευθεριών της ΕΕ για Τούρκους υπηκόους μέσα στο πλαίσιο της λύσης του Κυπριακού.
Τέτοιου είδους φαινόμενα ήταν ανάμεσα στους λόγους που οδήγησαν τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να εισηγηθεί να εργαστούμε επί ενός τριπτύχου έτσι ώστε από τη μια να υπάρχει η ίδια ανάγνωση σε σχέση με την κατάσταση πραγμάτων στο τραπέζι των συνομιλιών και από την άλλη, με απόλυτο σεβασμό φυσικά στην αρχή ότι τίποτα δεν θεωρείται συμφωνημένο αν δεν συμφωνηθούν όλα, να μην αμφισβητούνται συγκλίσεις και συναντιλήψεις που έχουν επιτευχθεί. Θέλω να είμαι δίκαιος και απόλυτα ειλικρινής. Τόσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας όσο και ο Τουρκοκύπριος ηγέτης έχουν το δικαίωμα να αλλάξουν θέση σε ένα θέμα και να αμφισβητηθεί μια επιτευχθείσα συναντίληψη. Ωστόσο, αντιλαμβάνεστε ότι αν ακολουθηθεί μια τέτοια τακτική, ειδικά σε τόσο σημαντικά θέματα και μάλιστα για να εξυπηρετήσουμε όχι αιτήματα και απαιτήσεις των Ελληνοκυπρίων ή των Τουρκοκυπρίων αλλά τρίτων, η όλη διαδικασία θα εισέλθει σ’ έναν φαύλο κύκλο.
«Τίποτε δεν διασαλεύει τις σχέσεις με Αθήνα»
Υφίσταται θέμα με τη συμπεριφορά του κ. Άιντα όπως τέθηκε πρόσφατα από ελλαδικής πλευράς; Ο Πρόεδρος είναι έτοιμος να ρισκάρει διασάλευση των σχέσεων Αθήνας και Λευκωσίας για χάρη του κ. Άιντα;
Θέλω να είμαι απόλυτα ειλικρινής μαζί σας. Υπάρχουν περιπτώσεις και στιγμές που δεν είμαστε ικανοποιημένοι με τη συμπεριφορά ή/και δημόσιες δηλώσεις του κ. Άιντα, ο οποίος να σας θυμίσω είναι ο 27ος Ειδικός Σύμβουλος του ΓΓ των ΗΕ για το Κυπριακό. Έχω την εντύπωση ότι ποτέ δεν υπήρξε Ειδικός Σύμβουλος που μας ικανοποιούσε απόλυτα είτε εμάς είτε την άλλη πλευρά. Αυτό που έχει σημασία όταν έχεις τέτοιου είδους φαινόμενα, τέτοιου είδους συμπεριφορές είναι, πέραν από το να εκφράζεις τη διαφωνία σου όπου πρέπει, να θέτεις το πλαίσιο λειτουργίας του Ειδικού Συμβούλου μη επιτρέποντας να ξεφύγει από το εν λόγω πλαίαιο. Και το πλαίσιο λειτουργίας του είναι πολύ συγκεκριμένο και πολύ περιορισμένο.
Όσον αφορά το δεύτερό σας ερώτημα, να ξεκαθαρίσω ότι δεν υπάρχει καμία διάσταση απόψεων με την Αθήνα. Ταυτόχρονα, και με αφορμή το ερώτημά σας αλλά και επειδή ακούστηκαν διάφορα στο παρελθόν που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα, να σημειώσω ότι δεν υπάρχει κάτι που μπορεί να διασαλεύσει τις σχέσεις μας με την Αθήνα, ειδικότερα όσον αφορά το Κυπριακό.
«Δεν είναι ώρα για προεκλογικές εκστρατείες»
Βρίσκεστε τις περισσότερες ώρες της ημέρας στο Προεδρικό μαζί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Πήρε κάτι τ’ αυτί σας σ’ ό,τι αφορά τις προεδρικές εκλογές; Γιατί κάποιοι έχουν ήδη καταλήξει πως ο Ν. Αναστασιάδης ξεκίνησε να λειτουργεί προεκλογικά.
Ενδεχομένως κάποιοι να ισχυρίζονται πως ο Πρόεδρος έχει ξεκινήσει προεκλογική εκστρατεία γιατί οι ίδιοι έχουν ξεκινήσει προεκλογική ή γιατί επιθυμούν να το πράξουν το συντομότερο. Πέραν από την εξυπηρέτηση των όποιων προσωπικών ή/και κομματικών σκοπιμοτήτων και επιδιώξεων που εξυπηρετούν τέτοιοι ισχυρισμοί, θα είναι καλό να διερωτηθούν κάποιοι αν με τέτοιες αναφορές προσφέρουν επιχειρήματα και στον κ. Ακιντζί που ενδεχομένως να τους επικαλείται προσπαθώντας μέσα από μια τέτοια τακτική να κτίσει επιχειρηματολογία ότι η δική μας πλευρά ενδιαφέρεται για τις προεδρικές του 2018 και όχι για τις συνομιλίες επίλυσης του Κυπριακού.
Δεν είναι η ώρα για έναρξη προεκλογικών εκστρατειών και όχι μόνο λόγω του Κυπριακού. Έχω την έντονη πεποίθηση ότι δεν είναι και κάτι που επιθυμεί και η συντριπτική πλειοψηφία του κυπριακού λαού. Πιστεύω ότι αυτή τη στιγμή η κοινωνία απαιτεί από όλους μας σοβαρότητα, προσήλωση και συνέχιση μιας τιτάνιας προσπάθειας η οποία κατά γενική ομολογία και στη βάση πραγματικών δεδομένων φέρνει πολύ συγκεκριμένα αποτελέσματα, είτε αφορά την ανάπτυξη της οικονομίας, είτε τις μεταρρυθμιστικές δράσεις, είτε την υλοποίηση των ενεργειακών σχεδιασμών της Κυπριακής Δημοκρατίας, είτε αφορά την αναβάθμιση σε περιφερειακό και ευρωπαϊκό επίπεδο του ρόλου της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Την ίδια σοβαρότητα απαιτεί ο κυπριακός λαός και σε ό,τι αφορά τον στόχο της επίλυσης του Κυπριακού και της επανένωσης της πατρίδας μας και πώς δημιουργούνται προοπτικές που θα μας επιτρέπουν να αισιοδοξούμε για τερματισμό της κατοχής το συντομότερο δυνατό.
Το έχω αναφέρει ξανά. Μέσα σε μια πενταετία διακυβέρνησης πραγματοποιούνται τουλάχιστον τρεις εκλογικές διαδικασίες. Φανταστείτε αν ξεκινούσαμε και κάναμε προεκλογική εκστρατεία δέκα μήνες προηγουμένως –δεν θα κάναμε τίποτε άλλο. Προσωπικά, θεωρώ ότι η κυπριακή κοινωνία δεν ευνοεί την έναρξη προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές του 2018 πριν το Φθινόπωρο.
«Σύντομα νέες σημαντικές ανακοινώσεις με Ισραήλ»
Προσφάτως βρεθήκατε σε ΗΠΑ και Ισραήλ για επαφές. Να χαρακτηρίσουμε τα ταξίδια αυτά ως ειδικές αποστολές που έχουν να κάνουν με τις σχέσεις των δύο χωρών και της Κύπρου; Τι να αναμένουμε να ανακοινωθεί προσεχώς;
Τα τελευταία χρόνια οι σχέσεις μας με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ έχουν αναβαθμιστεί σε σημαντικό βαθμό, σε σημείο μάλιστα που μιλούμε για στρατηγικής σημασίας και σπουδαιότητας σχέσεις. Μάλιστα, σε κάποιες των περιπτώσεων και για συγκεκριμένα θέματα, ειδικότερα στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, υπάρχει συνεργασία ανάμεσα στις τρεις χώρες, και υπάρχει έδαφος, δεδομένα και διάθεση, που ευνοούν την επέκταση της εν λόγω συνεργασίας και σε άλλα επίπεδα.
Όσον αφορά τις συναντήσεις στην Ουάσινγκτον είχαν να κάνουν με το γεγονός ότι έχουμε μια νέα αμερικανική κυβέρνηση και είναι σημαντικό, ειδικότερα σε αυτή τη φάση, να υπάρξουν συναντήσεις και σχετικές συζητήσεις. Να σας θυμίσω ότι προηγήθηκαν συναντήσεις του Υπουργού Εξωτερικών στην Ουάσινγκτον. Άρα, πέραν των όσων προανέφερα, οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν στο επίπεδο των σχέσεων μας και πιο συγκεκριμένα την αναβάθμιση και επιθυμία για περαιτέρω ενίσχυση των διμερών μας δεσμών, τη διεύρυνση της ημερήσιας διάταξης των συζητήσεων μας, στο αναβαθμισμένο αμερικανικό ενδιαφέρον για την Ανατολική Μεσόγειο και στον ρόλο που προσδίδεται και αναγνωρίζεται για τη χώρα μας, στις εξαίρετες σχέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας με όλα τα γειτονικά κράτη, τις ενεργειακές εξελίξεις και το αναβαθμισμένο αμερικανικό ενδιαφέρον, την ιδιότητα μας ως Κράτος Μέλος της ΕΕ και τον ενεργό μας ρόλο στις συζητήσεις που αφορούν τις εξωτερικές σχέσεις της ΕΕ, τις εξελίξεις στη γειτονική Τουρκία, καθώς επίσης τις συνομιλίες για επίλυση του Κυπριακού. Είναι για αυτόν τον λόγο, λαμβάνοντας δηλαδή υπόψη όλα αυτά τα δεδομένα, που μια συνάντηση σε ανώτατο επίπεδο θεωρούμε ότι θα έχει προστιθέμενη αξία
Όσον αφορά τώρα τις συναντήσεις στο Ισραήλ, θα κατέγραφα ως πιο σημαντικές τις συζητήσεις για θέματα που άπτονται της στρατηγικής σχέσης της Κυπριακής Δημοκρατίας με το Ισραήλ, με ιδιαίτερη έμφαση στις διμερείς σχέσεις των δύο χωρών και πιο συγκεκριμένα στα θέματα ασφάλειας, άμυνας και ενέργειας. Ήταν κοινή η διαπίστωση ότι η συνεργασία των δύο χωρών στους τομείς αυτούς έχει φέρει απτά, θετικά αποτελέσματα και θα πρέπει να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο μέσα από συγκεκριμένες δράσεις, πλείστες των οποίων έχουν ήδη τροχοδρομηθεί ενώ άλλες αναμένεται να ανακοινωθούν σύντομα. Θεωρώ επίσης ως σημαντικό και άξιον αναφοράς ότι έγινε ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων για τη σημασία των σχέσεων ΕΕ – Ισραήλ και τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίζει η Κυπριακή Δημοκρατία ως το Κράτος Μέλος της ΕΕ που γειτνιάζει και διατηρεί άριστες σχέσεις, γενικότερα με όλες τις χώρες της περιοχής.
Σε σχέση με το ερώτημά σας να αναφέρω επίσης ότι στο Ισραήλ συζητήθηκε και το αυξημένο ενδιαφέρον που επιδεικνύεται από τη νέα αμερικανική κυβέρνηση σε σχέση με τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, σε συνάρτηση και με τον ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν Κύπρος και Ισραήλ ως πυλώνες σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο, αντηλλάγησαν απόψεις και για τη σημασία της συνεργασίας ανάμεσα στα ομονοούντα κράτη της περιοχής, ενώ συζητήθηκε και η επερχόμενη, τρίτη Σύνοδος Κορυφής Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ. Σύντομα αναμένονται συγκεκριμένες ανακοινώσεις σε σχέση με την ανάληψη κοινών δράσεων σε τομείς συλλογικού ενδιαφέροντος και την αντιμετώπιση κοινών προκλήσεων.
Τέλος, είναι σημαντικό να τονισθεί ότι από τις συζητήσεις για το Κυπριακό και στις ΗΠΑ και στο Ισραήλ, ανάμεσα σε κάποια άλλα δεδομένα, αναδείχθηκε η ανάγκη όπως, μέσα στο πλαίσιο μιας ενδεχόμενης λύσης του Κυπριακού, διασφαλιστεί και ενισχυθεί περαιτέρω ο ρόλος της Κυπριακής Δημοκρατίας ως πυλώνας σταθερότητας και αξιόπιστος εταίρος στην περιοχή.
«Οι 4 βασικές ελευθερίες αφορούν τις σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας»
Στο θέμα των τεσσάρων ελευθεριών η Τουρκία και ο Άιντα προσπαθούν να το περιορίσουν στο ότι αυτές θα έχουν να κάνουν με Τούρκους υπηκόους στην Κύπρο και όχι στην ΕΕ. Ποια η δική σας θέση;
Η απάντηση σε όσους λανθασμένα ισχυρίζονται κάτι τέτοιο είναι ότι οι τέσσερις ελευθερίες αφορούν τις σχέσεις ΕΕ και Τουρκίας και όχι τις διαπραγματεύσεις για επίλυση του Κυπριακού. Επιπλέον, δεν υπάρχει νομικό υπόβαθρο για τη συγκεκριμένη τουρκική αξίωση και δεν ευσταθεί το επιχείρημα, που κάποιοι προβάλλουν, ότι οι Τούρκοι υπήκοοι απολαμβάνουν ήδη τις τέσσερεις ελευθερίες. Το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας (Συμφωνία Σύνδεσης, Τελωνειακή Ένωση κ.ά.) αποδίδει ελάχιστα και πολύ συγκεκριμένα δικαιώματα στην Τουρκία και σε Τούρκους υπηκόους, όπως η διακίνηση μεταποιημένων βιομηχανικών προϊόντων και περιορισμένα δικαιώματα σε Τούρκους εργαζομένους που νόμιμα εργάζονται σε Κράτη Μέλη στη βάση εθνικής νομοθεσίας.
Ως προς τη διακίνηση υπηρεσιών και κεφαλαίου για την Τουρκία ισχύουν οι σχετικές διατάξεις των Συνθηκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που ισχύουν για όλες τις άλλες τρίτες χώρες. Ταυτόχρονα είναι σημαντικό να θυμίσουμε ότι οι τέσσερις βασικές ελευθερίες της ΕΕ δεν μπορούν να αποσυνδεθούν από το καθεστώς Κράτους Μέλους, την έννοια της ιθαγένειας της Ένωσης και τη συνταγματική δομή της ΕΕ, όπως προβλέπεται από τις Συνθήκες της ΕΕ. Αποδίδονται σε υπηκόους Κρατών Μελών που έχουν ήδη εναρμονισθεί, πληρούν τα κριτήρια της Κοπεγχάγης, και έχουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις έναντι της ΕΕ.
Σε σχέση με τον ισχυρισμό κάποιων όπως τον μεταφέρετε με την ερώτηση σας, ότι δηλαδή αυτές μπορούν να αποδοθούν μόνο στην Κύπρο, να διευκρινίσουμε, πέραν των όσων έχω προαναφέρει, ότι οι τέσσερις βασικές ελευθερίες συμπαρασύρουν και άλλα δικαιώματα και δημιουργούν παράγωγα δικαιώματα τα οποία επηρεάζουν όλα τα Κράτη Μέλη. Αυτός είναι ένας ακόμα λόγος που δεν τίθεται θέμα συζήτησης ή παραχώρησης των τεσσάρων βασικών ελευθεριών της ΕΕ σε Τούρκους υπηκόους ως μέρος μιας ειδικής διευθέτησης που θα αφορά μόνο την επανενωμένη Κύπρο.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι κάποιοι στο χώρο της Ευρώπης και όχι μόνο βλέπουν θετικά αυτή τη θέση που προωθούν Τουρκία και Άιντα. Ποια τα σχόλιά σας;
Δεν έχουμε γίνει αποδέκτες τέτοιων προτροπών. Αντίθετα, με όσους έχουμε συζητήσει το συγκεκριμένο θέμα κινούνται μέσα στο πλαίσιο που σας έχω προαναφέρει. Κάποιες δημοσιογραφικές πληροφορίες υποστηρίζουν ότι η Βρετανία προσεγγίζει θετικά το εν λόγω τουρκικό αίτημα. Πώς είναι δυνατόν κάτι τέτοιο, από τη στιγμή που ένας από τους κύριους λόγους –αν όχι ο πιο σημαντικός– που η Βρετανία αποφάσισε να αποχωρήσει από την ΕΕ ήταν η αντίθεση του Λονδίνου στις 4 βασικές ελευθερίες; Να σας θυμίσω μάλιστα ότι υπήρχαν υπήκοοι Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεν απολάμβαναν τις τέσσερις βασικές ελευθερίες στην Βρετανία. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να υποστηρίζεται κάτι τέτοιο για υπηκόους μιας χώρας που δεν είναι καν Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης;