Ποικιλομορφία εκεί που δεν την περιμένεις. Μια πρόσφατη επιστημονική μελέτη του Εργαστηρίου Οικολογίας και Βιοποικιλότητας του Πανεπιστημίου Κύπρου φέρνει στο φως σημαντικά δεδομένα για τη χλωρίδα εντός και πέριξ των λατομείων αδρανών υλικών της Κύπρου. Η μελέτη, που ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 2025, ανέδειξε έναν απρόσμενο πλούτο φυτικών ειδών καθώς και κρίσιμες διαφορές μεταξύ περιοχών αποκατάστασης και αδιατάραχτων φυσικών θέσεων.
Η ερευνητική ομάδα κατέγραψε συνολικά 435 είδη φυτών, από τα οποία 27 είναι ενδημικά της Κύπρου και πέντε περιλαμβάνονται στο Κόκκινο Βιβλίο της Χλωρίδας. Αξιοσημείωτο είναι ότι 75 φυτικά είδη εντοπίστηκαν αποκλειστικά εντός των λατομείων, γεγονός που αναδεικνύει τον οικολογικό ρόλο αυτών των περιοχών, ακόμη και μετά από εκτεταμένη ανθρώπινη παρέμβαση.

Εννέα από τα είδη είναι εισβλητικά (χωροκατακτητικά), με τα περισσότερα να εμφανίζονται στον Άγιο Σωζόμενο και, γενικά, συχνότερα σε θέσεις αποκατάστασης. Αποκλειστικά σε θέσεις αποκατάστασης εμφανίζονται τα Nicotiana glauca (καπνόδεντρο), Symphyotrichum squamatum, Atriplex semibaccata (Άτριπλεξ) και Bassia indica (Βάσια ινδική).
Μόνο τρία είδη εμφανίζονται σε όλες τις θέσεις Aegilops sp (Αιγίλωψ), Brachypodium distachyon και Helichrysum stoechas subsp. Barrelieri (Ψυλλίνα), άλλα τρία σε όλα τα λατομεία Avena sp. (Βρώμη), Bromus sp (Βρομός) και Sarcopoterium spinosum (Μαζί) και άλλα τρία σε όλα τα λατομεία πλην ενός, της Ξυλοφάγου Crepis foetida subsp. Foetida (Σκλήροχος ο δύσοσμος), Ononis reclinata (Ονόνις η ανακλίνουσα) και Plantago afra (πλαντάγο το αφρικανικό).

Η ΑΠΟΤΥΠΩΣΗ ΣΕ ΑΡΙΘΜΟΥΣ
- 435 καταγεγραμμένα είδη φυτών
- 27 ενδημικά είδη
- 5 είδη του Κόκκινου Βιβλίου
- 9 εισβλητικά φυτικά είδη
- 75 είδη αποκλειστικά εντός λατομείων
- 99 αποκλειστικά εκτός
>Οι πιο πλούσιες περιοχές
Οι πιο πλούσιες σε είδη φυτών θέσεις ήταν η εξωτερική της Ανδρολύκου (183) και οι θέσεις αποκατάστασης σε Βάσα (157) και Πυργά (156). Οι φτωχότερες ήταν: η θέση αποκατάστασης της Ξυλοφάγου (45) και οι εξωτερικές σε Ξυλοφάγου (78) και Μοσφιλωτή (95).
Από το σύνολο των ειδών, 104 καταγράφηκαν σε μία μόνο θέση και άλλα 31 σε ένα μόνο λατομείο (και στις δύο θέσεις εκάστου). Από τις μοναδικές εμφανίσεις, οι 48 ήταν σε θέσεις αποκατάστασης και οι υπόλοιπες 56 σε εξωτερικές θέσεις. Οι περισσότερες μοναδικές εμφανίσεις καταγράφηκαν στην εξωτερική θέση της Ανδρολύκου (17), την εξωτερική της Ξυλοφάγου (10) και τη θέση αποκατάστασης του Φαρμακά (10). Από τις μοναδικές καταγραφές λατομείων, οι περισσότερες ήταν σε Ανδρολύκου (8), Πυργά (6) και Φαρμακά (5).
Ανάμεσα στα σημαντικότερα ευρήματα, ξεχωρίζουν τα ενδημικά είδη Helianthemum obtusifolium (Ηλιάνθεμον το θαμνώδες), που καταγράφηκε σε όλα τα λατομεία, καθώς και τα Ptilostemon chamaepeuce subsp. Cyprius (Αγριολασμαρί) σε 7 λατομεία, Anthemis tricolor (Ανθεμίς η τρίχρωμη) σε 4, Onobrychis venosa (Ονοβρυχίς η φλεβώδης) σε 3 και Crocus veneris (Κρόκος της Αφροδίτης) που εμφανίζεται σε 2 θέσεις. Το Hyacinthella millingenii (Αγριος υάκινθος) βρέθηκε σε 5 λατομεία.
Για παράδειγμα το Helianthemum obtusifolium εντοπίστηκε σε αδιατάραχη θέση στον Άγιο Σωζόμενο και διαταραγμένη θέση στο Μιτσερό. Το Ptilostemon chamaepeuce subsp. cyprius βρέθηκε σε διαταραγμένη θέση στη Βάσα.
Συνολικά βρέθηκαν 27 ενδημικά είδη και υποείδη φυτών. Όλα είναι αρκετά κοινά με μεγάλη εξάπλωση. Στις αδιατάραχτες περιοχές βρέθηκαν και τα 27 είδη. Στις διαταραγμένες περιοχές και τις αποκαταστάσεις βρέθηκαν 15 είδη – απουσίαζαν δηλαδή 12 είδη. Επιπλέον, εισβλητικά είδη όπως το Nicotiana glauca και το Bassia indica καταγράφηκαν κυρίως σε αποκατεστημένες περιοχές, με ορισμένα από αυτά να έχουν ήδη διαφύγει προς γειτονικούς φυσικούς βιοτόπους. Σχετικά αναφέρεται ο εντοπισμός Nicotiana glauca στο λατομείο Μοσφιλωτής, Atriplex semibaccata στο λατομείο ELMENI και Bassia indica στο λατομείο Ξυλοφάγου.
>Εντοπίστηκαν δένδρα και θάμνοι
Άλλα 99 είδη βρέθηκαν μόνο σε εξωτερικές θέσεις. Εντοπίστηκαν δένδρα, θάμνοι, ξυλώδη αναρριχητικά όπως Quercus coccifera subsp. Calliprinos (Δρυς η κοκκοφόρος), Quercus alnifolia (Δρυς η σκληθρόφυλλη), Crataegus azarolus (Κραταίγος ο αζορόλος), Juniperus phoenicea (Αόρατος), Styrax officinalis (Στύραξ ο φαρμακευτικός), Myrtus communis (Μυρσίνη η κοινή), milax aspera και Clematis cirrhosa (Αγράμπελη). Καταγράφηκαν ακόμα γαιώφυτα – κυρίως βολβώδη και κονδυλώδη είδη όπως Gagea peduncularis, Muscari inconstrictum, Ornithogalum narbonense και Romulea tempskyana. Επίσης, καταγράφηκαν είδη ειδικών συνθηκών, βραχόφυτα, χασμόφυτα όπως Euphorbia dimorphocaulon, Sedum caespitosum, Sedum microcarpum και Ranunculus cytheraeus.
Περαιτέρω, άλλα 261 είδη βρέθηκαν σε εξωτερικές θέσεις και σε περιοχές εντός των λατομείων. Συγκεκριμένα εντοπίστηκαν φρυγανικοί θάμνοι όπως Sarcopoterium spinosum, Thymbra capitata, Lithodora hispidula και Phagnalon rupestre. Φρυγανική βλάστηση εντοπίστηκε σε αδιατάραχτη θέση στο λατομείο Πυργών, ενώ παθητική αποκατάσταση φρυγανικής βλάστησης εντοπίστηκε στο λατομείο Μιτσερού και στο λατομείο Βάσας. Στα 261 είδη περιλαμβάνονται δέντρα Pinus brutia (πεύκος), Cupressus sempervirens (Κυπαρίσσι), Olea europaea (ελιά), Ceratonia siliqua (χαρουπιά). Πεύκος εντοπίστηκε στα λατομεία Σιας και Πυργών, κυπαρίσσι στα λατομεία Παρεκκλησιάς και Μιτσερού, ελιά στο λατομείο Παρεκκλησιάς και χαρουπιά στο λατομείο Ανδρολύκου. Επίσης, περιλαμβάνονται θάμνοι όπως Pistacia lentiscus (σχινιά), Pistacia terebinthus (τρεμιθιά) και Ziziphus lotus (Παλλούρα). Θάμνοι εντοπίστηκαν στα λατομεία Σιας, Μοσφιλωτής και Μιτσερού.
>Πέντε απειλούμενα είδη
Στα λατομεία εντοπίστηκαν και πέντε είδη του Κόκκινου Βιβλίου της Χλωρίδας της Κύπρου το οποίο περιλαμβάνει τα πιο σπάνια και απειλούμενα φυτά της Κύπρου και τα κατατάσσει σε κατηγορίες κινδύνου, ανάλογα με τον βαθμό στον οποίο κινδυνεύουν με εξαφάνιση. Τέσσερα από τα οποία σε κατάσταση απειλής (Τρωτά: Herniaria hemistemon, Ornithogalum trichophyllum, Rumex vesicarius (Ρούμεξ ο κυστοειδής) και Umbilicus horizontalis (Ουμπίλικος ο oριζόντιος) και ένα ως Ανεπαρκώς Γνωστό Allium guttatum subsp. Guttatum (Άλλιο το στικτόν υποείδος στικτόν). Και τα πέντε καταγράφηκαν από μία φορά έκαστο και σε διαφορετικά λατομεία, δύο σε θέσεις αποκατάστασης και τρία σε εξωτερικές των λατομείων. Σε αδιατάραχες περιοχές εντοπίστηκε Ornithogalum trichophyllum στον Άγιο Σζωζόμενο, Umbilicus horizontalis στη Ξλυοφάγου και Allium guttatum στον Φαρμακά. Σε διαταραγμένες περιοχές βρέθηκαν Herniaria hemistemon στο Μιτσερό και Rumex vesicarius στη Βάσα.
Περίπου 300 ξενικά είδη φυτών έχουν προσαρμοστεί στο περιβάλλον της Κύπρου και αυτοφύονται. Κάποια από αυτά χαρακτηρίζονται ως εισβλητικά επειδή εισβάλλουν στους φυσικούς βιότοπους εκτοπίζοντας τα ιθαγενή είδη. Εντός των λατομείων βρέθηκαν 6 εισβλητικά είδη. Τρία από τα εισβλητικά είδη βρέθηκαν μόνο σε περιοχές εντός των λατομείων ενώ άλλα 2 από τα εισβλητικά είδη έχουν ξεφύγει από την περίμετρο των λατομείων και έχουν βρεθεί στους γειτονικούς βιότοπους. Acacia saligna βρέθηκε στο Λατομείο Μιτσερού, Nicotiana glauca στο λατομείο Μοσφιλωτής, Atriplex semibaccata στο λατομείο ELMENI, Bassia indica στο λατομείο Ξυλοφάγου, Dodonaea viscosa εντοπίστηκε σε φυσικούς βιότοπους περιμετρικά του λατομείου Μιτσερού και Dodonaea viscosa σε φυσικούς βιότοπους περιμετρικά του λατομείου Μιτσερού.
Η μελέτη υπογραμμίζει πως, αν και η πλήρης λατόμευση οδηγεί σε σχεδόν μηδενική βιοποικιλότητα, η παθητική και ενεργητική εγκατάσταση βλάστησης σε ανενεργές περιοχές προσφέρει ευνοϊκές συνθήκες για την επανεγκατάσταση της χλωρίδας. Ειδικές περιπτώσεις όπως το λατομείο Ανδρολύκου δείχνουν ότι η συνύπαρξη εποχικών υδατοσυλλογών με χαμηλή βλάστηση δημιουργεί περιβάλλοντα πλούσια σε σπάνια είδη, τόσο φυτικά όσο και ζωικά.
Η στατιστική ανάλυση δεν εντόπισε σημαντικές διαφορές στον αριθμό ειδών μεταξύ αποκατεστημένων και φυσικών περιοχών. Παρόλα αυτά, οι κοινότητες φυτών διαφοροποιούνται κυρίως ανάλογα με το ίδιο το λατομείο, υποδηλώνοντας ότι οι τοπικές συνθήκες είναι καθοριστικές για την οικολογική αποκατάσταση.

Η ερευνητική ομάδα προτείνει συγκεκριμένα μέτρα για τη βελτίωση της βιοποικιλότητας στα λατομεία, με έμφαση:
*Στην απομάκρυνση των εισβλητικών ειδών, όπως οι ακακίες στον Άγιο Σωζόμενο.
*Στη φύτευση ιθαγενών ειδών, όπως Ceratonia siliqua (χαρουπιά), Olea europaea (ελιά), και Pistacia lentiscus (σχινιά).
*Στη διατήρηση παροδικών και μόνιμων υδατοσυλλογών, ιδιαίτερα σε περιοχές όπως Ανδρολύκου και Βάσα.
*Στη σύνδεση των θέσεων αποκατάστασης με τους γύρω φυσικούς βιότοπους, ώστε να διευκολύνεται η μετακίνηση ειδών.

Τα λατομεία δεν είναι οικολογικά «νεκρές ζώνες»
Η έρευνα ανατρέπει την εικόνα των λατομείων ως υποβαθμισμένων και άγονων περιοχών. Αντίθετα, αποδεικνύει ότι, με τις κατάλληλες παρεμβάσεις, μπορούν να μετατραπούν σε σημαντικούς θύλακες βιοποικιλότητας, υποστηρίζοντας όχι μόνο την τοπική χλωρίδα αλλά και την πανίδα.
Η μελέτη τονίζει την ανάγκη για συστηματική παρακολούθηση της βιοποικιλότητας και για επέκταση των καταγραφών σε περισσότερα λατομεία και είδη οργανισμών. Μια τέτοια προσέγγιση θα επιτρέψει την ανάπτυξη αποδοτικών και μακροπρόθεσμα βιώσιμων στρατηγικών αποκατάστασης, συμβάλλοντας ουσιαστικά στη διατήρηση του φυσικού πλούτου της Κύπρου.

Συστάσεις προς ενίσχυση της βιοποικιλότητας
Η μελέτη προτείνει μέτρα για τη βελτίωση των αποκαταστάσεων λατομείων στην Κύπρο, με στόχο τη διατήρηση και ενίσχυση της βιοποικιλότητας. Η μελέτη, που πραγματοποιήθηκε σε 10 λατομεία ανά το παγκύπριο, για 12 μήνες από τον Μάρτιο του 2024, και καταλήγει σε σημαντικές παρατηρήσεις και εισηγήσεις για την επαναφορά της οικολογικής ισορροπίας μετά την παύση της λατομικής δραστηριότητας.
Η πολυετής διατάραξη του φυσικού τοπίου από τις λατομικές εργασίες έχει συχνά αρνητικές επιπτώσεις στους βιότοπους και την πανίδα. Όπως προκύπτει από τη μελέτη, η αποκατάσταση δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση, καθώς το είδος του εδάφους, η γειτονική χλωρίδα και η επιλογή αποκατάστασης (ενεργητική ή παθητική) επηρεάζουν άμεσα τα αποτελέσματα.
Αν και παρατηρήθηκε ότι η φυσική χλωρίδα μπορεί να εποικήσει εγκαταλειμμένες περιοχές, αυτό δεν αρκεί. Η ύπαρξη υδατοσυλλογών, η χρήση ιθαγενών φυτών και η αποφυγή εισβλητικών ειδών, όπως η ακακία, κρίνονται κομβικής σημασίας.
Άγιος Σωζόμενος– Σημαντική βιοποικιλότητα παρουσιάζουν οι παροδικές και μόνιμες υδατοσυλλογές, ωστόσο η εξάπλωση των εισβλητικών ακακιών δημιουργεί οικολογικά προβλήματα. Προτείνεται η απομάκρυνση των ακακιών και η φύτευση ιθαγενών ειδών, ενώ ιδιαίτερη έμφαση δίδεται στην επανεγκατάσταση του τρωτού φυτού Ornithogalum trichophyllum.
Ανδρολύκου–Το μοναδικό λατομείο όπου συγκρίθηκαν ενεργητικές και παθητικές αποκαταστάσεις. Η παθητική διατήρησε πιο πλούσια βιοποικιλότητα, ειδικά σε υγρόφιλα είδη σκαθαριών. Συνίσταται η διατήρηση των εποχικών λιμνίων και της χαμηλής βλάστησης.
Μιτσερό–Η αποκατάσταση με διαφορετικό υπόστρωμα από το φυσικό περιβάλλον της περιοχής ενδέχεται να οδηγεί σε διαφορετικά οικοσυστήματα. Η παθητική αποκατάσταση με τοπικά είδη όπως η παλλούρα, η αγριελιά και η μοσφιλλιά κρίνεται προτιμότερη.
Μοσφιλωτή, Φαρμακάς, Σιά, Πυργά, Βάσα, Παρεκκλησιά– Παρατηρείται απουσία σαρκοφάγων σκαθαριών σε αντίθεση με τα φυσικά δάση. Η ενίσχυση της συνδεσιμότητας των αποκατεστημένων θέσεων με τους γύρω βιότοπους είναι κρίσιμη, κυρίως μέσω διαδρόμων βλάστησης. Στην Παρεκκλησιά, η φυσική αποκατάσταση προτείνεται λόγω της καλής σύνδεσης με το περιβάλλον.
Ξυλοφάγου–Η μεικτή προσέγγιση (παθητική και ενεργητική) προσφέρει μικτά αποτελέσματα. Η ενεργητική αποκατάσταση με Pistacia lentiscus απέδωσε θετικά, ενώ η αυθόρμητη διατήρηση δεν ευνόησε την ποικιλομορφία λόγω απομόνωσης της περιοχής και προβληματικού εδάφους. Συνιστάται διαχείριση του υποστρώματος και δημιουργία διαδρόμων σύνδεσης με φυσικές περιοχές.
Τα επόμενα βήματα
Η μελέτη χαρακτηρίζεται προκαταρκτική, με τους ερευνητές να εισηγούνται περαιτέρω καταγραφές βιοποικιλότητας, τόσο εντός όσο και εκτός λατομείων, και σε περισσότερες ομάδες οργανισμών όπως οι νυχτερίδες και τα ορθόπτερα. Παράλληλα, επισημαίνεται η ανάγκη για μακροχρόνιο πρόγραμμα βιοπαρακολούθησης, υπό την επίβλεψη εξειδικευμένων επιστημόνων.Με την υιοθέτηση των προτεινόμενων πρακτικών, η αποκατάσταση των λατομείων μπορεί να εξελιχθεί σε εργαλείο προστασίας και ενίσχυσης της φυσικής κληρονομιάς της Κύπρου, προσφέροντας ελπίδα για την αναγέννηση των πολύτιμων οικοσυστημάτων που αλλοιώθηκαν από τη βιομηχανική δραστηριότητα.