Μέσα στο μαύρο που πλάκωσε τον τόπο και τις ψυχές, είναι σκηνές που σε κάνουν να ελπίζεις πως δεν θα χαθούμε. Είναι οι εκατοντάδες εθελοντές που έσπευσαν να βοηθήσουν, είναι ο γείτονας που προσπαθούσε να σώσει το διπλανό σπίτι το οποίο καιγόταν στην απουσία των ιδιοκτητών του, είναι ο πυροσβέστης που κρατά με τρυφερότητα στην αγκαλιά του ένα τρομαγμένο και τραυματισμένο σκυλί, είναι οι άνθρωποι που παραχώρησαν σπίτια για να φιλοξενηθούν άστεγοι, είναι οι αγγελίες για ζώα που βρέθηκαν και φιλοξενούνται ή περιθάλπονται, είναι ο Τουρκοκύπριος που ήρθε από τη Λεύκα με ένα διπλοκάμπινο γεμάτο μπουκάλες νερού, είναι οι προσφορές μικρές ή μεγάλες, είναι η ανθρωπιά που καταφέρνει να διασώζεται.
Είναι όλα αυτά σε πλήρη διάσταση με όλους αυτούς που μας κυβερνούν. Των οποίων η έγνοια ήταν να διασφαλίσουν τις διπλές και τριπλές συντάξεις τους, να αθωώσουν μια επίτροπο που πιάστηκε να οδηγεί έχοντας πιει, να νομοθετήσουν ώστε να μην αντιδρούμε, να αποτρέψουν μια μάνα από το να διεκδικήσει απονομή ευθυνών για τη δολοφονία του γιου της, να βγάλουν αντισυνταγματική την τοποθέτηση χρονοειδοποίησης στα φώτα τροχαίας, να ξεφορτωθούν τους ανάρμοστους, να μην χάσουν τη δεξίωση της Ισραηλινής πρεσβείας, να αθωώσουν ένα βιαστή, να περιφέρονται κάνοντας υπερφίαλες και κούφιες δηλώσεις.
Ακόμα και τώρα, στέκουν ανάμεσα στα αποκαΐδια και μας υποδεικνύουν πως είμαστε αχάριστοι. Δεν εκτιμήσαμε το γεγονός πως μόνο δύο άνθρωποι κάηκαν, των οποίων ούτε τα ονόματα δεν ειπώθηκαν μην αποκτήσει πρόσωπο η απώλεια. Προτεραιότητα μας ήταν οι ανθρώπινες ζωές, λένε και ξαναλένε. Στην κουβέντα πετάνε και το Μάτι. Εκεί κάηκαν 120 άνθρωποι. Ναι, άμα το δεις συγκριτικά ήταν μεγάλη επιτυχία της κυβέρνησης η απώλεια μόνο δύο ανθρώπων.
Κι ενώ δεν είναι ώρα για απόδοση ευθυνών, είναι ώρα για εξαγγελίες: «Όλοι θα αποζημιωθούν». Δεν αποζημιώνεται η απώλεια του σπιτιού σου όταν το χάνεις βίαια. Δεν είναι μόνο ντουβάρια που θα κτιστούν ξανά. Ήταν οι ζωές ανθρώπων μέσα. Ζωές που ανατράπηκαν από τη μια στιγμή στην άλλη. Είναι οι κήποι τους, τα περιβόλια τους, οι αμπελώνες, τα ζώα τους, οι συνήθειες τους, οι εκκλησιές τους, οι γείτονες και οι σχέσεις που δεν θα επανέλθουν γιατί δεν θα έχουν όλοι το κουράγιο να κτίσουν ξανά. Θα βρούνε αλλού καταφύγιο.
Δεν αποζημιώνεται η οικολογική καταστροφή. 120 τετραγωνικά χιλιόμετρα έχουν γίνει στάχτη. Μπορεί να ήταν ιδιωτικές περιουσίες, αλλά ήταν και δικές μας. Ήταν ο τόπος μας, οι διαδρομές μας, οι εικόνες, οι μνήμες μας. Τώρα, «δεν έχουμε ποτάμια δεν έχουμε πηγάδια δεν έχουμε πηγές/ μονάχα λίγες στέρνες, άδειες κι αυτές, που ηχούν και πού τις προσκυνούμε./Ήχος στεκάμενος κούφιος, ίδιος με τη μοναξιά μας/ίδιος με την αγάπη μας, ίδιος με τα σώματά μας./Μας φαίνεται παράξενο που κάποτε μπορέσαμε να χτίσουμε τα σπίτια τα καλύβια και τις στάνες μας».