Ο διευθυντής Οικονομικών Ερευνών της Τράπεζας Κύπρου, Γιάννης Τιρκίδης, αναλύει όλες τις παραμέτρους της κρίσης του COVID-19 στην οικονομία και επισημαίνει πως «οι πολιτικές που εφαρμόζονται σε ό,τι αφορά τη στήριξη της ιδιωτικής οικονομίας, της απασχόλησης και των εισοδημάτων είναι σωστές». Όπως επισημαίνει σε συνέντευξή του στον «Κυριακάτικο Φιλελεύθερο» «οι πολιτικές αυτές αναπόφευκτα θα οδηγήσουν σε ελλείμματα που θα διογκώσουν το δημόσιο χρέος.

Οι δημόσιες δαπάνες πρέπει να είναι στοχευμένες και με το πέρας της κρίσης πρέπει να επιστρέψουμε στην πολιτική δημοσιονομικής περισυλλογής και πλεονασμάτων και μείωσης του χρέους». Εκφράζοντας τις προσωπικές του απόψεις επί όλων των θεμάτων που αφορούν την κρίση κορωνοϊού, ο κ. Τιρκίδης εξηγεί πως «η διακοπή της οικονομικής δραστηριότητας που προκαλείται από ένα φαινόμενο που αναμένεται να είναι προσωρινό και η συνακόλουθη απώλεια εισοδήματος και ζήτησης απαιτούν μία δυναμική δημοσιονομική αντίδραση».

-Ποιες είναι οι κύριες επιπτώσεις που δέχεται η κυπριακή οικονομία από την εξάπλωση του COVID-19 και στην Κύπρο; Πότε χρονικά αναμένετε ανάκαμψη και ποια θα είναι η επόμενη μέρα;
-Η κρίση του κορωνοϊού που είναι σε εξέλιξη μάς επηρεάζει άμεσα στην Κύπρο γιατί περιορίζει τον τουρισμό, τις μεταφορές και το εμπόριο, που είναι βασικές δραστηριότητες,  γιατί επηρεάζει επίσης το διεθνές σύστημα και τη λειτουργία και συνοχή ενδεχομένως της ΕΕ και ακόμα για το κόστος που συνεπάγεται η μεταφορά πόρων για την αντιμετώπισή του.    
Εν αρχή, η κρίση αφορά ένα σοκ στον παραγωγικό κύκλο. Η κοινωνική απομόνωση που επιβάλλεται ως μέτρο καταπολέμησης του κορωνοϊού και της ασθένειας που προκαλεί, την Covid-19 και το κλείσιμο ολόκληρων τομέων οικονομικής δραστηριότητας, προκαλεί σοβαρή πτώση στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Η συνακόλουθη μείωση εισοδημάτων μαζί με την κοινωνική απομόνωση συνιστούν ταυτόχρονα σοβαρή μείωση των καταναλωτικών δαπανών στο σύνολό τους. Οι εταιρείες αντιμέτωπες με την αβεβαιότητα αναστέλλουν το επενδυτικό τους πρόγραμμα που σημαίνει την περαιτέρω μείωση της ολικής ζήτησης στην εθνική οικονομία. Σε έναν άκρως αλληλοσυνδεόμενο κόσμο, οι ίδιες συνθήκες στις άλλες χώρες, όπως συμβαίνει τώρα, προκαλούν σημαντική πτώση εξαγωγών. 
Αυτές οι εξελίξεις στην παραγωγή και στις δαπάνες είναι αλληλο-τροφοδοτούμενες, με αποτέλεσμα μια απότομη και μεγάλη πτώση του συστήματος. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι εταιρείες χωρίς να ευθύνονται, χάνουν σημαντικό μέρος του κύκλου εργασιών τους, με αποτέλεσμα να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, όπως η πληρωμή των μισθών του προσωπικού τους και οι αποπληρωμές των δανείων τους. Αυτός ο κύκλος διεργασιών και αλληλοεπιδράσεων δεν μπορεί να αφεθεί στον εαυτό του γιατί σε τέτοια περίπτωση, το αποτέλεσμα δεν θα είναι απλώς μια ύφεση, αλλά μια παρατεταμένη οικονομική κατάπτωση, το λέω έτσι παραφράζοντας τον αγγλικό όρο «economic depression». Οι διαφορές ανάμεσα στα δύο αυτά οικονομικά φαινόμενα – recession και depression – ύφεσης και κατάπτωσης, δεν αφορά το μέγεθος της συρρίκνωσης του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, αλλά τη συστημική δυσλειτουργία μιας οικονομίας και ανατροπές των συσχετισμών των μερών που την αποτελούν, με καταστροφικές συνέπειες. Η αντιμετώπιση της κρίσης που δημιουργείται αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα για ολόκληρη την παγκόσμια οικονομία.

-Πότε μπορούμε να αναμένουμε την ανάκαμψη; 
-Κατά γενική ομολογία το βασικό σενάριο τόσο για την Κύπρο όσο και για τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου προβλέπει επάνοδο σε ρυθμούς ανάκαμψης το τρίτο με τέταρτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους και συνέχεια με ψηλούς ρυθμούς μεγέθυνσης μέσα στο 2021. Προϋπόθεση γι’ αυτό το σενάριο όμως, είναι ότι η κρίση του κορωνοϊού θα τεθεί υπό έλεγχο σε βαθμό που να επιτρέπει τη χαλάρωση και τελικά την κατάργηση των μέτρων και την επιστροφή στην ομαλότητα. Ήδη αρκετές χώρες στην Ευρωπαϊκή Ένωση αρχίζουν να σχεδιάζουν προς αυτήν την κατεύθυνση. Η Αυστρία, για παράδειγμα, που ήταν από τις πρώτες χώρες στην ΕΕ που έλαβαν αυστηρά περιοριστικά μέτρα για τον έλεγχο της επέκτασης του ιού, είναι η πρώτη χώρα που ανακοίνωσε τη σταδιακή χαλάρωση των μέτρων βάσει ενός προγράμματος, αρχίζοντας από τα μέσα Απριλίου. Αν η στρατηγική χαλάρωσης των μέτρων της Αυστρίας επιτύχει, τότε σίγουρα θα ακολουθήσουν και άλλες χώρες. Δεν μπορούμε όμως να είμαστε απόλυτα σίγουροι για τα αποτελέσματα τέτοιων σχεδιασμών, γιατί πρόκειται για ένα νέο κορωνοϊό για τον οποίο η επιστημονική μας αντίληψη είναι ακόμα περιορισμένη. 
Πέρα όμως από τα ζητήματα αυτά που αφορούν τον νέο κορωνοϊό και την ασθένεια που προκαλεί, υπάρχουν ακόμα δύο θέματα που πρέπει να έχουμε υπόψη και τα οποία ενδέχεται να περιπλέξουν την επιστροφή στην ομαλότητα. Το ένα αφορά την κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας και των προκλήσεων που είχε να αντιμετωπίσει πριν από την έλευση του κορωνοϊού. Το δεύτερο αφορά την έξοδο από τις ανορθόδοξες νομισματικές πολιτικές, που δεν είναι ποτέ μια εύκολη άσκηση.    
Εν ολίγοις, η παγκόσμια οικονομία πριν από την έλευση του νέου κορωνοϊού είχε να αντιμετωπίσει, μεταξύ άλλων, περιορισμένες προοπτικές ανάπτυξης, συγκριτικά χαμηλούς ρυθμούς παραγωγικότητας, εμπορικές διαμάχες μεταξύ κυρίως Ηνωμένων Πολιτειών και Κίνας και μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών και Ευρωπαϊκής Ένωσης και ένα ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον. Ακόμα, η παρατεταμένη επεκτατική νομισματική πολιτική σε όλες τις προηγμένες χώρες, από την προηγούμενη παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 και η επικίνδυνη συσσώρευση δημοσίου και ιδιωτικού χρέους, συντηρούν σοβαρές ευπάθειες.
Στην Κύπρο τώρα, η ανάκαμψη των τελευταίων ετών μετά την κρίση 2012-2014, δημιούργησε μια περισσότερο υγιή βάση για την αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών προκλήσεων από τη διάδοση του νέου κορωνοϊού. Το πραγματικό ΑΕΠ συνέχισε να αυξάνεται με ψηλούς ρυθμούς για πέντε συνεχόμενα έτη. Το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε στο 7% το 2019, που είναι ελαφρά κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Το δημοσιονομικό ισοζύγιο παρουσίασε πλεόνασμα 2,7% του ΑΕΠ το 2019 και το δημόσιο χρέος μειώθηκε στο 95,5% του ΑΕΠ παρά τη σημαντική δημοσιονομική επιβάρυνση από την εξυγίανση της Κυπριακής Συνεργατικής Τράπεζας το 2018 και την κεφαλαιακή στήριξή της των προηγούμενων ετών, 2014 και 2015. 
Παρόλα αυτά η κυπριακή οικονομία παραμένει ευάλωτη λόγω της διαρθρωτικής της δομής. Η Κύπρος έχει μεγάλο εξαγωγικό τομέα, που αποτελείται κυρίως από τουριστικές και επιχειρηματικές υπηρεσίες. Ο τουρισμός πλήττεται καίρια από τη νέα κρίση.  

-Ποια θα είναι η επόμενη μέρα;
-Η κρίση αυτή κάποια στιγμή θα τελειώσει και θα επανέλθουμε σε ομαλότητα. Δεν θα είναι όμως η ομαλότητα που ξέραμε. Η άσκηση οικονομικής πολιτικής θα έχει διαφορετικά περιθώρια και διαφορετικές εναλλακτικές. Η κοινωνική συμπεριφορά θα είναι διαφορετική τουλάχιστον για ένα ακόμα διάστημα. Η επιχειρηματική λειτουργία θα προσαρμοστεί σε διαφορετικά δεδομένα, τεχνολογικά αλλά και πιθανών αλλαγών στην καταναλωτική συμπεριφορά. Και ακόμα, η έννοια της παγκοσμιοποίησης θα αλλάξει σε σχέση με εμπορικές δραστηριότητες και τις καλούμενες «αλυσίδες παραγωγής».
Από την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008 και μετά, οι Κεντρικές Τράπεζες, ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες χώρες, εφαρμόζουν πρωτοφανή και ανορθόδοξα εν πολλοίς νομισματικά μέτρα, μηδενικών και αρνητικών επιτοκίων και πιστωτικής επέκτασης που περιλαμβάνει αγορές κρατικών αλλά και εταιρικών ομολόγων. Αυτές οι πολιτικές θα συνεχιστούν και τα χαμηλά επιτόκια θα παραμείνουν χαμηλά για παρατεταμένο διάστημα μέχρι που η ρευστοποίηση του χρέους ενδεχομένως αρχίσει να δημιουργεί πληθωρισμό. 
Από πλευράς δημοσιονομικής πολιτικής, τα μέτρα τα οποία που λαμβάνουμε σήμερα, που είναι ασφαλώς αναγκαία, θα διογκώσουν επικίνδυνα, σε μερικές περιπτώσεις χωρών, το δημόσιο χρέος και η αναπόφευκτη ρευστοποίησή τους, θα δημιουργεί τις πληθωριστικές τάσεις που ήδη ανέφερα.
Η κοινωνική απομόνωση είναι ένα κύριο εργαλείο για τον περιορισμό της διάδοσης του νέου ιού και τα συναφή περιοριστικά μέτρα σε κάποια χαλαρότερη μορφή, θα συνεχισθούν για μεγαλύτερο διάστημα από ό,τι τώρα πιθανό να υπολογίζουμε. Οι πανδημίες συνήθως έρχονται ανά κύματα και η επιστροφή του ιού σε μεταλλαγμένη μορφή τον επόμενο χειμώνα, είναι ένα πιθανό σενάριο που πρέπει να συνυπολογίζουμε. Αυτό θα έχει επιπτώσεις στην κοινωνική μας ζωή και στον τρόπο εργασίας μας ασφαλώς. Οι εξελίξεις οδηγούν σε αυξημένη εργασία από  το σπίτι και αυξημένη χρήση ηλεκτρονικών πληρωμών.  
Οι επιπτώσεις θα είναι σοβαρές και ποικίλες και στην παγκόσμια οικονομία. Στο βαθμό που επέλθει μετατόπιση της κατανάλωσης και της παγκόσμιας αλυσίδας παραγωγής, οι επιπτώσεις θα αφορούν επίσης και τον μακροπρόθεσμο ορίζοντα.  

Το «πακέτο» στήριξης
-Η κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ένα «πακέτο» στήριξης, συνδυασμό δημοσιονομικών και χρηματοοικονομικών μέτρων. Θεωρείτε πως το «πακέτο» αυτό είναι επαρκές; Τι πρέπει να γίνει εάν η κρίση παραταθεί μέχρι τον Ιούνιο;

-Δεν υπάρχουν πολλές περιπτώσεις όπου η ενδεικνυόμενη αντίδραση σε μια κρίση είναι τόσο σαφής. Η διακοπή της οικονομικής δραστηριότητας που προκαλείται από ένα φαινόμενο που αναμένεται να είναι προσωρινό και η συνακόλουθη απώλεια εισοδήματος και ζήτησης απαιτούν μία δυναμική δημοσιονομική αντίδραση. Τα μέτρα πολιτικής που λαμβάνονται σε εθνικό επίπεδο από την κυβέρνηση, και εκείνα που λαμβάνονται σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, είναι σωστά.
Τα μέτρα υποστηρίζουν την απασχόληση, διατηρούν τις εταιρείες στη ζωή εν μέσω απώλειας της ρευστότητάς τους και δημιουργούν τις προϋποθέσεις συνέχισης της επιχειρησιακής τους λειτουργίας. Το πακέτο της κυπριακής κυβέρνησης έχει τις ιδιαιτερότητές του, ταυτίζεται όπως στην ουσία του με τις προσεγγίσεις άλλων χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αλλού.
Τα μέτρα εντάσσονται μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο όπου και οι κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο, εστιάζουν τις προσπάθειές τους στην παροχή ρευστότητας στις οικονομίες τους και στον περιορισμό των πιέσεων στους εταιρικούς ισολογισμούς, συνεπεία της μείωσης της κερδοφορίας τους. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προχώρησε στην επέκταση του προγράμματος πιστωτικής επέκτασης και στην υιοθέτηση του Έκτακτου Πανδημικού Προγράμματος Αγοράς ύψους €750 δις. Ταυτόχρονα η Ενιαία Εποπτική Αρχή μείωσε τις κεφαλαιακές απαιτήσεις και χαλάρωσε τους κανόνες για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. 

Ενδεδειγμένη πολιτική η παροχή εγγυήσεων, όπως προτείνεται από το κράτος

-Θεωρείτε πως τα δημόσια οικονομικά μπορούν να αντέξουν τη στήριξη των επιχειρήσεων και των εργαζομένων; Ποιες οι επιπτώσεις στο δημόσιο χρέος και πώς θα καλυφθούν οι δαπάνες;
-Θεωρώ ότι έχουμε ένα δημοσιονομικό περιθώριο το οποίο μας παρέχει τη δυνατότητα αποτελεσματικής αντίδρασης βραχυπρόθεσμα. Το περιθώριο αυτό, όμως, είναι περιορισμένο, γιατί το δημόσιο χρέος της χώρας είναι ακόμα ψηλό και η οικονομία εύθραυστη. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να το εξαντλήσουμε αλόγιστα, αλλά πρέπει να κάνουμε σωστή στόχευση.
Το πρόγραμμα δημοσιονομικής περισυλλογής που εφήρμοσε η κυπριακή κυβέρνηση στο πλαίσιο του προγράμματος χρηματοδότησης από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ, την περίοδο της προηγούμενης κρίσης 2012-2014, οδήγησε στην ανάκαμψη της οικονομίας και στην ενδυνάμωση του δημοσιονομικού πλαισίου. Η Κύπρος είχε σημαντικό δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2018 και 2019, αντίστοιχα, 3% και 2,7% του ΑΕΠ. Στα τέλη του 2019 το συνολικό χρέος της κυπριακής κυβέρνησης ήταν περίπου €21 δις ή 95,5% του ΑΕΠ. 
Αναντίλεκτα η στήριξη των νοικοκυριών και των βιώσιμων εταιρειών που πλήττονται από την κρίση του νέου κορωνοϊού αποτελεί προτεραιότητα και αυτό ισχύει για όλες τις χώρες του κόσμου που αντιμετωπίζουν την ίδια κρίση. Μια αποτυχία σε αυτό τον τομέα πιθανό να πλήξει ανεπανόρθωτα την παραγωγική δυνατότητα μιας χώρας με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ανάπτυξη, τη μακροοικονομική σταθερότητα και για το βιοτικό επίπεδο. 
Δεν υπήρξε ολιγωρία εξάλλου. Οι αντιδράσεις των εθνικών κυβερνήσεων ήταν άμεσες και αποφασιστικές. Αναπόφευκτα η δημοσιονομική επέκταση θα είναι μεγάλη και θα έχει ως αποτέλεσμα τη διόγκωση του δημοσίου χρέους. 
Οι αυξημένες δαπάνες θα μπορούν να χρηματοδοτηθούν με εσωτερικό ή εξωτερικό δανεισμό. Και για την ώρα, με δεδομένο τον ρόλο που διαδραματίζει η ΕΚΤ στη λειτουργία των αγορών ομολόγων, η Κύπρος μπορεί να αντλήσει σημαντικά κεφάλαια με χαμηλό κόστος. Πέρα από αυτό και σε περίπτωση που χρειασθεί, η Κύπρος θα μπορεί υπό προϋποθέσεις να αντλεί από τους χρηματοδοτικούς πόρους του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, στο πλαίσιο των προγραμμάτων της.    

-Το Υπουργείο Οικονομικών εκ των πραγμάτων προχωρεί σε δανεισμό για να καλύψει τις αυξημένες δαπάνες. Πώς θα γίνει αυτό; Πόσο επικίνδυνη είναι μια έξοδος στις αγορές αυτό το διάστημα; 
-Η χρηματοδότηση του δημοσίου γίνεται από το εξωτερικό με έκδοση ευρωομολόγων μέσης και μακράς διάρκειας ή και από το εσωτερικό μέσω γραμματίων και ομολόγων. 
Η έξοδος στις διεθνείς αγορές αυτό το διάστημα  δεν είναι επικίνδυνη. Το αντίθετο είναι που συμβαίνει. Οι συνθήκες που επικρατούν είναι εξαιρετικά ευνοϊκές λόγω των επεκτατικών πολιτικών που ακολουθούν οι κεντρικές τράπεζες. Οι κεντρικές τράπεζες εστιάζουν τις προσπάθειές τους στην παροχή ρευστότητας στις οικονομίες τους και στον περιορισμό των πιέσεων στους εταιρικούς ισολογισμούς, συνεπεία της μείωσης της κερδοφορίας τους. 
Αυτό το περιβάλλον όμως, δεν θα διαρκέσει για πάντα. Καθώς η κρίση θα πλησιάζει στο τέλος και θα είναι ορατός ο κίνδυνος πληθωρισμού, οι πιέσεις για τερματισμό των έκτακτων μέτρων της ΕΚΤ θα αυξάνεται. Οι φωνές από συντηρητικές χώρες του βορρά όπως η Γερμανία και η Ολλανδία, για περιορισμό των δημοσίων δαπανών θα εντείνονται. Τα ανώτατα όρια για τα ελλείμματα στην ΕΕ που έχουν αρθεί για να αντιμετωπιστεί η κρίση του κορωνοϊού θα επιστρέψουν. Ως εκ τούτου, η αξιοποίηση των δυνατοτήτων δανεισμού της κυπριακής κυβέρνησης σε μια ευνοϊκή συγκυρία για τη δημιουργία ενός δημοσιονομικού περιθωρίου, είναι ορθή κατά την άποψή μου. 

-Ένα σχόλιο σας για το θέμα των κρατικών εγγυήσεων που καλείται να δώσει το κράτος.
-Η παροχή εγγυήσεων όπως προτείνεται από το κράτος, είναι η ενδεδειγμένη πολιτική κατά την άποψή μου. Η συμμετοχή των τραπεζών, που δεν γίνεται με τους όρους τους εξάλλου, αξιοποιεί τη πλεονασματική ρευστότητα που διαθέτουν, περιορίζοντας έτσι την ανάγκη σύναψης επιπρόσθετου δανεισμού από το κράτος. Το τραπεζικό σύστημα είναι ο τομέας της οικονομίας που διαχειρίζεται τις χορηγήσεις. Όλες σχεδόν οι εθνικές κυβερνήσεις στην ΕΕ, το τελευταίο διάστημα, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων χωρών, ανακοίνωσαν μια σειρά από επεκτατικά δημοσιονομικά μέτρα για τη στήριξη των οικονομιών τους. Τα μέτρα σχεδόν χωρίς εξαιρέσεις, στοχεύουν στη στήριξη της απασχόλησης και στην παροχή ικανοποιητικής ρευστότητας, κυρίως με χαμηλότοκο δανεισμό μέσω του τραπεζικού συστήματος των χωρών τους και αναστολής πληρωμών.

Χρειαζόμαστε επενδύσεις και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από ένα υγιή ιδιωτικό τομέα

-H Kύπρος αυτή τη φορά δεν έχει Τρόικα ή δανειστές για να τη σώσουν. Ποια διαχείριση πρέπει να γίνει από μέρους μας;
-Η Κύπρος λειτουργεί εντός του πλαισίου της ΕΕ. Είναι μέρος του ευρωσυστήματος και οι συστημικές τράπεζες της υπόκεινται στην εποπτεία του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού. Η Κύπρος έχει πρόσβαση στα όργανα και τους θεσμούς της ΕΕ όπως είναι ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Αναπτύξεως και η Τραπεζική Ένωση. Το πλαίσιο όμως αυτό δεν μπορεί να δώσει από μόνο του όλες τις λύσεις. Οι εθνικές κυβερνήσεις πρέπει να χαράζουν και να εφαρμόζουν από μόνες τους συμβατές πολιτικές που να διασφαλίζουν στον μέγιστο δυνατό βαθμό την ανθεκτικότητα των οικονομιών τους και τον περιορισμό των ευπαθειών τους. 
Η Κύπρος είναι μια μικρή, ανοικτή και ευάλωτη οικονομία. Η οικονομική ανάπτυξη προϋποθέτει τη συνεχή βελτίωση της παραγωγικότητας. Χρειαζόμαστε επενδύσεις και αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από ένα υγιή ιδιωτικό τομέα και την ορθολογιστική λειτουργία ενός σωστά εποπτευόμενου τραπεζικού συστήματος. 
Στην παρούσα συγκυρία το κράτος επωμίζεται ένα σημαντικό ρόλο στη διάσωση της παραγωγικής δυνατότητας της εθνικής οικονομίας. Οι πολιτικές που εφαρμόζονται σε ό,τι αφορά τη στήριξη της ιδιωτικής οικονομίας της απασχόλησης και των εισοδημάτων είναι σωστές. Αναπόφευκτα θα οδηγήσουν σε ελλείμματα που θα διογκώσουν το δημόσιο χρέος. Οι δημόσιες δαπάνες πρέπει να είναι στοχευμένες και με το πέρας της κρίσης πρέπει να επιστρέψουμε στην πολιτική δημοσιονομικής περισυλλογής και πλεονασμάτων και μείωσης του χρέους. Όταν το κράτος δεν έχει δημοσιονομικά περιθώρια χάνει τη δυνατότητα αντίδρασης σε εποχές κρίσεων. Και αυτό είναι πιο επιζήμιο σε μικρότερες και πιο ευάλωτες οικονομίες.

Πηγή: Ο Φιλελεύθερος