Η ορατότητα για τους επιβάτες αλλά και για τους οδηγούς στις έξυπνες στάσεις λεωφορείων είναι σχεδόν μηδενική, κάτι πρωτοφανές και απαράδεκτο, όπως υποδεικνύεται σε «ενδιάμεση» Ειδική Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας που αφορά αποκλειστικά και μόνο το σχεδιασμό.

Η συγκεκριμένη πατέντα προφανώς είναι κυπριακή, αφού όπως αναφέρεται στην Έκθεση, «παρά την εκτεταμένη έρευνα που διεξήγαγε η Ελεγκτική Υπηρεσία δεν εντόπισε διεθνώς κάτι παρόμοιο, όπου να περιορίζεται σε τέτοιο βαθμό η ορατότητα προς την κατεύθυνση των διερχόμενων οχημάτων.

Σε εισαγωγή του ο Γενικός Ελεγκτής κ. Ανδρέα Παπακωνσταντίνου καρφώνει το Τμήμα Δημοσίων Έργων (ΤΔΕ) σημειώνοντας, πως «το αρχικώς προτεινόμενο σχέδιο δεν είχε αυτά τα λάθη, αλλά προέκυψαν κατόπιν υποδείξεων/ παρεμβάσεων του.

Σχετικά με τον σχεδιασμό καταγράφονται και τα ακόλουθα:

«Ο υφιστάμενος σχεδιασμός όπου το παγκάκι εφάπτεται του βασικού πυλώνα και το γεγονός ο συγκεκριμένος πυλώνας δεν είναι διαφανής, δημιουργεί ένα σοβαρό σχεδιαστικό λάθος, με αποτέλεσμα η θεμελιώδης αρχή της ορατότητας να υπηρετείται σχεδόν σε μηδενικό βαθμό».

Παρατηρεί επίσης, πως «ακόμη και όταν το θέμα αποτέλεσε αντικείμενο έντονου δημόσιου διαλόγου και ακολούθως συζητήθηκε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Μεταφορών το ΤΔΕ παρουσιάστηκε απόλυτο ως προς την ορθότητα του σχεδιασμού, κάτι που προκαλεί ερωτήματα ως προς την αδυναμία του να αντιληφθεί ένα τόσο εξόφθαλμο ζήτημα».

Καταγράφεται επίσης πως σε όλες τις προτάσεις που κατάθεσε ο Τεχνικός Σύμβουλος και στις πέντε εναλλακτικές προτάσεις που υπέβαλε, το παγκάκι τοποθετείτο στη δεξιά μεριά της στάσης/ στεγάστρου, αντί στην αριστερή που είναι σήμερα, κάτι το οποίο επίσης συμβάλει στην περιορισμένη ορατότητα.

Στην Έκθεση αναφέρεται επίσης, πως «τα όποια λάθη δεν προέκυψαν από τη δήθεν ανάποδη τοποθέτηση των στάσεων αλλά από τις αποφάσεις του Τμήματος Δημοσίων Έργων όσον αφορά στην χωροταξική επιλογή των βασικών συστατικών που αποτελούν μια στάση, δηλαδή το βασικό πυλώνα και το παγκάκι.

Πιο αναλυτικά, για την ορατότητα των χρηστών (οδηγοί λεωφορείων και επιβάτες) στην Έκθεση αναφέρεται πως: «Βάσει διεθνών προτύπων, η παροχή της δυνατότητας ανεμπόδιστης οπτικής επαφής των χρηστών, αποτελεί μία από τις κυριότερες παραμέτρους που πρέπει να χαρακτηρίζουν μια στάση/ κατάλυμα. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, όσα παραδείγματα εξετάσαμε διεθνώς, η πλευρά έλευσης των οχημάτων στα στέγαστρα, παραμένει ανοιχτή ή κατασκευάζεται με διάφανα υλικά, γεγονός το οποίο καταδεικνύει τη σημαντικότητα που δίνεται στην πιο πάνω παράμετρο, δηλαδή της οπτικής επαφής του οδηγού του λεωφορείου με τους επιβάτες που αναμένουν στις στάσεις».

Στην Έκθεση υπάρχει και άλλη μπηχτή στο Τμήμα Δημοσίων Έργων με την εξής αναφορά:

«Η άτεγκτη στάση του ΤΔΕ, δημιουργεί ερωτήματα ως προς τη δυσκολία να αντιληφθεί ένα τέτοιο σοβαρό ζήτημα καθώς και ερωτήματα για τη δεκτικότητα του να ακούσει και να αξιοποιήσει άλλες απόψεις κατά τη διάρκεια των φάσεων σχεδιασμού και πιλοτικής εφαρμογής, που προηγήθηκαν».

Περαιτέρω αναφέρεται ότι: «Στην περίπτωση των στάσεων, με μια απλή επίσκεψη/παρατήρηση εύκολα διαπιστώνεται ότι η εν λόγω βασική αρχή της ορατότητας δεν ικανοποιείται. Αυτό είναι αυταπόδεικτο και δεν επιδέχεται αμφισβήτησης ούτε χρειάζεται κάποιας περαιτέρω επιστημονικής ή τεχνικής ανάλυσης».

Ο Γενικός Ελεγκτής  υποδεικνύει πως «ο βασικός πυλώνας έχει τοποθετηθεί στη μεριά έλευσης των οχημάτων (αριστερή μεριά), (β) Ο βασικός πυλώνας δεν είναι διαφανής και (γ) Το παγκάκι εφάπτεται του βασικού πυλώνα, αντί να βρίσκεται στο κέντρο ή στη δεξιά μεριά».

Αναφέρεται επίσης, πως με βάση τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, στο πλαίσιο του ελέγχου, προκύπτει ότι η πρόταση που αρχικώς πρόκρινε με συνολική βαθμολογία 96% ο βασικός πυλώνας βρισκόταν στη δεξιά πλευρά, αντί στην αριστερή πλευρά.

Στην Έκθεση καταγράφεται επίσης, πως «αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι ο Τεχνικός Σύμβουλος ενημέρωσε την Ελεγκτική Υπηρεσία, πως δεν έδωσε ακόμη έγκριση των τελικών σχεδίων και ότι οι υφιστάμενες στάσεις, δεν έχουν καμία σχέση με αυτές που ο ίδιος αρχικά σχεδίασε».

Ο Γενικός Ελεγκτής καυτηριάζει επίσης το γεγονός, πως «από την ημέρα της συζήτησης του θέματος στην αρμόδια Κοινοβουλευτική Επιτροπή, ο ρυθμός εγκατάστασης των στεγάστρων έχει επιταχυνθεί, δημιουργώντας ενδεχομένως τετελεσμένα όσον αφορά στην εγκατάσταση των στεγάστρων».

Πέραν των πιο πάνω, φαίνεται να προκύπτουν θέματα με την πρόοδο υλοποίησης του Έργου, εφόσον παρατηρείται, ότι σύμφωνα με τον προγραμματισμό, ενώ έχει παρέλθει πέραν του ενός έτους από τη συμβατική ημερομηνία ολοκλήρωσης της Φάσης 2 και ημερομηνία έναρξης της Φάσης 3, δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί και παραληφθεί πλήρως οποιαδήποτε Φάση ή επί μέρους Παραδοτέα του Έργου.

Το έργο εφαρμόζεται σε Παγκύπρια βάση και θα κοστίσει €62 εκ. με συγχρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους.

Ωστόσο, στο ερώτημα που έχει τεθεί και στο δημόσιο διάλογο που προηγήθηκε ως προς το κατά πόσον οι στάσεις έχουν τοποθετηθεί ανάποδα, η απάντηση είναι αρνητική. Συγκεκριμένα στην Έκθεση αναφέρεται:

Παρατηρώντας τις στάσεις σε πλήρη ανάπτυξη, δηλαδή του τύπους «Στέγαστρο για Αστικές Περιοχές» και «Στέγαστρο για Ορεινές Περιοχές» αβίαστα γίνεται αντιληπτό ότι έχουν τοποθετηθεί από τη ορθή μεριά. Παρόλα αυτά ο τύπος «Μικρό Στέγαστρο» λόγω της απεριόριστης ορατότητας που παρέχει από τη δεξιά μεριά, συνέπεια της απουσίας δεξιού πυλώνα, δημιουργεί τη λανθασμένη εντύπωση ότι οι στάσεις (αυτού του τύπου μόνο) έχουν τοποθετηθεί ανάποδα.