Με μια συγκινητική ανάρτηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ο Γιάννης Καρούσος απέτισε φόρο τιμής στον εκλιπόντα Θεόδωρο Πυρίλλη, τέως Δήμαρχο Παραλιμνίου, με τον οποίο διατηρούσε στενή και πολυετή συνεργασία, χαρακτηρίζοντάς τον «αδερφό στον αγώνα» για την επαρχία Αμμοχώστου.

Ο κ. Καρούσος περιέγραψε τη σχέση τους ως ιδιαίτερη και δυναμική, εξιστορώντας κοινές προσπάθειες και διεκδικήσεις για μεγάλα έργα, όπως οι δύο μαρίνες, οδοποιίες, δημόσιες υπηρεσίες, και η ένταξη της Αγίας Νάπας και του Παραλιμνίου ως προσωρινών αστικών κέντρων. «Ήμασταν γνωστοί ότι φωνάζαμε δυνατά – και σε κάποιους αυτό δεν άρεσε. Όμως φωνάζαμε οργανωμένα, με σχέδιο και με κοινό στόχο», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Αυτούσια η ανάρτηση:

«Με τον Θεόδωρο δεν είχαμε απλώς συνεργασία. Είχαμε μια ειδική σχέση, τόσο στενή που οι υπόλοιποι δήμαρχοι μας φώναζαν «Χιώτες», γιατί πηγαίναμε παντού μαζί – είτε το θέμα αφορούσε την Αγία Νάπα είτε το Παραλίμνι. Ήμασταν γνωστοί ότι φωνάζαμε δυνατά – και σε κάποιους αυτό δεν άρεσε. Όμως φωνάζαμε οργανωμένα, με σχέδιο, με όραμα και με κοινό στόχο: το καλό της επαρχίας Αμμοχώστου.

Θα μπορούσα να μιλώ για μέρες, να θυμάμαι ιστορίες, στιγμές και μάχες. Άλλωστε, ήταν η πρώτη φορά που οι δήμοι μας είχαν τόσο καλές σχέσεις – και αυτό απέδωσε καρπούς που σήμερα απολαμβάνει ολόκληρη η επαρχία. Δεν είναι τυχαίο που κάποτε μια ανάρτησή μας είχε τίτλο Famagusta Brothers” – γιατί αυτό ακριβώς ήμασταν: Αδέρφια στον αγώνα.

Ο Θεόδωρος ήταν από τους πρώτους που πίστεψαν σε μένα. Το 2013, όταν σχεδόν όλοι δίσταζαν και με έβλεπαν ως outsider, εκείνος μου τηλεφώνησε, με στήριξε, με συμβούλεψε. Και όταν εκλέχθηκα, ενωθήκαμε για να διεκδικήσουμε το δίκαιο, να αποκαταστήσουμε αδικίες, να φωνάξουμε μαζί.

Η πρώτη μας μάχη ήταν το ΧΥΤΥ. Μου είπε: «Έκανα στάση πληρωμών και έμεινα μόνος μου. Ελάτε κι εσείς και θα τους γονατίσουμε». Και πήγαμε. Και τους γονατίσαμε. Η Αγία Νάπα ακολούθησε άμεσα. Τα αποτελέσματα, γνωστά.

Στις τουριστικές εκθέσεις, μαθαίναμε σε ποια ξενοδοχεία έμενε ο Υπουργός και κλείναμε δωμάτια δίπλα του – όχι για πολυτέλεια, αλλά για να τον… «ενοχλούμε». Για να του υπενθυμίζουμε ότι η επαρχία Αμμοχώστου ζητά και δικαιούται.

Με δική του πρωτοβουλία, ενωθήκαμε και φέραμε υπηρεσίες στην επαρχία: την Πολεοδομία, την έδρα του Έπαρχου, το Κτηματολόγιο. Μαζί διεκδικήσαμε και τις δύο μαρίνες, με το ξεκάθαρο μήνυμα: «Δύο μαρίνες είναι καλύτερες από μία». Και πετύχαμε.

Οδικά έργα – Κάππαρη, Περνέρα, 1ης Απριλίου, το παραλιακό μέτωπο του Πρωταρά – οι εγκρίσεις για τα έργα του κέντρου του Παραλιμνίου, η Αστυνομική Διεύθυνση… Συνολικά, με τις δύο μαρίνες, πάνω από 650 εκατομμύρια ευρώ σε έργα έγιναν πραγματικότητα στην επαρχία μας.

Ακόμη και τα αντιπλημμυρικά έργα του Παραλιμνίου, που σύντομα θα προκηρύξουμε, είναι επίσης δικό του έργο. Μου τα παρέδωσε ώριμα. Ήταν έτοιμος. Ήταν μπροστά.

Η μεγαλύτερη επιτυχία, όμως, ήταν ο χαρακτηρισμός του Παραλιμνίου – μαζί με την Αγία Νάπα – ως προσωρινό αστικό κέντρο. Μια συμφωνία που αποδεχθήκαμε και οι δύο με αξιοπρέπεια, μέχρι την απελευθέρωση της κατεχόμενης Μητρόπολής μας.

Κάποτε με αποκάλεσε «ο μικρός του αδερφός». Ήταν τότε που είχαμε διαφωνίες για τις συνενώσεις. Ήξερα ότι, αν ήθελε, μπορούσε να με χτυπήσει πολιτικά – αλλά δεν το έκανε. Δεν ήθελε. Και αυτό το κράτησα μέσα μου ως βαθύ αποτύπωμα χαρακτήρα.

Απόδειξη της στήριξής του ήταν όταν υπουργοποιήθηκα και ένας βουλευτής με αποκάλεσε «υπουργό της Αγίας Νάπας». Ο Θεόδωρος βγήκε δημόσια, σαν οδοστρωτήρας, και με υπερασπίστηκε. Δεν το ξέχασα ποτέ.

Η μοίρα το έφερε να είμαστε αντίπαλοι στις τελευταίες εκλογές. Με σεβάστηκε και τον σεβάστηκα. Το βράδυ των αποτελεσμάτων, μου τηλεφώνησε. Με συνεχάρη και μου ευχήθηκε να πετύχω, να ενώσω την επαρχία. Του απάντησα:

«Θεόδωρε, οι εκλογές τελείωσαν. Θα σου το αποδείξω».

Και το πίστευα. Και το έκανα. Γιατί αυτός ήταν ο δρόμος που χαράξαμε μαζί.

Αυτός ήταν ο Θεόδωρος που γνώρισα. Άνθρωπος που πίστευε, αγωνιζόταν, στήριζε, απαιτούσε, διεκδικούσε. Μαχητικός. Διεκδικητικός. Οδοστρωτήρας.

Όταν αποφασίζαμε να διεκδικήσουμε κάτι, ήταν μέχρι τέλους.

Το Παραλίμνι και η επαρχία μας του χρωστούν πολλά.

Και εγώ, νιώθω βαθιά περηφάνια που πορευτήκαμε μαζί.

Καλό ταξίδι, Θεόδωρε.

Καλή αντάμωση – κάποτε θα τα ξαναπούμε».