Πάνε 157 χρόνια που η Αλίκη επισκέφτηκε την Χώρα των Θαυμάτων. Το ταξίδι της όμως εξακολουθεί να ενθουσιάζει και να εμπνέει. Εξ ου και το αφιέρωμα στο Victoria and Albert του Λονδίνου, το οποίο θα συνεχιστεί καθ’ όλη την χρονιά φέτος.

Προτού η Αλίκη επισκεφθεί την Χώρα των Θαυμάτων ήταν ένα συνηθισμένο κορίτσι με το όνομα Άλις Λίντελ. Στα πέντε της χρόνια γνώρισε τον Charles Lutwidge Dodgson, γνωστότερο με το όνομα Λούις Κάρολ, μαθηματικό, συνάδελφο του πατέρα της στο Christ Church College του πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Ένα απόγευμα, για να διασκεδάσει τις τρεις κόρες του κοσμήτορα του -Αλίκη, Λορίνα και Έντιθ- ο Λούις Κάρολ επινόησε την ιστορία που θα γινόταν «Η Αλίκη στην Χώρα των Θαυμάτων». Ο κύριος χαρακτήρας, η Αλίκη, δανείστηκε χαρακτηριστικά από την Άλις Λίντελ, που ήταν πεισματάρα και περίεργη. Με πρωτοβουλία του πατέρα, η προφορική εξιστόρηση έγινε γραπτή και εκδόθηκε το 1864 εικονογραφημένη από τον John Tenniel και επανεκδόθηκε ξανά και ξανά κατακτώντας την παγκόσμια επιτυχία. 

 

 

 

Η «πραγματική» Αλίκη συνέχισε τη ζωή της, διδάχτηκε σχέδιο και το 1871, στα 19 της, ξεκίνησε μια μεγάλη περιήγηση στην Ευρώπη με τις αδελφές της, γράφοντας επιμελώς σε ένα ταξιδιωτικό περιοδικό και σκιαγραφώντας τα αξιοθέατα στην πορεία, χωρίς κανείς να μπορεί να την ταυτίσει με την Αλίκη του παραμυθιού. 

Το 1880 παντρεύτηκε τον Reginald Hargreaves, μαθητή του Λούις Κάρολ, και μαζί απέκτησαν τρεις γιους. Συνέχισε να αποφεύγει τη δημοσιότητα μέχρι το 1928, όταν οικονομικές δυσκολίες (έχασε το σύζυγο της και δύο γιους στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο) την ανάγκασαν να πουλήσει σε Αμερικανό συλλέκτη το πρωτότυπο χειρόγραφο που της χάρισε ο συγγραφέας. 

​Η πώληση του χειρόγραφου, σε συνδυασμό με επίσκεψή της στις Ηνωμένες Πολιτείες, το 1932, για εκδηλώσεις προς τιμήν του Λούις Κάρολ, την έβαλαν στο επίκεντρο. Πέθανε όμως δύο χρόνια μετά, ενώ το 1948, το αρχικό χειρόγραφο επιστράφηκε στη Βρετανία, ως ευχαριστώ για τη συνεργασία της Βρετανίας με τις ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (όταν πωλήθηκε προκλήθηκε εθνική κατακραυγή στη Βρετανία).

​Και 157 χρόνια μετά, το μουσείο V&A του Λονδίνου εξερευνά τις διάφορες διασκευές και «επανεφευρέσεις» της ιστορίας. Στην έκθεση παρουσιάζονται από την εικονογράφηση της πρώτης έκδοσης του παραμυθιού με τα σχέδια του Τζον Τένιελ έως εκείνη των Χάντερ Σ. Τόμσον και Ραλφ Στέντμαν τη δεκαετία του ’70, πίνακες όπως ο «A Μad Τea Ρarty» που ο Σαλβαδόρ Νταλί ζωγράφισε το 1969 εμπνευσμένος από την περίφημη ιεροτελεστία τσαγιού στο βιβλίο, έως το ημερολόγιο της Pirelli του 2018, στο οποίο ο φωτογράφος Τιμ Γουόκερ φωτογραφίζει τη μαύρη καλλονή Ντάκι Θοτ ως μια μεγεθυμένη Αλίκη της εποχής της.

​​

​​Παράλληλα, με την χρήση της τεχνολογίας, παρουσιάζεται το “Alice: Curiousier and Curiousier“, μια εμπειρία εικονικής πραγματικότητας για τους όπου γης θεατές. Οι χρήστες μπορούν να ακολουθήσουν τον λευκό κούνελο μέσω μιας Χώρας των Θαυμάτων σε κινούμενα σχέδια, τα οποία δημιούργησε η Ισλανδή εικονογράφος Κριστιάνα Γουίλιαμς για την έκδοση που συνοδεύει την έκθεση. «Tα βιβλία με την Αλίκη (σ.σ. «Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» και «Μέσα απ’ τον Σπασμένο Καθρέφτη» του Λιούις Κάρολ) υπήρξαν πηγή έμπνευσης για νέες τεχνολογίες, από τον βωβό κινηματογράφο μέχρι τη συνθετική εικόνα» λέει η επιμελήτρια της έκθεσης Kate Bailey. «Το ταξίδι της Αλίκης μέσα σ’ ένα φανταστικό σύμπαν γίνεται δυνατό σε αυτή τη δημιουργική πλατφόρμα. Από κουνελότρυπες μέχρι καθρέφτες, από φλαμίνγκο μέχρι σκαντζόχοιρους, ο κόσμος των θαυμάτων είναι ιδανικός για εικονική πραγματικότητα και το V&A είναι περήφανο για την πρώτη εκδήλωση εικονικής πραγματικότητας που οργανώσαμε ποτέ».

 

​Η επιτυχία της ιστορίας, εκτός από την έντονη φαντασία, οφείλεται και στα αλληγορικά στοιχεία τα οποία ο Κάρολ χρησιμοποίησε για να καυτηριάσει γεγονότα και αντιλήψεις της εποχής του. Έχοντας αποτελέσει αντικείμενο εκτεταμένης ανάλυσης, η συνήθης ερμηνεία του έργου αναγνωρίζει την Αλίκη ως εκπρόσωπο της καταπιεσμένης παιδικής ηλικίας κατά τη Βικτωριανή εποχή. «Η φανταστική εξιστόρηση του Κάρολ, όπως αναφέρει η Wikipedia, λειτουργεί, εν μέρει, με στόχο την κριτική της Βικτωριανής κοινωνίας και των Αγγλοσαξονικών νοοτροπιών, εκφράζοντας παράλληλα τη φιλοσοφία της λογοτεχνίας του, εξετάζοντας πώς επηρεάζεται η ταυτότητα του ανθρώπου όταν παύουν να υφίστανται οι παγιωμένοι κανόνες που την καθορίζουν. Μεταξύ των πολυάριθμων γρίφων που περιγράφονται στο έργο, το πρόβλημα της ταυτότητας αποτελεί για την Αλίκη ένα από τα κεντρικά ερωτήματα. 

​​Ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου, η Αλίκη, μετά την πτώση της στη λαγότρυπα, κινείται σε ένα κόσμο όπου καθιερωμένες αντιλήψεις της καθημερινότητας ανατρέπονται, ενώ κοινωνικοί θεσμοί και πρακτικές γίνονται στόχοι χλευασμού. Το έργο ερμηνεύεται επίσης ως μια ενδελεχής έρευνα των συστημάτων της κοινωνικής συμπεριφοράς, της λογικής και της γλώσσας. Υποστηρίζεται ότι μέρος του κειμένου μπορεί να εκτιμηθεί και κατανοηθεί περισσότερο από ενήλικους αναγνώστες, ειδικότερα η σάτιρα και οι συμβολισμοί του έργου. Κοινή θέση αποτελεί το γεγονός πως ο Κάρολ επιχειρεί συχνά να παρωδήσει άλλα λογοτεχνικά έργα που απευθύνονται σε παιδιά ή με αντικείμενο την παιδική ηλικία. Παράλληλα, δεν λείπουν και αναφορές σε έργα για ενήλικους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την ιδέα των ομιλούντων λουλουδιών που θεωρείται πως βασίζεται στο ποίημα Maud (1855) του Άλφρεντ Τένισον».

 

Alice: Curiouser and Curiouser, V&A, μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου. 

​​

 

 

 

Φιλελεύθερα, 16.5.2021.