Η απόφαση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και του Πρωθυπουργού της Ελλάδος κατά την πρώτη επίσημη συνάντησή τους στην Αθήνα στις 14 Μαρτίου να συγκροτήσουν το Ανώτατο Συμβούλιο Στρατηγικής Συνεργασίας μεταξύ των δύο κρατών, υπήρξε μια ιδιαιτέρως σημαντική κίνηση. Κίνηση όχι μόνο συμβολική αλλά και ουσιαστική που αποτελούσε αίτημα πολλών πολιτικών αλλά και ευρύτερων κοινωνικών δυνάμεων και στην Κύπρο και στην Ελλάδα εδώ μερικά χρόνια, δυνάμεων που επιδιώκουν να ενισχύσουν την γεωπολιτική «ομοψυχία» των δύο κρατικών υποστάσεων του Ελληνισμού χωρίς προφανώς αυτό να σημαίνει ότι παραγνωρίζεται ή επιδιώκεται να παραγνωριστεί είτε ο δικοινοτικός χαρακτήρας της Κυπριακής Πολιτείας είτε το συμπεφωνημένο πλαίσιο επίλυσης του Κυπριακού.  

Η πρώτη επίσκεψη του κ. Χριστοδουλίδη στην Αθήνα έβριθε συμβολισμών, όπως υπογράμμισε η συμμετοχή του στην εκδήλωση που έλαβε χώρα στο Πολεμικό Μουσείο για την τιμή του «Όρκου των Αθηνών» το 1953, τη γενεσιουργό δηλαδή πράξη της ΕΟΚΑ. Η παρουσία του τίμησε όχι μόνο τη μνήμη των κοινών αγώνων και των οραμάτων εκείνων που έδωσαν τον «Όρκο των Αθηνών». Η πράξη τους τότε σηματοδοτούσε σε κοινωνικό, πρωτίστως, επίπεδο την επιδίωξη της εδαφικής ολοκλήρωσης του Ελληνισμού, που παρά το τραύμα της Μικρασιατικής Γενοκτονίας και την τραγωδία του εμφυλίου, παρέμενε αίτημα ενεργό για την Κύπρο, και διακαής πόθος που μόλις έξι χρόνια πριν είχε τελεσφορήσει για την Δωδεκάνησο. Η ιστορία είναι γνωστή, τα αποτελέσματα της τραγικά, οι ευθύνες ίσως να μην έχουν ακόμη αποδοθεί στην ολότητά τους από την ιστορία καθώς η πληγή είναι ανοικτή και ο κίνδυνος του οριστικού ακρωτηριασμού εμφανέστερος παρά ποτέ. 

Δεν υπάρχει ουδεμία αμφιβολία ότι το 1974 δημιούργησε ένα βαθύ εθνικό ρήγμα μεταξύ των δύο κρατών. Είναι πολλοί που ευθύνονται για την προδοσία του 1974 οι οποίοι ουδέποτε δικάστηκαν καν. Το ρήγμα αυτό, όμως οι ίδιες οι κοινωνίες της Ελλάδας και της Κύπρου άρχισαν από μόνες τους να το επουλώνουν σε διαγενεακό μάλιστα επίπεδο. Η παιδεία και ειδικότερα το σύστημα εκπαίδευσης πρωτοστάτησε σε αυτή τη διαδικασία καθώς δεκάδες χιλιάδες Κυπρίων φοίτησαν και φοιτούν σε ελλαδικά πανεπιστήμια αλλά και πλέον, χιλιάδες Ελλαδίτες φοιτητές και φοιτήτριες ακολουθούν εδώ και περίπου δέκα χρόνια την αντίστροφη πορεία. Η αφετηρία αυτής της επούλωσης δεν ήταν τυχαία καθώς αποτελεί το κοινό πολιτιστικό μας DNA και έχει ριζώσει σε αυτόν τον τόπο εδώ και χιλιετίες. Όσο και εάν ορισμένοι προσπαθούν να μας πείσουν ότι η Κύπρος δεν είναι ένα Ελληνικό πολιτιστικά νησί δεν θα το καταφέρουν. Εάν επιμένουν να το κάνουν τουλάχιστον ας χρησιμοποιήσουν μια άλλη γλώσσα.  

Η Κύπρος είναι ελληνικό νησί, ελλαδικό νησί δεν είναι, και είναι επιτέλους καιρός να κατανοήσουν ορισμένοι τη διαφορά Ελληνισμού και Ελλαδισμού. Όχι επειδή κάποιοι φαντασιώνονται την αναβίωση «Εθνικών Κέντρων» στην Αθήνα αλλά επειδή κανείς στην Ελλάδα δεν αμφισβητεί και δεν υποσκάπτει την κυπριακή ανεξαρτησία. Οποιαδήποτε πράξη ανάτασης της εθνικής ομοψυχίας – και η σύσταση του ΑΣΣΣ αποτελεί μια τέτοια πράξη – συμβάλλει ουσιωδώς στην τόνωση της πολιτισμικής μας ενότητας που σε τελική ανάλυση αποτελεί την αυταπόδεικτα κοινή πολιτιστική μας κληρονομιά. Η σύσταση ωστόσο του ΑΣΣΣ δεν έγινε για αυτό το λόγο ούτε και συγκροτείται για να αποτελέσει ένα είδος ενδο-ελληνικού ψυχολογικού «group therapy» για τα τραύματα του παρελθόντος. 

? Μεταξύ κρατών

Η σύσταση του λαμβάνει χώρα για αμιγώς γεωστρατηγικούς λόγους και συγκροτείται μεταξύ κρατών, όχι κοινοτήτων γιατί οι κοινότητες δεν αποτελούν υποκείμενο διεθνούς δικαίου και δεν έχουν κρατική υπόσταση. Η συγκρότηση και μόνο του ΑΣΣΣ όχι απλά υπογραμμίζει, αλλά πανηγυρίζει την κυπριακή κρατική υπόσταση ως ανεξάρτητου υποκειμένου του διεθνούς συστήματος, δεν την «υπονομεύει» όπως ατυχέστατα ειπώθηκε από ορισμένα πολιτικά κόμματα στην Κύπρο. Υπογραμμίστηκε μάλιστα στη σχετική ανακοίνωση ότι η σύσταση του ΑΣΣΣ  δεν εκπέμπει «τα ορθά μηνύματα για την υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως ανεξάρτητου δικοινοτικού κράτους»!  

Ενδιαφέρουσα η σοφιστεία αλλά ο δικοινοτικός χαρακτήρας του Κυπριακού κράτους δεν υπονομεύεται από την απόφαση συγκρότησης ενός οργάνου θεσμικής συνεργασίας μεταξύ δύο ανεξαρτήτων κρατών το 2023, που άλλα ευρωπαϊκά κράτη -με πρώτες και καλύτερες τη Γαλλία και τη Γερμανία- έχουν θεσμοθετήσει εδώ και δεκαετίες. Υπονομεύθηκε από την τουρκανταρσία του 1963, τους βομβαρδισμούς στην Τηλλυρία το 1967, την εισβολή και κατοχή του 1974, την ανακήρυξη αποσχιστικού ψευδοκράτους το 1983. Υπονόμευση αποτελεί η τουρκική και τουρκοκυπριακή αξίωση αναγνώρισης κρατικής υπόστασης στο Ψευδοκράτος, ως προϋπόθεση επανέναρξης των διαπραγματεύσεων λύσης, κάτι που εάν γίνει αποδεκτό οι διαπραγματεύσεις που θα ξαναρχίσουν θα είναι πλέον όχι δικοινοτικές αλλά διακρατικές! 

? Εμβάθυνση σχέσεων

Η συγκρότηση του ΑΣΣΣ αποτελεί λογική συνέχεια της σύσφιξης των ελλαδο-κυπριακών σχέσεων που έλαβε χώρα σε ποιοτικό επίπεδο μετά το 2011 και εμφαντικά μετά το 2013. Εάν ορισμένοι θεωρούν ότι το ΑΣΣΣ υπονομεύει την ανεξαρτησία του Κυπριακού κράτους μήπως να προτείνουν την αποχώρηση της Ελλάδας από τα τριμερή σχήματα με την Αίγυπτο και το Ισραήλ; Ή μήπως η εμβάθυνση των ελλαδό-κυπριακών σχέσεων σε τριμερές επίπεδο συνδράμει στην δικοινοτικότητα του κυπριακού κράτους αλλά σε διμερές την υποσκάπτει; 

Η συγκρότηση του ΑΣΣΣ αποτελεί λογικό ακόλουθο της συμμαχικής σχέσης που συνδέει την Ελλάδα και την Κύπρο και σε επίπεδο ιδρυτικών κειμένων της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά πολύ περισσότερο σε στρατηγικό επίπεδο συναντίληψης της ίδιας απειλής ζωτικής ασφαλείας που αντιπροσωπεύει ο τουρκικός εθνικισμός, είτε στην κεμαλική είτε στην ερντογανική του εκδοχή ασχέτως του εάν ο Ερντογάν θα επανεκλεγεί ή όχι στις 14 Μαΐου.  

Το ΑΣΣΣ αποτελεί παράλληλα ένα συντελεστικό πλαίσιο για την κρίσιμη συζήτηση επικαιροποίησης του δόγματος του ΕΑΧ (Ενιαίου Αμυντικού Χώρου) υπό τα νέα δεδομένα που δημιουργεί, αφενός ο δομικός ελλαδικός επανεξοπλισμός, ως δυνατότητα προβολής αεροναυτικής ισχύος των Αθηνών στην Ανατολική Μεσόγειο, και αφετέρου η ποιοτική δυναμική της ευρωπαϊκής αμυντικής ολοκλήρωσης λόγω και του ρωσοουκρανικού πολέμου.    

Το ΑΣΣΣ θα δημιουργήσει ένα θετικό περιβάλλον περαιτέρω συντονισμού της κοινής ενεργειακής μας πολιτικής και της αδήριτης ανάγκης να υλοποιηθούν τα κρίσιμα σχέδια της ενεργειακής σύζευξης υποδομών μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου που ξεκίνησαν δειλά – δειλά πριν από μια περίπου δεκαετία και έχουν πλέον ωριμάσει ιδίως στον τομέα του ηλεκτρισμού. 

Το περίεργο με το ΑΣΣΣ δεν είναι το ότι συγκροτήθηκε αλλά το ότι απουσίαζε. Η πρώτη συγκροτημένη διατύπωση αυτής της πρότασης έγινε τον Ιούλιο του 2017 στο Εθνικό Συμβούλιο από τον πρόεδρο του ΔΗΚΟ Νικόλα Παπαδόπουλο κατόπιν επεξεργασίας του εκλογικού του επιτελείου και ενσωματώθηκε λεπτομερώς στη Νέα Στρατηγική για την Κυπριακή Δημοκρατία και τη Λύση του Κυπριακού που είχα την ιδιαίτερη τιμή να επιμεληθώ επιστημονικά.  

Στην Ελλάδα πέραν από σειρά ακαδημαϊκών διδασκάλων, όπως ο Χριστόδουλος Γιαλλουρίδης, ο Ιωάννης Μάζης, και ο Μανώλης Καραγιάννης, η ιδέα στηρίχθηκε από εξέχοντες κοινοβουλευτικούς όπως ο Γιώργος Κουμουτσάκος ως τομεάρχης Εξωτερικών και Άμυνας της Νέας Δημοκρατίας το 2018, ενώ ο τέως υπουργός Ενέργειας Γιάννης Μανιάτης μιλούσε συχνά για την ανάγκη συγκρότησης Ενιαίου Ενεργειακού Δόγματος Ελλάδας-Κύπρου από το 2012. 

Η συγκρότηση του ΑΣΣΣ προφανώς και δεν αποτελεί πανάκεια. Αποτελεί κίνηση υψηλού συμβολισμού που θα πρέπει να μετατραπεί σε έμπρακτο όργανο στρατηγικού συντονισμού ώστε να αποκτήσει ουσιαστικό περιεχόμενο.  Εναπόκειται στις δύο κυβερνήσεις και τις δύο κοινωνίες το τι ακριβώς θα το κάνουν… 

 

* Αναπληρωτής Καθηγητής Γεωπολιτικής & Ενεργειακής Πολιτικής στο Πανεπιστημίου Λευκωσίας. Σημείωση: Κατά την περίοδο 2017-2018 ο συντάκτης ως Ειδικός Σύμβουλος επί Θεμάτων Εξωτερικής & Ευρωπαϊκής Πολιτικής του προέδρου του ΔΗΚΟ Νικόλα Παπαδόπουλου είχε τη βασική επιστημονική ευθύνη σύνταξης και επεξεργασίας του κειμένου της Νέας Στρατηγικής για την Κυπριακή Δημοκρατία και τη Λύση του Κυπριακού που αποτέλεσε κοινό κείμενο Στρατηγικής όλων των πολιτικών δυνάμεων που στήριξαν την υποψηφιότητα του προέδρου του ΔΗΚΟ για την προεδρία της Δημοκρατίας.