Ο εργασιακός εκφοβισμός είναι ένας «αόρατος» εφιάλτης. Για το πρόβλημα με αφορμή την καταιγιστική ροή καταγγελιών μιλά στον «Φ» η συμβουλευτική ψυχολόγος Παντελίτσα Σάββα. Επισημαίνει ότι ο εργασιακός εκφοβισμός είναι ένας πολύ επιβλαβής παράγοντας τόσο για τη σωματική όσο και για την ψυχική υγεία των εργαζομένων. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που εμφανίστηκε τα τελευταία 30 χρόνια, ωστόσο ακόμα δεν είναι γνωστές οι πραγματικές του διαστάσεις, αφού πρόκειται για μια «αόρατη» μορφή κακοποίησης, στην οποία ο εργαζόμενος καλείται να αποδείξει με κάθε τρόπο τη θυματοποίησή του.

Ο εργασιακός εκφοβισμός μπορεί να εμφανιστεί μέσα από διάφορες μορφές κακοποίησης, τη σωματική, τη σεξουαλική, την ψυχολογική ή την οικονομική κακοποίηση, εξηγεί η κ. Σάββα. Η ηθική παρενόχληση, η οποία συνεπάγεται την ψυχολογική κακοποίηση, συμβαίνει στο μεγαλύτερο ποσοστό των εργαζομένων και αποτελεί μια από τις πιο συχνές και πιο σοβαρές μορφές παρενόχλησης στον εργασιακό χώρο. 

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

«Ο εργασιακός εκφοβισμός εκφράζεται μέσα από μια πληθώρα αντιδεοντολογικών συμπεριφορών, οι οποίες, ενώ δεν θα μπορούσαν να συνδέονται η μία με την άλλη, στην πραγματικότητα είναι όλες μέρος μιας συγκεκριμένης στρατηγικής εκφοβισμού, ταπείνωσης και αποδυνάμωσης του στόχου-θύματος», αναφέρει. «Σύμφωνα με τον Heinz Leymann, «πατέρα» της μελέτης της ηθικής παρενόχλησης στον χώρο εργασίας: «Ο ψυχικός τρόμος ή Μobbing στην επαγγελματική ζωή σημαίνει εχθρική και ανήθικη επικοινωνία που κατευθύνεται με συστηματικό τρόπο από ένα ή  αριθμό ατόμων κυρίως προς ένα άλλο άτομο. Υπάρχουν επίσης περιπτώσεις όπου αυτή η κινητοποίηση είναι αμοιβαία, έως ότου ένας από τους συμμετέχοντες γίνει outsider. Αυτές οι ενέργειες πραγματοποιούνται συχνά (σχεδόν κάθε μέρα) και για μεγάλο χρονικό διάστημα (τουλάχιστον για έξι μήνες) και, λόγω αυτής της συχνότητας και της διάρκειας, έχουν ως αποτέλεσμα σημαντική ψυχική, ψυχοσωματική και κοινωνική δυστυχία. Αυτός ο ορισμός εξαλείφει προσωρινές συγκρούσεις και επικεντρώνεται στη ζώνη μετάβασης όπου η ψυχοκοινωνική κατάσταση αρχίζει να οδηγεί σε ψυχιατρικές και/ή ψυχοσωματικές παθολογικές καταστάσεις».

Ο Heinz Leymann, σύμφωνα με τη συμβουλευτική ψυχολόγο, έχει εντοπίσει 45 βλαπτικές συμπεριφορές ενάντια στο θύμα, ενταγμένες σε πέντε μεγάλες κατηγορίες που αναφέρονται στην επικοινωνία, τις σχέσεις, το κοινωνικό status, την επαγγελματική θέση και την υγεία. Oι κατηγορίες αυτές είναι: 

– Επίδραση στην ελευθερία της έκφρασης και την επικοινωνία (π.χ. απαγόρευση στην έκφραση, λεκτική επίθεση, ύβρεις, συνεχόμενη αρνητική κριτική και περιφρονητικές χειρονομίες/εκφράσεις).

– Επίδραση στις κοινωνικές επαφές (π.χ. απομόνωση, απόρριψη και αποφυγή).

– Επίδραση στην επαγγελματική κατάσταση και ποιότητα ζωής (π.χ. ανάθεση πληθώρας εργασιών ή ανιαρές εργασίες ή ταπεινωτικά καθήκοντα, ανώτερα ή κατώτερα των δεξιοτήτων του ατόμου).

– Επίδραση στην προσωπική φήμη (π.χ. επιθέσεις κατά των απόψεων/της προέλευσης του ατόμου, φήμες, κουτσομπολιά και γελοιοποίηση, άσεμνες ή εξευτελιστικές εκφράσεις, υπαινιγμούς ή προτάσεις σεξουαλικού περιεχομένου).

– Επίδραση στη σωματική υγεία (π.χ. απειλές για σωματική κακοποίηση, χειρονομίες αλλά και σεξουαλικές επιθέσεις).

Τα θύματα του εργασιακού εκφοβισμού παρουσιάζουν δυσκολίες στη συναδελφική συνεργασία, επιλέγουν τη σωματική και συναισθηματική αποστασιοποίηση, έχουν συμπεριφοριστικές αλλαγές και εκδηλώνουν μια πληθώρα ψυχικών, ψυχοσωματικών και άλλων συμπτωμάτων όπως είναι η κατάθλιψη, οι αγχώδεις διαταραχές, οι εκρήξεις θυμού, η υπερευαισθησία, η κόπωση, ο θυμός, συμπεριφορές έντονης επιθετικότητας, καρδιαγγειακές παθήσεις, διαταραχές του γαστρεντερικού συστήματος και σε ορισμένες, πολύ ακραίες, περιπτώσεις αυτοκτονικό ιδεασμό.

Η συνηθέστερη μορφή εργασιακού εκφοβισμού, τονίζει η Παντελίτσα Σάββα, συμβαίνει από τον προϊστάμενο προς στον υφιστάμενο. Ο προϊστάμενος θεωρεί ότι ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να ακολουθεί με «τυφλή υποταγή» τις υποδείξεις του, οπότε σε περίπτωση που το εν δυνάμει θύμα δεν αποδέχεται την αυθαιρεσία και αντιστέκεται στον αυταρχικό τρόπο συμπεριφοράς του προϊσταμένου αυτόματα γίνεται στόχος εργασιακού εκφοβισμού. 

Η συμπεριφορά του θύτη, επισημαίνει, φαίνεται βιβλιογραφικά να προέρχεται από διαταραχές της προσωπικότητας, σύμφωνα με τους Brodsky και Randall. Ο θύτης παρουσιάζει ναρκισσιστικά στοιχεία προσωπικότητας, χαρακτηρίζεται από μεροληψία, θεωρεί ότι έχει κάθε δικαίωμα να εκφράζεται ελεύθερα, ακόμα και αν ο λόγος του πληγώνει τους υπόλοιπους, και τείνει να επιδεικνύει τη δύναμη ισχύος που έχει. 

Η Γαλλίδα ψυχίατρος Marie France Hirigoyen, σύμφωνα με την κ. Σάββα, ανέφερε ότι ο θύτης πιθανόν να είναι ένα άτομο με ψυχοπαθολογία, μια διαταραγμένη προσωπικότητα που «ικανοποιείται πληγώνοντας συνανθρώπους του και αναπτύσσει την αυτο-εκτίμησή του μεταφέροντας στους άλλους τον πόνο που αδυνατεί να αισθανθεί, αλλά και τις εσωτερικές του αντιθέσεις που αρνείται να επεξεργαστεί». 

«Σύμφωνα λοιπόν με τη Hirigoyen, όταν ένα τέτοιο άτομο κατέχει μια θέση εξουσίας, πιθανόν να εκτονώνει τη συσσωρευμένη του επιθετικότητα απέναντι σε άτομα κατώτερης ιεραρχικής βαθμίδας», διευκρινίζει. «Αυτό συμβαίνει κυρίως όταν δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι κανόνες νομικού και ηθικού περιεχομένου, οι οποίοι θα λειτουργήσουν ως πλαίσια προστασίας του θύματος. Σε γενικές γραμμές, οι θύτες φαίνεται να είναι επιφανειακά άτομα και έχουν την ικανότητα της εξαπάτησης, μειωμένα επίπεδα συναισθηματικής νοημοσύνης και χαρακτηρίζονται από την παθολογική τους ανάγκη για έλεγχο και επίδειξη ισχύος. Οι επιθετικές τους συμπεριφορές είναι συστηματικές και μεθοδευμένες απέναντι σε όποιον στοχεύουν, ενώ την ίδια στιγμή έχουν την ικανότητα να είναι φιλικοί, ευγενικοί και δουλοπρεπείς απέναντι στους υπόλοιπους συναδέλφους και σε άτομα ανώτερης εργασιακής βαθμίδας.

Όσον αφορά στα φύλα, τονίζει η Παντελίτσα Σάββα, σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύθηκε το 2016 στο περιοδικό Der Spiegel, επισημαίνεται ότι οι γυναίκες που έχουν υψηλές σε εργασιακή βαθμίδα θέσεις εργασίας είναι σαν να μαγνητίζουν εχθρικές συμπεριφορές «Mobbing». Επιπλέον έκθεση της Eurofound το 2016, αναφέρει, φανέρωσε ότι οι εργαζόμενες γυναίκες πλήττονται περισσότερο από την ηθική/ψυχολογική και σεξουαλική παρενόχληση, σε αντίθεση με τους άντρες οι οποίοι πλήττονται περισσότερο από τη σωματική κακοποίηση. Είναι αξιοσημείωτο επίσης το γεγονός ότι ομοφυλόφιλα άτομα δέχονται ιδιαίτερα έντονες εχθρικές συμπεριφορές στον χώρο εργασίας.

Πρόληψη και αντιμετώπιση

Νομοθετικά, ο περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμος, εξηγεί η Παντελίτσα Σάββα, αναφέρει ότι «η υγεία, σε σχέση με την εργασία, υποδηλώνει όχι μόνο την απουσία ασθένειας ή αναπηρίας, αλλά περιλαμβάνει και τα φυσικά, πνευματικά και ψυχικά στοιχεία που επηρεάζουν την υγεία και που έχουν άμεση σχέση με την ασφάλεια και την υγιεινή κατά την εργασία». Επίσης η Κύπρος έχει εναρμονιστεί με την Οδηγία 89/391/ΕΟΚ με τους περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμους του 1996 έως 2011 και τους περί Διαχείρισης Θεμάτων Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Κανονισμούς του 2002. Σύμφωνα με το άρθρο 5 της Οδηγίας 89/391/ΕΟΚ: «Ο εργοδότης υποχρεούται να εξασφαλίζει την ασφάλεια και την υγεία των εργαζομένων, ως προς όλες τις πτυχές της εργασίας». Ο κάθε εργαζόμενος μπορεί να απευθυνθεί στο υπουργείο Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων για καταγγελία, ενώ παράλληλα να λάβει ψυχολογική υποστήριξη και νομικές συμβουλές. 

«Όσον αφορά στη σεξουαλική παρενόχληση στον χώρο εργασίας, η Επίτροπος Διοικήσεως και Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων εξέδωσε το 2018 τον «Κώδικα πρακτικής για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της σεξουαλικής παρενόχλησης και της παρενόχλησης στη Δημόσια Υπηρεσία», καταλήγει. «Στον κώδικα αυτό αναγράφονται πολύ σημαντικές πληροφορίες, αλλά και πρακτικές στις οποίες μπορεί να προβεί το θύμα, καθώς επίσης και τους επίσημους θεσμούς για την υποβολή καταγγελιών. Στήριξη των θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης στον χώρο εργασίας, αλλά και διασύνδεση με τους αρμόδιους φορείς, παρέχει και ο Σύνδεσμος για την Πρόληψη και την Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια (Σ.Π.Α.Β.Ο), μέσω της γραμμής βοήθειας 1440».

Συναισθηματική η πίεση από γυναίκες

Όσον αφορά στην Κύπρο, η συμβουλευτική ψυχολόγος τονίζει ότι σημαντικά ήταν τα αποτελέσματα έρευνας που έγινε το 2020, για τη διερεύνηση της ηθικής παρενόχλησης σε κυπριακά δεδομένα. Η έρευνα αυτή, αναφέρει η κ. Σάββα, κατέδειξε ότι οι γυναίκες ασκούν ηθική παρενόχληση σε άλλες γυναίκες σε ποσοστό τριπλάσιο από αυτό που ασκούν σε άντρες ή και στα δύο φύλα.

«Αυτό σημαίνει ότι όταν μια γυναίκα βρίσκεται σε ένα εργασιακό περιβάλλον στο οποίο εργάζονται και άλλες γυναίκες έχει τριπλάσια πιθανότητα να θυματοποιηθεί από γυναίκα παρά από άντρα. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία, αυτό συμβαίνει διότι οι γυναίκες διαφέρουν από τους άνδρες στις στρατηγικές αντιμετώπισης προβλημάτων, υποστηρίζοντας ότι οι άνδρες χρησιμοποιούν πιο ενεργές και επικεντρωμένες στο πρόβλημα στρατηγικές αντιμετώπισης, όπως η σωματική ή/και σεξουαλική κακοποίηση, ενώ οι γυναίκες χρησιμοποιούν στρατηγικές αντιμετώπισης με επίκεντρο το συναίσθημα, όπως η ηθική/ψυχολογική παρενόχληση. Αυτό ωστόσο δεν αναιρεί κατ’ ουδένα λόγο ότι μπορεί να συμβεί και το αντίθετο, λαμβάνοντας πάντα υπόψη τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας του θύτη και του θύματος.

Όσον αφορά στο εργασιακό άγχος και τις επιπτώσεις του, σύμφωνα με την πανευρωπαϊκή δημοσκόπηση που διεξήγαγε ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια και Υγεία στην Εργασία, φάνηκε ότι το εργασιακό άγχος θεωρείται πιο συχνό στην Κύπρο από οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ε.Ε. Αν και οι εργαζόμενοι τις περισσότερες φορές θεωρούν ότι μπορούν να το διαχειριστούν, πολύ συχνά εκδηλώνουν αγχώδεις διαταραχές, μετα-τραυματικό σύνδρομο του στρες (PTSD), ψυχοσυναισθηματικές και ψυχοσωματικές δυσκολίες. Αναφέρουν ότι βιώνουν έντονο άγχος και πληθώρα αρνητικών συναισθημάτων, αλλά δεν μπορούν να κατανοήσουν τους λόγους και να προσδιορίσουν από πού απορρέει, ενώ τις περισσότερες φορές, εκτός από την ψυχολογική κατάσταση του ατόμου, επηρεάζει τις διαπροσωπικές του σχέσεις και τη λειτουργικότητά του. Γι’ αυτό είναι αρκετά σημαντική η έγκαιρη και η ορθή διάγνωση, η οποία θα φέρει την ορθή παρέμβαση και θα επιτρέψει την ολιστική ψυχολογική υποστήριξη του θύματος».