Η τελευταία δυσάρεστη κατάσταση με το Ανώτατο Δικαστήριο έφερε στο προσκήνιο διάφορα προβλήματα τα οποία υπεδείχθησαν και στο παρελθόν, όπως είναι οι καθυστερήσεις, η ανεπάρκεια των δικαστών, περιπτώσεις διαφθοράς που καταγγέλθηκαν και ακόμα δεν εξετάσθηκαν, προσόντα των δικαστών και η διαδικασία επιλογής τους καθώς και η εξέλιξη της σταδιοδρομίας τους. 
 
Έτσι το θέμα των μεταρρυθμίσεων των δικαστηρίων, το οποίο είναι καθοδόν, απέκτησε ιδιαίτερη σημασία και επείγοντα χαρακτήρα. Εκείνο που έχει τώρα σημασία είναι τι είδους καθοδήγηση και από πού να την πάρει η εκτελεστική εξουσία για τη σύνταξη των σχετικών μεταρρυθμιστικών νομοσχεδίων. Έχω τη γνώμη ότι τα δικαστικά λάθη τα οποία διαπιστώσαμε, αρκετά από τα οποία προϋπήρχαν, αλλά η λύση τους δεν διαφαινόταν στον ορίζοντα, πρέπει τώρα να είναι ο οδηγός των μεταρρυθμίσεων. Και τα λάθη αυτά αρχίζουν από τη διαδικασία που θα πρέπει να ακολουθείται για τον διορισμό και ανέλιξη των δικαστών μέχρι και τη μελέτη των προσόντων και των ικανοτήτων των δικαστών, τόσο όσον αφορά τις γνώσεις τους, την κρίση τους και την προσωπικότητά τους. Μέχρι τώρα αυτά δεν εξετάζονταν και διορίζονταν νεαροί δικηγόροι ως Πρωτόδικα Δικαστήρια με τεράστιες ελλείψεις που είχαν επιπτώσεις στην ταχύτητα και την ποιότητα των αποφάσεών τους. Πρέπει να γίνει συνείδηση ότι δεν είναι ντροπή να απορρίπτεις υποψήφιους είτε για τις δικαστικές θέσεις είτε για τις προαγωγές τους διότι δεν είσαι ικανοποιημένος για τις δυνατότητές τους. Μέχρι τώρα από τη στιγμή που διοριζόταν ένας νέος Δικαστής, η σταδιοδρομία του, γενικά, μέχρι το Ανώτατο Δικαστήριο ήταν εξασφαλισμένη. Και τούτο διότι οι προαγωγές των Δικαστών γίνονταν με βάση την αρχαιότητά τους. Δηλαδή, εάν ο «Α» Δικαστής είχε πρωτοδιοριστεί πριν από τον «Β», είχε προβάδισμα στην προαγωγή. Και αυτή η αρχή εφαρμοζόταν αυστηρά μέχρι του σημείου που όλοι οι δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου σήμερα να είναι αμέσως προηγουμένως οι αρχαιότεροι Προέδροι των Επαρχιακών Δικαστηρίων. Και αυτοί οι Προέδροι ήταν πριν οι αρχαιότεροι Επαρχιακοί Δικαστές. Και συνεχίζει αυτή η κατάσταση εις βλάβη των συμφερόντων της Δικαιοσύνης. Διότι ένας δικαστής μπορεί να μην έχει ικανότητες πέραν του Επαρχιακού Δικαστή και να βρεθεί Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αν όχι και Πρόεδρος αυτού. Διότι και ο Πρόεδρος δεν επιλέγεται βάσει αξίας, αλλά βάσει αρχαιότητας. Και υπάρχουν αποφάσεις Δικαστηρίων, οι οποίες είναι τόσο λανθασμένες που διερωτάται κανείς τι είδους δικαστές είναι αυτοί που τις εξέδωσαν. 
 
Πρόσφατα, για παράδειγμα, το Ανώτατο Δικαστήριο δίκαζε μια Ποινική Έφεση εναντίον μιας αθωωτικής απόφασης και μια νεοφερμένη δικαστής του Ανωτάτου με τη συμφωνία των άλλων εξέδωσε μια απόφαση, η οποία έχει πολλά αδικαιολόγητα λάθη, που ούτε η απλή λογική δεν τα επιτρέπει. Για παράδειγμα, ενώ η κατηγορία ήταν ότι ο κατηγορούμενος συμμετείχε στη διάπραξη του αδικήματος της παρακοής όρων δικαστικών διαταγμάτων και υπερασπίστηκε τον εαυτό του μόνος του, μας είπε η κ. δικαστής ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν απέδειξε ότι αυτός ήξερε τους όρους του διατάγματος, ενώ μια τέτοια γνώση ήταν αναμφισβήτητο γεγονός και συμπέρασμα στην όλη  διαδικασία που προηγήθηκε στο Πρωτόδικο Δικαστήριο. Ο κατηγορούμενος δεν υπέβαλε το αντίθετο. Επίσης, στη ίδια υπόθεση λέχθηκε, χωρίς να αμφισβητηθεί από την υπεράσπιση, ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά τη διάρκεια της εκδίκασης της υπόθεσης, προειδοποιούσε επανειλημμένως τον κατηγορούμενο να μην λέει κάτι που τον ενοχοποιεί. Αυτό γίνεται μόνο για αδικήματα άλλα από εκείνα που κατηγορείται ο κατηγορούμενος. Για εκείνα που κατηγορείται μπορεί κανείς να ενοχοποιεί τον εαυτό του. Έχει και άλλα μαργαριτάρια η υπόθεση αυτή, αλλά και πολλές άλλες του Ανωτάτου που θέλει τώρα, από ό,τι ακούω, σαν αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων, να αναβαθμιστεί αυτομάτως σε Ακυρωτικό Δικαστήριο, δηλαδή πιο πάνω από το Εφετείο, ανεξαρτήτως της αξίας του κάθε Δικαστή. Το Ακυρωτικό Δικαστήριο σε άλλες χώρες είναι η κορυφή της Δικαστικής εξουσίας για νομικά θέματα. Δηλαδή, θα καταντήσουμε οι μεταρρυθμίσεις αντί να μεταρρυθμίζουν, να αναβαθμίζουν αυτόματα δικαστές μέχρι την κορυφή των δικαστηρίων, έστω και αν αυτοί έχουν στοιχειώδεις ελλείψεις. Είναι σοβαρό το θέμα των μεταρρυθμίσεων και έτσι πρέπει να το εξετάζουν οι αρμόδιοι, αφού συμβουλευθούν τον δικηγορικό κόσμο και το τι συμβαίνει σε άλλες χώρες.