«Είναι λανθασμένη η πεποίθηση, ότι μόλις απομακρύνεις κάποιο θύμα εμπορίας ανθρώπων από την κατάσταση που βιώνει, έχει επιλυθεί η υπόθεση και ότι έχει την πρόσβαση και τη στήριξη που χρειάζεται, από τις αρμόδιες υπηρεσίες κι αυτό είναι τραγικό, γιατί πολλοί άνθρωποι που θυματοποιούνται (όχι μόνο αιτούντες άσυλο, αλλά και πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης), συνεχίζουν να αγωνίζονται στο περιθώριο της κοινωνίας και δεν έχουν την ολοκληρωμένη επαγγελματική υποστήριξη που θα έπρεπε να έχουν».

Τα πιο πάνω επεσήμανε η Ελίζαμπεθ Κασίνη εκτελεστική διευθύντρια τoυ φιλανθρωπικού οργανισμού Caritas Cyprus, που δραστηριοποιείται στην Κύπρο, ενάντια στη φτώχεια και την εκμετάλλευση ευάλωτων και περιθωριοποιημένων ανθρώπων, μιλώντας σε πάνελ συζήτησης στο πλαίσιο 4ήμερου διεθνούς εκπαιδευτικού συνεδρίου με θέμα την «Πρόσβαση σε Εμπειρογνώμονες» («Access to Experts») για την επαγγελματική υποστήριξη των επιζώντων/θυμάτων εμπορίας ανθρώπων. Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε στις 15, 16, 17 και 19 Σεπτεμβρίου 2025 στη Λευκωσία και το συν-διοργάνωσαν  η Κατερίνα Στεφάνου διευθύνουσα σύμβουλος της μη κυβερνητικής οργάνωσης Step Up Stop Slavery και σύμβουλος χρηματοοικονομικής συμμόρφωσης στη Λευκωσία, η Rachel Witkin  διεθνής σύμβουλος κατά της εμπορίας προσώπων και διευθύντρια της «Κοινότητας Πρακτικής για τη Σύγχρονη Δουλεία» («Modern Slavery Community of Practice») στο Ηνωμένο Βασίλειο και η  Jane Lasonder βραβευμένη παγκόσμια ηγέτιδα σε θέματα επιζώντων σωματεμπορίου και αντιπρόεδρος του «Διεθνούς Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Επιζώντων Εμπορίας Ανθρώπων» (ISTAC). Το πρόβλημα όμως, δεν αφορά μόνο την Κύπρο.

Όπως αναφέρθηκε από την Rachel Witkin που συντόνισε τη συζήτηση, «είναι σημαντικό να αναγνωριστεί, ότι η κάλυψη των αναγκών των επιζώντων, το συντομότερο δυνατό και όσο το δυνατόν πληρέστερα, αποτελεί επένδυση στην κοινωνία, στο σύνολό της. Σε κάθε χώρα – πρόσθεσε – πολλά ενήλικα και παιδιά θύματα εμπορίας ανθρώπων, παραμελούνται, εξαφανίζονται ή θυματοποιούνται ξανά, από σωματέμπορους, μέσα σε ένα περιβάλλον εχθρικό γι’ αυτά και φιλικό για τους σωματέμπορους και άλλους εγκληματίες». Σε αυτή την πρωτοποριακή διεπιστημονική εκδήλωση, που χρηματοδοτήθηκε από την Ύπατη Αρμοστεία του Ηνωμένου Βασιλείου στην Κύπρο, συμμετείχαν δεκάδες εμπειρογνώμονες κυρίως από την Κύπρο και το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και από την Ελλάδα, τη Λετονία και τη Μάλτα, αυτοπροσώπως, ή μέσω ηχογραφημένου βίντεο, ή με ζωντανή διαδικτυακή σύνδεση. Γλώσσα διεξαγωγής των εργασιών του συνεδρίου, ήταν η αγγλική.

«Στην Κύπρο, πρέπει να ξέρεις ποιον να ρωτήσεις…»

Οι συζητητές του πάνελ, στο οποίο συμμετείχε η Ελίζαμπεθ Κασίνη, αναφέρθηκαν στο ζήτημα της δυνατότητας πρόσβασης των επιζώντων εγκλημάτων εμπορίας ανθρώπων, σε υπηρεσίες, σε όλο το φάσμα των τομέων που αφορούν τα θύματα.  Η κυρία Κασίνη είπε ότι «δυστυχώς, εναπόκειται στην κοινωνία των πολιτών και στα άτομα, να αντιμετωπίσουν τα κενά, στο σύστημα κατά του σωματεμπορίου. Μπορεί να υπάρχει ένας Εθνικός Μηχανισμός Αναφοράς, κοινωνικοί λειτουργοί, μια τηλεφωνική γραμμή και Αστυνομία κατά της εμπορίας ανθρώπων, όμως αυτές οι υπηρεσίες δεν ευθυγραμμίζονται και δεν λειτουργούν με συντονισμό μεταξύ τους. Υπάρχει ένα ολόκληρο φάσμα προκλήσεων και καθυστερήσεων, με τεράστιο κόστος για τα θύματα και τους επιζώντες εμπορίας ανθρώπων. Στο δικό μας σύστημα, πρέπει να ξέρεις ποιον να ρωτήσεις…Το πιο δύσκολο πράγμα για εμάς, τους εργαζόμενους στην πρώτη γραμμή, είναι ότι όταν προκύπτει μια επείγουσα περίπτωση, προσπαθείς μέσω του συστήματος να την αντιμετωπίσεις, αλλά όταν το κάνεις τη δεύτερη φορά, δεν είναι δεδομένο ότι το σύστημα θα ανταποκριθεί με τον ίδιο τρόπο, πράγμα που σημαίνει ότι σπαταλάς άδικα ενέργεια – το σύστημα δεν ανταποκρίνεται αποτελεσματικά, κάθε φορά και σε κάθε περίπτωση. Το πιο ολέθριο πράγμα, από την οπτική μου γωνία, είναι η άρνηση. Η κοινωνία των πολιτών, πρέπει συνεχώς να αναδεικνύει το γεγονός ότι το σύστημα, δεν λειτουργεί γι’ αυτές τις περιπτώσεις των θυμάτων».

Trafficking  ανδρών, αιτήσεις ασύλου και το «Πουρνάρα»

Τη δική εμπειρία, περίγραψε ο Stephane Noel Tchouanteu ιδρυτής και διευθυντής του οργανισμού Bridge of Hope στην Κύπρο, που βοηθά, υποστηρίζει και προσεγγίζει ευάλωτα άτομα, συμπεριλαμβανομένων των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων, αλλά και ατόμων με αναπηρίες, που βιώνουν πρόσθετη περιθωριοποίηση και εμπόδια, στην πρόσβαση σε υπηρεσίες. Είπε μεταξύ άλλων, ότι «όταν μιλάμε για εμπορία ανθρώπων στην Κύπρο, σκεφτόμαστε κυρίως τις γυναίκες, ειδικά στο πλαίσιο της σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Ωστόσο, πολλοί άνδρες, είναι θύματα εργασιακού trafficking, φοβούνται να μιλήσουν και ντρέπονται για όσα έχουν περάσει, ιδιαίτερα όσοι προέρχονται από την Αφρική, όπου το πολιτιστικό υπόβαθρο, «θέλει» τους άνδρες να μη δείχνουν αδυναμία και να κρατούν τα πάντα, μέσα τους». Σχετικά με τις δυσκολίες της παροχής μαρτυρίας από θύματα εκμετάλλευσης, στο πλαίσιο της αίτησής τους για άσυλο στην Κύπρο, είπε ότι «όταν φτάνουμε εδώ στο κέντρο πρώτης υποδοχής μεταναστών «Πουρνάρα», λαμβάνουμε μια φόρμα και μας λένε να γράψουμε την ιστορία μας. Όμως είμαστε νεοφερμένοι και φοβισμένοι και είναι δύσκολο να γράψουμε για όσα έχουμε περάσει, γιατί όταν ερχόμαστε εδώ, δεν ξέρουμε τι είναι η εμπορία ανθρώπων. Μόνο μετά από μερικούς μήνες, οι άνθρωποι νιώθουν ότι μπορούν να μοιραστούν όσα βίωσαν ως θύματα εμπορίας. Αλλά όταν φτάνει η στιγμή της συνέντευξης για την έγκριση της αίτησης ασύλου και θέλουν να μιλήσουν για την εμπειρία της θυματοποίησής τους, «καταδικάζονται» από αυτά που έγραψαν  την πρώτη φορά, όταν έφτασαν στο «Πουρνάρα». Τα πιο πάνω ενίσχυσε η  Όλγα Κομίτη εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Κύπρο (UNHCR Cyprus), μιλώντας «για τα κενά στη διαδικασία ταυτοποίησης των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων και την ανάγκη για ανάπτυξη ικανοτήτων και για εκπαίδευση στο σύστημα ασύλου». Τόνισε ότι «τα θύματα εμπορίας ανθρώπων, υφίστανται εκ νέου τραυματισμό, από επαναλαμβανόμενες συνεντεύξεις, που μοιάζουν με ανάκριση. Αυτές οι συνεντεύξεις, έχουν επίκεντρο την αξιοπιστία των θυμάτων, αντί την προσεκτική συλλογή πληροφοριών και τη συναρμολόγηση της ιστορίας». Στο κέντρο πρώτης υποδοχής μεταναστών «Πουρνάρα», όπου υλοποιείται το «Έργο Μετάβαση» του Ερυθρού Σταυρού, αναφέρθηκε και ο Νίκος Παπαδόπουλος υπεύθυνος ψυχοκοινωνικής υποστήριξης του Ερυθρού Σταυρού Κύπρου, δηλώνοντας ότι «οι συνθήκες διαβίωσης εκεί, είναι προσωρινές, ασταθείς και συχνά ανεπαρκείς για την κάλυψη σύνθετων ψυχοκοινωνικών αναγκών». Η Γκόσια Χρυσάνθου, εκπρόσωπος της Caritas Κύπρου, επεσήμανε ότι «το κόστος ενοικίου, είναι πολύ υψηλότερο από το ελάχιστο επίδομα που λαμβάνουν οι αιτούντες άσυλο, ενώ είναι εξευτελιστικές οι συνθήκες στέγασης, που παρέχονται από αδίστακτους ιδιοκτήτες ακινήτων. Μαζί με τη γραφειοκρατία που αντιμετωπίζουν σε ό,τι αφορά την απόκτηση στέγης,  οι αιτούντες άσυλο μπορεί να οδηγηθουν σε αστεγία και αδυναμία πρόσβασης, ακόμη και σε βασικά τρόφιμα και ρούχα! Αυτό θέτει τα θύματα, σε τεράστιο κίνδυνο να επαναθυματοποιηθούν από σωματέμπορους». Σε ένα βίντεο για το θέμα αυτό, ο Peter Parker επικεφαλής επιζώντων από το «Modern Slavery Community of Practice» του Ηνωμένου Βασιλείου, αναφέρθηκε «στην κατάσταση των νέων που αναγκάζονται να ζουν με εγκληματίες, κάτω από την ίδια στέγη…Έχοντας προσωπική εμπειρία σε αυτό – πρόσθεσε – βλέπω ότι οι νέοι, αποτελούν εύκολο στόχο για τους εγκληματίες και μπορεί να ξαναγίνουν θύματα εμπορίας ανθρώπων και εκμετάλλευσης».

Αναγνώριση θυμάτων και  πολυϋπηρεσιακή εκπαίδευση

Από αριστερά Ο. Κομίτη, Γκ. Χρυσάνθου, I. Che, R. Witkin και στο βήμα Ν. Παπαδόπουλος.

Η Petya Nestorova, Εκτελεστική Γραμματέας της GRETA (Group of Experts on Action against Trafficking in Human Beings), που παρακολουθεί την εφαρμογή της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης κατά της Εμπορίας Ανθρώπων σε όλες τις χώρες που την έχουν υπογράψει, παρουσίασε μια επισκόπηση της πρόσφατης έκθεσης της GRETA για την Κύπρο, που δημοσιεύθηκε το 2025, τονίζοντας «την ανάγκη για ένα σύστημα αναγνώρισης των θυμάτων, που δεν εξαρτάται από τη δίωξη των διακινητών τους». Εστίασε δε, στη σημασία της εκπαίδευσης των κοινωνικών λειτουργών, των υπαλλήλων ασύλου, των παρόχων υγειονομικής περίθαλψης, του προσωπικού των φυλακών και άλλων επαγγελματιών, για τον εντοπισμό θυμάτων εμπορίας ανθρώπων (Άρθρο 10) και προέτρεψε τις Αρχές, «να διασφαλίσουν ότι όλα τα πιθανά θύματα εμπορίας ανθρώπων, λαμβάνουν τα μέτρα βοήθειας που δικαιούνται». Από τη δική της πλευρά, η  Alessia Vedano, σύμβουλος Καταπολέμησης της Εμπορίας Ανθρώπων, από το Γραφείο Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ODIHR) του Οργανισμού για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη (ΟΑΣΕ), δήλωσε ότι «οι λειτουργικοί και αποτελεσματικοί Εθνικοί Μηχανισμοί Αναφοράς, είναι απαραίτητοι. Χρειαζόμαστε – πρόσθεσε – συντονισμό, ώστε τα θύματα να μην χάνουν την ταυτότητά τους, να διασφαλίσουμε ότι θα αναγνωριστούν, ότι θα λάβουν την υποστήριξη που δικαιούνται από τον νόμο, θα ανακτήσουν τη ζωή τους και θα επανενταχθούν στην κοινωνία, χωρίς τον κίνδυνο επαναθυματοποίησης».

Υγεία για τους επιζώντες και τους επαγγελματίες

Ένα βιωματικό εργαστήριο με στόχο την ευαισθητοποίηση για το «Έμμεσο Τραύμα» («Vicarious Trauma») που βιώνουν οι επαγγελματίες που εργάζονται με και για τους επιζώντες εμπορίας ανθρώπων, παρουσίασαν στο συνέδριο, στο πλαίσιο της ενότητας «Πρώτα η Υγεία», («Health First»), η Ξένια Παπανδρέου, συμβουλευτική ψυχολόγος και η Έμμα Μιχαήλ, ειδική στη γιόγκα και τις θεραπευτικές τεχνικές νου-σώματος, που συνεργάζονται με το Step Up Stop Slavery στην Κύπρο. Αφορούσε τον τρόπο αναγνώρισης των πρώιμων προειδοποιητικών σημαδιών του έμμεσου τραύματος, την κατανόηση της νευροβιολογίας του στρες και της ενσυναίσθησης, βιώσιμες πρακτικές για επαγγελματική και οργανωσιακή ανθεκτικότητα και μεθόδους αυτοφροντίδας. Κοινοποιήθηκαν πρακτικές ασκήσεις που επιτρέπουν στους επαγγελματίες να υιοθετήσουν βιώσιμες πρακτικές, που υποστηρίζουν την προσωπική, επαγγελματική και οργανωσιακή ανθεκτικότητα. Στο πλαίσιο της ίδιας ενότητας, παρουσιάσεις για τη σωματική και τη ψυχική υγεία των επιζώντων εμπορίας ανθρώπων, έκαναν η ιατρική σύμβουλος  δρ Jane Hunt και η κλινική ψυχολόγος δρ Eileen Walsh, ενώ παρουσίασε βίντεο η ιατροδικαστική παιδίατρος δρ Laura Carolyn Wood.

Καταγγελίες στην Αστυνομία και καθοδήγηση θυμάτων

Από αριστερά Ε. Κασίνη, I. Che, Θ. Οικονόμου και St. Tchouanteu.

Μέσω ζωντανής σύνδεσης, η Julie Currie συντονίστρια του «Προγράμματος Καθοδήγησης Θυμάτων» («Victim Navigator Programme») του οργανισμού «Δικαιοσύνη και Φροντίδα» («Justice and Care») στο Ηνωμένο Βασίλειο, εξήγησε τη δουλειά των καθοδηγητών θυμάτων στο Ηνωμένο Βασίλειο και σε ορισμένες άλλες χώρες, στην παροχή εξειδικευμένης υποστήριξης σε θύματα εμπορίας ανθρώπων, που θέλουν να καταγγείλουν στην Αστυνομία τη θυματοποίησή τους, αλλά συχνά αισθάνονται άγχος και φόβο να το κάνουν. Η κυρία  Currie, που προηγουμένως ήταν ντετέκτιβ στη Μητροπολιτική Αστυνομία, όπου είχε μακρά καριέρα ειδικευόμενη σε εγκλήματα που σχετίζονται με την εκμετάλλευση και την εμπορία ανθρώπων, είπε ότι οι «victim navigators» στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν υποστηρίξει 747 θύματα από την έναρξη του έργου και ότι 72 εκμεταλλευτές καταδικάστηκαν σε συνολική φυλάκιση 478 ετών, ως αποτέλεσμα της συνεργασίας των θυμάτων. Πρόσθεσε ότι «χωρίς την υποστήριξη των «καθοδηγητών θυμάτων», το εθνικό ποσοστό συμμετοχής στη διαδικασία, είναι 44%, ενώ με την υποστήριξή τους, αυξάνεται στο 97%». Αναφορά στη διαδικτυακή εκμετάλλευση, έκανε και πρώην θύμα διαδικτυακής εκμετάλλευσης και επιζώσα ηγέτιδα, η οποία προχώρησε σε μια σειρά από πρακτικές συστάσεις για τις Αρχές επιβολής του νόμου, εστιάζοντας «στην ανάγκη πλήρους εξήγησης και διερεύνησης ζητημάτων που σχετίζονται με την κυβερνοασφάλεια των θυμάτων και την κλοπή και χρήση της ταυτότητάς τους στο διαδίκτυο». Σημειώνουμε τέλος, το θέμα με τίτλο «Υποστήριξη επαγγελματιών πρώτης γραμμής που εργάζονται με ασυνόδευτα παιδιά θύματα εμπορίας ανθρώπων», που ανέπτυξε η Θεοδώρα Οικονόμου υπεύθυνη Ευαλωτότητας της Γενικής Γραμματείας Ευάλωτων Ατόμων και Ιδρυματικής Προστασίας του Ελληνικού υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, που συμμετείχε στις εργασίες του συνεδρίου, μαζί με την εμπειρογνώμονα ισότητας φύλων και προστασίας των θυμάτων εμπορίας ανθρώπων από την Ελλάδα Ελίνα Καραγιώργη.