Με οριστικό κλείσιμο απειλούνται οι κυπριακές βιομηχανίες ανακύκλωσης αλλά και άλλοι εξαγωγείς προϊόντων χαμηλής αξίας, λόγω των νέων κατακόρυφων αυξήσεων στις ταρίφες στο λιμάνι Λεμεσού. Όπως καταγγέλλουν, η Κυβέρνηση θα βρεθεί αντιμέτωπη με σωρεία προβλημάτων που θα προκύψουν, τόσο εσωτερικά με τις εκατοντάδες οικογένειες που θα χάσουν το εισόδημά τους και την απώλεια σημαντικών εσόδων που αποκομίζει σήμερα, όσο και εξωτερικά με τσουχτερό πρόστιμο από την ΕΕ, κάτι που πρέπει να θεωρείται βέβαιο, αφού δεν θα πετυχαίνει τους στόχους που υποχρεούται με βάση τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες, όπως συνέβη και με τους ρύπους.
Στο μεταξύ, σήμερα 29/2/2020 λήγει η προθεσμία που έδωσαν οι διαχειριστές του λιμανιού Λεμεσού για διαπραγματεύσεις και θα αρχίσουν να χρεώνουν τις αυξημένες ταρίφες με αναδρομική ισχύ από τις 30/1/2020.
Κάποιες προσπάθειες που έγιναν πριν από 2 εβδομάδες με την παρέμβαση και του υπουργού Μεταφορών Γιάννη Καρούσου για εξεύρεση έστω προσωρινής λύσης, παρόλο που βρήκαν θετική ανταπόκριση τόσο από τους διαχειριστές του λιμανιού, όσο και από τις επηρεαζόμενες εταιρείες, δεν τελεσφόρησαν.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Τρίτοι καλύτεροι στην Ευρώπη οι Κύπριοι στην ανακύκλωση
Τη λύση καλείται πλέον να δώσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, διαφορετικά οι εταιρείες προειδοποιούν ότι θα λάβουν άμεσα δυναμικά μέτρα συμπεριλαμβανομένου και του κλεισίματος των εισόδων του λιμανιού.
Πριν από 3 χρόνια η Κυβέρνηση προχώρησε στην υπογραφή συμφωνίας με τους σημερινούς διαχειριστές του λιμανιού Λεμεσού. Το σκεπτικό ήταν ότι το κράτος είναι «κακός επιχειρηματίας», ενώ ο ιδιώτης ως «καλύτερος επιχειρηματίας» θα πετύχαινε μέσω εκσυγχρονισμού και καλύτερου ελέγχου της λειτουργίας του λιμανιού Λεμεσού τη βελτίωση της απόδοσης του λιμανιού και συνεπώς των υπηρεσιών που παρέχει αλλά και τη μείωση του κόστους παροχής των υπηρεσιών, προσελκύοντας έτσι και κίνηση από τα λιμάνια της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου.
«Τελικά τίποτα από όλα αυτά δεν πέτυχε, αφού όταν μετατρέπεις ένα κρατικό μονοπώλιο σε ιδιωτικό, οφείλεις τουλάχιστο να διασφαλίσεις ότι δεν θα αυξηθεί το κόστος για τους πολίτες. Πώς όμως θα μπορούσε αυτό να διασφαλιστεί τη στιγμή που το κράτος υπέγραψε μία συμφωνία που της αποφέρει 62,7% των εισπράξεων του λιμανιού Λεμεσού, ενώ ταυτόχρονα αφήνει το δικαίωμα στους διαχειριστές να χρεώνουν όσα θέλουν με τις «μη ρυθμιζόμενες ταρίφες»; Ήταν τόσο τεράστια «επιτυχία» αυτή η συμφωνία, που οι σύμβουλοι του κράτους πήραν και €3.000.000 μπόνους», όπως καταγγέλλει ο Σύνδεσμος Βιομηχάνων Ανακύκλωσης Κύπρου.
Οι εισαγωγείς, εξαγωγείς, μεταφορικές εταιρείες κ.λπ διαμαρτύρονταν τόσο κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων προ της υπογραφής, αλλά και μετά την εφαρμογή της συμφωνίας και μέχρι σήμερα μέσω ακόμα και απεργιών.
Με βάση τα στοιχεία του 2019 η συνολική διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων όλων των τύπων ήταν 258.325 εκ των οποίων οι 126.386 αφορούσαν εισαγωγές εμπορευμάτων, ενώ από την επανεξαγωγή τους μόνο οι 27.265 ήταν γεμάτα με κυπριακά εμπορεύματα και οι 99.961 επεστράφησαν κενά.
Αυτό από μόνο του δείχνει την τραγική εικόνα της κυπριακής βιομηχανίας, η οποία οδεύει προς την οριστική της καταστροφή, εφόσον δεν είναι ανταγωνιστική και ένας από τους κυριότερους λόγους είναι και το κόστος εξαγωγής.
Με την ιδιωτικοποίηση λοιπόν του μοναδικού πλέον εμπορικού λιμανιού της Κύπρου, οι αυξήσεις ήταν άμεσες και κατακόρυφες, με αποτέλεσμα οι κυπριακές εταιρείες να βρεθούν σε ακόμα δυσμενέστερη θέση, ενώ το κράτος ουσιαστικά αισχροκερδεί και πνίγει αυτές τις βιομηχανίες, που αποτελούν σχεδόν το ένα τέταρτο του όγκου των συνολικών εξαγωγών.
Ήδη από τις 29/01/2017 που ανέλαβαν το λιμάνι Λεμεσού οι ιδιώτες διαχειριστές, τόσο οι εισαγωγείς όσο και οι εξαγωγείς έχουν επιβαρυνθεί με επιπλέον χρεώσεις εκατομμυρίων ευρώ, παρόλο που για τα προϊόντα χαμηλής αξίας επετεύχθη μετά από έντονες διαπραγματεύσεις μια συμφωνία για μόνιμη έκπτωση στις χρεώσεις, ώστε να παραμείνουν βιώσιμες οι επηρεαζόμενες εταιρείες. Τη συγκεκριμένη συμφωνία ουδείς φρόντισε να την εξασφαλίσει εγγράφως, με αποτέλεσμα να παραμείνει ως «συμφωνία κυρίων»!
Από τις 29/01/2020 που συμπληρώθηκαν 3 χρόνια από την ιδιωτικοποίηση του λιμανιού, οι διαχειριστές αποφάσισαν ότι λήγει και η συμφωνία για τα χαμηλής αξίας προϊόντα και ανέβασαν τις χρεώσεις στο μέγιστο επίπεδο καθιστώντας άμεσα αυτές τις επιχειρήσεις μη βιώσιμες.
Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Βιομηχάνων Ανακύκλωσης Κύπρου, εάν δεν μειωθούν οι χρεώσεις, πολλές επιχειρήσεις θα κλείσουν οριστικά και ένας μεγάλος αριθμός εμπορευματοκιβωτίων πέραν των 5.000-6.000, ο οποίος σήμερα φεύγει γεμάτος κυπριακά προϊόντα θα επιστρέφονται κενά, με αποτέλεσμα τις χρεώσεις στο λιμάνι Λεμεσού που θα προκύπτουν για τους πλοιοκτήτες (€101,19 και €151,78 για 20ποδα και 40ποδα εμπορευματοκιβώτια αντίστοιχα από 1/3/2020 που μπαίνει κι άλλη αύξηση) θα πρέπει να τις επιβάλουν στους εισαγωγείς, κάτι που θα επιφέρει περαιτέρω κόστος για τους καταναλωτές.
Επιπλέον, το κράτος θα έχει να αντιμετωπίσει τις απώλειες εισοδημάτων από τις επιχειρήσεις που θα κλείσουν, αλλά κυρίως θα έχουν να αντιμετωπίσουν και τις εκατοντάδες οικογενειών που θα χάσουν την εργασία και το εισόδημά τους.
Ταυτόχρονα, με το κλείσιμο των βιομηχανιών ανακύκλωσης, η Κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει και εξηγήσεις στην ΕΕ και γι’ αυτό το πρόβλημα, αφού πρώτα δώσει εξηγήσεις για τα υφιστάμενα προβλήματα με την ουσιαστικά ανύπαρκτη σήμερα πολιτική περιβαλλοντικής διαχείρισης, η οποία θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο πως θα επιφέρει νέο πρόστιμο εκατομμυρίων όπως και για τους ρύπους, τα οποία φυσικά πληρώνει πάντα ο Κύπριος πολίτης.
Πληρώνουν για να διαθέσουν τα ανακυκλώσιμα
Ο κυριότερος λόγος που η βιομηχανία ανακύκλωσης σήμερα αντιμετωπίζει προβλήματα βιωσιμότητας είναι το κλείσιμο της κινεζικής αγοράς το 2017. Η Κίνα ήταν μία αγορά η οποία απορροφούσε ανακυκλώσιμα υλικά σε ποσοστό πέραν του 70% της παγκόσμιας παραγωγής. Πλέον αυτό δεν ισχύει λόγω των περιορισμών που τέθηκαν σε ισχύ το 2017 (National Sword) σε συνδυασμό με την πολιτική του Green Fence για τον ποιοτικό έλεγχο όλων των εισαγωγών ανακυκλώσιμων αποβλήτων στην Κίνα. Ο λόγος ήταν ότι κυρίως οι ευρωπαϊκές χώρες και οι ΗΠΑ λόγω της κακής «διαλογής στην πηγή» έστελναν στην Κίνα ακάθαρτα υλικά, ανακατεμένα με μη ανακυκλώσιμα απόβλητα και σκουπίδια, μετατρέποντας ουσιαστικά την Κίνα στη χωματερή του πλανήτη.
Ορθά λοιπόν η κινεζική Κυβέρνηση προχώρησε στην πλήρη απαγόρευση 16 διαφορετικών τύπων αποβλήτων, ενώ μέχρι το τέλος του 2019 απαγόρευσε άλλους 16. Αυτή η απόφαση της Κίνας οδήγησε σε μια πρωτοφανή κρίση στην παγκόσμια αγορά ανακυκλώσιμων υλικών και στην κατάρρευση των τιμών, οι οποίες σήμερα σε κάποιες περιπτώσεις είναι αρνητικές. Δηλαδή μία εταιρεία που συλλέγει ανακυκλώσιμα υλικά και τα επεξεργάζεται για να τα πωλήσει στο εξωτερικό, αφού δεν υπάρχουν κυπριακές βιομηχανίες που μπορούν να τα απορροφήσουν, καλείται να πληρώσει τον αγοραστή για να τα αποδεχτεί!
Υπάρχουν δε και πολλά υλικά για τα οποία δεν υπάρχει πλέον κανένα ενδιαφέρον και καταλήγουν για ταφή εντός Κύπρου, κάτι για το οποίο δεχτήκαμε και καταγγελία στην ΕΕ πρόσφατα.