Ο Φίλιππος Φιλίππου γράφει την άποψή του για τον δημόσιο λόγο γύρω από τον θάνατο κάποιου προσώπου.

(Στο πιο κάτω σημείωμα δεν αναφέρομαι στην ελεύθερη και συνειδητή παραβίαση του ενστίκτου και της λογικής της αυτοσυντήρησης μέσω αυταπάρνησης και αυτοθυσίας για χάρη κάποιου σκοπού του προσλαμβανόμενου συλλογικού καλού. Εννοείται ότι αξίζει να συζητηθεί διότι δεν είναι μονοδιάστατο φαινόμενο αλλά είναι ξεχωριστό θέμα).

Πριν λίγο καιρό πέθανε ο Καναδός κωμικός, Νορμ ΜακΝτόναλντ, προς έκπληξη πολλών αφού δεν είχε αποκαλύψει σε κανένα τη δεκαετή ασθένεια του. Κι όμως σε συνέντευξή του 1-2 χρόνια πριν πεθάνει είπε ότι δεν ήθελε μια κηδεία όπου να εορταστεί η ζωή του· Θα ήθελε τους παρευρισκόμενους όχι στωικούς αλλά απαρηγόρητους και ολοφυρόμενους. Όσοι αναφέρθηκαν στον θάνατό του εκθείασαν το γεγονός ότι είχε αποκρύψει την ασθένεια και ότι αυτό έδειχνε γενναιότητα. Πριν μερικές μέρες έφυγε η Φώφη Γεννηματά. Όλοι εκθείασαν το κουράγιο της έναντι της ασθένειας και έναντι του θανάτου. Αυτός ο δημόσιος λόγος για τον θάνατο δύο συνανθρώπων μας δεν είναι η εξαίρεση. Είναι ο κανόνας. Αυτά αναδεικνύονται κάθε φορά στη δημόσια σφαίρα για τον θάνατο δημόσιων και μη προσώπων. Για χάρη ποιου όμως; Για χάρη των ζωντανών. Με ένα ψυχρό χρηστικό/ ωφελιμιστικό σκεπτικό.

Μια φορά θέλω να ακούσω ότι έφυγε κάποιος και ότι αυτό είναι τραγικό. Έτσι απλά, χωρίς αξιολογικές κρίσεις και χαρακτηρισμούς περί γενναιότητας κατά τη «μάχη» και περί «αξιοπρέπειας» απέναντι στον θάνατο. Χωρίς δηλαδή χαρακτηρισμούς που τείνουν να καθησυχάσουν τους ζώντες αφού από τη μια δεν χρειάστηκε να ταραχθούν από τις διαμαρτυρίες του αναχωρούντος -ούσας, αφού ήταν εγκρατής και «αξιοπρεπής» φεύγοντας και από την άλλη πιο σύντομα θα μπορέσουν να επιστρέψουν στην καθημερινότητα τους, με την συνηθισμένη και απαραίτητη για αυτούς απώθηση της σκέψης του θανάτου, κάτι που θα ήταν πιο δύσκολο εάν αντηχούσαν στα αυτιά τους οι αντιρρήσεις και διαμαρτυρίες αυτού που έφυγε.

Ο δημόσιος λόγος για το θέμα που πάει διδακτικά να ηγεμονεύσει τα μυαλά και τις καρδιές των ατόμων, έχει την τάση να αξιολογεί στην ουσία το πώς διαχειρίστηκε την ασθένεια ή το τέλος του ο εκλιπών σε σχέση με κάποια ετεροκαθοριζόμενη (από τους υγιείς και ζώντες κατά τον ουσιώδη χρόνο) ιδανική ηθική δεοντολογία. Εάν δηλαδή συμμορφώθηκε. 

Νιώθω πάντα άβολα όταν βλέπω αυτές τις αναφορές. Μπορεί ένας άνθρωπος να φύγει όπως ήρθε στον κόσμο: Συρόμενος κακήν κακώς. Μπορεί να φύγει με υστερία, με θυμό, με παράπονο, με φόβο, με αγωνία, με ευθανασία, με εξάντληση κάθε επώδυνου μέσου για αποφυγή του θανάτου. Και μπορεί ένας άνθρωπος να φύγει με στωικότητα. Είτε από συνειδητή επιλογή και πράξη, είτε διότι αυτά τα χαρακτηριστικά, αυτές τις δυνάμεις, αυτές τις αντοχές είχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο και οι δύο. Γιατί ο δημόσιος λόγος να υπονοεί κάποιους είδους αξιολογική ιεράρχηση και κρίση;

Ο θάνατος είναι αναπόφευκτος. Και είναι γνωστό σε όλους ότι είναι αναπόφευκτος. Κάποιοι πιστεύουν ότι είναι η αρχή για κάτι άλλο και μάλιστα καλύτερο. Και πάλι όμως αναπόφευκτος σε αυτό τον κόσμο. Επειδή είναι τέτοιος, το να κλαίει και να οδύρεται ο αποθνήσκων/ ετοιμοθάνατος θεωρείται αναξιοπρεπές και ντροπιαστικό· Πόσο μάλλον όταν για κάποιους σημαίνει την αρχή για κάτι καλύτερο. Γιατί όμως; Επειδή αντανακλά σε έλλειμμα λογικής εκ μέρους του, αφού ο θάνατος είναι αναμφίβολα αναπόφευκτος, ή σε έλλειμμα άλλων χαρακτηριστικών όπως το θάρρος, το κουράγιο κ.λπ.; Μάλλον το δεύτερο. Γιατί όμως; Αφού το σημείο στο οποίο μπορεί να βασιστεί η όποια κρίση είναι το ότι είναι μάταιο να κλαις και να οδύρεσαι για κάτι που πάντοτε γνώριζες ότι είναι αναπόφευκτο. Για κάτι που δεν έχεις καμιά λογική αμφιβολία ότι είναι αναπόφευκτο. Η βάση της κρίσης λοιπόν είναι λογική. Το θάρρος, το κουράγιο, η αξιοπρέπεια, η στωικότητα κ.λπ. σε αυτό το πλαίσιο αποκτούν το νόημά τους μέσα από τη λογική. Υπό το φως του λογικού συμπεράσματος δηλαδή. 

Θα έπρεπε να προκύπτει η αξιολογική κρίση περί της διαχείρισης ή της στάσης έναντι του θανάτου του ατόμου λοιπόν; Αφού ο άνθρωπος δεν είναι μόνο λογικό ον αλλά και παράλογο είναι αναμενόμενο ότι κάποιοι άνθρωποι θα έχουν την τάση να ολοφύρονται στην πορεία για τον θάνατό τους. Και κάποιοι όχι. Είμαστε παράλογοι για τόσα και τόσα. Γιατί αστυνομεύουμε και τον θάνατο του καθενός; Είναι το μοναδικό επεισόδιο της ύπαρξης μας που ίσως αξίζει να καταλαμβάνεται ο καθένας από ό,τι του βγει: Είτε τη λογική, είτε το συναίσθημα, είτε το ένστικτο, είτε όλα μαζί. Ας αφήσουμε τους ανθρώπους ελεύθερους από την κρίση μας, από την κρίση των ανθρώπων, έστω για λίγο, έστω για κάτι. Έστω στο τέλος. Ας είναι δικό μας τουλάχιστον το τέλος μας!