Ο Λοΐζος Πίπης γράφει για τον Ετζεβίτ. Υπέρμαχος των παλαιών σφαγείων, συντηρούσε τη λογική του πολέμου. Έγινε ένα φοβερό τέρας πολέμου
Την Κυριακή 26 Ιουλίου, στον «Φιλελεύθερο» υπήρχε μια φωτογραφία με τους δύο κακούς δαίμονες του κυπριακού ελληνισμού: Τον Ερντογάν και τον Ετζεβίτ. Τον πρώτο, έναν υποψήφιο της ωμότητας που ερωτοτροπεί με τις επεμβατικές ανομίες στις θάλασσες και στα νερά τον ζούμε καθημερινά.
Τον δεύτερο, τον πρωθυπουργό της εισβολής και «υποψήφιο της Ποίησης», ντυμένο στα κουρέλια της σοβαροφάνειας, τον ζήσαμε τον Ιούλη του 1974, όταν το Εθνικό Συμβούλιο Ασφάλειας της Τουρκίας, είχε δώσει το πράσινο φως για εισβολή στην Κύπρο. Γύρω στα μεσάνυχτα της 19ης Ιουλίου, τέσσερις ημέρες ύστερα από το πραξικόπημα, ο απεσταλμένος του Κίσινγκερ, Σίσκο, συναντήθηκε με τον Ετζεβίτ και προσπαθούσε να τον πείσει να καθυστερήσει την εισβολή.
Η συνάντηση διήρκησε μέχρι την 4η πρωινή, οπότε ο Σίσκο ανάμεσα στα άλλα του είπε: «Εσύ Ετζεβίτ, ένας επιτυχημένος ποιητής, που αφιέρωσες τον εαυτό σου στην υπηρεσία της ήσυχης ζωής σου με στίχους, τώρα με την απόφασή σου, η ιδέα της ελευθερίας και του ανθρωπισμού θα χαθούν κι ένα πλήθος ανθρώπων θα σκοτωθούν. Γιατί δεν μπορείς να περιμένεις λίγο ακόμα;»
Ήταν αλήθεια ο Ετζεβίτ ποιητής; Κι αν ήταν, τίμησε τον τίτλο του ποιητή; Γιατί, ένας ποιητής και πολιτικός, στην ουσία, ονειρεύεται την ταύτιση της επιτυχίας του με την ελευθερία. Ένας πραγματικός ποιητής δεν γίνεται λιποτάκτης ή εξόριστος του πνεύματος, αλλά ένας ακούραστος υποστηρικτής της ελευθερίας.
Από το χάος της καλύβας που ζούσε, προσπάθησε ενδεδυμένος με τη φιλοδοξία του Μεγάλου, να οδηγήσει σε περιπέτειες έναν λαό που το αμάρτημά του ήταν η αγάπη για την ελευθερία.