«Οι άνθρωποι δεν είναι ποτέ τόσο απόλυτα και τόσο παθιασμένα μοχθηροί όσο όταν ενεργούν από θρησκευτικό ζήλο.» (Ουμπέρτο Έκο, «Το κοιμητήριο της Πράγας»)

Όσο «βλάσφημα» ή «προσβλητικά» κι αν θεωρεί κανείς τα έργα του Γιώργου Γαβριήλ είναι ζήτημα αν εθελούσια ή ακούσια θα τα έβλεπαν, βαριά- βαριά, καμιά 500αριά νοματαίοι. Μετά την κακόβουλη πόμπευσή του μέσω ενός παραπλανητικού κολάζ, με κοπτοραπτικές ενέργειες που θα ζήλευε κι ο ίδιος ο Γκέμπελς, τρίφτηκαν στη μούρη 500 χιλιάδων ατόμων αυτά που υποτίθεται ότι κάποιοι δεν θέλουν να βλέπουν και καθάπτουν τις θρησκευτικές τους ευαισθησίες. Συνεπώς, ακόμη και σύμφωνα με το δικό τους σκεπτικό, αυτός που ουσιαστικά προσβάλλει τη θρησκεία είναι αυτός που κατασκεύασε κι αυτός που ανέδειξε τη συγκεκριμένη εικόνα.

Προσωπικά, δυσκολεύομαι να φανταστώ ότι ειδικά ένα πολιτικό πρόσωπο δυσκολεύεται να μεταβολίσει τον απλό συνειρμό πως το ζήτημα εδώ είναι απλά αν επιτρέπουμε σε έναν άνθρωπο να πιάσει ένα πινέλο και να ζωγραφίσει ό,τι γουστάρει σε έναν καμβά. Μπορεί να είναι το πιο εξωφρενικό ή «προσβλητικό» θέμα: ο σατανάς να παίζει άρπα, μια σβάστικα με καρδούλες ή ακόμη και φριχτές, βίαιες πράξεις. Διότι, από τη στιγμή που αποτελεί εικαστικό δημιούργημα μπορεί να σημαίνει οτιδήποτε. Πώς θα το απαγορεύσεις αυτό; Θα βάλεις κλειδαριά στην παλέτα;

Ο δημιουργός κρίνεται, δεν διώκεται. Μόλις παραδώσει το έργο του δύο τινά προκύπτουν μόνο: αν το αποτέλεσμα θα αρέσει σε κάποιον ή όχι κι αν θα το αγοράσει κάποιος ή όχι. Απαραίτητη σημείωση ότι κάποιος που δεν του αρέσει δικαιούται επίσης να φρίξει, να ξινίσει τα μούτρα του, να κάνει και εμετό αν θέλει. Έχει πάντα την επιλογή να στρέψει το βλέμμα αλλού. Αυτό που δεν δικαιούται είναι να στοχοποιεί τον δημιουργό ή να υποκινεί τη βία εναντίον του.

Από τη στιγμή λοιπόν που δεν είναι χαζοί κάποιοι πολιτικοί ταγοί που έσπευσαν να καταδικάσουν -τι ακριβώς, μια ζωγραφιά;- και να στρέψουν τους καλοθελητές εναντίον ενός καλλιτέχνη, τότε προφανώς είναι επιτήδειοι. Μιλάμε, δηλαδή, για ξεκάθαρη πολιτική αλητεία εν μέσω προεκλογικής περιόδου με ψηφοθηρικές και πολωτικές βλέψεις, η οποία είναι δεδομένο ότι θα γυρίσει μπούμερανγκ. Και δυστυχώς όχι μόνο στους ίδιους, αλλά σε ολόκληρη την κοινωνία. Ως γνωστόν, όποιος σπέρνει ανέμους θερίζει θύελλες, όσο κι αν μετά που θα ελέγχεται για ηθική αυτουργία θα σφυρίζει αδιάφορα.

Τίποτα, λοιπόν, περισσότερο από τεχνητή ομίχλη φτιαγμένη από τοξικά προεκλογικά αέρια δεν έχουμε εδώ. Καθένας μετράει τα κουκιά του κι αν χρειαστεί κονταροχτυπιέται και με εθνικιστικά μορφώματα για το ποιος είναι πιο ακροδεξιός. Κάπως έτσι, βλέπουμε κατεξοχήν συστημικά και εξουσιαστικά κόμματα όπως λ.χ. ο ΔΗΣΥ να επιλέγουν στρατηγικά το τσαλαβούτημα στα θολερά ύδατα του εθνολαϊκισμού, εκτιμώντας ότι έτσι θα επαναφέρουν στο μαντρί απολωλότες ψηφοφόρους. Δείχνοντας ταυτόχρονα ότι θεωρούν δεδομένους ή ξεγραμμένους τους μετριοπαθείς.

Μαζί με τα υπόλοιπα κόμματα του κεντροδεξιού τόξου τρέχουν ασθμαίνοντας πίσω από τις καφρίλες του ΕΛΑΜ, επιτρέποντάς του να καθορίζει την πολιτική ατζέντα. Κάπου εδώ, όμως, θα έπρεπε κάποιος να τους υπενθυμίσει το ευφυολόγημα του Τζορτζ Μπέρναντ Σω: ποτέ μην παλεύεις με γουρούνι γιατί και οι δύο θα λερωθείτε, αλλά το γουρούνι θα το ευχαριστηθεί.

Σε κάθε περίπτωση, εφόσον έχουν κάνει και τις προεκλογικές τους σφυγμομετρήσεις, είναι πολύ ανησυχητικό ότι όλα αυτά τα κόμματα κρίνουν ότι θα έχουν μεγαλύτερο πολιτικό όφελος αγρεύοντας ψηφοθηράματα στα άγρια δάση του εθνολαϊκισμού. Μιλάμε για κανονικό διπλάρωμα της δημοκρατίας.

Το αν αυτή η οφθαλμοφανώς καιροσκοπική στάση τους επιβραβευτεί από τους ενδιαφερόμενους είναι βέβαια ένα άλλο ζήτημα. Να μην απορούν μετά αν έχουν το αντίθετο επακόλουθο και ωθήσουν το target group στα νύχια των «ορίτζιναλ» ακροδεξιών ή στις αγκάλες των αντισυστημικών γελωτοποιών και επιδραστών. Έβαλαν τα χεράκια τους και βγάλαν τα ματάκια τους.

Να καταλάβω, όμως, τους επαγγελματίες πολιτικάντηδες που δεν θέλουν να αφήσουν ούτε ψήφο να πέσει κάτω. Να καταλάβω και την ασπόνδυλη κυβέρνηση που προτιμά να σφυρίζει αδιάφορα μέχρι να ξεθυμάνει ο σαματάς. Το Υφυπουργείο Πολιτισμού τι επίσημη δικαιολογία έχει για τη μούγκα του; Η μόνη σοβαρή που μπορώ να φανταστώ είναι η απροθυμία εμπλοκής σε προεκλογικά παιχνίδια. Ειδικά, όταν στον στίβο βρίσκονται αρκετοί κυβερνητικοί εταίροι.

Ωστόσο, με τις διαστάσεις που έλαβε το όλο θέμα και κυρίως με τα όσα πια διακυβεύονται σε σχέση με στοιχειώδεις παραμέτρους και προϋποθέσεις για την ελευθερία της έκφρασης, δικαιολογίες πια δεν χωρούν. Αντίθετα, ο κρατικός θεσμός που δημιουργήθηκε για να υπηρετεί και να στηρίζει την πολιτιστική δραστηριότητα, έχει καθήκον να παρέμβει δημόσια και σταράτα. Κι όμως, αντί να αναγνωρίσει μια ευκαιρία επίδειξης θεσμικής ευθύνης και δημόσιας στήριξης της καλλιτεχνικής κοινότητας, αντιμετώπισε την υπόθεση ως παροδικό πολιτικό «βράχνιασμα» που θα περάσει με αφωνία.

Συγγνώμη, αλλά για ποιον λόγο ιδρύθηκε; Για να περιορίζεται στη διαχείριση κονδυλίων; Για να αναλώνεται ο/η Υφυπουργός σε ξύλινους χαιρετισμούς και σε εγκαίνια, ή ταξίδια εκπροσώπησης σε διεθνή φόρα και συμβούλια; Έχουν άδικο οι δημιουργοί όταν αισθάνονται απολύτως εκτεθειμένοι και ανυπεράσπιστοι, χωρίς θεσμική κάλυψη, απέναντι σε πιέσεις μηχανισμών που αμφισβητούν τον ίδιο τον πυρήνα της καλλιτεχνικής τους αυτονομίας;

Η Λίνα Κασσιανίδου προέρχεται από τον πανεπιστημιακό-επιστημονικό τομέα, ενώ η μητέρα της διευθύνει εδώ και μισό αιώνα μια από τις ιστορικότερες γκαλερί της Λευκωσίας. Δεν έχω καμία αμφιβολία για τις προσωπικές της απόψεις επί του θέματος. Τι έχει να χάσει, λοιπόν; Σκέφτεται να κάνει πολιτική καριέρα; Φοβάται μήπως ανασχηματιστεί;

Πάντως, η Ελληνίδα ομόλογός της, όταν χρειάστηκε να παρέμβει σε ανάλογους κρετινισμούς είχε πει ότι η λογοκρισία «αποτελεί ίδιον αυταρχικών καθεστώτων». Διερωτώμαι τι θα απαντήσει αν η Λίνα Μενδώνη ή κάποια άλλη Ευρωπαία ομόλογός της τη ρωτήσει, κατά την περίοδο της Προεδρίας, πού βρίσκεται σήμερα η Κύπρος πάνω σε θέματα ελευθερίας του λόγου.

* Το μικρό «αφιέρωμα» του τεύχους στην ελευθερία της έκφρασης και στην αντίσταση στον σκοταδισμό προέκυψε αυθόρμητα, χωρίς προσχεδιασμό. Ελπίζουμε να λειτουργήσει ως μια ταπεινή, αλλά αναγκαία συμβολή στους προβληματισμούς που εγείρονται.

Ελεύθερα, 21.12.2025