Ο Γιάννης Πεγειώτης θυμάται τον θείο του Κυριάκο που ήταν ο βασιλιάς καφετζής στο Καμπί της Δρούσιας.
Προ της ανατολής του ηλίου. Πολύ πριν καταφθάσει το λεωφορείο που έφευγε από τα άρκα μεσάνυχτα για να φτάσει χαράματα στο Κτήμαν με όσους καθηκόντος μετέβαιναν εις την πρωτεύουσαν και το διοικητικό κέντρο της επαρχίας. Ο παππούς ο Κυριάκος ήταν αδερφός της γιαγιάς μου της Αννεζούς και επί μισόν περίπου αιώνα ο βασιλεύς καφετζής εις το Καμπίν της Δρούσιας. Από τότε που έχω μνήμες η καρδία μου φτερουγούσε όταν τον έβλεπα. Μας αγαπούσε πολύ, το ίδιο και ο θείος ο Φάνης μακράν ο καλύτερος ταβερνιάρης της επαρχίας Πάφου. Ψηλά εις τους τοίχους του καφενείου εδέσποζαν οι του κυπριακού μαρτυρολογίου Ιάκωβος Πατάτσος, Μιχαήλ Καραολής, Ευαγόρας Παλληκαρίδης και οι λοιποί των Φυλακισμένων Μνημάτων.
Τα προσφερόμενα από πρωίας μέχρι τις δέκα περίπου το βράδυ ήτο ποικίλα: Καφέδες εις όλας τας παραλλαγάς (αν αρχίσω να τους μετρώ θα προσεγγίσουμεν σίγουρα τας δώδεκα), τσάγια πολυποίκιλα (σπατζιά, σακομυλλιά, ρωσσικό…), η αφρόζα και το σύνθετον εις πρώτην ζήτησην, λεμονάδα, πορτοκαλλάδα, τριαντάφυλλον χύμα, Λίζα και τσιοκκολάτες, γκοφρέττες. Αναψυκτικά παγωμένα σε ψυγείον με νερό να πλημμυρίζει τις μπουκκάλες έως τον λαιμόν. Ο καφενές ήτο δίχωρος με καμάραν άνωθεν διαχωριστικήν.