Η εκκλησιαστική αρχιτεκτονική αποτελεί ένα διαχρονικό θέμα συζήτησης σε πολλούς πολιτισμούς. Οι πλείστοι δεν μπορούν να ξεφύγουν από τα στερεότυπα. Κατά καιρούς όμως, εμφανίζονται κάποιες νέες προτάσεις. Όπως αυτή στην Τσεχία.

Για πολλά χρόνια, οι κάτοικοι του μικρού χωριού Nesvačilka στην Τσεχία (περίπου 300 μόνιμοι κάτοικοι) ήθελαν έναν χώρο όπου θα μπορούσαν να συγκεντρώνονται ως κοινότητα για προσευχή. Συνοδοιπόρο στην επιθυμία αυτή βρήκαν τον ιερέα René Strouhal και έβαλαν μπρος με στόχο τη δημιουργία ενός κτηρίου που όχι μόνο θα εκπλήρωνε την επιθυμία αυτή, αλλά θα διαμόρφωνε ταυτόχρονα το γύρω τοπίο. Η περιπέτεια κράτησε 12 χρόνια αλλά επιτεύχθηκε.

Το ήπιο τοπίο της νότιας Μοραβίας όπου βρίσκεται το χωριό, χαρακτηρίζεται από ατελείωτα χωράφια που εκτείνονται μέχρι εκεί που μπορεί να δει το μάτι. Το ίδιο το χωριό βρίσκεται σε ένα ύψωμα και η μπαρόκ φυσιογνωμία του έχει αλλάξει ελάχιστα από την ίδρυσή του και μετέπειτα. Το νέο εκκλησάκι όμως δεν μοιάζει με τα υπόλοιπα κτήρια. Οι αρχιτέκτονες RCNKSK (Filip Kosk και Jan Ricny) που το σχεδίασαν επέλεξαν μια εντελώς διαφορετική μορφή. Κατ΄αρχήν επέλεξαν υλικά όπως πέτρα και ξύλο που δεν υπάρχουν στην απέραντη πεδιάδα ώστε, συμβολικά να προσφέρει πίστη. Επέλεξαν επίσης την ιδέα μιας κεντρικής δομής, που θα στεκόταν σε ένα κάπως υπερυψωμένο τοπίο ως φάρος, ως ένα σημείο προσανατολισμού στο χώρο και στο πνεύμα. Κι οι ντόπιοι επέλεξαν να αφιερώσουν το ναό στην Παναγία των Θλίψεων, συμβολίζοντας τα δεινά που υπέστη (ιστορικά) η περιοχή και τα οποία αντικατοπτρίζονται στον χώρο: Πάνω στη σκόνη χτίζουμε ένα ναό. Το κάτω τμήμα, φτιαγμένο από πέτρες αντιπροσωπεύει ανθρώπους πεισματάρηδες, ανυπάκουους και δύσκολο να καλουπωθούν. Από αυτές τις πέτρες, επτά ξύλινοι δοκοί υψώνονται σαν ακτίνες προς τους ουρανούς, συμβολίζοντας τις Επτά Θλίψεις της Παναγίας. Από ψηλά πέφτει ένα πέπλο που είναι τα δάκρυα της Παναγίας, ενώ τη λεπτή ξύλινη κατασκευή τους κελύφους «τρυπούν» μικρά παράθυρα που επιτρέπουν στο φως του ήλιου να διεισδύει στην καρδιά του παρεκκλησίου ανά πάσα στιγμή δημιουργώντας μια μυστικιστική ατμόσφαιρα. Εξωτερικά, το στρογγυλό εκκλησάκι περιβάλλεται από καρποφόρα δέντρα (κυρίως μηλιές), που σχηματίζουν μια λεωφόρο η οποία οδηγεί στο παρεκκλήσι, ενώ ένα περιβόλι στην πίσω πλευρά συνδέεται με τα γύρω χωράφια.

Η δομή συνδυάζει την παράδοση με τη νεωτερικότητα. Όπως εξηγούν οι αρχιτέκτονες, η κατασκευή είναι εμπνευσμένη από μεσαιωνικές οικοδομικές τεχνικές, οι οποίες συνδυάστηκαν με σύγχρονες τεχνολογίες. Το δάπεδο είναι κατασκευασμένο από συμπαγές χώμα, ενώ οι τοίχοι (στο κάτω μέρος) από πέτρα. Το κέλυφος είναι κατασκευασμένο από ξύλινα στοιχεία που έχουν ενοποιηθεί με παραδοσιακό τρόπο με την χρήση σφηνών και στη συνέχεια πρεσαρίστηκαν. Τα δοκάρια είναι σκαλισμένα στο χέρι, στεφανωμένα από ένα ατσάλινο κωδωνοστάσιο στην οροφή.

Με το που περνά κάποιος την είσοδο, πέντε μέτρων ύψους, εισέρχεται σε ένα εντελώς διαφορετικό περιβάλλον από τον έξω κόσμο. Μινιμαλιστικό μεν, επιβλητικό δε. Αυτό που πρώτιστα ξεχωρίζει είναι το παιχνίδι του φωτός, η ακουστική και το άρωμα που εκπέμπει ο χώρος λόγω των υλικών που έχουν χρησιμοποιηθεί για να συμβάλλουν στο συναίσθημα. Βασικός επίσης παράγοντας στην επιλογή των υλικών είναι η ικανότητα τους να γερνούν όμορφα, ενισχύοντας, με την πάροδο του χρόνου, την ποιότητά τους.

Η όλη κατασκευή χρηματοδοτήθηκε από δωρεές, γεγονός που επέκτεινε τον χρόνο κατασκευής. Ωστόσο, αυτή η περίοδος επέτρεψε στους αρχιτέκτονες -όπως ομολογούν- να επαναξιολογήσουν το σχέδιο εξετάζοντας προσεκτικά τεχνικές και συμβολικές πτυχές διασφαλίζοντας τις κατασκευαστικές λεπτομέρειες, σύμφωνα πάντα με τους οικονομικούς και τεχνικούς περιορισμούς.

Ελεύθερα 15.12.2024