Απόλυτα εκτεθειμένοι και μάλιστα σε αποφάσεις «που δεν έχουν λογική», αισθάνονται ιδιοκτήτες και προσωπικό ιδιωτικών νηπιαγωγείων, τα οποία παραμένουν κλειστά από τα μέσα Μαρτίου και μέχρι στιγμής δεν έχουν επίσημη ενημέρωση για το τι θα γίνει στην περίπτωσή τους.
 
Μιλώντας στον «Φ» η πρόεδρος του Συνδέσμου Ιδιωτικής Προσχολικής Εκπαίδευσης Κύπρου (ΣΙΠΕΚ), Λαύρα Ηρακλέους, δήλωσε πως δεν υπάρχει λογική να παραμένουν κλειστά τα νηπιαγωγεία, από τη στιγμή που άνοιξαν τα Δημοτικά σχολεία, τα Γυμνάσια, επιχειρήσεις, καφετέριες και σχεδιάζεται και η επαναλειτουργία των αεροδρομίων. Σύμφωνα με την κ. Ηρακλέους, όλα επιστρέφουν σιγά-σιγά στην κανονικότητά και τη ρουτίνα τους, με τα νηπιαγωγεία να παραμένουν όμως κλειστά, μέσα σε ένα σκηνικό αβεβαιότητας, το οποίο συνδέεται τόσο με το εκπαιδευτικό κομμάτι, όσο και με το κομμάτι της βιωσιμότητας. Όπως εξήγησε, από τη στιγμή που μαθητές επέστρεψαν στα Δημοτικά σχολεία, δεν υπάρχει λόγος τα αδερφάκια τους που φοιτούν σε νηπιαγωγεία να μην πηγαίνουν στο σχολείο, καθώς ήδη τα παιδιά μέσα στο σπίτι βρίσκονται σε επαφή. Επιπρόσθετα, η κ. Ηρακλέους εστίασε στο κεφάλαιο της ψυχολογίας των παιδιών σημειώνοντας πως ιδιαίτερα τα παιδιά της Προδημοτικής και οι γονείς τους έχουν επιπρόσθετο άγχος, μπροστά στο ενδεχόμενο να βρεθούν ξαφνικά στο Δημοτικό σχολείο τον ερχόμενο Σεπτέμβρη, ενώ έξι μήνες πριν να μην έχουν καμία απολύτως επαφή με το σχολείο τους για προετοιμασία.
 
 
Τα ιδιωτικά νηπιαγωγεία ζητούν όπως τους επιτραπεί να ανοίξουν για Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο (μήνες που ούτως ή άλλως εργάζονται), καθώς θεωρούν πως το να παραμένουν ακόμα κλειστά, δεν εξυπηρετεί σε κάτι περισσότερο στα θέματα ασφάλειας, ενώ παράλληλα πιστεύουν πως οι πρόσφατες αντιδράσεις για την επιστροφή στα δημόσια σχολεία, ενδεχομένως να έπαιξε ρόλο στη μη επαναλειτουργία τους. 
 
Όσον αφορά στην οικονομική πτυχή του ζητήματος, η κ. Ηρακλέους ανέφερε πως υπάρχουν περιπτώσεις που ιδιοκτήτες και νηπιαγωγοί έχουν μηδέν εισόδημα, ενώ με το σχέδιο της πλήρους αναστολής εργασιών στο οποίο εντάχθηκαν, νηπιαγωγοί λαμβάνουν από το κράτος 60% του μισθού τους, που στις πλείστες περιπτώσεις μπορεί και να μην πλησιάζει καν τα €600, δημιουργώντας αλυσιδωτές επιπτώσεις και δυσκολίες στη διαβίωση και στην κάλυψη των αναγκών τους. 
 
Αξίζει να σημειωθεί ότι η κ. Ηρακλέους έθιξε και μια ακόμα σημαντική πτυχή, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου σε κάθε υπεύθυνο. Ανέφερε ότι μέσα σε αυτές τις συνθήκες που επικρατούν ενέχεται ο κίνδυνος κατ’ οίκον παιδοκόμοι να μην πληρούν τα υγειονομικά πρωτόκολλα, να προσέχουν περισσότερα παιδιά απ’ όσα πρέπει, ενώ δεν αποκλείεται να εκμεταλλεύονται και οικονομικά γονείς που αναγκάζονται να καταβάλουν υψηλά ποσά για τη φύλαξη των παιδιών τους ούτως ώστε να μπορούν να επιστρέψουν στη δουλειά τους.