30 χρόνια πριν, στις 18 Δεκεμβρίου 1989, στις Βρυξέλλες υπεγράφη το Σύμφωνο για την εμπορική και οικονομική συνεργασία μεταξύ ΕΣΣΔ και ΕΚ. Η ημερομηνία αυτή στάθηκε αφετηρία στην οικοδόμηση των επίσημων σχέσεων της Ρωσίας με την Ευρωπαϊκή Ενωση.  

Είναι συμβολικό ότι η Συμφωνία συνήφθη σχεδόν έναν μήνα μετά την Πτώση του Τείχους του Βερολίνου, γεγονός που πέρασε στην Ιστορία ως ορόσημο λήξης του Ψυχρού Πολέμου, της περιόδου διαχωρισμού της ηπείρου σε δύο αλληλοσυγκρουόμενα ιδεολογικά στρατόπεδα. Οι εμπνευστές της εταιρικής σχέσης Ρωσίας-ΕΕ συνειδητοποιούσαν ότι είναι αδύνατο να σβηστούν οι αιώνιες διαχωριστικές γραμμές στην ήπειρό μας χωρίς τη δημιουργία στην Ευρώπη ενός ευρέος πεδίου συνεργασίας. Και από τις δύο πλευρές υπήρχε διάθεση να την κάνουν αμφίδρομα ωφέλιμη, μακρόχρονη και ανθεκτική στις οικονομικές και πολιτικές ταλαντώσεις.

Τα επόμενα χρόνια χαρακτηρίζονται από σχολαστική δουλειά με στόχο τη δημιουργία της πολυεπίπεδης αρχιτεκτονικής συνεργασίας ανάμεσα στη Ρωσία και την ΕΕ. Εργαζόμασταν από κοινού πάνω στα μακρόπνοα σχέδια, τα οποία, αν έφταναν ως την ολοκλήρωσή τους, θα απέδιδαν οφέλη σε όλους τους κατοίκους της κοινής μας ηπείρου, θα είχε αυξηθεί σημαντικά το επίπεδο ασφάλειας, άνεσης και ευημερίας. Συζητούσαμε, για παράδειγμα, τη διευκόλυνση εισόδου έως και την άρση των θεωρήσεων για τους πολίτες της Ρωσίας και των χωρών της ΕΕ, τη στενή συνεργασία των Αρχών επιβολής του νόμου όσον αφορά την αντιμετώπιση της τρομοκρατικής απειλής και του οργανωμένου εγκλήματος, τον συντονισμό των προσπαθειών διευθέτησης των περιφερειακών κρίσεων και συγκρούσεων και τη δημιουργία της ενεργειακής ένωσης. Δεν στάθηκε εφικτό, όμως, να διασφαλιστεί η σταθερότητα της προαναγγελθείσας εταιρικής σχέσης Ρωσίας και χωρών της ΕΕ. 

Δυστυχώς, πολλοί στη Δύση άρχισαν να αντιλαμβάνονταν την κοινή ευρωπαϊκή προοπτική αποκλειστικά μέσα από το πρίσμα «της νίκης στον Ψυχρό Πόλεμο». Τις αρχές της ισότιμης συνεργασίας αντικατέστησε η αυταπάτη ότι η ευρωατλαντική ασφάλεια πρέπει να οικοδομείται αποκλειστικά γύρω από το ΝΑΤΟ και η ίδια η έννοια της Ευρώπης πρέπει να σχετίζεται αποκλειστικά και μόνο με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ολα τα υπόλοιπα δεν είναι παρά κάποιοι «ομοκέντροι κύκλοι» γύρω από αυτά τα «κέντρα νομιμότητας». Στις σχέσεις μας με τις Βρυξέλλες, συνήθως γινόμασταν μάρτυρες της «απολυτοποίησης» των υπερεθνικών κανόνων της ΕΕ. Μας πρότειναν να μπούμε στη γραμμή και να ακολουθήσουμε τη «σωστή» πορεία, να αποδεχτούμε ασυζητητί την ερμηνεία των «κοινών αξιών», που συχνά διαμορφώνονταν ενάντια στην ευρωπαϊκή πολιτιστική παράδοση, βασισμένη στον χριστιανισμό.

Οι εταίροι μας στις Βρυξέλλες άρχισαν να αποσιωπούν ντροπαλά πως η επεξεργαζόμενη ιδέα των κοινών χώρων Ρωσίας-ΕΕ στηριζόταν στην αμοιβαία κατανόηση του κινδύνου και του επιβλαβούς χαρακτήρα των προσπαθειών να τεθούν οι κοινοί μας γείτονες μπροστά στην επιλογή «ΕΕ ή Ρωσία». Ακόμα πριν από το 2014, ανησυχητικό σημάδι στις σχέσεις Ρωσίας-ЕΕ αποτέλεσε η πρωτοβουλία «Ανατολική εταιρική σχέση», που ουσιαστικά είχε στόχο -κάτι που επιβεβαιώθηκε αργότερα- να αποσπάσει από τη Ρωσία τους κοντινότερούς της γείτονες, με τους οποίους μας συνδέουν μακραίωνες σχέσεις. Οι θλιβερές συνέπειες αυτής της εγωιστικής πολιτικής είναι αισθητές και σήμερα.

Με άλλα λόγια, στην πράξη απεδείχθη ότι η ΕΕ ήταν απροετοίμαστη να χειριστεί επί ίσοις όροις τις σχέσεις της με τη χώρα μας. Στο λεξιλόγιο των Βρυξελλών ο όρος «Ευρώπη» έγινε οριστικά συνώνυμος της «Ευρωπαϊκής Ενωσης». Συνήθως ως «αληθινή» Ευρώπη παρουσιάζονται μόνο τα μέλη της ΕΕ, ενώ οι υπόλοιπες χώρες της ηπείρου πρέπει να δουλέψουν σκληρά ώστε να γίνουν άξιοι του «υψηλού τίτλου Ευρωπαίων». Με αυτόν τον τρόπο γίνεται προσπάθεια να διαχωριστεί τεχνηέντως εκ νέου η ήπειρος και διαστρεβλώνονται η γεωγραφία και η ιστορία. Προς ίδια κατεύθυνση στρέφονται και οι κοινότοπες αποφάσεις των ευρωπαϊκών θεσμών, οι οποίοι εξισώνουν τους ναζιστές, που αφάνιζαν τους λαούς της Ευρώπης, με τους στρατιώτες της Σοβιετικής Ενωσης, οι οποίοι τους έσωσαν από εξολόθρευση.

Μια τέτοια αντιμετώπιση είναι βαθιά εσφαλμένη, είμαι σίγουρος πως δεν ωφελεί το ίδιο το σχέδιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και έρχεται σε αντίθεση με το πρωταρχικά ενωτικό και ειρηνοποιό του πνεύμα. Γεωγραφικά, ιστορικά, οικονομικά και πολιτιστικά, η Ρωσία υπήρξε και θα υπάρχει αναπόσπαστο κομμάτι της Ευρώπης. Εχοντας πρωτότυπη πολιτισμική ταυτότητα, η οποία μας κάνει υπερήφανους, παραμένουμε μέρος του ευρωπαϊκού πολιτισμικού χώρου και στη διάρκεια των αιώνων η Ρωσία συνέβαλε στην επέκτασή του μέχρι τον Ειρηνικό Ωκεανό. Η πολιτισμική μας ταυτότητα διαμορφώθηκε, μεταξύ άλλων, και κάτω από την επιρροή των προοδευτικών ευρωπαϊκών ιδεών. Το ίδιο και ο σημερινός ευρωπαϊκός πολιτισμός δεν νοείται χωρίς τον αμοιβαίο εμπλουτισμό με τη Ρωσία. Παρ’ όλες τις διαφωνίες, η Ρωσία και η ΕΕ παραμένουν σημαντικοί εμπορικοί και οικονομικοί εταίροι. Και σημαντικότεροι γείτονες, ικανοί να φέρουν κοινή ευθύνη για την ειρήνη, την ευημερία και την ασφάλεια σε αυτόν τον χώρο της Ευρασίας. Παρεμπιπτόντως, αν η ΕΕ δεν κρατούσε μεροληπτική θέση σχετικά με τα ουκρανικά γεγονότα, σήμερα το σύνολο των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ της Ρωσίας και της ΕΕ θα μπορούσε να φτάσει έως και μισό τρισ. δολάρια και να γίνει παράγοντας παγκοσμίου μεγέθους, συγκρίσιμος με τον όγκο εμπορίου της ΕΕ με τις ΗΠΑ και την Κίνα.

Εχουμε όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι οι εταίροι μας στην ΕΕ αρχίζουν να συνειδητοποιούν τη μη κανονικότητα της όλης κατάστασης. Το ξεκίνημα του επόμενου θεσμικού κύκλου στην ΕΕ αντικειμενικά ανοίγει τις δυνατότητες για την «επανεκκίνηση» στις σχέσεις μας. Το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να συλλογιστούμε τι αντιπροσωπεύουμε ο ένας για τον άλλον σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία. Θα θέλαμε να πιστεύουμε ότι οι υπεύθυνοι για τη λήψη των αποφάσεων στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα καθοδηγούνται από στρατηγικό όραμα και θα ενεργούν στο πνεύμα των παρακαταθηκών των μεγάλων ηγετών της ευρωπαϊκής πολιτικής, όπως ο Σαρλ ντε Γκωλ και ο Χέλμουτ Κολ, οι οποίοι στήριζαν την ιδέα του «Κοινού Ευρωπαϊκού Οίκου». Είμαι βέβαιος ότι οι ευρωπαϊκοί πολιτισμοί και οικονομίες μπορούν να διατηρήσουν την πολιτισμική τους ταυτότητα και την ανταγωνιστικότητά τους υπό την πίεση της παγκοσμιοποίησης μόνο μέσα από την πρόσθεση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων όλων των χωρών και εγχειρημάτων ολοκλήρωσης της κοινής μας Ευρασίας.

Οι σχέσεις της Ρωσίας με την ΕΕ δεν αναπτύσσονται σε κενό αέρος. Ο πολυπολικός κόσμος είναι πλέον πραγματικότητα. Στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού διαμορφώθηκαν καινούργια κέντρα ισχύος. Χτίζουμε την εξωτερική μας πολιτική και τη συνεργασία με εταίρους με γνώμονα αυτόν τον σημαντικότατο παράγοντα. Στις συνθήκες των συνεχιζόμενων διεθνών αναταράξεων είναι πολύ σημαντικό να διασφαλιστεί η υπεροχή του διεθνούς δικαίου. Δεν πρέπει το διεθνές δίκαιο να υποκαθίσταται από την επινοημένη στη Δύση και προς το συμφέρον της κατηγορία «τάξη, βασισμένη σε κανόνες». Μόνο τότε θα μπορέσουμε να διασφαλίσουμε την αποδοτικότητα των πολύπλευρων προσπαθειών.

Βλέπουμε την Ευρωπαϊκή Ενωση ως ένα από τα κέντρα του πολυπολικού κόσμου. Στοχεύουμε στην ανάπτυξη των σχέσεων μαζί της στο πνεύμα της ιδέας που προώθησε ο Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν για τη διαμόρφωση της Μεγάλης Ευρασιατικής Εταιρικής Σχέσης από τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό Ωκεανό με συμμετοχή των χωρών της Ευρασιατικής Οικονομικής Ενωσης, του Οργανισμού Συνεργασίας της Σανγκάης, της Ενωσης Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας και όλων των άλλων χωρών της ηπείρου. Η συνεργασία ΕΕ-Ευρασιατικής Οικονομικής Ενωσης μπορεί να γίνει οικονομική βάση για τη συμμετοχή των μελών της ΕΕ σε μια τέτοια Εταιρική Σχέση. Η σύζευξη των δυναμικών των δύο μεγάλων περιφερειακών αγορών, η εναρμόνιση των εμπορικών και επενδυτικών καθεστώτων τους θα συμβάλουν στην ενίσχυση των θέσεων όλων των εταίρων του παγκόσμιου εμπορίου. Είναι πολύ σημαντικό επίσης ότι θα βοηθήσει να αποφευχθούν στο μέλλον οι καταστάσεις όταν οι «κοινοί μας γείτονες» εκ νέου και τεχνηέντως θα βρεθούν απέναντι στην απλοϊκή επιλογή – είτε μαζί με την ΕΕ είτε με τη Ρωσία.

Καλούμε την Ευρωπαϊκή Ενωση να ακολουθεί τους θεμελιώδεις κανόνες, διατυπωμένους στα έγγραφα, που ρυθμίζουν τις σχέσεις Ρωσίας-ΕΕ και να μην καθοδηγείται από εφευρεμένα κατασκευάσματα, που προϋποθέτουν μια κάποια «αναγκαστική συνύπαρξη». Εχουμε μπροστά μας κοινές απειλές και προκλήσεις: τρομοκρατία, εμπόριο ναρκωτικών, οργανωμένο έγκλημα, παράνομη μετανάστευση και πολλά άλλα. Οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στη συνεργασία με τη χώρα μας, η εμμονή στην αντιπαράθεση με τη Ρωσία δεν πρόκειται να βελτιώσουν τις προοπτικές της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενωσης στον σύγχρονο κόσμο.

Είμαστε ανοιχτοί σε μια αμφίδρομα ωφέλιμη, επί ίσοις όροις και πραγματιστική συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ενωση, εναρμονισμένη με τα συμφέροντα των συμμάχων μας και όλων των άλλων εταίρων στην Ευρασία. Μόνο έτσι μπορούμε να χτίσουμε ένα βιώσιμο μοντέλο μακροχρόνιων σχέσεων, που να ανταποκρίνεται στα συμφέροντα και στις επιθυμίες των χωρών και των λαών της ευρασιατικής ηπείρου. 

Πηγή: philenews/ethnos.gr