Πλεόνασμα της τάξης των €112 εκατ. υπολόγιζε αρχικά το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών (ΚΟΕ) του Πανεπιστημίου Κύπρου ως απόρροια από τη φορολογική μεταρρύθμιση όπως την πρότεινε, ωστόσο, στη συνέχεια, όπως διαμορφώθηκαν τα νομοσχέδια, διαφαίνεται πως με τις φοροαπαλλαγές και φοροεκπτώσεις αλλά και την επιβολή πρόσθετων φόρων το κράτος θα έρχεται πάνω – κάτω «στα ίσα του».

Αξίζει να σημειωθεί πως κάποια από τα μέτρα που πρότεινε το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών (ΚΟΕ) του Πανεπιστημίου Κύπρου έμειναν εκτός της μεταρρύθμισης, ενώ κάποια άλλα που προσθαφαιρέθηκαν στην πορεία δεν υπολογίστηκε η οικονομική τους βαρύτητα.

Συνεπώς, δεν ξεκαθαρίζεται πλήρως η δημοσιονομική επίπτωση κάθε χρόνο από την προταθείσα μεταρρύθμιση, εν αναμονή και των αλλαγών που θα επιφέρει η Βουλή κατά τη συζήτηση των νομοσχεδίων, η οποία ξεκινά το απόγευμα.

Σύμφωνα με τη μελέτη του Πανεπιστημίου, με την οποία γίνεται επισκόπηση της τελικής Έκθεσης για το Έργο Φορολογικής Μεταρρύθμισης της Κύπρου, το συνολικό δημοσιονομικό κόστος για το κράτος από τη φόρο-μεταρρύθμιση εκτιμάται στα €432 εκατ., λόγω της αύξησης του αφορολόγητου και τις γενικότερες αλλαγές στον φόρο εισοδήματος (δημοσιονομική επίπτωση €150 εκατ.), καθώς και από τη μείωση για την έκτακτη εισφορά για άμυνα. Όπως αναφέρει το ΚΟΕ, το δημοσιονομικό κόστος αντισταθμίζεται πλήρως και με πρόσθετα έσοδα €544 εκατ., γεγονός που οδηγεί σε καθαρό πλεόνασμα €112 εκατ., χωρίς, επαναλαμβάνουμε να υπολογίζονται αλλαγές στα έσοδα – έξοδα με τις αλλαγές που έγιναν κατά τη διαβούλευση για τη μεταρρύθμιση.

Οι πηγές εισπράξεων

Σύμφωνα με τα ευρήματα του Πανεπιστημίου, κύρια πηγή των εσόδων για το κράτος θα είναι η αύξηση του εταιρικού φόρου από 12,5% σε 15%, μέσω του οποίου εκτιμάται ότι θα εισπραχθεί ποσό €240 εκατ.

Επιπρόσθετα, εκτιμάται πως θα υπάρξουν έσοδα €130 εκατ. από τη φορολόγηση της λογιζόμενης διανομής μερισμάτων 17% επί του 70% των κερδών, που στην πορεία θα καταργηθεί. Παράλληλα, εκτιμάται πως θα προκύψουν και έσοδα €60 εκατ. από την αύξηση της κατανάλωσης, με το κράτος να εισπράττει ΦΠΑ και άλλες φορολογίες.

Στον συνολικό υπολογισμό των εσόδων το ΚΟΕ έχει υπολογίσει και ποσό €54 εκατ. από την επαναφορά του φόρου ακίνητης ιδιοκτησίας, του εταιρικού τέλους €50 εκατ. καθώς και €10 εκατ. από την εισφορά για μη κατοίκους στη Δημοκρατία.

Αμφισβητήσεις

Το Υπουργείο Οικονομικών άφησε εκτός νομοσχεδίων την επιβολή φόρου ακινήτων και την επιβολή του τέλους εταιριών, γεγονός που οδηγεί σε απώλεια εισοδημάτων €104 εκατ., με το σύνολο των εσόδων να φτάνουν τα €440 εκατ.

Επιπρόσθετα, εκείνο που προκαλεί εντύπωση, σύμφωνα με οικονομολόγους, είναι ότι το ΚΟΕ έχει προσμετρήσει και τα €130 εκατ. από τη λογιζόμενη διανομή, η οποία θα καταργηθεί σε κατοπινό στάδιο. Βάσει του νομοσχεδίου, καταργείται η λογιζόμενη διανομή μερισμάτων (17% επί του 70% των κερδών) από 1/1/26.

Τα κέρδη των φορολογικών ετών μέχρι το 2025 θα υπόκεινται σε λογιζόμενη διανομή μερίσματος. Επίσης τα πραγματικά διανεμηθέντα μερίσματα από 1/1/2026 θα φορολογούνται με συντελεστή 5%.

Άλλο σημείο που υποδεικνύουν οι οικονομολόγοι ότι θα πρέπει να ξεκαθαρίσει είναι το ζήτημα των εισοδημάτων των €240 εκατ. που θα προέλθουν από την αύξηση του εταιρικού φόρου. Θα πρέπει να ξεκαθαρίσει το Υπουργείο Οικονομικών εάν έγινε κάποια μελέτη οικονομικού αντίκτυπου σε περίπτωση φυγής αριθμού επιχειρήσεων από την Κύπρο σε άλλες ανταγωνιστικές χώρες.

Κατά τη δημόσια διαβούλευση δικηγόροι και λογιστές είχαν προειδοποιήσει για την αποχώρηση εταιρειών εξαιτίας της αύξησης της σχετικής φορολογίας. Παράλληλα, άλλη μια παραδοχή του ΚΟΕ για την οποία υπάρχουν κάποιες επιφυλάξεις, είναι το συνολικό ποσό των €60 εκατ. που θα προέλθει από την αύξηση της κατανάλωσης.

Ουδέτερη η μεταρρύθμιση

Πάντως, το Πανεπιστήμιο Κύπρου υποστηρίζει πως η φορό-μεταρρύθμιση συνδυάζει τη δημοσιονομική σύνεση με τη δικαιοσύνη, ανταγωνιστικότητα, καθώς και κοινωνική και περιβαλλοντική υπευθυνότητα.

Ταυτόχρονα, θεσπίζει ένα ισορροπημένο, αναπτυξιακό και βιώσιμο δημοσιονομικό πλαίσιο. Όπως επισημαίνει το Πανεπιστήμιο, μέσω της μεταρρύθμισης επεκτείνεται η φορολογική βάση, μειώνονται οι στρεβλώσεις στην εργασία και ενισχύονται οι προσπάθειες βελτίωσης της φορολογικής συμμόρφωσης μέσω ψηφιοποίησης. Υποδεικνύει πως είναι δημοσιονομικά ουδέτερη έως ελαφρώς θετική, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει την ανάπτυξη, τη διαφάνεια και τη μακροπρόθεσμη δημοσιονομική βιωσιμότητα.

Μάλιστα, καταλήγει πως με το προβλεπόμενο καθαρό δημοσιονομικό πλεόνασμα, ισχυρή διεθνή ανταγωνιστικότητα και δέσμευση για περιορισμό της παραοικονομίας μέσω ψηφιακών εργαλείων συμμόρφωσης, η μεταρρύθμιση τοποθετεί την Κύπρο ως διαφανή και ανθεκτική ευρωπαϊκή οικονομία.