Η Τζέιν Μπίρκιν καταγράφεται στη συλλογική μνήμη ως το απόλυτο it girl και, ακόμη περισσότερο, ως η γυναίκα που ενέπνευσε τη διάσημη τσάντα Hermès Birkin. Ωστόσο, το πρόσφατο βιβλίο «It Girl – The Life and Legacy of Jane Birkin», που κυκλοφόρησε πριν από λίγες εβδομάδες, επιχειρεί να αναδείξει τις άγνωστες πτυχές της ζωής και της προσωπικότητάς της, υπερβαίνοντας το στερεότυπο της μούσας ενός αξεσουάρ.
Η Μπίρκιν ήταν ηθοποιός, τραγουδίστρια και style icon, αλλά και σύντροφος, μητέρα και φίλη, με μια πολύπλοκη προσωπικότητα που συχνά αναζητούσε επιβεβαίωση και σοβαρή αντιμετώπιση. Σύμφωνα με τη συγγραφέα του βιβλίου, Μαρίζα Μέλτζερ, εκείνο που ξεχώριζε περισσότερο στη στάση της απέναντι στη ζωή ήταν αυτό που συνοψίζεται σε δύο λέξεις: «προσωποποιημένη αδιαφορία». Μια φιλοσοφία που, όπως επισημαίνει, αποτέλεσε τον άξονα της δημόσιας εικόνας αλλά και των προσωπικών της επιλογών.
Το βιβλίο επιχειρεί να βάλει «τα πράγματα στη θέση τους», παρουσιάζοντας μια καλλιτέχνιδα και μια γυναίκα που άφησε βαθύτερο αποτύπωμα από αυτό που συνήθως προβάλλεται, διεκδικώντας τη δική της θέση στην Ιστορία πέρα από τους μύθους που τη συνόδευαν.

Oταν σκεφτόμαστε την Μπίρκιν, στο μυαλό μας έρχονται οι εικόνες από τα πρώτα χρόνια της πίσω στα 60s: ένα ωραίο κορίτσι, με τεράστια μάτια γεμάτα δίψα για ζωή και χείλη μισάνοιχτα σε ένα αδιόρατο χαμόγελο. Ή τις παπαρατσικές λήψεις από τα χρόνια της δόξας της, όταν κρεμόταν μισόγυμνη από το μπράτσο του Σερζ Γκενσμπούρ, του άντρα που έχει καταγραφεί στο συλλογικό ασυνείδητο ως ο μεγάλος έρωτας της ζωής της και ο άνθρωπος που καθόρισε την πορεία της. Από το μυαλό μας περνάνε επίσης φωτογραφίες της από τα χρόνια της ωριμότητας, στα 60 της, όταν ποζάριζε χαμογελαστή με την τσάντα που πήρε το όνομά της, μια γυναίκα που έζησε πολλά και αν είχε διάθεση, μπορούσε να τα διηγηθεί.

Η Μέλτζερ, στην πρώτη βιογραφία που γράφτηκε ποτέ για την Μπίρκιν, δεν αναλώνεται στις ιστορίες της επιφάνειας, αυτές που έχουν γραφτεί και ξαναγραφτεί για εκείνη. Αντιθέτως, σκάβει στα ενδότερα της ψυχής της και προσπαθεί να αναδείξει το πρόσωπο πίσω από την εικόνα. Στη διάρκεια της έρευνας που προηγήθηκε της συγγραφής, η Μέλτζερ διάβασε όλα τα ημερολόγια της Μπίρκιν και μίλησε με ανθρώπους που τη γνώριζαν πίσω από τα φώτα. «Μπορούσε να είναι νευρωτική, ζηλιάρα, να θυμώνει πολύ και να σκέφτεται με πάθος την καριέρα της. Το να ανακαλύψω ποια ήταν πίσω από τη δημόσια εικόνα της ενείχε τον κίνδυνο να διαλύσω λίγο τη μαγεία του “it girl”. Ομως αυτό που βρήκα ήταν μια κανονική γυναίκα – πολυεπίπεδη, περίπλοκη και άξια λατρείας και σεβασμού», αναφέρει η συγγραφέας.

Ηταν, λοιπόν, η Μπίρκιν μια κανονική γυναίκα που σε κάποια φάση της ζωής της πέρασε στην κατηγορία «μύθος»; Γέννημα θρέμμα του Λονδίνου, ξεκίνησε τη διαδρομή της στη μεγάλη οθόνη με μικρούς ρόλους στις ταινίες «Blow-up» του Μικελάντζελο Αντονιόνι -ήταν η «Ξανθιά»- και «Kaleidoskope» -ήταν το «Εξαιρετικό πράγμα»-, και οι δύο το 1966. Ηταν ήδη γνωστή ως fashionista -αν και ο όρος δεν είχε ακόμα εφευρεθεί-, έκανε παρέα με τους Beatles και ζούσε με τον διάσημο συνθέτη Τζον Μπάρι, τον μοναδικό άντρα που παντρεύτηκε -στα 17 της, όταν εκείνος ήταν 32 ετών- και πατέρα της πρώτης κόρης της, της Κέιτ Μπάρι.
Η Κέιτ, που μεγαλώνοντας θα γινόταν γνωστή φωτογράφος μόδας, με συνεργασίες σε περιοδικά περιωπής όπως η «Vogue» και το «The Sunday Times Magazine», έχασε τη ζωή της στα 46 της, το 2013, όταν έπεσε από τον τέταρτο όροφο του σπιτιού της στο Παρίσι.

Ο θάνατός της καταχωρήθηκε ως αυτοκτονία, αλλά η Μπίρκιν προτιμούσε να πιστεύει ότι ήταν ατύχημα. Χρόνια αργότερα, όταν θα τη ρωτούσαν αν έχει καταφέρει να ξεπεράσει το πένθος της, εκείνη θα απαντούσε: «Δεν χρειάζεται να το ξεπεράσεις. Δεν θέλεις κιόλας. Αφήνεις απλά τον χρόνο να περάσει. Ο κόσμος μού λέει να γυρίσω σελίδα. Ούτε αυτό το θέλω. Γι’ αυτό έγραψα τραγούδια για εκείνη, για να περιγράψω πώς ένιωσα όταν την αντίκρισα πεσμένη στο έδαφος χωρίς να γνωρίζω πώς συνέβη και γιατί. Ποτέ δεν θα μάθω. Οι τέσσερις που γνωρίζουν δεν μπορούν να μιλήσουν: οι δύο γάτες, ο σκύλος και ο παπαγάλος». Ο δίσκος που η Μπίρκιν έγραψε για τη ζωή και τον θάνατο της κόρης της είχε τίτλο «Oh! Pardon Tu Dormais» (Συγγνώμη, κοιμόσουν) και κυκλοφόρησε το 2021.

Πίσω στο 1968, όταν ο γάμος με τον Μπάρι είχε μόλις γράψει τίτλους τέλους και η Κέιτ ήταν δεν ήταν ενός έτους, η Μπίρκιν αρπάχτηκε σαν σε σανίδα σωτηρίας από τον ρόλο που της πρότειναν σε μια γαλλική ταινία που θα γυριζόταν στο Παρίσι. Ηταν το «Slogan» του Πιερ Γκριμπλά. Εκείνη δεν γνώριζε ούτε μια λέξη στα γαλλικά και πολύ περισσότερο δεν φανταζόταν ότι αυτό που ξεκινούσε σαν περιπέτεια θα γινόταν η νέα ζωή της. Στα γυρίσματα γνωρίστηκε με τον Σερζ Γκενσμπούρ. Η πρώτη της εντύπωση για τον κατά 18 χρόνια μεγαλύτερό της συμπρωταγωνιστή ήταν αρνητική. «Είναι απαίσιος», είχε αποφανθεί. Η γνώμη της άλλαξε μετά από μια τρελή βραδιά μαζί του στο Παρίσι. Ο Γκενσμπούρ την πήγε πρώτα για δείπνο στο θρυλικό club «Chez Regine’s», μετά για χορό στο nightclub «Rasputine» και στη συνέχεια σε ένα drug καμπαρέ, το «Madame Arthur’s». Τα ξημερώματα την οδήγησε στο ξενοδοχείο «Hilton», όπου ο ρεσεψιονίστ τον ρώτησε: «Το συνηθισμένο σας δωμάτιο, κύριε Γκενσμπούρ;». Οταν ανέβηκαν στο δωμάτιο, εκείνος έπεσε λιπόθυμος στο κρεβάτι. Εκείνη ήταν υπερβολικά ενθουσιασμένη για να κοιμηθεί. Ηταν η πρώτη τους νύχτα ως επίσημο ζευγάρι και ήταν ερωτευμένοι.
Εναν χρόνο αργότερα θα κυκλοφορούσαν το πρώτο άλμπουμ τους, «Jane Birkin / Serge Gainsbourg», σηματοδοτώντας την κοινή επαγγελματική και προσωπική τους πορεία. Εζησαν μαζί μέχρι το 1980, απέκτησαν μια κόρη, τη Σαρλότ, και δεν παντρεύτηκαν ποτέ.
Η Μπίρκιν λάτρεψε τον Γκενσμπούρ, αλλά περισσότερο λάτρεψε το Παρίσι. Τόσο, που πολιτογραφήθηκε Γαλλίδα. Εκεί πέρασε την υπόλοιπη ζωή της, εκεί άφησε την τελευταία της πνοή στις 16 Ιουλίου 2023, στα 76 της, όχι απολύτως πλήρης ημερών, σίγουρα όμως πλήρης εμπειριών. Την αγάπη της γι’ αυτή την πόλη είχε προσπαθήσει να ενσταλάξει και στην πριγκίπισσα Νταϊάνα, όπως μαθαίνουμε από τις σελίδες της βιογραφίας της.
Ηταν Νοέμβριος του 1992. Εναν μήνα αργότερα το πριγκιπικό ζεύγος της Μεγάλης Βρετανίας θα ανακοίνωνε τον χωρισμό του. Εκείνο το βράδυ, όμως, η Νταϊάνα είχε ταξιδέψει στο Παρίσι για να παραστεί στο επίσημο δείπνο του γαλλικού υπουργείου Εξωτερικών στο Quai d’Orsay, ένα εμβληματικό κτίριο με θέα στον Σηκουάνα. Καλεσμένη ήταν και η Μπίρκιν. Ηταν τότε 45 ετών, ακόμα πανέμορφη, υπέρκομψη μέσα στο μαύρο tuxedo της με την υπογραφή του παλιού της φίλου Yves Saint Laurent. Η σταρ γοητεύτηκε από τη συνεσταλμένη πριγκίπισσα και ταυτίστηκε με τον πόνο της για τον γάμο που πήρε λάθος δρόμο. Είχε συμβεί το ίδιο και σε εκείνη. Ενας λόγος παραπάνω για να πιστέψει ότι το Παρίσι θα τη βοηθούσε να αναγεννηθεί, όπως είχε συμβεί και στην ίδια 24 χρόνια πριν.

Είχε πει μάλιστα στην Νταϊάνα ότι σε αυτή την πόλη οι δημοσιογράφοι δεν θα την ενοχλούσαν. Στις 31 Αυγούστου 1997, η Μπίρκιν ευχήθηκε να μην είχε ξεστομίσει ποτέ αυτή τη φράση. Ηταν η νύχτα που η πριγκίπισσα σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα στο Παρίσι μετά το ανελέητο κυνηγητό των παπαράτσι. Η Τζέιν ήταν καταρρακωμένη, ένιωθε υπεύθυνη, την έπνιγαν οι τύψεις. Ταξίδεψε για μια μέρα στο Λονδίνο για να αποτίσει τα σέβη της στην αδικοχαμένη πριγκίπισσα και μετά επέστρεψε στο Παρίσι. Την πόλη που δεν έπαψε ποτέ να νιώθει σαν καταφύγιό της. Και ίσως εκείνες τις μέρες να επαναλάμβανε μέσα της σαν μάντρα μία από τις φράσεις που είχε γράψει στο ημερολόγιό της: «Αν μπορούσα, θα ζούσα για πάντα γυμνή σε μια παραλία. Ισως τότε να μη με αναγνώριζαν τόσο».