Η Δέσποινα Αικατερίνης Ανδρέα Τενίζη, με αφορμή την επέτειο της εξέγερσης τον Οκτώβριο του 1931, γράφει για τον παππού της Σάββα Τενίζη.

«Τότε θωρώντας τη γραμμή των Εγγλέζων, ύψωσα το Λάβαρον και έτρεξα κοντά και εφώναξα εις τους Εγγλέζους: “Κάτω τα καλάμια σας, σκυλιά”», αφηγούταν ο Μακεδονομάχος Σάββας Τενίζης, ενώ στο προσωπικό του χειρόγραφο ημερολόγιο έγραφε: «Κατέβασα τη βουλγαρική Σημαία από το Λευκό Πύργο της Θεσσαλονίκης το 1913 και Ύψωσα την Ελληνικήν.  Το 1931 κατεβίβασα την αγγλικήν σημαίαν από το Κυβερνείον και Ανύψατω την Ελληνικήν».

Μα τον ιστορεί τον Μακεδόνα παππού μου κι ο ίδιος ο Εγγλέζος, αποικιοκράτης Στορς, μάρτυς αυτόπτης των Οκτωβριανών γεγονότων εις το Κυβερνείον, όπως έγραψε εις την σελίδα 10 του βιβλίου, «Disturbances in Cyprus»: «…with them was a man carrying a trumpet and a large Greek standard. A noisy demonstration ensued with cheering and clapping and continues shouts of “ enosis”».

«Μπροστά από την Ελληνοκυπριακή ηγεσία, προπορευόταν ο Μακεδονομάχος Σημαιοφόρος Σάββας Τενίζης από τον Στρόβολο, ένστολος φέρων τα πολεμόσημά του, βαστώντας εις το ένα χέρι του μεγάλη Ελληνική Σημαία και με το άλλο σάλπιγγα. ύψωσε τη Σημαία ενώ άρχισε να σαλπίζει ξεσηκώνοντας το πλήθος το οποίο με τη μέθη της συναισθηματικής διέγερσης, εφώναζε: «Ένωσης» «Ένωσης»

Με την αυγή κάθε εθνικής επετείου πριν ακόμα ο ήλιος ζεστάνει το ολόδροσο πρωινό, έπαιρνε τη σάλπιγγά του και περπατώντας στα στενά δρομάκια του Στροβόλου, σάλπιζε το εγερτήριο σάλπισμα και τραγουδούσε: «Ξυπνάτε με τ’ αγέρι της αυγής, ξυπνάτε δεν θα ζήσουμε αιώνια…».

Ο Σάββας Τενίζης, γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου το 1896, στο χωριό Λυσός της επαρχίας Πάφου. Σε ηλικία 16 ετών κατατάγηκε εθελοντής πολεμιστής στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-1913 και στη συνέχεια στον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Μέστωσε μες την ψυχή του ο πατριωτισμός. Το αμούστακο αγόρι έγινε αγγελιαφόρος του βασιλέως Κωνσταντίνου. Το 1914, ο πρόξενος της Ελλάδος, Λ. Ενυάλης τον τίμησε παρασημοφορώντας τον για τις ηρωικές του πράξεις και τη γενναιότητά του. 

Τον Απρίλιο του 1961, την επετειακά πανηγυρικήν του μηνός εκείνην Πρώτην, Σημαιοφόρος των παλαιών πολεμιστών, όπως σε κάθε εθνική επέτειο συνήθιζε, λειτουργήθηκε πρώτα στην ενοριακή του εκκλησία, Παναγίας Χρυσελεούσης κι αφού προσκύνησε, γονάτισε ευλαβικά μπρος στο εικόνισμα της Παναγίας, έκανε το σταυρό του και κίνησε για τη μεγάλη μέρα. Φτάνοντας στο παλαιό Γ.Σ.Π., φέρων την τιμημένη στολή του Έλληνος στρατιώτου, με τα πολεμόσημά του να καθρεφτίζουν της ψυχής του το σθένος, στο μέρος της καρδιάς, ηγήθηκε ως σημαιοφόρος της παρατάξεως των συναδέλφων του παλαιών πολεμιστών, προς τον ιερό ναό Παναγίας Φανερωμένης. Εκεί, στα σκαλοπάτια της εκκλησίας ανάμεσα σε συναδέλφους παλαιούς πολεμιστές και πλήθος κόσμου, προσκύνησε το τιμημένο λάβαρο κι αφού το παρέδωσε ασφαλή στο διπλανό του, έδωσε το πρόσταγμα: « Κράτα το λάβαρο ψηλά…». Βέβαιος πως το λάβαρο κρατιόταν γερά από τα χέρια του παραστάτη και δεν θα παρασυρόταν μαζί του παραδομένος στον πόνο του εμφράγματος, έγειρε με το στέρνο του λόγο:  «Κράτα το λάβαρο ψηλά». Ο κόσμος γύρω εχειροκροτούσε ίδια όπως εκείνη την ημέρα τον πυρπολητή Μακεδόνα του στο Κυβερνείον. Κοντά του έτρεξε ο γιατρός Κουρέας, παρέχοντας του τις πρώτες βοήθειες ώστε να τον επαναφέρει! Τα μάτια όλων ήσαν με αγωνία στραμμένα στον πολεμιστή τους! Στον λεβέντη τους! Στον ακμαίο, αγέρωχο  Σημαιοφόρο τους! Πέρασαν λεπτά προσπαθειών… ο γιατρός γονατιστός όπως ήταν έσκυψε το κεφάλι με σεβασμό προς τον παλαιό πολεμιστή του! «Αιώνια ας είναι η μνήμη του», σιγοψιθύρισε συγκλονισμένος! Το αεράκι του, κείνο το αεράκι που ο ίδιος υμνούσε κάθε αυγή πήρε την είδηση και την ταξίδεψε απαλά σε όλους γύρω σε όλη την Χώρα σε όλο το Στρόβολο έως το χωριό του τη Λυσό! 

«Αιώνιος» «Άξιος!» έλεγαν κι ένα παρατεταμένο χειροκρότημα συνόδευσε τη παλικαρίσια του ψυχή στην Παναγία του! Όπως το επιθυμούσε, έγινε! «Θα πεθάνω υπό την σκιάν της Ελληνικής Σημαίας» έλεγε. 1η Απριλίου 1961, ετών 65, λίγο μετά τη δημιουργία της Κυπριακής Δημοκρατίας, θεωρώντας πως το όνειρό του, η ένωση Ελλάδος – Κύπρου, δεν θα αργούσε, ήσυχος πια, παρέδωσε σε μας τους διπλανούς του, το τιμημένο Λάβαρο και στον Ύψιστο Θεό, την αγνή κι ανδρειωμένη ψυχή του. 

«Ολίγοι ίσως άνθρωποι αποθνήσκουν ως θα επεθύμουν», έγραψαν τότε οι εφημερίδες, ένστολος με τα παράσημά του, δίπλα από τους συμπολεμιστές του, στην εθνική επέτειο του αγώνος της 1ης Απριλίου, κρατώντας ψηλά τη γαλανόλευκη! Σίγησε από τότε το εγερτήριο σάλπισμά του με την ιστορική του σάλπιγγα των Βαλκανικών πολέμων στα στενά δρομάκια του Στροβόλου, σίγησε μέσα μας και η Ελληνική ψυχή μας. «Ξυπνάτε με τ’ αγέρι της αυγής», τραγουδούσε ο Σάββας Τενίζης, τα πρωινά των εθνικών επετείων! Υποκλίνεται βαθιά η ψυχή μου μπρος στην μεγαλοσύνη της ελληνικής πατριωτικής ψυχής του!