Η επέτειος για το δημοψήφισμα της 24ης Απριλίου 2024 για το σχέδιο Ανάν, έδωσε την ευκαιρία για συζητήσεις στη δημόσια σφαίρα, περισσότερο από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Και περισσότερο από όσους τότε τάχθηκαν τότε υπέρ του σχεδίου Ανάν.

Είναι σαφές πως υπάρχει μια ομάδα συμπολιτών μας, η οποία επιμένει ότι για να προχωρήσει προσπάθεια στο Κυπριακό πρέπει να κάνει μια ή περισσότερες κινήσεις η ελληνική κυπριακή πλευρά. Τούτο είναι η μόνιμη επωδός στις τοποθετήσεις τους. Να γίνει, λένε, μια ( ακόμη) υποχώρηση «για το καλό της διαδικασίας». Προφανώς έχουν υπόψη τους τι πρέπει να είναι το δώρο προς την κατοχική πλευρά, αλλά αποφεύγουν να το πουν ευθέως. Κάτι ψελλίζουν με την πολιτική ισότητα, που «απαιτούν» οι Τουρκοκύπριοι για «να ησυχάσουν», να μην φοβούνται»! Και τι σημαίνει τούτο;  Εκ περιτροπής προεδρία και βέτο ή και κάτι ίσως περισσότερο. Κάποιοι  αναφέρονται σε βέτο για όλες τις αποφάσεις, άλλοι σε κάποια ζητήματα. Τι κι εάν το κράτος θα παραλύσει; Τι κι αν η λειτουργία του θα εξαρτάται από την Τουρκία και η δημοκρατία θα «κρέμεται» πάντα από μια ψήφο; Πέραν της πολυπλοκότητας, τέτοιες ρυθμίσεις είναι διαχωριστικές και διαμορφώνουν ένα πλαίσιο, που κάθε άλλο παρά ενωτικό είναι. Περαιτέρω, φαίνεται να ακούγονται και απόψεις, που φλερτάρουν και με μια φόρμουλα που είναι κοντά σε αυτό που προτάσσει η κατοχική πλευρά αναφορικά με την κυριαρχία( κυριαρχική ισότητα).

Αυτοί που ενδιαφέρονται να υπάρξει κίνηση προς τους Τουρκοκύπριους, ουσιαστικά θα πετύχουν το αντίθετο από αυτό που υποτίθεται επιδιώκουν. Γιατί η διαμόρφωση συνθηκών για να συμφωνηθεί ένα μοντέλο, η λειτουργία του οποίου θα είναι περίπλοκη, δεν θα είναι προς όφελος κανενός. Άλλωστε πρέπει, επιτέλους, να καταστεί ξεκάθαρο πως ότι ωφελεί τους Τουρκοκύπριους, πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, δεν θα πρέπει κατά ανάγκη βοηθά την Τουρκία. Με τις σημερινές συνθήκες και δεδομένα δεν θα πρέπει να βοηθά την Άγκυρα, εκτός κι εάν αλλάξει συμπεριφορά και στάση. Και δεν θα αποτελεί μια επεκτατική δύναμη με βλέψεις σε βάρος άλλων κρατών.

Για την ιστορία πρέπει να αναφερθεί ότι για την Τουρκία, οι Τουρκοκύπριοι δεν είναι τίποτα άλλο, παρά ένας τουρκικός πληθυσμός εκτός τουρκικών συνόρων. Ένας πληθυσμός που επιχειρούν να εκμεταλλευτούν για να εξυπηρετήσει η Άγκυρα τους στρατηγικούς της στόχους. Σε αυτό το στρατηγικό παιχνίδι καλούνται να υπηρετήσουν και οι εκάστοτε εγκάθετοι της Τουρκίας στα κατεχόμενα. Δεν ενδιαφέρει ποσώς την Άγκυρα οι Τουρκοκύπριοι τους οποίους αντιμετωπίζει υποτιμητικά.

Το Κυπριακό πρέπει να αντιμετωπίζεται λαμβάνοντας πρωτίστως υπόψη και τις επιδιώξεις της πλευράς, που βρίσκεται στην αντίπερα όχθη. Η επεκτατική πολιτική της Τουρκίας, η «Γαλάζια Πατρίδα», δεν μπορεί να υποβαθμίζεται. Δεν αποτελεί απλά μια λεπτομέρεια. Δεν είναι ρητορική έξαρση του κατακτητή, αλλά σχεδιασμός μακράς πνοής και «όραμα».

 Αυτοί που θέλουν τη Λευκωσία να ντυθεί Άγιος Βασίλης είναι οι ίδιοι που περίμεναν τον Ερντογάν να εδραιωθεί στην εξουσία και να… προχωρήσει στην επίτευξη συμφωνίας στο Κυπριακό. Τον Ερντογάν, τον ιμπεριαλιστή, τον ηγέτη που διώκει και φυλακίζει όποιον έχει διαφορετική άποψη μαζί του. Όποιος είναι απέναντι του, τον θεωρεί εχθρό, τον συλλαμβάνει. Το πιο πρόσφατο και «λαμπρό» παράδειγμα, ο δήμαρχος Κωνσταντινουπόλεως, Εκρέμ Ιμάμογλου. Φίμωση, φυλακίσεις, διώξεις, στερήσεις δικαιωμάτων, παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων είναι η πολιτική του. Αυτά στο εσωτερικό της χώρας. Έναντι των γειτόνων επιθετικότητα και κινήσεις επεκτατικού χαρακτήρα. Σωστά θα επισημανθεί πως με αυτόν έχουμε να κάνουμε. Αυτή είναι η γεωγραφία. Με αυτούς έχουμε να κάνουμε και στη βάση αυτή θα διαμορφώνεται και η πολιτική, η τακτική, η στρατηγική, που δεν θα είναι εκείνη της προσαρμογής στους σχεδιασμούς της Άγκυρας.