Η ψυχική αναστάτωση στην οποία ένα άτομο υποβάλλεται συνεπεία παράβασης σύμβασης, η οποία έχει σκοπό την ψυχική του ηρεμία και γαλήνη, την ψυχαγωγία και τη διασκέδαση ή την αναψυχή του, μπορεί να δημιουργήσει δικαίωμα για αποζημίωση.

Τέτοια παραδείγματα συμβάσεων με αυτό το αντικείμενο είναι πολυάριθμα, αρκεί ο ενάγων να δικογραφήσει ορθά την απαίτηση του και να προσκομίσει σχετική μαρτυρία που να αποδεικνύει το γεγονός αυτό. Η αγορά ενός ακινήτου για να παρέχει σε κάποιο άτομο ηρεμία και γαλήνη λόγω αφυπηρέτησης, η αγορά εισιτηρίου με σκοπό τη διασκέδαση ή την ψυχαγωγία σε ένα καλλιτεχνικό ή αθλητικό γεγονός ή σε κάποια συναυλία, αποτελούν παραδείγματα που δυνατό να οδηγήσουν σε απαίτηση για αποζημίωση λόγω ψυχικής αναστάτωσης, εάν υπάρξει παράβαση της σύμβασης και το άτομο στερηθεί αυτής της δυνατότητας.

Η μοναδικότητα των λόγων που οδήγησαν το άτομο στη σύναψη της σύμβασης και η παράβαση που μεσολάβησε, συνυπολογίζονται στο κατά πόσο δικαιολογημένα το άτομο υπέστη αναστάτωση και ψυχική οδύνη συνεπεία της παράβασης της σύμβασης. Πρόκειται για εξαίρεση στον κανόνα, βάσει του οποίου επιδικάζονται αποζημιώσεις συνεπεία παράβασης σύμβασης και το ποσό που επιδικάζεται δεν μπορεί να είναι παράλογο, αφού τα Δικαστήρια ενεργούν στα πλαίσια του μέτρου.

Απόφαση Εφετείου

Πρωτόγνωρη υπόθεση εξέτασε το Εφετείο Κύπρου στα πλαίσια της απόφασης που εξέδωσε στις Π.Ε.106/2018 & 190/2018, ημερ.30.04.2025, όπου ο ενάγοντας ήγειρε αγωγή και αξίωνε €5.000 για απώλεια τηλεφώνου και στοιχείων που περιείχε, κατά παράβαση συμφωνίας επιδιόρθωσης τηλεφώνου, την οποία σύναψε με τους εναγόμενους.
Διεκδικούσε το ποσό επειδή το τηλέφωνο δεν επιδιορθώθηκε και χάθηκε, όπως και το περιεχόμενό του, και σπατάλησε ανθρωποώρες για να βρει τους χαμένους αριθμούς, πλέον την αξία του τηλεφώνου €250.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι ο ενάγοντας δεν παρείχε οποιαδήποτε πληροφόρηση στους εναγόμενους, ώστε να γνώριζαν ή να μπορούσαν να προβλέψουν ότι, τυχόν απώλεια του τηλεφώνου και των αριθμών που περιέχονταν σ’ αυτό θα του προκαλούσε τις ζημιές που ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι υπέστη, αφού κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων οι ζημιές που επικαλείτο κρίθηκε ότι δεν ήταν λογικά προβλεπτές από τους εναγόμενους κατά το χρόνο συνομολόγησης της συμφωνίας.
Κατ’ επέκταση, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν μπορούσε να του επιδικάσει αποζημιώσεις για τις ώρες που σπατάλησε αναζητώντας τους χαμένους αριθμούς, παρά μόνο του επιδίκασε €250 για την απώλεια του τηλεφώνου.

Το Εφετείο έκρινε ορθή την πρωτόδικη απόφαση, αποδεχόμενο τη μαρτυρία του ενάγοντα και ότι η αντιπαροχή ήταν η πληρωμή που θα γινόταν μετά την επιδιόρθωση και δεν χρειαζόταν ο ενάγοντας να υπογράψει το δελτίο παραλαβής συσκευών για να καταρτιστεί νομικά δεσμευτική σύμβαση. Τόνισε ότι μια σύμβαση μπορεί να είναι γραπτή, προφορική, μερικώς γραπτή και μερικώς προφορική ή να συνάγεται από τη συμπεριφορά των μερών, άρθρο 10(1) του Κεφ.149.

Πρόσθεσε ότι υπάρχουν ακόμη και εξυπακουόμενες συμβάσεις, όπου ενυπάρχουν εξυπακουόμενοι ή σιωπηροί όροι. Εξυπακουόμενοι είναι όροι που δεν έχουν ρητά συμφωνηθεί, αλλά λογίζονται ότι ενυπάρχουν όταν αυτοί είναι αναγκαίοι για να προσδώσουν εμπορική δραστικότητα στη σύμβαση.
Στην προκειμένη υπόθεση, ουσιώδης εξυπακουόμενος όρος ήταν ότι το τηλέφωνο θα επιστρεφόταν στον ενάγοντα, όρο, που παραβίασαν οι εναγόμενοι. Δεν ήταν όμως καθαρά ευκρινές στην έκθεση απαίτησης του ότι το ποσό που αξίωνε για την απώλεια των αριθμών τηλεφώνων, το διεκδικούσε υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων.

*Δικηγόρος στη Λάρνακα