Έκκληση προς το Υφυπουργείο Πολιτισμού να διαχειριστεί δραστικά και διεξοδικά το μεγάλο ζήτημα που προέκυψε με τα ιστορικά θεατρικά σχήματα του ελεύθερου θεάτρου απευθύνει ο Δημοκρατικός Συναγερμός, με αφορμή τους έντονους κραδασμούς και την αναστάτωση που έχει προκληθεί στο θεατρικό τοπίο.
Δια στόματος του βουλευτή και αντιπροέδρου Γιώργου Κάρουλλα, ο ΔΗΣΥ σημειώνει ότι στόχος πρέπει να είναι η κάλυψη των πραγματικών αναγκών τόσο των επαγγελματικών θεάτρων με υποδομές όσο και των διαχρονικών και νεοσύστατων θεατρικών ομάδων, σ’ ένα νέο εκσυγχρονισμένο και πιο λειτουργικό σχέδιο, που να αποδίδει πιο δίκαιη κατανομή των προσφερόμενων πόρων.
Ο ΔΗΣΥ ξεκαθαρίζει ότι θεωρεί απαραίτητο μέρος του όποιου σχεδίου τόσο την καλλιτεχνική ποιότητα, «η αξιολόγηση της οποίας παραμένει βέβαια και τελεί υπό την υποκειμενική κρίση επιτροπών», όσο και την αξιοπρεπή στήριξη «των διαχρονικών στυλοβατών της θεατρικής δημιουργίας, των ιστορικών θεατρικών σχημάτων, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του ελεύθερου επαγγελματικού θεάτρου στην Κύπρο, με προσφορά από 20 μέχρι 40 έτη».
Συγκεκριμένα, προτείνει τη δημιουργία ενός πιο «δίκαιου και λειτουργικού για όλους σχεδίου», με δημιουργία τριών κατηγοριών και ξεχωριστή στήριξη στην κάθε κατηγορία: α) ιστορικά θέατρα με κτηριακή υποδομή, β) διαχρονικές ομάδες με αδιάλειπτη παρουσία, γ) νεοσύστατες ομάδες.
«Θα πρέπει, για την κυβέρνηση και για το αρμόδιο Υφυπουργείο, πάντα με διαλλακτική και παραγωγική διάθεση, άμεσα να αποτελέσει μονόδρομο η έκτακτη οικονομική στήριξη και διάσωση των ιστορικών θεατρικών σχημάτων- το κλείσιμο των οποίων εξάλλου θα οδηγούσε στην ανεργία δεκάδες καλλιτέχνες και άλλους εργαζόμενους στον χώρο του θεάτρου» αναφέρει ο Γ. Κάρουλλας.
Ο ΔΗΣΥ προτείνει επιπλέον την προσφορά κινήτρων για περαιτέρω ενίσχυση της ετήσιας χορηγίας προς τους θεατρικούς φορείς, όπως είναι η εξεύρεση πόρων από μεγάλους ιδιωτικούς οργανισμούς και επιχειρήσεις, που θα φοροαπαλλάσσονται στο πλαίσιο μιας ευρύτερης πολιτιστικής πολιτικής.
Επιπρόσθετα, το κόμμα θεωρεί ότι πρέπει να αρχίσει άμεσα «ένας ειλικρινής, ουσιαστικός, εποικοδομητικός διάλογος και διαβούλευση με όλους τους ενδιαφερόμενους και εμπλεκόμενους φορείς», έτσι ώστε να καθησυχαστούν αποτελεσματικά οι έντονες ανησυχίες που δημιουργήθηκαν.
Παράλληλα, υποδεικνύεται ότι το Σχέδιο Θυμέλη πρέπει να τεθεί στο μικροσκόπιο της συλλογικής αξιολόγησης για την προετοιμασία νέου σχεδίου, χωρίς τις αδυναμίες και τις στρεβλώσεις του υφιστάμενου. «Κύρια, στο νέο σχέδιο, θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα, ώστε να αποκατασταθούν οι ισορροπίες που διασαλεύθηκαν στο Θυμέλη 2024 στο οποίο η ποσοστιαία δυναμική της υποκειμενικής κρίσης, αίφνης έφτασε στο 70% του βαθμολογικού πίνακα, προκαλώντας έτσι πολλά προβλήματα και ερωτηματικά».