Ο Κυριάκος Πολυκάρπου γράφει με αφορμή τα στοιχεία που κατατάσσουν την Κύπρο στην τρίτη θέση στην Ευρώπη στην κατανάλωση αλκοόλ από την παιδική ηλικία…

Γιατί πίνουν οι έφηβοί μας; Μεγαλώνουν μήπως σε γκέτο με γονείς αλκοολικούς, χωρίς επίβλεψη; Μάλλον όχι, σωστά; Μήπως, όμως, αρχίζουν να πίνουν κανονικότατα από τα 12 τους, γιατί αυτό όχι μόνο είναι κοινωνικά αποδεκτό, αλλά θεωρείται και «μαγκιά», ανάμεσα σε αρκετούς γονείς απ’ ό,τι μπορεί κανείς να φανταστεί; Μήπως διότι η οικογένεια, γονείς, παππούδες, συγγενείς, θεωρούν ως «ένδειξη ενηλικίωσης» τη θέα ενός παιδιού να… απολαμβάνει μαζί τους την μπίρα, από τα 8 ή 9 του χρόνια, την ώρα που ο μερακλής πατέρας, θείος, φίλος της οικογένειας ψήνει περήφανος τη σούβλα; Κάπως έτσι ξεκινάει, μάλλον, το θρίλερ της κατανάλωσης αλκοόλ από την παιδική ηλικία στην Κύπρο. Χαρίζοντάς μας την τρίτη θέση σε ολόκληρη την Ευρώπη, σύμφωνα με στοιχεία της Πανευρωπαϊκής Έρευνας Μαθητικού Πληθυσμού (ESPAD). 

Τρίτοι λοιπόν, μετά από τη Γεωργία και την Τσεχία που κατατάσσονται πρώτη και δεύτερη αντίστοιχα. Μάλιστα, μακριά από εμάς βρίσκονται χώρες που παραδοσιακά είχαν πρόβλημα αλκοολισμού. Εκπαιδεύουμε -φαίνεται- στην κυπριακή σημερινή μοντέρνα οικογένεια τα παιδιά μας να εξελιχθούν σε πότες. Διότι όταν από μικρά-μικρά «χαίρονται» το ποτό στα οικογενειακά τραπέζια, παρέα με τους ενήλικες, τότε στα 12 φυσικό είναι να το διεκδικήσουν στην… αποφοίτηση από το Δημοτικό.  

Αρχικά με ποτά που περιλαμβάνουν λιγότερη ποσότητα αλκοόλ, αρκετή όμως ώστε να τα «προετοιμάσει» για το επόμενο στάδιο. Στην επόμενη φάση, ο ανήλικος θα το αγοράσει με την παρέα του και θα το καταναλώσει ανενόχλητος, από το περίπτερο ή την υπεραγορά της γειτονιάς. Κανένας δεν θα του αρνηθεί του παιδιού την πώληση, φτάνει να κρατάει χρήματα. Που τα κρατάει, εννοείται. Κοντά στα 15, στα πάρτι που πηγαίνει, οι βότκες πια σερβίρονται straight, το ίδιο και το ουίσκι. Καθαρά, χωρίς προσθήκες. Και όσο πιο μάγκας είσαι, κορίτσι ή αγόρι, τόσα περισσότερα θα κατεβάσεις. Τόση πολλή μαγκιά, ώστε τα παίρνουν σηκωτά στο πλησιέστερο νοσοκομείο. Και το παιχνίδι έχει ήδη χαθεί, πια σε αυτή την ηλικία. Η κατανάλωση είναι εκτός ελέγχου. Μάλιστα, αν κάποιος γονέας δεν προμηθεύσει το πάρτι του παιδιού του με μπίρες, βότκες, ουίσκι, κ.τ.λ. κανένα πρόβλημα δεν θα προκύψει. Γιατί οι καλεσμένοι θα είναι ενημερωμένοι και θα πάνε στο πάρτι έχοντας μαζί τους προμήθειες. Ποτά που τα έχουν πάρει με τη μεγαλύτερη ευκολία από το σπίτι τους, συχνά.  

Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί είναι κοινωνικά αποδεκτό. Είναι στην πραγματικότητα αναπόφευκτο το γεγονός ότι στα πάρτι θα πιουν. Οι περισσότεροι γονείς το αποδέχονται. Όσοι ενοχλούνται δεν μπορούν να κάνουν και πολλά. Μπορούν να απομονώσουν τα παιδιά τους, απαγορεύοντάς τους να συμμετέχουν στα φιλικά καλέσματα. Νομίζει κανείς ότι μπορούν; Δεν συζητάμε καν ότι η κατάσταση χοντραίνει ακόμη περισσότερο μέχρι οι έφηβοι να φτάσουν στην τρίτη Λυκείου. Όπου ελεύθερα πια παραγγέλνουν αλκοόλ σε όλα τα κλαμπ και μπαρ στα οποία συχνάζουν. Όχι μόνο τα νυκτερινά αλλά και τα ολοήμερα, της παραλίας λόγου χάριν. 

Από τα ιδιωτικά πάρτι των μαθητών ξεκινάει, λοιπόν, το πρόβλημα, συνεχίζεται μετά στα περίπτερα όπου ανεξέλεγκτα πωλείται και κορυφώνεται στα κλαμπ, όπου, επίσης, ανεξέλεγκτα σερβίρεται. Και ναι, η αύξηση του ορίου ηλικίας για την κατανάλωση αλκοολούχων ποτών θα βοηθήσει, όμως δεν μπορεί από μόνη της να λύσει το πρόβλημα. Ναι και οι αυστηρότερες ποινές, οι πραγματικά αυστηρές ποινές, σε όσους σερβίρουν ή πωλούν αλκοόλ παράνομα επίσης πρέπει να επιβληθούν.  

Όμως, αν δεν καταλάβουμε ότι η σωστή αντιμετώπιση του προβλήματος πρέπει να ξεκινά από τα ίδια τα παιδιά και από τους γονείς τους, από την εκπαίδευση που πρέπει να τους γίνεται στα σχολεία, ας μην περιμένουμε θαύματα. Ή μάλλον, ας περιμένουμε απλά το πρόβλημα να διογκώνεται, αργά και σταθερά. Και σε λίγα χρόνια, από την τρίτη πιο θλιβερή θέση στην Ευρώπη, μπορεί και να κτυπήσουμε την, ακόμη χειρότερη, πρωτιά.