Τα πνευματικά δικαιώματα του Τείχους της Λέμπας ανήκουν στους δημιουργούς του και στους νόμιμους κληρονόμους τους, επισημαίνει το Επιμελητήριο Καλών Τεχνών.

Σε ανακοίνωση- παρέμβαση το ΕΚΑΤΕ εκτιμά ότι το Κράτος αγνοεί το νόμο περί πνευματικής ιδιοκτησίας, καταγγέλλοντας το γεγονός ότι το Υφυπουργείο Πολιτισμού επιμένει ότι κανείς- συμπεριλαμβανομένης της οικογένειας Παράσκου- δεν έχει το δικαίωμα να μετακινήσει ή να τροποποιήσει οποιοδήποτε μέρος του Τείχους και μάλιστα σημειώνει ότι «έχει ειδοποιηθεί η αστυνομία για την προστασία του».

Σύμφωνα με το ΕΚΑΤΕ ο τόνος της επιστολής συνιστά απειλή και καχυποψία, καθώς κανένα μέλος της οικογένειας Παράσκου δεν πρότεινε ποτέ να καταστρέψει το έργο. «Αντιθέτως, είναι εκείνοι που το δημιούργησαν, το συντήρησαν και το ανέδειξαν στο κοινό επί δεκαετίες». Σύμφωνα με το ΕΚΑΤΕ, το κράτος, το οποίο αγνόησε τον χώρο για χρόνια, τώρα επιχειρεί να διεκδικήσει την αποκλειστική εξουσία πάνω σε ένα έργο που δεν δημιούργησε και δεν κατέχει νομικά.

Επισημαίνεται εντούτοις ότι τα πνευματικά δικαιώματα του Τείχους ανήκουν στους δημιουργούς και τους νόμιμους κληρονόμους τους. Αυτό περιλαμβάνει τα ηθικά δικαιώματα (πατρότητα και ακεραιότητα του έργου) και τα περιουσιακά δικαιώματα (χρήση, αναπαραγωγή, τροποποίηση), τα οποία προστατεύονται για τη διάρκεια ζωής του καλλιτέχνη και για 70 χρόνια μετά το θάνατό του.

Το Μεγάλο Τείχος της Λέμπας, ένα μνημειακό γλυπτικό και ζωγραφικό έργο τέχνης, δημιουργημένο από τον Στας Παράσκο και μια ομάδα κοινοτικών καλλιτεχνών επί σειρά ετών, βρίσκεται στο επίκεντρο της σύγκρουσης ανάμεσα στο Υφυπουργείο και την οικογένεια του καλλιτέχνη. Το ΕΚΑΤΕ σημειώνει ότι το μεγάλης κλίμακας έργο- αποτελούμενο από σκυρόδεμα, ανάγλυφα, μωσαϊκά και ζωγραφισμένες επιφάνειες- προστατεύεται όχι μόνο ως μέρος του δομημένου περιβάλλοντος, αλλά κι ως πρωτότυπο έργο τέχνης, σύμφωνα με την κυπριακή και ευρωπαϊκή νομοθεσία περί πνευματικής ιδιοκτησίας.

Η ανακοίνωση επισημαίνει ότι η κληρονομιά του αείμνηστου Στας Παράσκου «αντιμετωπίζει μια σιωπηλή αλλά ισχυρή διαγραφή».

Παρά τη δεκαετή διαβούλευση με τις αρχές και τη διάθεση της οικογένειας για συνεργασία με δημόσια προγράμματα, η οικογένεια έχει αποκλειστεί από τη χρήση και το μέλλον του χώρου που οι ίδιοι ίδρυσαν και συντήρησαν. Σύμφωνα με το ΕΚΑΤΕ, η αιτιολόγηση του Υφυπουργείου ότι «ξοδεύτηκαν πάρα πολλά χρήματα για να δοθεί ο χώρος σε ιδιώτες» αντιφάσκει με τη δημόσια πρόσκληση που ακολούθησε και καλεί οποιονδήποτε να υποβάλει σχέδιο διαχείρισης, προσφέροντας ακόμη και κρατική επιχορήγηση αν η λειτουργία δεν είναι οικονομικά βιώσιμη.

«Το Μεγάλο Τείχος της Λέμπας δεν είναι απλώς ένας χώρος πολιτιστικής κληρονομιάς. Είναι ένα ζωντανό έργο τέχνης, προστατευμένο από πνευματικά δικαιώματα, ριζωμένο σε συγκεκριμένο πλαίσιο και χτισμένο από χέρια που ακόμη ζουν ανάμεσά μας. Το να εκδιώκεις αυτά τα χέρια, να φιμώνεις τη φωνή τους και να αγνοείς τα νομικά τους δικαιώματα δεν είναι προστασία. Είναι ιδιοποίηση. Κι αυτό είναι κάτι που καμία δημοκρατική κοινωνία δεν πρέπει να ανεχτεί» αναφέρει τέλος η τοποθέτηση του Επιμελητηρίου.