Ο Χαράλαμπος Μερακλής γράφει για την ανάγκη ένα νέο μοντέλο κοινής πατρίδας, κοινής ανάπτυξης με επίκεντρο την γνώση, τεχνολογία και την καινοτομία, με την εμπλοκή πανεπιστημίων και πανεπιστημιακών ερευνητικών μονάδων.
Επί διακυβέρνησης του Γιώργου Βασιλείου τέθηκαν οι βάσεις και θεσμοθετήσεις για την ανάπτυξη της λειτουργίας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και λειτουργίας του πρώτου κρατικού πανεπιστημίου στο νησί μας θέτοντας κατά ένα μεγάλο βαθμό ένα τέλος στη μετάβαση των νέων μας για ανώτερες σπουδές στο εξωτερικό.
Μετά από λίγα χρόνια άρχισε η αναγνώριση και προσφορά του όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και η αναγνώριση του για το επίπεδο της προσφερόμενης πανεπιστημιακής μόρφωσης.
Έπειτα από λίγα χρόνια σε αμφότερες τις πλευρές του νησιού μας άρχισαν να δημιουργούνται πανεπιστημιακές σχολές διάφορων ειδικοτήτων με συνεργασία ξέων πανεπιστημίων.
Η εισαγωγή σ’ αυτά τα ιδρύματα προϋποθέτει πως ο εισερχόμενος φοιτητής θα πρέπει να κατέχει ένα βασικό επίπεδο γνώσεων στα μαθήματα του τμήματος επιλογής του ούτως ώστε η φοίτησή του να μπορεί να ολοκληρωθεί.
Είναι γεγονός πως η δευτεροβάθμια εκπαίδευση θα πρέπει να διαδραματίζει σπουδαιότατο ρόλο στη μόρφωση των νέων μας σε ποικιλία θεμάτων που θα υποβοηθούν τους νέους φοιτητές στην παρακολούθηση των μαθημάτων τους στα διάφορα ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Δυστυχώς, η δευτεροβάθμια εκπαίδευση στο νησί μας έχει πάρα πολλές αδυναμίες όπου απαιτείται μια ριζοσπαστική αναθεώρηση των μέχρι σήμερα δεδομένων ούτως, ώστε φοιτητές και καθηγητές να έχουν καλύτερες αποδόσεις και συγκρίσεις με τα ξένα πανεπιστήμια όπου κατατάσσονται σε διάφορες βαθμίδες.
Παρά το γεγονός ότι έχουμε ένα αρκετό αριθμό πανεπιστημίων στον τόπο μας, εντούτοις απουσιάζει ο επιστημονικό διάλογος, τοποθέτηση επιστημονικής έρευνας και συνεργασία σε αμφότερες τις πλευρές του νησιού λόγω μιας σειράς λόγων που είναι πολιτικοί, πανεπιστημιακοί και προσωπικοί.
Χωρίς να υποβαθμίζονται τα πάντα, κάποιες έρευνες έχουν γίνει από κοινού ή ξεχωριστά και αυτές κατατάσσονται στην επιστημονική δραστηριότητα φοιτητών, καθηγητών, επιστημονικού και άλλου προσωπικού.
Για να έχουμε ουσιαστικές έρευνες από κοινού η ξεχωριστά στα ποικίλα προβλήματα που απασχολούν ξεχωριστά ή συνολικά το νησί όπως είναι η διαίρεση και επανένωση του, οικονομικά, υγείας, παιδείας, απασχόλησης, τρόποι ειρηνικής συνύπαρξης και άλλα θα πρέπει να αναπτυχθούν ερευνητικά κέντρα και τεχνολογικοί φορείς που θα έχουν κοινές αφετηρίες και κοινούς στόχους όπου θα προάγεται η βασική και εφαρμοσμένη έρευνα χωρίς:- εθνικισμούς, πολιτικά παιχνίδια, περιορισμούς, συνδικαλισμούς και ατομικά συμφέροντα.
Τέτοια κέντρα για να λειτουργήσουν απαιτούν την εμπλοκή πανεπιστημίων, πανεπιστημιακών ερευνητικών μονάδων, όρους λειτουργίας και υποδομών τέτοιων μονάδων, τις κατάλληλες συνθήκες για επενδύσεις και εξοπλισμούς στην βάση ευρωπαϊκών προτύπων όπου τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών θα έχουν συνοχή και ωφελιμότητα όχι μόνο στην επιστημονική αλλά και κυπριακή και παγκόσμια κοινότητα.
Αυτές οι επιστημονικές έρευνες θα εξυψώσουν το κύρος των πανεπιστημίων μας και των ερευνητικών ομάδων τους γιατί θα συμβάλλουν στην ανάδειξη και αποξένωση κάποιων κακών χειρισμών που εφαρμόσθηκαν στο νησί στα ποικίλα προβλήματα του.
Περιπλέον, θα αυξήσουν την κριτική και αυτοκριτική σκέψη, τον ορθολογισμό και θα υποβοηθήσουν γενικά τον λαό να απαλλαγεί από ρητορισμούς, λαϊκισμούς και μη εφαρμόσιμες πολιτικές που τον οδήγησαν στα γνωστά σημερινά χάλια.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες που διάγουμε χρειαζόμαστε ένα νέο μοντέλο κοινής πατρίδας, κοινής ανάπτυξης με επίκεντρο την γνώση, τεχνολογία και την καινοτομία.