Η μεγάλη έκθεση με 148 κορυφαία έργα του υπερρεαλιστή ζωγράφου και ποιητή, στο Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη, αναδεικνύει το πολυεπίπεδο έργο του.

 

«Στη ζωγραφική με γοήτευαν οι Βυζαντινοί, ο Θεοτοκόπουλος, ο Μανέ, ο Σεζάν, ο Παρθένης, ο Παύλος Κλε και ο Ντε Κιρικο. Είμαι πρώτα ζωγράφος και μετά ποιητής. Γι’ αυτό κακώς αρχίσαμε από τον Σολωμό. Έπρεπε να αρχίσουμε από τους ζωγράφους, τον Θεοτοκόπουλο, τον Παρθένη. Ο Παρθένης δεν με δίδαξε μόνο με το μυαλό αλλά με την καρδιά του», έλεγε ο Νίκος Εγγονόπουλος. 

 

​«Το να βρω τον δρόμο μου τον αληθινό, τον υπερρεαλιστικό, για να μπορέσω να εκδηλωθώ ελεύθερα και απερίσπαστα, αυτό το χρωστάω σε δύο κορυφαίους, στις δύο μεγαλύτερες μορφές που παρουσίασε ποτέ ίσαμε τώρα, εξ όσων γνωρίζω, το παγκόσμιο υπερρεαλιστικό κίνημα. Ευτύχησα να γνωρίσω τον μεγάλο ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκο και τον μεγάλο ζωγράφο, τον μεγάλο Βολιώτη Γεώργιο ντε Κίρικο», εξηγούσε για τις σημαντικές επιρροές που δέχθηκε στην ποίηση και τη ζωγραφική.

  

  

  

Στην έκθεση «Νίκος Εγγονόπουλος. Ο Ορφέας του Υπερρεαλισμού» στο Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών & Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη, παρουσιάζονται 148 και πλέον πολύτιμα έργα του Νίκου Εγγονόπουλου, του καλλιτέχνη που υπήρξε ο κύριος εκφραστής του υπερρεαλισμού στην Ελλάδα. Τα μέσα που χρησιμοποιούσε ήταν κυρίως η αυτόματη γραφή και η αποτύπωση των ονείρων. Τα κύρια στοιχεία της ζωγραφικής του ήταν, μεταξύ άλλων, η ελληνική μυθολογία, η βυζαντινή παράδοση, ο ξεσηκωμός, οι καπετάνιοι, οι φουστανελοφόροι, οι αρματολοί, στοιχεία δηλαδή της γενικότερης ελληνικής λαϊκής παράδοσης και ιστορίας.

Ο επιμελητής της έκθεσης Τάκης Μαυρωτάς σημειώνει πως ο Εγγονόπουλος, με λογισμό και όραμα, κινείται από το παρόν στο παρελθόν, από το όνειρο στον μύθο και από την πραγματικότητα στην φαντασίωση. «Ειλικρινής και ανιδιοτελής απέναντι στη ζωή, αντιμετώπισε με θάρρος τους επικριτές και πολέμιούς του, αντιπαραθέτοντας τη ζωγραφική και την ποίησή του, οι οποίες είναι έντονα συνδεδεμένες με τα όνειρα και τους ονειρικούς μηχανισμούς, με το παράλογο και τη «ζούρλια», μια λέξη που συχνά χρησιμοποιούσε ο ίδιος. Αυτό το μυστηριακό σύμπαν εκφράζει τη δική του αλήθεια, έναν απέραντο κόσμο που αντανακλά το πάθος του για καθετί ωραίο, αλλά και την κριτική του στάση απέναντι στα μεγάλα λάθη. Έτσι, οι μνήμες από τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής έγιναν εικόνες και στίχοι με ενάργεια και συναισθηματική ένταση». 

Η ζωγραφική για τον Εγγονόπουλο, όπως επισημαίνει ο Μαυρωτάς, ήταν μια άσκηση πνευματικής ελευθερίας. «Δούλευε καθημερινά με μαεστρία, ενίοτε ελαιογραφίες, με τον ίδιο τρόπο που δούλευε την αυγοτέμπερα, χρησιμοποιώντας λιγοστά καθαρά και λαμπερά χρώματα όπως την ώχρα, το μπλε του κοβαλτίου ή το ούλτρα μαρίν, το βαθύ πράσινο και το κόκκινο, και άλλοτε υδατογραφίες, όπου σε αρκετές από αυτές προσέθετε σινική μελάνη. Ξεκινούσε πάντα με ένα bozzetti, όπως ο ίδιος το αποκαλούσε, δηλαδή με την απόδοση του οράματός του σε χαρτί μικρών διαστάσεων, ζωγραφισμένο με υδατοχρώματα και σινική μελάνη, ακόμη και χρωματιστά μολύβια. Στη συνέχεια προχωρούσε στην ακριβή αποτύπωση του σχεδίου, χρησιμοποιώντας μολύβι ή κάρβουνο ή και τα δύο μαζί. Έτσι, με ακρίβεια, το αποτύπωνε το σχέδιο πάνω στον μουσαμά, το ξύλο ή το χαρτόνι για να ολοκληρώσει, με την επιλογή των χρωμάτων, τους μνημειακούς του πίνακες». 

Πρωταγωνιστές στα έργα του, όπως σημειώνει ο επιμελητής, ήταν οι ανθρώπινες μορφές. «Ευθυτενείς, καλλίγραμμες, με δηλωτικές κινήσεις αλλά με ανύπαρκτα τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του προσώπου τους. Αυτές οι απρόσωπες μορφές μάς βυθίζουν στον χρόνο, φέρνοντάς μας αντιμέτωπους με μοναχικούς ήρωες ή ερωτικά ζευγάρια, από τη μυθολογία και τη λογοτεχνία, την ιστορία και την ποίηση, με αναφορές άλλοτε στον Ορφέα και την Ευρυδίκη, στον Ερμή, στην Ιώ, στον Ηρακλή, στον Οδυσσέα, στην Καλυψώ, στη Θέτιδα και στον Πηλέα, στον Ιάσωνα, στη Μήδεια και άλλοτε στον Άνθιμο τον Τραλλέα και στον Ισίδωρο τον Μιλήσιο». 

Ο ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΝΕΙ ΠΟΙΗΣΗ ΖΩΓΡΑΦΙΖΟΝΤΑΣ

Στο ερώτημα ποιος είναι ο απόλυτος υπερρεαλιστής, η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ απαντά αδίστακτα ο Νίκος Εγγονόπουλος. «Έκανε τη λέξη ως ποιητής και την εικόνα ως ζωγράφος να υπακούσουν στη δική του σύνταξη και γραμματική και να συνθέτουν μια ιδιαίτερη στοχαστική και αισθητική πραγματικότητα». Η Αρβελέρ λέει επίσης πως αν την ρωτούσαν ποιον θεωρεί πιο σπουδαίο, τον Εγγονόπουλο-ποιητή ή τον Εγγονόπουλο-ζωγράφο, θα έλεγε ότι η ερώτηση είναι ανεδαφική. «Ο Εγγονόπουλος κάνει ποίηση ζωγραφίζοντας και δημιουργεί εικαστική τέχνη με την ποίησή του. Ο άρρηκτος αυτός συνδυασμός μου δίνει το δικαίωμα να τον ονομάσω τον απόλυτο υπερρεαλιστή που πολέμησε να πει ποιητικά ότι “η τρίτη γύφτισσα είναι ο στρατηγός Θεόδωρος Κολοκοτρώνης”, και ότι “τα αγάλματα κάνουν μεταφυσικές επεμβάσεις” και να ζωγραφίσει τη “Μεταθανάτια αυτοπροσωπογραφία του”. Άλλοι, πολύ πιο ειδικοί, καλύτεροι γνώστες από εμένα, θα γράψουν για το ζωγραφικό έργο του Εγγονόπουλου. Ως προς αυτό το θέμα, νοιώθω σαν τον Υδραίο στρατηγό του Εγγονόπουλου που βρέθηκε στη Λάρισα». 

Όπως τονίζει η Αρβελέρ,  η λαμπρότητα των χρωμάτων του Εγγονόπουλου, το μπλε κοβαλτίου, το κάδμιο κίτρινο, το εκτυφλωτικό κόκκινο με όλες του τις αποχρώσεις, συντείνουν στο να γίνεται μυθικό το κάθε μυθολογικό θέμα που εικονογραφεί ο ζωγράφος Εγγονόπουλος. «Παρεμπιπτόντως άλλωστε να σημειώσω, αντίθετα ίσως από τους ξένους ομότεχνούς του, ότι ο Εγγονόπουλος ζωγραφίζει σκηνές, θέματα με υπερρεαλιστικό βέβαια τρόπο, χωρίς να έχει απαραίτητα ανάγκη από έναν τίτλο ή μια επεξηγηματική λεζάντα με προέλευση υπερρεαλιστική».

Ο Νίκος Εγγονόπουλος γεννήθηκε τον Οκτώβριο του 1907 στην Αθήνα και πραγματοποίησε τις βασικές του σπουδές εσωτερικός σε Λύκειο του Παρισιού. Εργάστηκε ως μεταφραστής σε τράπεζα και γραφέας στο Πανεπιστήμιο, ενώ το 1930 διορίστηκε στο υπουργείο Δημοσίων Έργων ως σχεδιαστής στη Διεύθυνση Σχεδίων Πόλεων.

Το 1932 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών όπου μαθήτευσε κοντά στον Κ. Παρθένη, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα Βυζαντινής Τέχνης στο εργαστήριο των Φ. Κόντογλου και Α. Ξυγγόπουλου, μαζί με τον φίλο του Γ. Τσαρούχη. Η Σχολή Καλών Τεχνών υπαγόταν την περίοδο εκείνη στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και ο Δ. Πικιώνης ανέθεσε στον ίδιο και σε άλλους απόφοιτους του τμήματος αυτού την αποτύπωση σπιτιών στην Ελλάδα, με στόχο τη διάσωση της «λαϊκής αρχιτεκτονικής». Για τον σκοπό αυτόν ταξίδεψε στη Δυτική Μακεδονία, στην Ύδρα και στις Σπέτσες και ζωγράφισε θέματα διακοσμητικά και αναπαραστάσεις προσόψεων σπιτιών. Αργότερα, φιλοτέχνησε και τα «αθηναϊκά σπίτια». Έκανε ελεύθερες σπουδές σε Παρίσι, Βιέννη, Μόναχο και Ιταλία. Δίδαξε στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Ε.Μ.Π.  ζωγραφική, ιστορία της τέχνης και σκηνογραφία από το 1938, διαδοχικά ως επιμελητής, έκτακτος, μόνιμος και τακτικός καθηγητής. Την ίδια περίοδο γνωρίστηκε με άλλους σημαντικούς καλλιτέχνες μεταξύ των οποίων ο Α. Εμπειρίκος, ο Γ. Μόραλης και ο Ντε Κίρικο. Πέθανε το 1985 από ανακοπή καρδιάς.

 

INFO: «Νίκος Εγγονόπουλος. Ο Ορφέας του υπερρεαλισμού»: Ιδρυμα Eικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & M. Θεοχαράκη (λεωφ. Βασ. Σοφίας 9 και Μέρλιν 1), από τις 9 Μαρτίου ως τις 19 Ιουνίου.

 

Ελεύθερα, 3.4.2022.