Απλά και εκλαϊκευμένα, τραυματισμός στο γόνατο. Σωστά και επιστημονικά, ρήξη πρόσθιου χιαστού συνδέσμου. Όταν συμβεί, χρειάζεται άμεση διαχείριση. Η ιατρική κοινότητα έχει στη διάθεση της, ευτυχώς, επιλογές. Ποιοι διατρέχουν όμως μεγαλύτερο κίνδυνο; Ποιοι τραυματίζονται συχνότερα και γιατί; Γιατί οι γυναίκες φαίνεται να είναι πιο επιρρεπείς και γιατί σε παιδιά και εφήβους η αντιμετώπιση πρέπει να είναι άμεση;
Ο δρ Αντώνης Α. Θεοδωρίδης, ορθοπαιδικός χειρουργός και τραυματολόγος, ειδικός στα γόνατα και στις αθλητικές κακώσεις δίνει απαντήσεις μέσω του «Φ».
«Ο πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος είναι ένας από τους τέσσερις μεγαλύτερους συνδέσμους στο γόνατο και βρίσκεται στη μέση του γονάτου. Eμποδίζει την υπερβολική πρόσθια κίνηση της κνήμης σε σχέση με το μηριαίο οστό και παρέχει στροφική σταθερότητα. Η ρήξη συμβαίνει συχνότερα (70%) λόγω ενός ανέπαφου τραυματισμού, κατά τη διάρκεια ταχείας αλλαγής κατεύθυνσης, στροφής ή άτσαλης προσγείωσης μετά από άλμα. Ο πόνος είναι έντονος και άμεσος και συχνά ο ασθενής “ακούει” ή νιώθει ένα “κρακ” μέσα στο γόνατο το οποίο πρήζεται γρήγορα και πολύ. Αθλήματα που έχουν ταχείες αλλαγές κατεύθυνσης έχουν υψηλότερο κίνδυνο τραυματισμού του πρόσθιου χιαστού όπως το ποδόσφαιρο, καλαθόσφαιρα και χάντμπολ».
Όπως εξηγεί ο δρ Θεοδωρίδης, «αν και ο τραυματισμός συμβαίνει συχνότερα στους έφηβους έως μεσήλικες, οι έφηβοι διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο και ολοένα και συχνότερα τα παιδιά τραυματίζονται λόγω του αυξημένου ανταγωνισμού στον αθλητισμό».
Παράλληλα, «οι αθλήτριες έχουν 2-10 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να υποστούν τραυματισμό του πρόσθιου χιαστού σε σχέση με τους άνδρες που ασχολούνται με το ίδιο άθλημα». Μάλιστα, «στο ποδόσφαιρο και την καλαθόσφαιρα, οι γυναίκες έχουν 3-5 και 2-7 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα αντίστοιχα να υποστούν τραυματισμό του προσθίου χιαστού σε σχέση με τους άνδρες».
Γιατί συμβαίνει αυτό; «Λόγω διάφορων ανατομικών, εμβιομηχανικών, νευρομυϊκών, ορμονικών και γενετικών διαφορών με τους άνδρες».
-Ανατομικά οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερο δείκτη μάζας σώματος με αυξημένη χαλαρότητα των συνδέσμων και υπερκινητικότητα των αρθρώσεων.
-Βιομηχανικά οι γυναίκες έχουν χειρότερη τεχνική στην προσγείωση με τα γόνατα να πηγαίνουν προς τα μέσα. Κατά την προσγείωση λυγίζουν το γόνατο και το ισχίο λιγότερο σε σχέση με τους άνδρες λόγω σχετικής αδυναμίας των κάτω άκρων να απορροφήσουν τα φορτία σαν αμορτισέρ.
-Στις νευρομυϊκές διαφορές, υπάρχει μικρότερη σταθερότητα του κορμού και μεγαλύτερη κυριαρχία τετρακέφαλων σε σχέση με τους οπίσθιους μηριαίους.
-Οι ορμονικές διάφορες είναι πιο σημαντικές κατά την ωορρηξία όπου παρατηρείται αυξημένος κίνδυνος τραυματισμού του πρόσθιου χιαστού κατά δυόμισι φορές.
-Στις γενετικές διαφορές βλέπουμε μια διαφορά στο κύριο δομικό συστατικό των συνδέσμων που είναι μια πρωτεΐνη που λέγεται κολλαγόνο.
Ποιες είναι όμως οι συνέπειες ενός τέτοιου τραυματισμού; Όπως εξηγεί ο δρ Θεοδωρίδης «λόγω της στροφικής αστάθειας του γονάτου μετά από ρήξη του πρόσθιου χιαστού, υπάρχει μεγάλο ρίσκο περαιτέρω τραυματισμού των μηνίσκων και φθορά του αρθρικού χόνδρου».
Όπως εκτιμάται, «σε πάνω από τους μισούς ασθενείς με ρήξη πρόσθιου χιαστού παρατηρείται συνυπάρχουσα ρήξη μηνίσκου ή χόνδρινη βλάβη», γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο «ανάπτυξης πρώιμης οστεοαρθρίτιδας, ιδιαίτερα εάν δεν αντιμετωπιστούν σωστά από έναν εξειδικευμένο ορθοπεδικό». Υπολογίζεται, μάλιστα, ότι «ένας στους 5 ασθενείς θα υποστεί επανατραυματισμό εντός δύο ετών και αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο είναι άνδρες ηλικίας 20-24 ετών και γυναίκες 15-19 ετών».
Ιδιαιτερότητες παιδιών και εφήβων
Τα παιδιά και οι έφηβοι είναι μια ιδιαίτερη κατηγορία γιατί «πρέπει να υποβληθούν αμέσως σε ανακατασκευή του πρόσθιου χιαστού για να αποφευχθεί περαιτέρω τραυματισμός στο γόνατο που έχει καταστροφικές συνέπειες με ραγδαία εξέλιξη πρώιμης οστεοαρθρίτιδας. Μέσα σε 10 χρόνια από τον τραυματισμό πρόσθιου χιαστού στα παιδιά, τρία τέταρτα θα έχουν σημαντική και ανεπανόρθωτη ρήξη μηνίσκου και τα μισά θα έχουν οστεοαρθρίτιδα».
Η ανακατασκευή του πρόσθιου χιαστού στα παιδιά «δεν πρέπει να καθυστερήσει περισσότερο από 5 μήνες, καθ’ ότι διπλασιάζει τον κίνδυνο να απαιτηθεί χειρουργική επέμβαση στον έσω μηνίσκο και αυτός ο κίνδυνος εξαπλασιάζεται αν η επέμβαση καθυστερήσει περισσότερο από έναν χρόνο. Επειδή τα οστά στα παιδιά έχουν επιφυσιακές πλάκες (μαλακό και ευαίσθητο τμήμα υπεύθυνο για την ανάπτυξη του οστού) που δεν πρέπει να τραυματιστούν κατά το χειρουργείο, η ανακατασκευή χιαστού στα παιδιά πρέπει να γίνει από κάποιον πολύ εξειδικευμένο στις αθλητικές κακώσεις στο γόνατο».
Ανακατασκευή πρόσθιου χιαστού και εξωαρθρική τενόδεση
«Ο κύριος στόχος της ανακατασκευής του πρόσθιου χιαστού είναι η αποκατάσταση της σταθερότητας του γονάτου, η οποία επιτρέπει την επιστροφή στην άθληση και ελαττώνει τον κίνδυνο επακόλουθης οστεοαρθρίτιδας. Το χειρουργείο γίνεται αρθροσκοπικά με μικρές τομές. Η διαδικασία είναι αναίμακτη και με γενική, περιοχική και τοπική αναισθησία παρέχεται επιπλέον ανακούφιση από τον πόνο για τον ασθενή, έτσι ώστε να μπορέσει να περπατήσει και να πάει σπίτι του την ίδια μέρα. Η ανακατασκευή του πρόσθιου χιαστού έχει εξαιρετικά αποτελέσματα και είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσει ο ασθενής να επιστρέψει με ασφάλεια στον αθλητισμό».
Η διαδικασία της ανακατασκευής του πρόσθιου χιαστού περιλαμβάνει «ακριβή διάνοιξη οστικών σηράγγων στο μηρό και την κνήμη και πέρασμα μοσχεύματος μέσα από αυτές τις σήραγγες. Οι διάφορες επιλογές μοσχεύματος είναι: Αυτομοσχεύματα όπως ιστός από το σώμα του ασθενούς (τένοντας οπισθίων μηριαίων), ή επιγονατιδικός τένοντας, ή τένοντας τετρακεφάλου. Επίσης, αλλομοσχεύματα, δηλαδή, ιστός από το σώμα πτωματικού δότη, Αχίλλειος τένοντας, τένοντας προσθίου κνημιαίου και τέλος συνθετικό – βιομηχανικά κατασκευασμένο μόσχευμα. Συνηθέστερα, είναι «τα μοσχεύματα οπίσθιων μηριαίων και επιγονατιδικού τένοντα. Έχουν τα καλύτερα και πιο αξιόπιστα αποτελέσματα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα».
Για ποιους λόγους μπορεί να αποτύχει η ανακατασκευή πρόσθιου χιαστού; Για τους αθλητές/ ασθενείς, «η πιο συνηθισμένη αιτία για την αποτυχία της ανακατασκευής του πρόσθιου χιαστού είναι τραυματική, ιδιαίτερα όταν ο ασθενής/ αθλητής δεν έχει κάνει σωστά την αποθεραπεία του και μπαίνει σε αγωνιστικό χώρο πιο νωρίς από ότι θα έπρεπε». Η δεύτερη πιο συχνή αιτία είναι «η εσφαλμένη τοποθέτηση των οστικών σηράγγων κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης».
«H εξωαρθρική τενόδεση είναι μια επιπρόσθετη επέμβαση. Χρησιμοποιείται μια λωρίδα της λαγονοκνημιαίας ταινίας και ανακατευθύνεται στο έξω μέρος του γόνατος. Ο πρόσθιος χιαστός βρίσκεται στο κέντρο του γόνατος, πολύ κοντά στον άξονα περιστροφής, και άρα είναι πιο δύσκολο να ελέγξει την στροφική σταθερότητα του γόνατος. Η εξωαρθρική τενόδεση όμως είναι πιο μακριά από τον άξονα περιστροφής του γονάτου και εξαιτίας του μακρύτερου μοχλοβραχίονα παρέχει πολύ σημαντική στροφική σταθερότητα στο γόνατο».
Οι ασθενείς που θα ωφεληθούν περισσότερο με αυτή την πρόσθετη επέμβαση είναι «οι ασθενείς κάτω των 25 ετών, αθλητές υψηλών απαιτήσεων, σε όλες τις αναθεωρήσεις ανακατασκευής του πρόσθιου χιαστού και ασθενείς με γενικευμένη συνδεσμική χαλάρωση στην οποία οι γυναίκες είναι πιο ευάλωτες.
Έρευνες έχουν δείξει ότι προσθέτοντας την εξωαρθρική τενόδεση στην ανακατασκευή του πρόσθιου χιαστού, το ρίσκο επαναρήξης μειώνεται κατά σχεδόν 50%. Η αποκατάσταση είναι εξίσου σημαντική με ένα καλό χειρουργείο για να επιτευχθούν τα βέλτιστα αποτελέσματα. Πρέπει να γίνουν ασκήσεις ενδυνάμωσης και ιδιοδεκτικότητας και στα δύο πόδια καθώς υπάρχουν καλά τεκμηριωμένες ενδείξεις αυξημένου κινδύνου τραυματισμού του πρόσθιου χιαστού στο άλλο γόνατο. Ενσωματώνοντας ένα πρόγραμμα πρόληψης τραυματισμών τακτικά και μακροπρόθεσμα, μπορεί να επιτευχθεί μείωση στους τραυματισμούς στα κάτω άκρα μέχρι και 90%».
