Ο εξέχων σκηνοθέτης και καλλιτεχνικός διευθυντής του Θεάτρου Πορεία δηλώνει ότι ο εφιάλτης είναι μέρος της ιδιοσυστασίας του.
Με υποδέχτηκε στην αυλή του σπιτιού του στην Παιανία, λίγες μέρες πριν από την επιδαύρεια πρεμιέρα της πρώτης του σκηνοθετικής απόπειρας στο αρχαίο δράμα. Παράδοξο μεν, αλλά αποκαλυπτικό της στάσης του απέναντι στην τέχνη ότι ο Δημήτρης Τάρλοου τολμά τώρα μόνο να αγγίξει το είδος, με αφορμή τον πρόσφατο θάνατο της μητέρας του, Μαρίνας Καραγάτση. Η Ηλέκτρα του Σοφοκλή, που παρουσιάζει το Θέατρο Πορεία και καταφθάνει στο Κούριο για να ρίξει την αυλαία του Διεθνούς Φεστιβάλ Αρχαίου Δράματος, γίνεται έτσι ένα είδος τελετουργικής κατάδυσης στην οικογενειακή μνήμη και την τραυματική κληρονομιά. Για τον ίδιο, η τραγωδία είναι το πεδίο όπου η βία δεν αναπαρίσταται, αλλά εξορκίζεται και η μοίρα βιώνεται ως τραγική σύμπτωση της βούλησης με το αναπόφευκτο.
–Τι σας κρατούσε σκηνοθετικά μακριά από το αρχαίο δράμα όλα αυτά τα χρόνια; Δεν θεωρώ ότι ένας σκηνοθέτης πρέπει ντε και καλά να καταπιαστεί με το αρχαίο δράμα. Χρειάζεται πολλή μελέτη και περίσκεψη. Δεν επαρκεί ο χρόνος για να δημιουργηθεί μια συνθήκη βαθιά, με οποιοδήποτε έργο της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Δεν υπάρχει η δυνατότητα να έχουμε ένα ensemble και να ασκούμαστε για ένα χρόνο. Αν υπήρχε, το αποτέλεσμα θα ήταν πολύ διαφορετικό. Αν γίνει κάπως αποδεκτό αυτό που κάνουμε, θα ήθελα να το ξαναδουλέψω σε διαφορετική κλίμακα, ακόμη και σε κλειστό χώρο. Γενικά, είμαι υπέρ της εμβάθυνσης. Δεν θεωρώ αυτονόητο για κάποιον ότι μπορεί ν’ αντιμετωπίσει τέτοια θηριώδη έργα, ακόμη και σε ώριμη ηλικία. Ούτε και για μένα.
–Τι ρόλο παίζει η αμφιβολία στον τρόπο που πορεύεστε καλλιτεχνικά; Πρωταρχικό. Μού φαίνεται έως και περίεργο, αν τυχόν εισπράξω μια καλή κουβέντα για δουλειά μου. Εξακολουθεί να μού προξενεί τρομερή εντύπωση η επίδραση που μπορεί να έχει το θέατρο στις ζωές των ανθρώπων.
–Γιατί τώρα η Ηλέκτρα; Μάλλον εξ ενστίκτου και με αφορμή και βαθύτερη σύνδεση τον πρόσφατο θάνατο της μάνας μου. Η άλυτη σχέση με τον πατέρα που έχει η Ηλέκτρα, το λεγόμενο Σύνδρομο της Ηλέκτρας, είναι κάτι που πάντα μ’ ενδιέφερε, διότι η μάνα μου είχε ανάλογο σύμπλεγμα με τον δικό της πατέρα κι αυτό υπήρξε απόλυτα τραυματικό και καθηλωτικό για τη ζωή της.
–Με ποιον τρόπο; Δεν μπόρεσε, ουσιαστικά, να ζήσει και ν’ απελευθερωθεί, εξαιτίας αυτής της τραυματικής σχέσης με τον πατέρα της, τον Μ. Καραγάτση, που πέθανε νωρίς στα 52 του. Αυτό της άφησε πολλά κατάλοιπα, ανεπίλυτα ζητήματα που δεν θέλησε να εξερευνήσει γιατί ήταν οδυνηρά. Καλλιτεχνικά, την εξουδετέρωσε, την ευνούχισε, την κατέστησε ανάπηρη μέχρι την ηλικία των 70 ετών όταν και τελικά τόλμησε να γράψει δικό της βιβλίο. Ήθελα να διερευνήσω αυτή τη σχέση, η οποία είναι ερωτική και ταυτοχρόνως τρομερά τραυματική-κι ίσως να την είχα κι εγώ με μητέρα μου εν είδει οιδιποδείου. Ο πατέρας της την έκρινε πολύ αυστηρά, αδυσώπητα έως και σαδιστικά. Μπορώ να φανταστώ έναν Αγαμέμνονα πατέρα- αφέντη και ταυτοχρόνως μέγιστο εραστή, ο οποίος λειτουργεί με τρόπο τραυματικό για την οικογένειά του. Αυτή η κυριαρχική και αρχετυπική φιγούρα είναι το σημείο εκκίνησης.
–Πού συναντά ο Αγαμέμνονας τον παππού σας, τον Καραγάτση; Ο Καραγάτσης ήταν άνθρωπος με αστείρευτο ταλέντο, αλλά ναρκισσιστικός στη συμπεριφορά του, συχνά βίαιος σε ψυχικό επίπεδο. Ο Αγαμένονας είναι αυτός από τον οποίο εξαρτάται όλη η χώρα: κινεί το στράτευμα, κινεί τα πάντα. Δολοφονεί τη μια του κόρη, ένα 15χρονο κορίτσι, με πρόσχημα την απαίτηση της θεάς. Επιστρέφει από την Τροία με την Κασσάνδρα, την οποία έχει βιάσει. Είναι το πρότυπο του πατέρα- αφέντη στην Ελλάδα των επών, της ανδρείας, του ανυποχώρητου πάθους.
–Παιδί αυτής της επικής Ελλάδας δεν είναι και η Ηλέκτρα; Με όλες τις παθογένειες, τα προσόντα, τις ευαισθησίες. Αυτή η σύγκρουση που υπάρχει μέσα στην Ηλέκτρα την καθιστά ένα γνώριμο, κατανοητό, όσο και αινιγματικό πρόσωπο. Εμπεριέχει στοιχεία ναρκισσισμού, θυμού, εκδικητικότητας, κοφτερής ειρωνείας, αλλά και μιας τρομερής ανάγκης για αλήθεια, για εσωτερική δικαίωση. Περιέχει επίσης τον τραυματικό κόσμο ενός αδικαίωτου παιδιού που δεν έχει γνωρίσει άντρα. Γι’ αυτήν, αφού δεν υπάρχει ο πατέρας, δεν υπάρχει κανείς. Μ’ ενδιέφερε η ψυχαναλυτική διάσταση του έργου που τελικά αποκτά πιο υπαρξιακά και οικουμενικά χαρακτηριστικά. Σε προσωπικό επίπεδο, παίχτηκε ένα τέτοιο δράμα μέχρι τέλος. Έτσι, θέλησα να αφιερώσω αυτή τη δουλειά στη μητέρα μου, εκπληρώνοντας μια προσωπική ανάγκη να διερευνήσω τις γονεϊκές σχέσεις.

–Τι παραμένει μέσα σας ως μνήμη ή χνάρι από την οικογένεια που μεγαλώσατε; Η αδιάπτωτη πεποίθηση ότι η τέχνη, η ομορφιά θα σώσει τον άνθρωπο. Ό,τι κάνω, το κάνω για χάρη της. Είμαι υπηρέτης της τέχνης. Εγώ την έχω ανάγκη κι όχι εκείνη εμένα.
–Η Ηλέκτρα είναι δέσμια του πένθους και εμμονικά προσηλωμένη στο «χρέος της εκδίκησης». Είναι η εκδίκηση πράξη λύτρωσης ή μια νέα μορφή τυραννίας; Αυτό το ερώτημα, ακριβώς, είναι το θέμα της παράστασης. Δηλαδή, πόσο μπορεί η επιτέλεση των πράξεων εκδίκησης να αποτελέσει καθαρτήρια κατάληξη ενός δράματος. Η πρότασή μας μάλλον υποστηρίζει πως δεν μπορεί κι αυτό προκύπτει από τις πράξεις. Παρόλη την εμμονή να δολοφονήσει τη Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της μέσω του Ορέστη, όταν τελικώς το καταφέρνει δεν απαλύνει το πένθος της ή τη διάθεση για εκδίκηση. Απλώς, νιώθει ένα μεγάλο κενό. Παραμένει αμφίθυμη και ενδεχομένως εσωτερικά μετανιωμένη. Διότι συνειδητοποιεί ότι ο φόνος δεν τη βοήθησε σε κάτι. Αν είναι αδυσώπητη και καίρια, αυτό έχει να κάνει περισσότερο με την αυτοκαταστροφική της τάση. Δηλαδή, το μαχαίρι που στρέφει στη μάνα ήθελε στην πραγματικότητα να το στρέψει στον εαυτό της.
–Τι σας λέει η φιγούρα της Ηλέκτρας για τη θέση της γυναίκας σήμερα, για το δικαίωμα στην οργή; Δεν νομίζω ότι η οργή της Ηλέκτρας έχει κάποια σχέση μ’ αυτό που εμείς γνωρίζουμε σήμερα ως ανταπόκριση της γυναίκας στην έξωθεν αδικία. Είναι καθαρά προσωπικό ζήτημα. Δεν έχει χαρακτηριστικά κοινωνικής αδικίας. Στην πραγματικότητα, αρνείται να πράξει αυτό που της λένε: ασυμβίβαστη, αναρχική, ανέραστη, ανευχαρίστητη μέχρι τέλους.
–Η έλευση του Ορέστη τελικά την ανακουφίζει ή την περιπλέκει περισσότερο; Είναι συντετριμμένη όταν τελικά έρχεται ο Ορέστης. Η απουσία του, είναι μια λύση. Περιμένοντάς τον, έχει την απόλυτη δικαιολογία να συνεχίζει το πένθος. Η παρουσία του τής προκαλεί τεράστια αμηχανία. Χαίρεται, τον αγκαλιάζει, γίνεται αυτή η συγκινητική αναγνώριση, αλλά δεν φαίνεται αυτό να κινητοποιεί κάτι σε σχέση με την εσωτερική της πορεία.
–Ο Ορέστης πράττει, σκοτώνει, χωρίς να μεγαλοστομεί. Αντίθετα, η Ηλέκτρα κραυγάζει χωρίς να ενεργεί, μέχρι την έλευσή του. Ποια από τις δυο φωνές σάς ταιριάζει πιο πολύ; Οπωσδήποτε της Ηλέκτρας. Οι πραγματιστικές φωνές, οι φωνές της ρεάλ πολιτίκ και του κυνισμού δεν με έλκουν καθόλου. Δεν φταίει, βέβαια, ο Ορέστης. Μεγάλωσε δέκα χρόνια στην ξενιτιά, κάνοντας γυμνάσια προκειμένου να γίνει εκδικητής, ένας ιδιότυπος σαμουράι. Μαθαίνει πώς θα είναι ατσάλινος εσωτερικά για να σκοτώσει την ίδια του τη μάνα. Όταν εμφανίζεται στο σπίτι των παιδικών του χρόνων τα πράγματα αλλάζουν. Όλα λειτουργούν εσωτερικά σαν μια τεράστια ταραχή. Τελικά, τα προτάγματα της εκδίκησης τον ωθούν να τελειώσει τη δουλειά.
–Επιλέξατε την εμβληματική μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά. Τι «ζήτησε» από εσάς αυτή η γλώσσα; Διάβασα όλες τις μεταφράσεις. Η γλώσσα του Χειμωνά είναι προ τριακονταετίας περίπου, όμως ακόμη ζώσα. Μια γλώσσα ποιητική, με καθομιλούμενη, προφορική αξία. Από τις καλύτερες που διαθέτουμε. Φυσικά, θα προτιμούσα να είχε γίνει νέα μετάφραση για λογαριασμό μου, αλλά δεν είχαμε την πολυτέλεια του χρόνου. Απαιτεί πολύ μελέτη και συνομιλία με τον μεταφραστή.
–Ποια ήταν η πιο δύσκολη απόφαση που πήρατε κατά τη διάρκεια των προβών; Η διανομή. Να επιλέξω τους σωστούς ανθρώπους στη σωστή θέση. Από εκεί και πέρα, υπήρχε πολλή διαθεσιμότητα από όλο το cast στο να δοκιμάσει πράγματα. Είναι όλοι εξασκημένοι στον αυτοσχεδιασμό. Ανταπεξήλθαν θετικότατα στη συνθήκη να πάμε να ζήσουμε κοινοβιακά για μία εβδομάδα στην Άνδρο. Βοήθησε πολύ τη μεταξύ τους σχέση και επικοινωνία. Είναι σπάνιες οι φορές που βλέπεις ένα cast τόσο δεμένο. Αυτό διευκόλυνε τις δοκιμές και δημιούργησε αβίαστα το αποτέλεσμα.

–Πώς διαχειριστήκατε τις σκηνές βίας; Μέσα στις αυτοσχεδιαστικές πρόβες προέκυψαν δράσεις οι οποίες δημιούργησαν αμηχανία λόγω της ιδιαίτερης βίας τους. Η περιοχή της βίας είναι ενδιαφέρουσα και σύμφυτη του θεάτρου. Οφείλουν οι ηθοποιοί να μπαίνουν σ’ αυτήν και μάλιστα με χαρά. Στην Ελλάδα αυτό δεν είναι αυτονόητο. Σε στιγμές με πραγματική πρόθεση βίας, δημιουργήθηκε μεγάλη ένταση. Αυτό ήταν ταυτοχρόνως ικανοποιητικό, αλλά βρισκόμασταν και στην κόψη του ξυραφιού. Χρειαζόταν ιδιαίτερη διαχείριση. Βέβαια, αν οι ηθοποιοί είναι ασκημένοι επανέρχονται εύκολα, γιατί ξέρουν ότι αυτές οι δοκιμές είναι το ψωμοτύρι της δημιουργίας, το υλικό τους. Απλά χρειάζονται λίγο χρόνο.
–Τι συμβαίνει όταν ένας ηθοποιός έχει ταυτόχρονα να παίξει άλλον ρόλο αλλού, στο θέατρο, την τηλεόραση, το σινεμά; Τα αποτελέσματα τα είδαμε. Δεν μ’ αρέσει καθόλου η παράλληλη ενασχόληση, παρότι είναι σύμπτωμα της εποχής. Προτιμώ ηθοποιούς απόλυτα συγκεντρωμένους και δοσμένους σ’ έναν ρόλο για έναν ολόκληρο χρόνο. Αναζητώ συνοδοιπόρους και συμπαραστάτες, καλλιτέχνες που να είναι ταγμένοι. Δεν μπορώ να λειτουργήσω διαφορετικά.
–Λένε ότι η Επίδαυρος έχει δική της συνείδηση. Λειτουργεί σαν οντότητα. Πώς το βλέπετε αυτό; Η Επίδαυρος είναι ζώο. Μοιάζει με ατίθασο πουλάρι που πρέπει να τιθασευτεί. Είναι μια υποχρέωση, η οποία για μένα προσωπικά είναι κουραστική. Δεν ζω γι’ αυτό. Θεωρώ ότι αν μια παράσταση έχει ευαισθησία, ουσία και απεύθυνση, το ζώο ούτως ή άλλως θα τιθασευτεί. Αλλά και να μην τιθασευτεί και φάμε ντομάτες, εντάξει, μέρος της ζωής είναι κι αυτό. Δεν θα μου αρέσει, αλλά δεν θα πεθάνουμε κιόλας. Θέλω να ελπίζω ότι ο τρόπος με τον οποίο δουλέψαμε και η καθαρότητα της αφήγησης, θα μάς γλιτώσει από τέτοιες αντιδράσεις.
-Πώς σχολιάζετε τις προσδοκίες και τις προκαταλήψεις που κουβαλά το ελληνικό κοινό απέναντι στο αρχαίο δράμα; Στην Ελλάδα υπάρχει μια αρχαιολαγνεία, σύμφυτη όμως με αγραμματοσύνη και ασχετοσύνη. Όταν θεωρείς τον εαυτό σου απευθείας απόγονο και διαχειριστή των πνευματικών δικαιωμάτων των προγόνων, αλλά ταυτοχρόνως δεν γνωρίζεις πολλά γι’ αυτούς, δημιουργούνται μύθοι, προσδοκίες και ισχυρές γνώμες. Η «θεατρική νομιμότητα» δεν έχει να κάνει με τη «νομιμότητα» που έχει στο κεφάλι του ένας θεατής. Έχω πάει εγώ ποτέ σ’ έναν αρχιτέκτονα να του πω πώς θα σχεδιάσει ένα σπίτι; Όλοι στην εποχή του ίντερνετ έχουν γίνει ειδήμονες: επί του ποδοσφαίρου, επί του πιεστηρίου, επί των παραστάσεων. Αυτό δημιουργεί σύγχυση και κόπωση. Ο καθένας καταθέτει την άποψή του λες και είναι η πιο σημαντική στον κόσμο, επειδή καταγράφει μ’ ένα πληκτρολόγιο όσα κάποτε θα ξεφούρνιζε σ’ ένα καφενείο και δεν θα τον άκουγε κανείς. Στην πραγματικότητα οι παραστάσεις ή λειτουργούν ή δεν λειτουργούν. Από εκεί και πέρα, εν ριπή οφθαλμού, παίρνει τη σκυτάλη το «από στόμα σε στόμα».
–Γιατί έχουμε εξιδανικεύσει την Επιδαύρο και θεωρούμε ότι μια παράσταση εκεί λειτουργεί διαφορετικά; Έχει συμβολικά συνδεθεί με την απαρχή του θεάτρου. Δεύτερον, είναι ένας αρχαιολογικός χώρος μεγάλος και καλά συντηρημένος. Επίσης, εκεί αναβίωσε το αρχαίο δράμα από τα μέσα του 20ού αιώνα. Λειτουργεί στο συλλογικό υποσυνείδητο ως χώρος καθιέρωσης. Ταυτοχρόνως, όμως, συμβάλλει στη βεβήλωση του αρχαίου δράματος. Είναι τόσες οι αισθητικές εκτροπές, οι αποτυχημένες παραστάσεις που προκύπτει μια μεγαλοποίηση και ωθείται ο θεατής να είναι περισσότερο κριτής και δικαστής παρά ν’ απολαμβάνει το δρώμενο. Αυτό είναι δυστύχημα, διότι πρέπει να είναι καθαρός, έτοιμος για τα πάντα κι όχι προϊδεασμένος. Στην εποχή μας όλοι γνωρίζουμε πριν καν δούμε. Ας υπάρχει και μια έκπληξη, στο κάτω- κάτω.
–Τελικά, είναι βάρος για σας η Επίδαυρος; Το αντίθετο: ελαφρότητα. Είμαι σίγουρος ότι θα κάτσω στη δεύτερη σειρά και καθώς σβήνουν τα φώτα θα είναι σαν να αιωρούμαι σε σιωπηλό αιθέρα, όπως το εννοούσε ο Αλέκος Φασιανός. Θέλω να το δω ως μαγική εμπειρία κι όχι σαν φορτίο, ή επιταγή που εξαργυρώνεται. Ακόμη κι αν αρέσει πολύ η παράσταση, δεν θα σημαίνει πολλά παρά μόνο ότι ενδεχομένως βρήκαμε κάτι που λειτούργησε. Θα με καθιστά αυτό εμένα ειδήμονα επί του αρχαίου δράματος; Για όνομα του Θεού! Ειλικρινά το λέω, δεν θεωρώ τον εαυτό μου ειδικό. Προτιμώ να απολαμβάνω τα πράγματα ένα- ένα και στο κάτω- κάτω μια δουλειά να με συγκινεί πρώτα εμένα. Δεν συμβαίνει πάντα αυτό.

–Τι σας δυσκόλεψε περισσότερο; Η ιδέα των χορικών. Δεν ήξερα πώς θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα της παρουσίας και λειτουργίας του Χορού στο δράμα, πώς θα τραγουδήσουν αυτές οι γυναίκες. Μου φαινόταν περίεργο που οι αρχαίες τραγωδίες έχουν μουσικά ιντερμέδια, όπως συμβαίνει σήμερα στην επιθεώρηση ή το μιούζικαλ. Οι απορίες λύθηκαν στην πράξη, καθώς συνειδητοποιούσα τη λειτουργία των χορικών.
-Πώς επηρεάζει η πολιτισμική μας μνήμη την πρόσληψη του αρχαίου δράματος; Για μένα η αρχαία τραγωδία είναι συνώνυμη του κάλλους, της ομορφιάς. Δεν ήθελα με τίποτα να υπάρχει σκηνική ασχήμια. Δουλέψαμε πολύ με τον Πάρη Μέξη για το πώς μπορεί να λειτουργήσει η μυθολογία της ελληνικής ζωγραφικής του 20ού αιώνα. Πήραμε πίνακες του Τσαρούχη και δημιουργήσαμε με βάση τη χρωματική του παλέτα, αλλά και με χαρακτήρες από τα έργα του, όπως τους φαντάρους. Ο Ορέστης και ο Πυλάδης είναι βγαλμένοι μέσα από τον κόσμο αυτών των στρατιωτών. Ο δε Παιδαγωγός εμφανίζεται σε παραπλήσια μορφή, αλλά μοιάζει με τον Θεόφιλο.
–Τι σημαίνει σήμερα «ελληνικότητα»; Είναι σημείο εκκίνησης ή χίμαιρα; Η λέξη «ελληνικότητα» είναι στο μυαλό πολλών σύγχρονων ανθρώπων συνυφασμένη με κάτι ελαφρώς παλαιικό έως και φολκόρ. Δεν συμφωνώ. Αυτό που μας εξέθρεψε υπάρχει στο συλλογικό υποσυνείδητο, εμφανίζεται αισθητικά στη μουσική, τα χρώματα, το χιούμορ, το πώς ονειρεύεται ο Καραγκιόζης. Εν πάση περιπτώσει, στέκομαι στο αισθητικό κομμάτι ίσως επειδή προέρχομαι από ένα περιβάλλον εικαστικών. Ο πατέρας μου (σ.σ. Φίλιπ Τάρλοου) και η γιαγιά μου (σ.σ. Νίκη Καραγάτση) υπήρξαν ζωγράφοι. Μ’ ενδιαφέρει η σύνδεση με το παρελθόν. Πιστεύω ότι ο 20ός αιώνας είναι περίπτωση Χρυσού Αιώνα για την ελληνική ποίηση, λογοτεχνία, ζωγραφική. Ένα παράδειγμα είναι το πώς επανεφευρέθηκε το δημοτικό τραγούδι, αλλά και το ρεμπέτικο, το οποίο ακόμα λειτουργεί στους νέους ως συνδετικός κρίκος με το παρελθόν και εκφράζει ένα σύγχρονο συλλογικό αίτημα. Με ενοχλεί η «μοντέρνα» αντιμετώπιση λες και γεννηθήκαμε σε μια γερμανική επαρχία. Πώς γίνεται αυτό; Τ’ αυτιά μας έχουν ακούσει, τα μάτια μας έχουν δει. Και ακόμη περισσότερο στην Κύπρο που έχει μια πιο κοντινή σχέση με την αρχαία γλώσσα. Στον 21ο αιώνα υπάρχει σαφέστατη υποχώρηση και κακογουστιά.

–Ποιος είναι ο ρόλος της μουσικής; Η μουσική που έγραψε ο Φώτης Σιώτας ερμηνεύεται ζωντανά επί σκηνής και συνομιλεί διαρκώς με τη δράση. Περιλαμβάνει στοιχεία ηλεκτρονικής και ραπ, δημοτικού τραγουδιού και βυζαντινής μελωδίας που συμβαδίζουν με την ψυχική κατάσταση της Ηλέκτρας. Ως συνδετικός κρίκος χρησιμοποιείται ένα έξοχο, ηπειρώτικο τραγούδι που λέγεται «Δόντια πυκνά». Ήταν το πρώτο τραγούδι που έμαθα ως παιδάκι. Μου το έλεγε ο σπουδαίος μουσικός και εικαστικός Νίκος Χουλιαράς όταν ερχόταν σπίτι μας παρέα με τον στιχουργό Άκο Δασκαλόπουλο.
-Το θέατρο λειτουργεί ως ανάχωμα στη βία ή έχει παραδοθεί στην αισθητικοποίησή της; Υπάρχει μια μικρή παρεξήγηση για το τι σημαίνει βία επί σκηνής. Εάν σημαίνει αναπαραγωγή της, είναι ατελέσφορο. Κανένας θεατής δεν πηγαίνει στο θέατρο για να δει μια ακριβή, σχεδόν νατουραλιστική αναπαράσταση όσων διαδραματίζονται πίσω από κλειστές πόρτες, σε πολυκατοικίες, πάρκινγκ, σκυλάδικα ή αλλού. Αυτό δεν είναι τέχνη. Είναι άλλο η αποδοχή της τελετουργίας της βίας. Όλοι έχουμε ένα κομμάτι ενστικτώδες, που δεν ελέγχεται. Η αρχαία τραγωδία είναι αυτό που δεν θες να δεις ούτε στα χειρότερα όνειρά σου και ξυπνάς κάθιδρος. Αν καταδυθείς με τελετουργικό τρόπο, όπως ο Πενθέας στις Βάκχες, αυτή η κατάδυση στη βίαιη πλευρά της φύσης μας είναι λυτρωτική. Όταν τελειώνει, λέμε μέσα μας «ουφ, ένα έργο ήταν». Αυτό ακριβώς καθαίρει: ότι δεν συνέβη πραγματικά. Ότι ο διπλανός μας δεν είναι έτσι.
–Μπορούμε να απολαύσουμε έναν εφιάλτη; Ναι, βέβαια. Εγώ το επιζητώ. Διότι ξέρω ότι μέσα σ’ αυτά τα όνειρα κρύβεται η καλλιτεχνική δημιουργία, η παραδοχή πλευρών του εαυτού μου, οι φόβοι, οι προσδοκίες, η σεξουαλικότητά μου. Μετά από 12 χρόνια ανάλυσης, θεωρώ ότι είναι μέρος της ιδιοσυστασίας μου.
–Η ωραιοποίηση της βίας δεν ενέχει τον κίνδυνο της κανονικοποίησής της; Η άνοδος ενός ανθρώπου στη σκάλα ενός παλατιού με δεμένα μάτια, καθώς οδηγείται στον θάνατο, έχει κάτι τραγικό και ταυτόχρονα μεγαλειώδες. Ο Αίγισθος, στη δική μας τουλάχιστον εκδοχή, δεν είναι μόνο κάθαρμα, αλλά κι ένας άνθρωπος που υπερασπίζεται τον εαυτό του και τις πράξεις του. Ο Αγαμέμνων δεν ήταν μπουμπούκι. Και η Κλυταιμνήστρα θύμα ενός συστήματος είναι. Η οπτική ότι όλοι είναι άνθρωποι που έχουν και τα δίκια τους είναι που καθιστά τους φόνους τραγικούς. Το ζήτημα είναι ο θεατής να συντονιστεί μ’ αυτό, να διερωτηθεί πόσο γρήγορα αλλάζει η τύχη ενός ανθρώπου. Αυτό είναι η ζωή μας: μια τρομερή και συνεχής ανατροπή. Προσπαθούμε με νύχια και με δόντια να ισορροπήσουμε και να κρατηθούμε πάνω στο τεντωμένο υπαρξιακό σκοινί. Και είμαστε ευάλωτοι στα χτυπήματα της μοίρας, που μπορεί κάποιος να τη ονομάσεις «θεό», «ειμαρμένη», «τύχη» κ.ο.κ. Η αίσθηση είναι ότι όλα έρχονται προκαθορισμένα να μας βρουν.
–Πιστεύετε ότι υπάρχει κάτι προδιαγεγραμμένο; Δεν «προδιαγράφεται» από εμάς και τις πράξεις μας; Έχω την αίσθηση πως υπάρχει. Είναι συνδυασμός της δικής μας βούλησης και της ειμαρμένης. Αυτή η σύγκρουση δημιουργεί το τραγικό αποτέλεσμα. Είμαστε η τραγική σύμπτωση των πράξεων, των επιλογών μας, της ελεύθερης βούλησης και ταυτοχρόνως της ειμαρμένης. Και είμαστε ευάλωτοι. Το τραγούδι του Sting «Fragile» περιγράφει ακριβώς την ανθρώπινη περιπέτεια.
–Τι σημαίνει για εσάς «θεατρική ταυτότητα» σήμερα; Τον τρόπο με τον οποίο ασχολείσαι με το αντικείμενο. Το μεράκι που βάζεις. Υπάρχει και η τελειομανία σ’ αυτό. Δεν δέχομαι σε καμία περίπτωση, ακόμα και αν κοστίσει οικονομικά, να παρουσιάσω κάτι που να μην έχει μελετηθεί στην παραμικρή λεπτομέρεια. Γι’ αυτό και πολλές φορές συγκρούομαι με καλλιτέχνες που βλέπουν μια παραγωγή απλά ως ένα πέρασμα. Δεν το ανέχομαι. Ως Θέατρο Πορεία είμαστε μαθημένοι να κινούμαστε ανάμεσα σε «μεγάλα» εγχειρήματα και άλλα μικρότερης κλίμακας- πάντα όμως με την ίδια αίσθηση φροντίδας.
- INFO Ηλέκτρα του Σοφοκλή, Αρχαίο Θέατρο Κουρίου, 1η & 2/8, 9μ.μ. (προσέλευση στις 8μ.μ.). Διάρκεια: 90’. 7000 2414 Εισιτήρια: Sold Out Tickets & Καταστήματα Στεφανής
Ελεύθερα, 20.7.2025