Είναι γνώριμος φίλος της Κύπρου, μας γυροφέρνει εδώ και κάποια χρόνια. Στο παρελθόν είχαμε δημοσιεύσει αρκετά άρθρα για το περίεργο αυτό ψάρι, το λεοντόψαρο, ένα από τα περίπου 820 ξενικά είδη που έχουν «εισβάλει» στη Μεσόγειο από άλλες θάλασσες και αποτελεί απειλή για λόγους που εξηγούμε πιο κάτω. Υπενθυμίζουμε ότι το αγκαθωτό αυτό ψάρι έχει μελετηθεί (κυριολεκτικά) σε βάθος στην Κύπρο, στα πλαίσια του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος Relionmed– Life.
 
Τώρα, η ομάδα ερευνητών, έχει δημοσιεύσει νέα μελέτη για το λεοντόψαρο (δείτε την ΕΔΩ) με εξαιρετικά ενδιαφέροντα αποτελέσματα, τόσο για ειδικούς, όσο και για όσους ασχολούνται με το ψάρεμα και την κατάδυση μα και γενικότερα για τους λάτρεις της θάλασσας και του βυθού. Η μελέτη δεν θα μπορούσε να έρθει σε καλύτερη στιγμή, αφού αίρονται σιγά-σιγά τα μέτρα εγκλεισμού και οι θάλασσες ανοίγουν για τον κόσμο.
 
Η μελέτη έρχεται να συμπληρώσει πρόσφατες έρευνες που κατέδειξαν ότι το λεοντόψαρο έχει μια εξαιρετικά γρήγορη εξάπλωση όσον αφορά στα ξενικά είδη και ότι τα θηράματά του δεν το αναγνωρίζουν ως εχθρό. Συνοπτικά, το λεοντόψαρο παρουσιάζει παρόμοια βιολογικά και οικολογικά χαρακτηριστικά με τον Δυτικό Ατλαντικό (γρήγορους ρυθμούς ανάπτυξης, γρήγορη αναπαραγωγική ωρίμανση, τρέφεται με μεγάλο εύρος ειδών, κ.α.) όπου «ευθύνεται» για πολλές καταστροφές. Να αναμένουμε παρόμοιες επιπτώσεις και στην Μεσόγειο;
 
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Aπλώνουν δίκτυα για λεοντόψαρο
 
Πάντως, αν και πολύ όμορφο ψάρι, το λεοντόψαρο θεωρείται κίνδυνος για ανυποψίαστους κολυμβητές που κολυμπούν πάνω σε βράχια, αλλά και για δύτες που δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον στα ναυάγια, τεχνητούς και φυσικούς υφάλους. Αυτό οφείλεται στο ότι το ψάρι φέρει δηλητηριώδη αγκάθια στην πλάτη. Το δηλητήριό του δεν είναι υψηλού κινδύνου, αλλά ο κάθε άνθρωπος μπορεί να αντιδράσει διαφορετικά στο τσίμπημά του. Σε σύγκριση με άλλα εισβολικά ψάρια, το λεοντόψαρο είναι βρώσιμο και ενθαρρύνεται η κατανάλωσή του αφού αφαιρεθούν τα αγκάθια.
 
Επίσης, πολλά ήταν τα δημοσιεύματα τα τελευταία χρόνια σε σχέση με την επίδραση του λεοντόψαρου στα τοπικά οικοσυστήματα και στην τοπική αλιεία, τα οποία βασίζονταν σε παραδείγματα από τον δυτικό Ατλαντικό Ωκεανό, όπου έγινε και εκεί εισβολή από το λεοντόψαρο, το 1999. Τώρα, για πρώτη φορά μέσα από αυτή την έρευνα η έρευνα, επιβεβαιώνονται πολλά από αυτά, όσον αφορά στα δεδομένα της Κύπρου και γενικότερα της Μεσογείου.
 
Βασικά αποτελέσματα και συμπεράσματα της μελέτης:
 
Το Λεοντόψαρο έχει εξαπλωθεί δραστικά και πολύ γρήγορα γύρω από την Κύπρο από τότε που έχει πρωτοπαρατηρηθεί (τέλη 2012), και παρουσιάζεται έντονα κυρίως στα ανατολικά του νησιού, σε περιοχές με σκληρό υπόστρωμα, φυσικούς και τεχνητούς υφάλους.
 
Η διατροφή του αποτελείται από είδη ασπόνδυλων και ψαριών, τα οποία κάποια από αυτά είναι υψηλής οικονομικής και οικολογικής σημασίας. Η αύξηση του πληθυσμού του λεοντόψαρου στη Κύπρου μαζί με την ευκαιριακή του διατροφή, μπορεί να επιφέρει αρνητικές συνέπειες στην αλιεία, αλλά και στους τοπικούς θηρευτές (π.χ. ορφός) που τώρα ανταγωνίζονται για τα ίδια θηράματα.
 
Το δείγμα λεοντόψαρων που έχει παρθεί στην έρευνα (262 ψάρια) αποτελείται από ψάρια διάφορων μεγεθών (από 8 cm μέχρι 37 cm) και ηλικιών (από 0.5 μέχρι 4 χρονών), γεγονός που δείχνει την επιτυχημένη εγκατάσταση τους στο νησί.
 
Τα θηλυκά λεοντόψαρα ήταν περισσότερα από τα αρσενικά, κάτι που είναι ανησυχητικό δεδομένου ότι ένα αρσενικό μπορεί να ζευγαρώσει με πολλά θηλυκά, προκαλώντας πληθυσμιακή έκρηξη σε ταχύτερο ρυθμό.

Τα λεοντόψαρα στη Κύπρο, όπως και αυτά στο δυτικό Ατλαντικό, παρατηρούνται να μεγαλώνουν περισσότερο και γρηγορότερα σε μέγεθος από αυτά του Ινδικού Ωκεανού (η μητρική τους περιοχή), κάτι που υποδεικνύει την έλλειψη φυσικών θηρευτών και την αφελότητα των τοπικών θηραμάτων προς τον άγνωστο θηρευτή λεοντόψαρο.
 
Η αναπαραγωγική τους περίοδος εστιάζεται το καλοκαίρι όπου τα νερά θερμαίνονται και παραμένουν ζεστά κατά τη διάρκεια του Αυγούστου.
 
Εν κατακλείδι, το λεοντόψαρο έχει έρθει για να μείνει, όμως ο πληθυσμός του πρέπει να κρατηθεί σε χαμηλά επίπεδα μέσω της αλίευσής του. Αυτό θα αποτρέψει τις καταστροφικές συνέπειες στη Μεσόγειο Θάλασσα, όπως παρατηρήθηκαν στην οικονομία και στα οικοσυστήματα του δυτικού Ατλαντικού Ωκεανού.
 
Άρα ναι, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα στοιχεία της μελέτης, είναι ασφαλές να πούμε ότι η παρουσία του είδους στη Μεσόγειο είναι όντως ανησυχητική.
 
Τι λένε οι ειδικοί
 
Ο Ιωάννης Σάββα, κύριος ερευνητής της μελέτης και μέλος της Marine and Environmental Research (MER) Lab στην Κύπρο, αναφέρει χαρακτηριστικά: «Είναι γεγονός ότι κάποια θαλάσσια εισβολικά είδη παρουσιάζουν ταχεία εξάπλωση και ασκούν καταστροφικές επιπτώσεις στις τοπικές βιοκοινότητες. Αυτό συνέβη με τους πληθυσμούς των λεοντόψαρων στον δυτικό Ατλαντικό Ωκεανό και τώρα η ιστορία επαναλαμβάνεται στη Μεσόγειο Θάλασσα. Εάν κρατήσουμε τους πληθυσμιακούς τους αριθμούς σε χαμηλά επίπεδα μέσω της συνεχής αλίευσής τους, πιστεύουμε πως θα αποτραπούν οι καταστροφικές συνέπειες στη Μεσόγειο Θάλασσα που παρατηρήθηκαν στην οικονομία και οικοσυστήματα του δυτικού Ατλαντικού Ωκεανού».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ: Περικλής Κλείτου: Η ΕΕ στηρίζει την Κύπρο για αντιμετώπιση του λεοντόψαρου
 
O Περικλής Κλείτου, θαλάσσιος ερευνητής στο Πανεπιστήμιο του Πλύμουθ (Hνωμένο Βασίλειο) και MER Lab τονίζει ότι «Είναι γεγονός ότι το λεοντόψαρο φέρει χαρακτηριστικά που του προσφέρουν πλεονέκτημα έναντι των άλλων αυτόχθονων τοπικών ειδών. Αναγκαίο είναι ο κόσμος να συνεισφέρει στην αντιμετώπιση του λεοντόψαρου και άλλων ξενικών ειδών στην Μεσόγειο με προτίμηση στην κατανάλωση τους. Έτσι θα αφαιρέσουμε την πίεση από τα υπεραλιευμένα τοπικά είδη, θα μειώσουμε τις κοινωνικοοικονομικές απώλειες, και θα προσφέρουμε κίνητρο στους ψαράδες να τα στοχεύουν».