Στις 16 Απριλίου δεν θα έχουμε διαπραγμάτευση αλλά μια ανοικτή ανταλλαγή απόψεων, ξεκαθαρίζει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Πρόδρομος Προδρόμου, ενόψει της πρώτης μετά από εννέα μήνες κατ’ ιδίαν συνάντηση του Προέδρου Αναστασιάδη με τον Μουσταφά Ακιντζί. Οι στόχοι του Νίκου Αναστασιάδη καταγράφονται με σαφήνεια από τον κυβερνητικό εκπρόσωπο μέσα από τη συνέντευξη που παραχώρησε στον «Φ»: 

1 Να επαναβεβαιωθεί η προσήλωση στη συμφωνημένη διαδικασία των Ηνωμένων Εθνών και να υπάρχει πολιτική βούληση για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. 

2 Να διαπιστωθεί ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά δεν θέτει όρους και προϋποθέσεις που είναι εκτός του πλαισίου των διαπραγματεύσεων. 

3 Να ξεκινήσουν συνομιλίες χωρίς τις επιθετικές ενέργειες, τις παράνομες πράξεις και τις προκλήσεις της Τουρκίας. 

4 Η Άγκυρα να αφήσει τις δύο κυπριακές πλευρές χωρίς να παρεμβαίνει και να κηδεμονεύει τις διαδικασίες.

Το Προεδρικό στέλνει μήνυμα και στις τουρκικές απαιτήσεις σ’ ό,τι αφορά τα ενεργειακά: Ξεκαθαρίζει πως δεν τίθεται θέμα δημιουργίας της επιτροπής που προβάλλει η τουρκική πλευρά γιατί κάτι τέτοιο «ναρκοθετεί εντελώς τη διαδικασία εξεύρεσης συμφωνίας για λύση.

Τονίζει πως η επίλυση του Κυπριακού προέχει αλλά «δεν σημαίνει ότι θα εγκαταλείψουμε το ενεργειακό πρόγραμμα της Δημοκρατίας». 

Ο Πρ. Προδρομού μιλά και για τις εξελίξεις στον Συνεργατισμό καταγγέλλοντας ενέργειες που ισοδυναμούν με ένα «οικονομικό σαμποτάζ», ενώ υπογραμμίζει ότι σήμερα καταγγέλλουν εκείνοι που έχουν τη μεγαλύτερη ευθύνη. 

– Συμφωνήθηκε τελικά οι δύο ηγέτες να συναντηθούν για να δειπνήσουν στις 16 Απριλίου. Σε πολιτικό επίπεδο πoιο αποτέλεσμα μπορεί να περιμένουμε από αυτή τη συνάντηση;

– Με την επανεκλογή του, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είχε προτείνει να γίνει μια διερευνητική συνάντηση με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη. Σκοπός ήταν μέσα από μια συνάντηση «πρόσωπο με πρόσωπο» να διερευνηθεί η δυνατότητα να επαναρχίσουν οι διαπραγματεύσεις.

Στις 16 του μήνα δεν θα έχουμε διαπραγμάτευση, αλλά μια ανοιχτή ανταλλαγή σκέψεων και απόψεων. Το αποτέλεσμα που προσδοκούμε είναι να επαναβεβαιωθεί η προσήλωση στη συμφωνημένη διαδικασία των Ηνωμένων Εθνών και να υπάρχει η πολιτική βούληση για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων από εκεί όπου είχαν μείνει. Σε πολιτικό επίπεδο ο Πρόεδρος ελπίζει να διαπιστώσει ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά δεν θέτει όρους και προϋποθέσεις που είναι εκτός του πλαισίου διαπραγματεύσεων, όπως ακούμε τον τελευταίο καιρό. Αλλά και ότι θα μπορούσε να ξεκινήσουν συνομιλίες χωρίς τις επιθετικές ενέργειες, τις παράνομες πράξεις και τις προκλήσεις από την πλευρά της Τουρκίας. 

– Αυτό που όλοι ενδεχομένως θα αναμένουν ως αποτέλεσμα της συνάντησης αυτής είναι η επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Υπάρχει δυνατότητα για κάτι τέτοιο; 

– Η δική μας πλευρά, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης είναι εντελώς έτοιμος. Θα εξαρτηθεί από τη στάση του κ. Ακιντζί. Αλλά, βέβαια, και από την πολιτική βούληση της Άγκυρας. Δηλαδή να αφήσει τις δυο κυπριακές πλευρές να διαπραγματευτούν χωρίς να παρεμβαίνει, να απειλεί και να προσπαθεί να κηδεμονεύσει τις διαδικασίες μιλώντας δήθεν στο όνομα των Τουρκοκυπρίων. 

– Τι είναι εκείνο που κατά την άποψή σας οδήγησε τον Μουσταφά Ακιντζί στο να δεχθεί να πάει στο δείπνο; Λέγεται πως ήταν αποτέλεσμα της Βάρνας και λόγω πιέσεων προς Τουρκία. Όντως έτσι έχουν τα πράγματα;

– Νομίζω δεν χρειάζεται να ερμηνεύσω τις προθέσεις ή τα κίνητρά του. Σημασία έχει ότι θα συναντήσει τον Πρόεδρο στο δείπνο της κυρίας Σπέχαρ και αυτό θέλω να πιστεύω ότι σημαίνει πως έχει εξίσου τη διάθεση, μέσα από προσέγγιση αλληλοσεβασμού, για να γίνει μια ελεύθερη ανταλλαγή απόψεων που θα οδηγήσει σε επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Υπάρχουν όμως κάποια πράγματα που πρέπει να πούμε όσον αφορά και τη συνάντηση της Βάρνας και τις πρόσφατες Αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Εφόσον όλοι, συμπεριλαμβανόμενων και των Τουρκοκυπρίων, αναφερόμαστε στην Ευρωπαϊκή Ένωση και επιθυμούμε η Κύπρος να είναι, όπως και είναι, αναπόσπαστο μέλος της, πρέπει να προτάξουμε τη σαφή έκκληση που έγινε στη Βάρνα από την Ένωση προς την Τουρκία για να τερματίσει τις προκλήσεις στην Α.Ο.Ζ. της Κύπρου και να βελτιώσει τις σχέσεις της με την Κυπριακή Δημοκρατία και την Ελλάδα. Όπως επίσης και την τοποθέτηση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, διά στόματος του Προέδρου Τουσκ, ότι η επίλυση του Κυπριακού είναι πολύ σημαντική υπόθεση για την Ε.Ε. και ότι σε αυτό το ζήτημα έχει να παίξει ρόλο η Τουρκία. 

– Τι προτίθεται να πράξει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας εάν ο κατοχικός ηγέτης θέσει τη γνωστή του πρόταση για δημιουργία επιτροπής για τα ενεργειακά;

– Είναι πολύ καλά γνωστό -και στην τουρκοκυπριακή πλευρά- ότι υπάρχει από καιρό συνεννόηση που καταγράφηκε ως σύγκλιση και που ρυθμίζει το ζήτημα των φυσικών πόρων, συμπεριλαμβανόμενων και των ενεργειακών πόρων. Ότι δηλαδή οι φυσικοί πόροι είναι αρμοδιότητα της κεντρικής, της κοινής ομοσπονδιακής κυβέρνησης και, επομένως, στο ζήτημα αυτό θα έχουν λόγο και οι δυο πλευρές και οι δυο πολιτείες. Είναι επίσης γνωστό ότι η προσυμφωνία που επαναβεβαιώθηκε και στις διαπραγματεύσεις Αναστασιάδη-Ακιντζί, προνοεί και πολύ συγκεκριμένο μηχανισμό κατανομής των εσόδων με αρχική ευμενή διάκριση υπέρ των Τουρκοκυπρίων. Αλλά υπάρχει και η νομοθεσία που προωθείται σήμερα για τη δημιουργία του ταμείου για τους υδρογονάνθρακες, μέσα από ένα μοντέλο που διασφαλίζει την ωφέλεια όχι μόνο για όλους τους νόμιμους πολίτες του κράτους, αλλά και για τις μελλοντικές γενεές ακόμα. Επομένως είναι εντελώς άτοπο να τίθεται τώρα ζήτημα κάποιας «ενδιάμεσης» επιτροπής. Και επειδή είναι άτοπο, καταλήγει να είναι και παρελκυστικό. Μια τέτοια αξίωση προκαταλαμβάνει -αν δεν ναρκοθετεί εντελώς- τη διαδικασία εξεύρεσης συμφωνίας για λύση. Την προκαταλαμβάνει με πολύ αρνητικό τρόπο, γιατί σημαίνει ότι χωρίς λύση και εκτός ομοσπονδίας έχουμε δυο «οντότητες» που συναποφασίζουν. Όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Έχουμε ένα κράτος, την Κυπριακή Δημοκρατία, που έχει Α.Ο.Ζ. και κυριαρχικά δικαιώματα στην Α.Ο.Ζ. 

– Η άποψη, όμως, που προβάλλουν οι Τουρκοκύπριοι μαζί με την Τουρκία είναι ότι παραγνωρίζουμε τα δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων στην ΑΟΖ. 

– Κατ’ αρχάς, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία επικαλείται τους Τ/κ για να δικαιολογήσει τις καθαρά αυθαίρετες και πειρατικές ενέργειές της, υπενθυμίζω ότι σε κάποιο βαθμό διεκδικεί νερά της Κύπρου όχι για τους Τ/κ, αλλά σε βάρος και εκείνων ακόμα και υπέρ του τουρκικού κράτους! Κατεβάζοντας αυθαίρετα την κατ’ ισχυρισμόν τουρκική Α.Ο.Ζ. μέχρι την Αίγυπτο! Χωρίς να έχει προσχωρήσει στη διεθνή σύμβαση των Η.Ε. Κατά το διεθνές δίκαιο μόνο κράτη έχουν Α.Ο.Ζ. και αυτή δεν «διαμοιράζεται» σε ομάδες, περιοχές, κοινότητες… Θα πρέπει, εξάλλου, να υπενθυμίσουμε στους συμπατριώτες μας Τ/κ ότι το ενεργειακό πρόγραμμα της Δημοκρατίας, με όλες τις σχετικές προεργασίες, άρχισε πριν από περίπου μια 15ετία. Έχουν ληφθεί αποφάσεις, έγιναν ενέργειες, διεθνείς διαγωνισμοί, πλήρωσε και αρκετό κόστος ο Κύπριος φορολογούμενους πολίτης… Πώς έρχονται τώρα, που το ενεργειακό πρόγραμμα βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη και ζητούν από την αρχή κάποια «κοινή επιτροπή» να έχει λόγο και να κάνει και σχεδιασμούς; Το 2011, όταν πραγματοποιήθηκαν και οι πρώτες γεωτρήσεις, δεν έκαναν λόγο για συμμετοχή στους σχεδιασμούς, αλλά ανέθεταν -εντελώς παράνομα- κομμάτια της κυπριακής Α.Ο.Ζ. που γειτνιάζουν με τα κατεχόμενα στην τουρκική κρατική εταιρεία! 

– Κάποιοι πιστεύουν ότι αυτό που προέχει είναι η λύση του Κυπριακού και όχι το φυσικό αέριο. Ποια η δική σας θέση σ’ αυτή την απόφαση;

– Φυσικά και αυτό που προέχει είναι η επίλυση του Κυπριακού. Μέσα από μια αμοιβαία αποδεκτή συμφωνία, χωρίς κατοχή και ξένα στρατεύματα και χωρίς κηδεμονία ή εγγυήσεις. Τι σημαίνει όμως αυτό; Δεν σημαίνει φυσικά ότι θα εγκαταλείψουμε το ενεργειακό πρόγραμμα της Δημοκρατίας, που βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη και σε πολύ προχωρημένο στάδιο, για να ικανοποιήσουμε τον εκβιασμό της Τουρκίας. Σημαίνει, αντίστροφα, ότι η Τουρκία, αφού μάλιστα ενδιαφέρεται για τις ενεργειακές εξελίξεις από τις οποίες είναι το μοναδικό κράτος στην περιοχή που βρέθηκε απομονωμένο, οφείλει να πάρει τις αποφάσεις και να επιτρέψει την επίλυση του Κυπριακού. Αυτό προέχει και αν προχωρούσε θα συζητούσαμε διαφορετικά, σε άλλο πλαίσιο, και τα ενεργειακά. Δεν θα βοηθούσαμε όμως την επίλυση του Κυπριακού εάν, όπως επιδιώκει η Άγκυρα, υποκύπταμε στις απειλές και τους εκβιασμούς. Έτσι απλώς θα ενισχύαμε την ομηρία της χώρας μας. Θα ισοδυναμούσε με το να δεχτούμε προκαταβολικά ότι η Τουρκία έχει καθοριστικό λόγο σε ό,τι γίνεται στην Κύπρο και μπορεί να παίρνει αποφάσεις τις οποίες θα μας επιβάλλει. Δηλαδή, το ακριβώς αντίθετο της λύσης! 

Δίνουμε βαρύτητα σε πολιτική καλής γειτονίας

– Η νέα πενταετία ξεκίνησε με την Κυβέρνηση, σ’ ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική, να δίνει περισσότερη βαρύτητα στα περιφερειακά ζητήματα και στις σχέσεις της με τον αραβικό κόσμο. Τι ήταν αυτό που οδήγησε σ’ αυτές τις κινήσεις;

– Δίνουμε βαρύτητα σε μια πολιτική καλής γειτονίας και συνεργασίας, στη βάση του πολύ επιτυχημένου πλαισίου των τριμερών συμφωνιών και συμμαχιών με κράτη της περιοχής. Αυτό έδειξε και η πρόσφατη περιοδεία του υπουργού Εξωτερικών. Δεν παραλείπουμε βέβαια τους άλλους άξονες εξωτερικής πολιτικής. Αυτό έδειξε και η μεγάλη επιτυχία του Προέδρου Αναστασιάδη στο τελευταίο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αλλά και η επίσκεψη του νέου υφυπουργού Εξωτερικών των Η.Ε. όπως και πριν μερικούς μήνες η επίσκεψη του Προέδρου στη Μόσχα. Ειδικότερα όμως η παρουσία της Κύπρου στα περιφερειακά ζητήματα και η ανάπτυξη ολοένα και στενότερων σχέσεων με γειτονικές χώρες, μέσα από ένα πλέγμα τριμερών και σταδιακά ίσως και πολυμερών συμφωνιών, έχει μεγάλα περιθώρια και προσφέρεται ως ένα μοντέλο, ως ένα υπόδειγμα. Διότι προβάλλουμε σχέσεις ειρηνικής συνεργασίας και αμοιβαίου οφέλους, αναδεικνύοντας τη θέση της Κύπρου ως πυλώνα σταθερότητας και δημιουργώντας ένα πραγματικό αντίβαρο στις πολιτικές αστάθειας και κρίσεων που εκτυλίσσονται γύρω μας. Είναι κοινή διαπίστωση ότι υπάρχουν μεγάλα περιθώρια σύσφιγξης των σχέσεων και με κράτη με τα οποία μας συνδέεουν πολύ συγκεκριμένα ενεργειακά και στρατηγικά συμφέροντα, όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος, αλλά και με άλλες γειτονικές χώρες με τις οποίες για διάφορους λόγους μέχρι τώρα δεν είχε δοθεί η ευκαιρία να έχουμε στενές σχέσεις και αμοιβαία δραστηριοποίηση. Γενική κατεύθυνση είναι να αναδεικνύουμε πολιτικές καλής γειτονίας, ειρηνικής συνεργασίας με αμοιβαίο όφελος, αλλά και να δίνουμε «προστιθέμενη αξία» στην Κύπρο ως κράτος-μέλος της Ε.Ε. Τόσο προς την ίδια την Ένωση, αναπτύσσοντας τον μεσογειακό και «νοτιανατολικό» προσανατολισμό της, όσο και στην περιφέρειά μας για σκοπούς διαλόγου και συνεργασίας με την Ευρώπη.

Συνεργατισμός: Φτάσαμε να ζούμε ένα «οικονομικό σαμποτάζ»

– Στα εσωτερικά ζητήματα η Κυβέρνηση καλείται να κερδίσει το στοίχημα του Συνεργατισμού. Θα τα καταφέρει; 

– Το στοίχημα αυτό που λέτε δεν είναι της Κυβέρνησης μόνο, αλλά όλης της χώρας. Και διότι αφορά τη συνέχεια της σταθερότητας που κερδίσαμε με τόσο κόπο, αλλά και διότι η Συνεργατική Κυπριακή Τράπεζα λειτουργεί από το 2013 με κεφάλαια που ανήκουν στο κράτος, δηλαδή στους φορολογούμενους. Είναι λοιπόν ένα στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε όλοι μαζί. Όλοι γνωρίζουμε ότι εξαιτίας υποχρεώσεων που προκύπτουν από τη συμμετοχή της Κύπρου στην Τραπεζική Ένωση που αναπτύσσεται τώρα, αλλά και μέσα από αποφάσεις των ευρωπαϊκών εποπτικών αρχών, η Συνεργατική Τράπεζα πρέπει να αναζητήσει κεφάλαια και εταίρους. Το σημαντικό είναι ότι στη δημόσια διεθνή και διάφανη διαδικασία που έχει ξεκινήσει και αναμένεται να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος του μήνα, εκδηλώθηκε σημαντικό ενδιαφέρον. Τόσο από την Κύπρο όσο και από το εξωτερικό. Εδώ όμως είναι που ξεκίνησε το δράμα. Είναι πραγματικά κρίμα την ώρα που κάποιοι από το εξωτερικό ενδιαφέρονται να βάλουν εκατοντάδες εκατομμύρια κεφάλαια, εμείς εδώ να αρχίζουμε να υποσκάπτουμε. Με έντονη ψιθυρολογία, ανεύθυνες φήμες, αλλά ακόμα και απερίσκεπτες πολιτικές δηλώσεις. Δημιούργησαν αμφιβολίες και ανησυχία στο καταθετικό κοινό και φτάσαμε να ζούμε κάτι σαν «οικονομικό σαμποτάζ». Γι’ αυτό η Κυβέρνηση παρενέβη αποφασιστικά με μια μεγάλη κατάθεση δισεκατομμυρίων για να νιώσουν οι καταθέτες, πέραν πάσης αμφιβολίας, την ασφάλεια που ούτως ή άλλως υπήρχε. Τώρα χρειάζεται ψυχραιμία και υπομονή. Για να ληφθούν οι πιο κατάλληλες και ωφελιμότερες για το δημόσιο συμφέρον αποφάσεις, να περάσει η Συνεργατική στη νέα κατάσταση πραγμάτων και να εξασφαλιστεί και η σταθερότητα του όλου συστήματος. Ενώ παράλληλα θα έρθει και η αποφασιστική παρέμβαση που σχεδιάζεται από την Κυβέρνηση από κοινού με τις πολιτικές δυνάμεις για αποτελεσματικότερη διαχείριση του μεγάλου προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων και των μεγάλων καταχρήσεων που γίνονται από όσους «κρύβονται» πίσω από τις ευάλωτες ομάδες και την πολιτική προστασίας της πρώτης κατοικίας. Αυτό είναι το στοίχημα που πρέπει να κερδίσουμε. Και θα το κερδίσουμε όλοι μαζί, με συνεργασία και σύνθεση απόψεων. Όπως έγινε και στα προηγούμενα χρόνια για να καταφέρει η χώρα μας να βγει από τη χρεοκοπία και το μνημόνιο, σε ανάπτυξη. 

– Πιστεύετε ότι κάποιοι θέλουν να αποτύχει η Κυβέρνηση για να δικαιωθούν;

– Έχουμε πει κάποια πράγματα την ώρα που χρειαζόταν για εξαιρετικά επικίνδυνες πολιτικές δηλώσεις που αναίτια δημιουργούσαν αμφιβολία και ανασφάλειες στους καταθέτες. Ανάλογη συζήτηση έγινε όταν τα πράγματα είχαν «ξεφύγει» και στη διάρκεια του προεκλογικού. Κι αν ο προεκλογικός ήταν ίσως μια δικαιολογία, να ακούμε τώρα δηλώσεις που σπέρνουν αμφιβολίες, την ώρα που γίνονταν κρίσιμες διεργασίες με την εκδήλωση ενδιαφέροντος επενδυτών κ.λπ., αυτό ισοδυναμούσε με το να βάζει κανείς μια βόμβα στα θεμέλια. Ανεπίτρεπτο. Ας τα αφήσουμε όμως πίσω αυτά. Ο κόσμος θα κρίνει. Προτιμώ να επισημάνω την υπεύθυνη στάση που έδειξαν οι πολιτικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης στη σύσκεψη που συγκάλεσε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Εκεί υπάρχει σε πολύ μεγάλο βαθμό συναντίληψη και ελπίζω ότι θα προχωρήσει ο σχεδιασμός για έναν δημόσιο φορέα που θα διευκολύνει τη διαχείριση του τεράστιου χαρτοφυλακίου ιδιωτικού χρέους. Μπήκαν και πολύ σημαντικές αρχές που θα μας επιτρέψουν να ξεπεράσουμε τον λαϊκισμό που συχνά είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του ίδιου του λαού. Ότι δηλαδή είναι ένα πράγμα η απαραίτητη προστασία της πρώτης κατοικίας και ευάλωτων ομάδων, που θα προσδιοριστούν με διαφάνεια και πολύ συγκεκριμένα κριτήρια και άλλο πράγμα η ενίσχυση και η πλήρης αποτελεσματικότητα και της νομοθεσίας και των διαδικασιών για να οδηγηθούν όσοι κακοπληρωτές εκμεταλλεύονται το σύστημα και τις περιστάσεις να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους και να μην επιβαρύνουν ούτε τον Φορέα ούτε το σύστημα γενικότερα. 

Καταγγέλλουν εκείνοι που έχουν πιο μεγάλη ευθύνη

– Ήδη, όμως, από την αντιπολίτευση χρεώνουν την Κυβέρνηση ότι κατέστρεψε τον Συνεργατισμό. 

– Ναι, ακούγονται και εξωφρενικά πράγματα. Και είναι απίστευτο ότι κάποτε φωνάζουν και καταγγέλλουν εκείνοι που έχουν και την πιο μεγάλη ευθύνη! Τι ακριβώς έγινε; Ο Συνεργατισμός όπως τον ξέραμε για δεκαετίες, χάθηκε τότε, το 2012-13, όταν χρειάστηκε και πήραν αποφάσεις, που ενσωματώθηκαν μάλιστα και στο Μνημόνιο από τον Νοέμβριο 2012. Τι ήταν εκείνες οι αποφάσεις; Τι έλεγαν οι εκτιμήσεις της PIMCO την οποία έφεραν; Ότι ο Συνεργατισμός δεν είχε τα κεφάλαια και δεν μπορούσε να συνεχίσει και ότι θα έπαιρνε δάνειο από το Πρόγραμμα και την Τρόικα. Ως αποτέλεσμα, αποξενώθηκε από τη βάση του και έγινε κρατικός. Τότε χάθηκε ο Συνεργατισμός. Γιατί; Μα ο καθένας μπορεί να γνωρίζει. Διότι για χρόνια πολλά αντί να κάνει τραπεζική, έστω με κοινωνικά κριτήρια όπως θέλαμε να πιστεύουμε, παρασύρθηκε σε μια λογική του περίπου «δανεικά και αγύριστα». Είναι τότε, μέσα από εκείνες τις πρακτικές που χάθηκε ο Συνεργατισμός που ξέραμε. Εξαιτίας των αμαρτιών του παρελθόντος και της απίστευτα ανεύθυνης διαχείρισης. Προσωπικά μάλιστα θα σας έλεγα πόσο λάθος ήταν όταν από το 2003 κάποιες πολιτικές δυνάμεις αγωνίστηκαν και επέμεναν, την ώρα της ένταξης στην Ε.Ε., να μην τεθεί ο Συνεργατισμός κάτω από εποπτεία, όπως μας πίεζαν οι Βρυξέλλες. Και έτσι έγινε τότε. Ήταν κι αυτό μέρος της καταστροφικής συνταγής που ξεδιπλωνόταν σιγά-σιγά στην Κύπρο. Από τη στιγμή που υποχρεωτικά κρατικοποιήθηκε, το 2013, έγιναν μεγάλες προσπάθειες και σημειώθηκε κάποια πρόοδος. Μειώθηκε και το πρόβλημα των μη προβληματικών δανείων σε κάποιο βαθμό. Γενικά όμως ήταν τεράστιο εκείνο το πρόβλημα για την Κύπρο. Αρκεί να θυμόμαστε ότι από έναν όγκο περίπου 20 δισεκατομμύρια ιδιωτικού χρέους το 2003, μέχρι το 2013 το είχαμε υπερτριπλασιάσει, ξεπερνώντας τα 70 δισεκατομμύρια. Για μια οικονομία μεγέθους μόλις 18 δισεκατομμύρια! Με μεγάλες προσπάθειες αποκλιμακώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό. Περιορίστηκε κατά περίπου 20 δισεκατομμύρια μέχρι σήμερα. Όμως δεν προλαβαίνουμε… Ήταν τόσο μεγάλο αυτό το πρόβλημα και σήμερα, δυστυχώς, δεν μας μένει άλλος χρόνος. Πιέζουν οι εξελίξεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και οι εποπτικές αρχές. Γι’ αυτό και έπρεπε να ληφθούν αποφάσεις ειδικά για τη Συνεργατική Τράπεζα, όπως και γίνεται. Είναι όμως εντελώς ανακριβές κάποιοι να θεωρούν ότι το πρόβλημα δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια. Και αν είναι «βουνό» τα μη εξυπηρετούμενα, αυτά δεν είναι δάνεια που δόθηκαν τα τελευταία μερικά χρόνια, αλλά προηγουμένως. Ενώ η αδυναμία να εξυπηρετηθούν δεν δικαιολογείται από την κρίση που μεσολάβησε παρά σε ένα βαθμό μόνο. Κύρια αιτία είναι οι στρεβλώσεις, οι δυσαναλογίες και οι πολύ κακές τραπεζικές πρακτικές.