Μια ιδιαίτερη απόρροια του πολέμου στην Ουκρανία είναι η άφιξη και εγκατάσταση στην Κύπρο χιλιάδων υψηλά εξειδικευμένων, υψηλόμισθων υπαλλήλων, μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα, οι οποίοι είτε εργάζονται σε μια από τις εκατοντάδες νεοσύστατες εταιρείες, είτε σε ξένες επιχειρήσεις που ήδη δραστηριοποιούνταν στην Κύπρο, πολλές εκ των οποίων στον τομέα της Τεχνολογίας. 

Μέσα σε μόλις ένα χρόνο γύρω στις 9.000 χιλιάδες ακριβοπληρωμένοι, υψηλά καταρτισμένοι επαγγελματίες, μαζί με τα μέλη των οικογενειών τους, εγκαταστάθηκαν στον τόπο μας (κατά πλειοψηφία στη Λεμεσό), αξιοποιώντας τα κίνητρα που προσφέρει η Κύπρος μέσω της Στρατηγικής Προσέλκυσης Επιχειρήσεων.

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΗ: Πόσο πληρώνουν οι Κύπριοι τα καύσιμα και πόσο οι Ευρωπαίοι

Mια εξέλιξη, η οποία αποτιμάται σε γενικές γραμμές ως θετική, σύμφωνα με γνωστούς οικονομολόγους που μίλησαν στο Philenews, η οποία ώστοσο συνοδεύεται από  οικονομικοκοινωνικές «παρενέργειες», που επιτείνουν τις ανισότητες και καθιστούν αναγκαία την ολοκληρωμένη διαχείριση από πλευράς του κράτους. Επαναφέρει δε στο προσκήνιο ανοικτά ζητήματα, όπως η στεγαστική πολιτική και το αναπτυξιακό μοντέλο του τόπου. 

1640 νέες εταιρείες, 9000 υψηλά εξειδικευμένοι εργαζόμενοι

Συγκεκριμένα, όπως ανέφερε στο philenews o διευθύνων σύμβουλος του Invest Cyprus, Μάριος Τανούσης, υπολογίζεται ότι το 2022, μέσω της Μονάδας Διευκόλυνσης Εταιρειών, γύρω στις 9.000 ξένοι, υψηλά εξειδικευμένοι εργαζόμενοι έλαβαν άδεια εργασίας και παραμονής στην Κύπρο. Μαζί με τα μέλη των οικογενειών τους, όπως ανέφερε ο κ. Τανούσης, ο συνολικός αριθμός προσώπων που έλαβε άδεια παραμονής στην Κύπρο το 2022, μέσω της Μονάδας Διευκόλυνσης Εταιρειών, ανέρχεται γύρω στις 24.000.

Αξίζει να σημειωθεί ότι πέραν από την κάθοδο Ουκρανών, Ρώσων και Λευκορώσων, η άφιξη των οποίων στην Κύπρο σχετίζεται με τον πόλεμο στην Ουκρανία, σημαντικός είναι και ο αριθμός εργαζομένων από το Ισραήλ και τον Λίβανο, μια γειτονική χώρα που ταλανίζεται τα τελευταία χρόνια από βαθιά πολιτικοοικονομική κρίση. Όπως προαναφέρθηκε, κάποιοι εκ των υψηλόμισθων επαγγελματιών εργάζονταν ήδη σε ξένες εταιρείες, οι οποίες δραστηριοποιούνταν στην Κύπρο πριν από τη εισβολή στην Ουκρανία, ενώ άλλοι εγκαταστάθηκαν στο νησί με το άνοιγμα νέων εταιρειών στο νησί.   

Συγκεκριμένα, το 2022, 1640 εταιρείες έλαβαν έγκριση για εγγραφή στο Μητρώο Εταιρειών Ξένων Συμφερόντων, οι οποίες δραστηριοποιούνται κυρίως στους τομείς παροχής επαγγελματικών και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, ενέργειας και σε τομείς πληροφορικής και επικοινωνιών. Σημειώνεται, ότι, όπως μας αναφέρθηκε από τη Μονάδα Διευκόλυνσης Εταιρειών, οι εν λόγω εταιρείες επιδεικνύουν ενδιαφέρον για εγκατάσταση σε όλες τις πόλεις. 

Ο ρόλος της Στρατηγικής Προσέλκυσης Επιχειρήσεων 

Εκτιμάται ότι στην άφιξη των χιλιάδων υψηλά εξειδικευμένων επαγγελματιών συνέβαλε και η «Στρατηγική Προσέλκυσης Επιχειρήσεων για Δραστηριότητες ή/και Επέκταση των Δραστηριοτήτων τους στην Κύπρο», που τέθηκε σε εφαρμογή τον Ιανουάριο 2022. Αποτελεί συγκεκριμένα μια σειρά δράσεων και μεταρρυθμίσεων σε διάφορους τομείς, με στόχο την ενίσχυση της θέσης της Κύπρου ως διεθνούς επιχειρηματικού κέντρου υψηλής ανάπτυξης, με έμφαση στους τομείς που αφορούν, μεταξύ άλλων, την Υψηλή Τεχνολογία, τη Ναυτιλία, Καινοτομία, Έρευνα και Ανάπτυξη, Βιογενετική και Βιοτεχνολογία, χωρίς να αποκλείονται οι οποιεσδήποτε άλλες επιχειρήσεις.

Τα κίνητρα που παρέχονται, μεταξύ άλλων, αφορούν θέματα διαμονής και απασχόλησης, φορολογίας, απλοποίησης και ψηφιοποίησης διαδικασιών, καθώς και προβολής της χώρας ως ελκυστικού προορισμού για επενδύσεις.

Σημειώνεται ακόμη ότι μετά την τροποποίηση της Πολιτικής για Εγγραφή Εταιρειών στο Μητρώο Εταιρειών Ξένων Συμφερόντων, από τον Δεκέμβριο 2022, εντάχθηκε το αναγκαίο κριτήριο της υποχρέωσης της εταιρείας να αποδείξει αρχική επένδυση στην Κυπριακή Δημοκρατία ύψους τουλάχιστον €200.000, για να λάβει το δικαίωμα άδειας εγγραφής.

Η Μονάδα Διευκόλυνσης Εταιρειών αποτελεί πλέον το ενιαίο σημείο επαφής για ξένες εταιρείες που επιθυμούν να εγκατασταθούν ή να επεκτείνουν τις δραστηριότητες τους στην Κύπρο. Στο πλαίσιο των προσφερόμενων υπηρεσιών, περιλαμβάνεται και η εγγραφή εταιρειών στο Μητρώο Εταιρειών Ξένων Συμφερόντων, με την οποία παραχωρείται σε αυτές το δικαίωμα να εργοδοτήσουν υπηκόους τρίτων χωρών (με συγκεκριμένες προϋποθέσεις), καθώς επίσης και η παροχή διευκολύνσεων για σύσταση εταιρείας και παροχή πληροφόρησης για αδειοδότηση. Επιπρόσθετα, η ΜΔΕ αποτελεί το σημείο επαφής για συντονισμό, καθοδήγηση και διευκόλυνση της αδειοδότησης έργων παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ, ενώ παραμένει το μοναδικό σημείο επαφής του αιτούντος κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αδειοδότησης για τα έργα αυτά.

Θετική εξέλιξη… με οικονομικοκοινωνικές παρενέργειες

Κληθέντες να σχολιάσουν την εγκατάσταση χιλιάδων υψηλά εξειδικευμένων και υψηλά αμειβόμενων υπαλλήλων στην Κύπρο, μαζί με τα μέλη των οικογενειών τους, οι οικονομολόγοι Δρ Σοφρώνης Κληρίδης και Δρ Άδωνης Πηγασίου αναφέρθηκαν σε μια θετική εξέλιξη, που συνοδεύεται ωστόσο από αρνητικές «παρενέργειες», οι οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν από την πολιτεία.

Μιλώντας στο philenews, ο Δρ Σοφρώνης Κληρίδης, Καθηγητής Οικονομικών και Κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών Επιστημών και Διοίκησης του Πανεπιστημίου Κύπρου ανέφερε ότι ο ερχομός υψηλά αμειβόμενων και υψηλά καταρτισμένων επαγγελματιών παρουσιάζει σε γενικές γραμμές θετικό αντίκτυπο στην κυπριακή Οικονομία, αφού αυξάνεται η ζήτηση για παροχή υπηρεσιών και για λειτουργία σχετικών επιχειρήσεων, όπως ξενόγλωσσα σχολεία, ενώ ξοδεύεται χρήμα στην κυπριακή αγορά, όπως στον τομέα της εστίασης.

Βέβαια, όπως τόνισε ο Δρ Κληρίδης, είναι αναγκαίο να υπάρχει μέτρο και να τεθούν περιορισμοί, αφού, όπως είδαμε και στο παρελθόν, όπως για παράδειγμα στις περιπτώσεις εφαρμογής του Προγράμματος Πολιτογραφήσεων και στο Χρηματιστήριο, οποιαδήποτε πολιτική ασκείται σε υπερβολικό βαθμό, αγνοώντας τις αρνητικές επιπτώσεις που επιφέρει, οδηγεί στο τέλος σε άσχημα αποτελέσματα. Στην προκειμένη, όπως ανέφερε, δημιουργούνται αρνητικές επιπτώσεις στην τιμή των ακινήτων και στο κόστος ζωής των ντόπιων, ειδικότερα σε πόλεις, όπως η Λεμεσός, στην οποία λόγω υποδομών και άλλων παραγόντων καταγράφεται και ο μεγαλύτερος αριθμός εγκατάστασης.

Ο Δρ Κληρίδης υποστήριξε ότι η Στρατηγική Προσέλκυσης Επιχειρήσεων αναμφίβολα αποτελεί θετικότερη οικονομική πολιτική σε σχέση με το Πρόγραμμα Πολιτογραφήσεων, εντούτοις θα έπρεπε να συνοδεύεται με στεγαστική πολιτική από το κράτος. Υπογράμμισε ότι είναι αναγκαία η παρέμβαση του κράτους για αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων, καθώς αν αφήσουμε ανεξέλεγκτη την αγορά, θα ικανοποιήσει προς όφελός της τα υψηλά εισοδήματα.

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Δρ Άδωνης Πηγασίου, Ακαδημαϊκός Διευθυντής στο European Institute of Management and Finance, ο οποίος ανέφερε στο Philenews ότι η άφιξη υψηλά καταρτισμένων επαγγελματιών γενικότερα εκτιμάται ως μια θετική εξέλιξη, για την οποία κρίνεται εντούτοις ως απαραίτητη η ολοκληρωμένη διαχείριση, με παρέμβαση του κράτους.

Ο Δρ Πηγασίου έθιξε ως σημαντική εξέλιξη τη μεταφορά τεχνογνωσίας στις επιχειρήσεις από το υψηλά εξειδικευμένο προσωπικό, φτάνει αυτή, όπως υπογράμμισε, να διαχυθεί εντός των οργανισμών, αλλά και της οικονομίας γενικότερα. Επίσης αναφέρθηκε στη συνεισφορά του υψηλά αμειβόμενου προσωπικού στην φορολογία, μέσα από την φυσική παρουσία των ιδίων και των οικογενειών τους στη χώρα. Από την άλλη, όπως επισήμανε, μέσα από την αυξημένη ζήτηση σε συγκεκριμένα προϊόντα και υπηρεσίες είναι δυνατόν να υπάρξει αύξηση στις τιμές σε επίπεδα δυσανάλογα ψηλά, για ένα μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας. Τόνισε ότι αυτό είναι κάτι που παρατηρείται ήδη στο τομέα της στέγασης, όπου για την πλειοψηφία των πολιτών, τόσο η αγορά όσο και η ενοικίαση ενός διαμερίσματος είναι ένα σενάριο απλησίαστο.   

Σημείωσε επίσης ως θετικό στοιχείο την ανάγκη για παροχή υπηρεσιών, όπως πχ στον τομέα της εκπαίδευσης, που δημιουργεί συνακόλουθα την ανάγκη λειτουργίας νέων επιχειρήσεων, όπως πχ τα ιδιωτικά σχολεία. Χρειάζεται, λοιπόν, η αγορά να είναι έτοιμη να ανταποκριθεί στην παροχή νέου είδους υπηρεσιών, όπως προκύπτουν από την αυξανόμενη ζήτηση του ξένου προσωπικού, υποστήριξε ο Δρ Πηγασίου.

Συνολικά, όπως υπογράμμισε, είναι αναγκαίο να επιδεικνύεται ευαισθησία στις ανισότητες που διογκώνονται με τη δημιουργία μιας ελίτ επαγγελματιών και ως εκ τούτου χρειάζεται μια ανακατανομή του πλούτου μέσα από μια δίκαιη φορολόγηση. Καταληκτικά έθιξε ως παράδειγμα την ανάγκη παρέμβασης της πολιτείας για αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος.