Ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, θα πραγματοποιήσει την Πέμπτη την πρώτη του επίσημη συνάντηση με τον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, στο πλαίσιο της πρώτης του επίσκεψης στις ΗΠΑ από την ανάληψη των καθηκόντων του στις 6 Μαΐου.
Όπως ανακοίνωσε ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης, Στέφαν Κορνέλιους, οι δύο ηγέτες αναμένεται να συζητήσουν κρίσιμα ζητήματα διεθνούς και διμερούς ενδιαφέροντος, μεταξύ των οποίων:
- το διμερές εμπόριο και οι νέοι τελωνειακοί δασμοί που έχει επιβάλει ή απειλεί να επιβάλει η Ουάσινγκτον,
- η κατάσταση στη Μέση Ανατολή,
- ο πόλεμος στην Ουκρανία, τον οποίο ο Τραμπ χαρακτηρίζει «ευρείας κλίμακας ρωσική επίθεση» που επιθυμεί να τερματιστεί «το συντομότερο δυνατό»,
- καθώς και οι ευρωατλαντικές σχέσεις.
Η συνάντηση πραγματοποιείται σε περίοδο εντάσεων στις διατλαντικές σχέσεις, με την Ευρωπαϊκή Ένωση να αντιδρά στις προστατευτικές πολιτικές δασμών του Προέδρου Τραμπ, ενώ η Γερμανία εκφράζει έντονη ανησυχία για τις επιπτώσεις στις εξαγωγές της, που αποτελούν βασικό πυλώνα της οικονομίας της. Η γερμανική οικονομία βρίσκεται ουσιαστικά σε στασιμότητα από το 2018, ενώ έχει καταγράψει δύο διαδοχικά έτη ύφεσης.
Ο Μερτς και ο Τραμπ έχουν συνομιλήσει τηλεφωνικά αρκετές φορές το τελευταίο διάστημα, ωστόσο η συνάντηση της Πέμπτης θα είναι η πρώτη δια ζώσης, σε μια προσπάθεια να επανακαθοριστούν οι σχέσεις ΗΠΑ-Γερμανίας, τόσο στο γεωπολιτικό πεδίο όσο και στο πλαίσιο της οικονομικής συνεργασίας.
Η Ουκρανία αναμένεται να αποτελέσει κομβικό θέμα της συνάντησης, με τη Γερμανία να παραμένει ο μεγαλύτερος προμηθευτής στρατιωτικής βοήθειας στο Κίεβο μετά τις ΗΠΑ. Την Τετάρτη, ο καγκελάριος Μερτς δεσμεύτηκε να ενισχύσει την παραγωγή πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς σε συνεργασία με την Ουκρανία, εντός του εδάφους της ή στη Γερμανία, οι οποίοι, όπως σημειώνεται, θα μπορούσαν να φτάσουν σε ρωσικό έδαφος.
Από την πλευρά τους, οι Ευρωπαίοι πιέζουν για αυστηρότερες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ωστόσο βρίσκονται αντιμέτωποι με την ασταθή στάση του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει εκφράσει ανυπομονησία και σκεπτικισμό για τη συνέχιση της υποστήριξης προς το Κίεβο, χωρίς να προχωρά σε συγκεκριμένες κινήσεις.
ΑΠΕ-ΜΠΕ