Ο Α. Χατζηαντώνης, ανατρέχοντας σε διάφορες πηγές, συγκρίνει την περίπτωση της Κύπρου με της Κρήτης.
Ορισμένοι, σε συζητήσεις που είχα μαζί τους όταν ζούσα και εργαζόμουν στην ελληνική πρωτεύουσα, συνέκριναν τους Κυπρίους με τους Κρητικούς, και κατέληγαν στο συμπέρασμα ότι εμείς οι Ελληνοκύπριοι ίσως να υστερούμε σε αγωνιστικότητα έναντι των Κρητών. Επίσης, πολλοί, αν όχι όλοι από εμάς τους Ε/κ, είμαστε πικραμένοι, που απέτυχαν οι προσπάθειές μας, με το έπος του ‘55 – ‘59 και τον αγώνα της ΕΟΚΑ για εθνική αποκατάσταση, δηλ. ενσωμάτωση με τον εθνικό, λεγόμενο, κορμό, που φυσικά ήταν η Ελλάδα.
Έτσι, αποφάσισα να ανατρέξω σε διάφορες πηγές, προς έρευνα του θέματος αυτού.
Ο Ραούφ Ντενκτάς συνήθιζε να μιλά, πολύ συχνά, για τον κίνδυνο να μετατραπεί η Κύπρος σε Κρήτη. Δηλαδή, να ενωθεί με την Ελλάδα. Αυτό, δηλαδή, το λεγόμενο «Σύνδρομο της Κρήτης» τροφοδότησε την κατηγορηματική αντίθεση των Τ/κυπρίων στο αίτημα των Ελληνοκυπρίων, για ένωση με την Ελλάδα. Αναφέρει ο Ντενκτάς στα Απομνημονεύματά του:
«Με τη βοήθεια του στρατηγού Τουργκούτ Σουνάλπ διαβάζω τον φάκελο της Κρήτης στα αρχεία του Γεν. Επιτελείου. Μου φαίνεται ότι διαβάζω την ιστορία της Κύπρου…!» (Απομνημονεύματα Ρ. Ντενκτάς, Κωνσταντινούπολη 1996, σελ. 236). Αυτό το παραθέτει και ο καθηγητής Ν. Κιζίλγκιουρεκ στο βιβλίο του: «Κύπρος, το αδιέξοδο των εθνικισμών», (Αθήνα 1999, σελ.64).
Αλλά ποια ήταν τα χαρακτηριστικά του λεγόμενου κρητικού μοντέλου, που προδιέγραψαν σε μεγάλο βαθμό τις τύχες του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας; Βασικό χαρακτηριστικό ήταν ο μαζικός εκπατρισμός των μουσουλμάνων της Κρήτης, πολύ πριν από τη Σύμβαση της Λωζάνης.
«Με τη βοήθεια του στρατηγού Τουργκούτ Σουνάλπ διαβάζω τον φάκελο της Κρήτης στα αρχεία του Γεν. Επιτελείου. Μου φαίνεται ότι διαβάζω την ιστορία της Κύπρου…!» (Απομνημονεύματα Ρ. Ντενκτάς, Κωνσταντινούπολη 1996, σελ. 236). Αυτό το παραθέτει και ο καθηγητής Ν. Κιζίλγκιουρεκ στο βιβλίο του: «Κύπρος, το αδιέξοδο των εθνικισμών», (Αθήνα 1999, σελ.64).
Αλλά ποια ήταν τα χαρακτηριστικά του λεγόμενου κρητικού μοντέλου, που προδιέγραψαν σε μεγάλο βαθμό τις τύχες του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας; Βασικό χαρακτηριστικό ήταν ο μαζικός εκπατρισμός των μουσουλμάνων της Κρήτης, πολύ πριν από τη Σύμβαση της Λωζάνης.
Οπότε και έγινε υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών. Εξισλαμισμένοι, ελληνόφωνοι, γηγενείς στην πλειοψηφία τους, οι Τουρκοκρητικοί στην απογραφή του 1881 ανέρχονταν σε 73.234 άτομα. Αποτελούσαν το 26,2% του πληθυσμού του νησιού. Εξεπλάγην όμως όταν, σύμφωνα με τη συνέχεια της έρευνάς μου, μέσα σε δύο μόλις δεκαετίες, έμειναν λιγότεροι από τους μισούς, δηλ. 33.496, σύμφωνα με την απογραφή του 1900. Μέσα στην τριετία 1897 – 1899, εγκατέλειψαν την Κρήτη τουλάχιστον 40.000 μουσουλμάνοι. Βέβαια, οι διακηρύξεις των ηγετών της ελληνικής πλειοψηφίας μιλούσαν για «ομαίμονας» και «ομοφύλους».
Ο δε Ελ. Βενιζέλος έκανε λόγο για «μουσουλμάνους συμπολίτας μας», το 1906 στην κρητική Βουλή.
Θα προσπαθήσω, εν συντομία, να παραθέσω τα αίτια της «μετανάστευσης» αυτής, η οποία έγινε πριν από το 1923. Δυσκολία προσαρμογής τους στην καινούργια κατάσταση, που χαρακτηρίζεται από μια δραματική αντιστροφή των σχέσεων κυριαρχίας, μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων. Μιλάμε δηλ. για την υποχώρηση του Ισλάμ στην περιοχή.
Γράφει ο Αριστοτέλης Κόρακας, αρχηγός των ανατολικών επαρχιών, τον Μάρτιο του 1897: «Η κατάστασις των Τούρκων του Ηρακλείου είναι αθλιεστάτη.
Διότι περιορισμένοι όντες εις την μικράν ζώνην των, πεινώσι και αυτοί και τα ζώα των, τα οποία έφαγαν ήδη και τα χώματα, δεκατίζονται δε από την ευλογιάν. Διέρρηξαν και διαρρηγνύουσι καθ’ εκάστην αδιακρίτως χριστιανικά και οθωμανικά καταστήματα, διαρπάζοντες τα πάντα…».
Σε επιστολή του, ο Κόρακας στον παραλήπτη (εδώ, δεν αναφέρεται όνομα), του ζητά να του στείλει μυστικά από την Αθήνα, «το κατάλληλον δηλητήριον, ίνα ρίψωμεν τούτο εν τω υδραγωγείω και φέρομεν το κατάλληλον αποτέλεσμα…». Η απάντηση, όμως του εν Αθήναις παραλήπτη –και η οποία τον τιμά– ήταν η εξής: «Το σχέδιόν σας απορρίπτεται, ως απάδον* προς τας αρχάς μας. Αλλά και διότι η μόνη δύναμις ημών σήμερον είναι η ηθικότης του αγώνος μας…». (Ιστορικά συμβάντα κατά την διετίαν 1897 – 98, Δετοράκης – Καλοκαιρινός 2001, σελ. 443).
Κατά την ανταλλαγή πληθυσμών 1923 – 24 υπήρξε βέβαια και πίεση πάνω στις χριστιανικές μειονότητες των πόλεων. Καταγράφηκαν επίσης τυφλά ξεσπάσματα από ισλαμιστές Βασιβουζούκους, που κατέληγαν σε ομαδικούς φόνους και καταστροφές περιουσιών.
Συνάγοντας: Άλλες οι συνθήκες τότε, με μια Οθωμανική Αυτοκρατορία να καταρρέει –χαρακτηριζόμενη ως ο μεγάλος ασθενής– και άλλοι οι συσχετισμοί δυνάμεων, τη δεκαετία του ‘50, που οι Ελληνοκύπριοι αγωνίστηκαν για την Ένωση. Άρα, οποιαδήποτε σύγκριση των αγώνων για Ένωση, Κυπρίων και Κρητικών, νομίζω είναι ατυχής.
Σημ.: απάδον= κάτι που δεν ταιριάζει