Μια ανοιχτή πληγή παραμένει το θέμα των αγνοουμένων, όχι μόνο για τους συγγενείς τους αλλά και για ολόκληρο το λαό, μισό και πλέον αιώνα μετά την τραγωδία της τουρκικής εισβολής του 1974. Μισός αιώνας αναζήτησης και αγωνίας, δηλώνει σε συνέντευξη του στον «Φ» ο πρόεδρος της Παγκύπριας Επιτροπής Συγγενών Αδηλώτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων κ. Νίκος Σεργίδης, ο οποίος τονίζει ότι δυστυχώς μετά από τόσα χρόνια για ένα τόσο σοβαρό θέμα που θα έπρεπε να επιλυθεί κατά προτεραιότητα, αναζητούμε εκατοντάδες αγνοούμενους.

Στη συνέντευξη ο κ. Νίκος Σεργίδης τολμά να διεισδύσει σε βάθος στις πτυχές του ανθρωπιστικού αυτού δράματος, τις προσπάθειες που έχουν γίνει για την επίλυσή του και τις προκλήσεις που εξακολουθούν να προβάλλουν. Μέσα από τις απαντήσεις, αναδεικνύεται η πολυπλοκότητα του θέματος, ο ρόλος των διεθνών οργανισμών, η εξέλιξη των μεθόδων αναζήτησης, αλλά και η πικρή αλήθεια της έλλειψης ουσιαστικής συνεργασίας από την πλευρά της Τουρκίας.

Ιδιαίτερη βαρύτητα δίνεται στην προσωπική εμπειρία ενός ανθρώπου που βιώνει την απώλεια ενός αγνοούμενου συγγενή, του αδελφού του, και ο οποίος άοκνα και ανιδιοτελώς έχει αφιερώσει τη ζωή του στον αγώνα για τη διακρίβωση της τύχης όλων των αγνοουμένων. Η μαρτυρία του αποτελεί μια συγκλονιστική υπενθύμιση του ανθρώπινου πόνου που κρύβεται πίσω από τους αριθμούς και τις όποιες πολιτικές προσεγγίσεις.

 –Έχει παρέλθει μισός και πλέον αιώνας από το 1974. Οι συγγενείς των αγνοουμένων μπορούν να έχουν ακόμα ελπίδες;

Ένα από τα σοβαρότερα προβλήματα που επισώρευσε η τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 ήταν το πρόβλημα των 1619 Αγνοουμένων. Στο μακρύ κατάλογο των Αγνοουμένων μας συμπεριλαμβάνονται 992 στρατιώτες και έφεδροι και 627 περίπου άμαχοι, μεταξύ των οποίων 112 γυναίκες  και 36 παιδιά.  Από το 1974 όλες  οι Κυβερνήσεις διεκήρυτταν πως το θέμα της  ανεύρεση και διακρίβωσης της τύχης  των Αγνοουμένων αποτελούσε τη σοβαρότερη  και τραγικότερη πτυχή του κυπριακού προβλήματος, που λόγω της ανθρωπιστικής του υφής θα έπρεπε να επιλυθεί κατά προτεραιότητα και χωρίς καθυστέρηση. Δυστυχώς μετά από 51 χρόνια, αναζητούμε ακόμη εκατοντάδες αγνοουμένους. Οι ελπίδες, ύστερα από περισσότερο από μισό αιώνα, για ανεύρεση ζώντων έχουν εξανεμισθεί. Όμως το ανθρώπινο δικαίωμα των συγγενών τους να πληροφορηθούν με στοιχεία για την τύχη του δικού τους είναι πλήρως κατοχυρωμένο από το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Η καταπελτική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στην υπόθεση Κύπρος V Τουρκία ημερ. 10/5/2001, η οποία βρήκε ένοχη την Τουρκία για σειρά σοβαρών παραλείψεων και παραβιάσεων των βασικών Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τόσο των Αγνοουμένων μας όσο και των οικογενειών τους, αποτελεί για μας το ανθρωπιστικό και νομικό πλαίσιο να απαιτούμε από την Τουρκία να δώσει πληροφορίες και εξηγήσεις για την τύχη των Αγνοουμένων μας, που στην πλειοψηφία τους έδωσαν σημεία ζωής μετά τη σύλληψή τους.

Ποιος ήταν μέχρι τώρα ο ρόλος των Διεθνών Οργανισμών (π.Χ. ΟΗΕ, Ερυθρός Σταυρός) στις εργασίες της ΔΕΑ και πόσο καθοριστική είναι η συμβολή τους;

Για την επίλυση του θέματος έγιναν όλα αυτά  τα χρόνια πολλές προσπάθειες και ζητήθηκε η βοήθεια και η μεσολάβηση ξένων κυβερνήσεων και διεθνών οργανισμών,  κυρίως της Επιτροπής του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού και του Οργανισμού  Ηνωμένων Εθνών.  Το 1981 με τη μεσολάβηση του ΟΗΕ, που ενεργούσε στη βάση σειράς ψηφισμάτων της Γενικής Συνέλευσης,  έγινε κατορθωτή η σύσταση μιας μεικτής ερευνητικής Επιτροπής (ΔΕΑ)  που αποτελείται από εκπροσώπους των δύο κοινοτήτων και εκπρόσωπο του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ. Η Επιτροπή ήταν για 25 χρόνια ανενεργή, αφού η τουρκική πλευρά, κατάφερε με διάφορα προσχήματα να μην  της επιτρέψει να αρχίσει το ερευνητικό της έργο. Η στάση της τουρκικής πλευράς άλλαξε  μόλις το 2004, όταν η Τουρκία υπέβαλε αίτηση για ένταξη της στην ΕΕ και γνώριζε πως η ενταξιακή της πορεία περνούσε μέσα από τη συμμόρφωσή της στις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Ποιες ήταν και είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετώπισε η ΔΕΑ για να φέρει εις πέρας την αποστολή της; Πώς έχει εξελιχθεί η μεθοδολογία με την πάροδο του χρόνου; Προέκυψαν νέες τεχνικές ή  προσεγγίσεις που επιστρατεύτηκαν για την ανεύρεση και ταυτοποίηση Αγνοουμένων;

Οι βασικοί όροι εντολής της ΔΕΑ προνοούσαν πως η Επιτροπή θα ερευνούσε την κάθε περίπτωση Αγνοουμένου και θα κατάρτιζε 3 καταλόγους, κατάλογο ζώντων, κατάλογο νεκρών και κατάλογο αγνοουμένων για όσους δεν θα ανευρίσκοντο στοιχεία.  Αντ’ αυτού το ερευνητικό έργο της ΔΕΑ περιορίσθηκε στην εντόπιση χώρων ταφής, εκταφές και ταυτοποίηση οστών. Στα 20 χρόνια εργασίας της, η ΔΕΑ έχει προβεί σε  1707 εκταφές και εντόπισε τα οστά 758 Ελληνοκυπρίων και 296 Τουρκοκυπρίων Αγνοουμένων,  που ύστερα από ταυτοποίησή τους με ανθρωπολογικές εξετάσεις και τη μέθοδο DNA παραδόθηκαν στις οικογένειές τους για ταφή.  Σήμερα, η ΔΕΑ πραγματοποιεί εκταφές με  9 συνεργεία, στελεχωμένα με έμπειρο επιστημονικό προσωπικό και από τις δύο κοινότητες. Τα 8 συνεργεία εργάζονται σε διάφορες περιοχές στα κατεχόμενα και το 9ο στις ελεύθερες περιοχές.

Τακτική κωλυσιεργίας από την Τουρκία

Πως αξιολογείται το επίπεδο συνεργασίας με την τουρκοκυπριακή πλευρά και την ίδια την Τουρκία όσον αφορά τη συλλογή πληροφοριών και την πρόσβαση σε πιθανούς χώρους ταφής.

-Τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα της ΔΕΑ, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια δεν μπορούν να κρίνονται ικανοποιητικά, παρόλο που έχουν τεθεί στη διάθεσή της επαρκείς οικονομικοί πόροι από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Κυπριακή και άλλες Κυβερνήσεις. Σημειώνεται πως ο μέσος όρος ανευρεθέντων τα τελευταία χρόνια είναι μονοψήφιος  κατ’ έτος, πράγμα που σημαίνει πως αν συνεχίσει με τους σημερινούς ρυθμούς θα απαιτηθούν άλλα 100 χρόνια για να εξετάσει όλες τις περιπτώσεις.  Αυτό οφείλεται  στις πρακτικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει, λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος που πέρασε, αφού  βασικοί μάρτυρες δεν υπάρχουν πια στη ζωή,  τα γεωγραφικά δεδομένα του 1974 έχουν αλλάξει κ.α. Η κύρια όμως αιτία της αναποτελεσματικότητας της ΔΕΑ είναι πως δεν υπάρχει ειλικρινής συνεργασία από τα εμπλεκόμενα μέρη.

Η τουρκική πλευρά δεν πείσθηκε να δώσει τις πληροφορίες, που αποδεδειγμένα κατέχει για  χώρους όπου έγιναν ταφές και για  χώρους όπου οργανωμένα μετακίνησαν οστά αγνοουμένων από μεγάλους ομαδικούς τάφους. Γενικά παρατηρείται μια τακτική κωλυσιεργίας από μέρους της τουρκικής πλευράς στο να επιτρέψει ελεύθερη διακίνηση της Επιτροπής σε ολόκληρη την Κύπρο, όπως προνοούν οι όροι εντολής της, με τη δικαιολογία πως για να  εισέλθουν σε «στρατιωτικές περιοχές» ( στρατιωτικές περιοχές έχουν χαρακτηρισθεί από τον τουρκικό στρατό το 70% περίπου των κατεχομένων περιοχών ) πρέπει να δοθεί άδεια  από τον τουρκικό στρατό. Η άδεια σε αυτές τις περιπτώσεις δίδεται  ύστερα από μήνες ή χρόνια με περιορισμούς, όπως π.χ. η εκταφή δεν μπορεί να ξεπεράσει χώρο μεγαλύτερο των 25 μέτρων.

Στάση ίσων αποστάσεων από το Γ.Γ. ΟΗΕ

Ποιος ήταν ο μέχρι στιγμής ρόλος των Διεθνών Οργανισμών ( π.χ. ΟΗΕ, Ερυθρός Σταυρός) στις εργασίες της ΔΕΑ και πόσο καθοριστική είναι η συμβολή τους;

-Αναμφισβήτητα ο ρόλος τόσο του ΟΗΕ, όσο και του Διεθνή Ερυθρού Σταυρού στις εργασίες της ΔΕΑ είναι από μόνος του σημαντικός, αφού η Επιτροπή τελεί υπό την αιγίδα του ίδιου του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ γεγονός που δίνει τη μεγαλύτερη δυνατή διεθνή αναγνώριση. Επίσης  από τη δημιουργία της ΔΕΑ, συμμετέχει σ αυτήν αξιωματούχος του Διεθνή Ερυθρού Σταυρού,  προσφέροντας  έτσι με τις εμπειρίες που είχε σε παρόμοιες περιπτώσεις σε άλλα μέρη του κόσμου αξιόλογη τεχνική βοήθεια. Παρόλα αυτά θα πρέπει να αναφερθεί πως τα φτωχά αποτελέσματα που παρουσιάζει σήμερα η ΔΕΑ θα απασχολούσαν σοβαρά, πρωτίστως το Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και θα έκαμνε τις αναγκαίες παρεμβάσεις, ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση και να αναβαθμιστεί το έργο της ΔΕΑ. Αντίθετα τηρεί μια στάση ίσων αποστάσεων, πράγμα που διαπιστώνεται και από τις  εξαμηνιαίες εκθέσεις του στο Συμβούλιο Ασφαλείας, που αντί να κάμνει αναφορά για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η ΔΕΑ και να εισηγείται τρόπους για να καταστεί το έργο της πιο αποτελεσματικό, περιορίζεται στην έκφραση ικανοποίησης για τη συμμετοχή και τη συνεργασία των δύο πλευρών.

Έχετε και εσείςτο δικό σας πρόσωπο αγνοούμενο, τον αδελφό σας. Μιλήστε μας λίγο για την περίπτωση και πως βιώσατε όλα αυτά τα χρόνια τη δική σας τραγωδία .

-Ο αδελφός μου υπηρετούσε ως  Έφεδρος Ανθυπολοχαγός στην Εθνική Φρουρά και η τύχη του αγνοείται από τις 15 Αυγούστου 1974 ύστερα από πολύωρη μάχη που έδωσε η διμοιρία του στο λόφο Λαπάτσα στον Κοντεμένο. Η οικογένειά μου, όπως και όλες οι οικογένειες αγνοουμένων βίωσαν το δράμα της αγωνιώδους αναζήτησης  και της ελπίδας για μια επιστροφή, που δυστυχώς ποτέ δεν επαλήθευσε. Οι γονείς μου, όπως και οι περισσότεροι γονείς  έφυγαν από τη ζωή με το πικρό παράπονο πως δεν έμαθαν για την τύχη των παιδιών τους.  

Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους που ασχολήθηκα προσωπικά  με το θέμα των Αγνοουμένων, το οποίο υπηρετώ το θέμα των Αγνοουμένων από τις τάξεις της Παγκύπριας Επιτροπή  Συγγενών Αδηλώτων Αιχμαλώτων και Αγνοουμένων από το Φεβρουάριο 1975.  Στην αρχή ως απλό μέλος, μετά για 30 περίπου χρόνια ως Γενικός Γραμματέας και τα τελευταία 14 χρόνια ως Πρόεδρος. Όλα αυτά τα χρόνια έχω βιώσει μαζί με τους συγγενείς των αγνοουμένων μας την τραγικότητα του θέματος και τα τραύματα που άφησε στις οικογένειές τους, κοινωνικά, οικονομικά, ψυχολογικά. Η Πολιτεία είδε με συμπάθεια το όλο θέμα, όμως όχι στο βαθμό που έπρεπε και που αρμόζει σε ήρωες και στις οικογένειές τους. Είναι καιρός  να εγκύψει στα προβλήματα αυτά και να  δώσει λύσεις με θέσπιση νομοθεσίας, που να αποδίδει στους αγνοουμένους μας τις νενομισμένες τιμές και στις οικογένειες μια αξιοπρεπή διαβίωση.