Η Κύπρος βρίσκεται σχεδόν στις τελευταίες θέσεις της Ευρώπης μεταξύ 19 ευρωπαϊκών χωρών σε κρίσιμους δείκτες, όπως η εργασιακή ικανοποίηση, η ποιότητα της ηγεσίας στον χώρο εργασίας και η ψυχολογική ασφάλεια, σύμφωνα με την έκθεση European Workforce Study 2025, που παρουσιάζει σήμερα ο Φιλελεύθερος.
Η μελέτη, που βασίζεται σε στοιχεία από 24.938 εργαζομένους σε 19 ευρωπαϊκές χώρες και 1.500 ερωτηθέντες ανά χώρα, αποκαλύπτει ότι η Κύπρος δεν παρουσιάζει τις καλύτερες επιδόσεις σε βασικούς δείκτες που επηρεάζουν την απόδοση, την καινοτομία και τη διατήρηση των εργαζομένων.
Η Κύπρος είναι μεταξύ των τελευταίων στην Ευρώπη και συγκεκριμένα στην 15η θέση (από 19 χώρες που αναλύθηκαν στην έρευνα) όσον αφορά την εργασιακή ικανοποίηση και ειδικά στην ερώτηση αν ο χώρος εργασίας είναι ένα εξαιρετικό μέρος για να εργαστεί κανείς.
Κατά μέσο όρο, μόνο το 59% του εργατικού δυναμικού της Ευρώπης συμφωνεί με αυτή τη δήλωση και η Κύπρος βρίσκεται πιο κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, με ποσοστό 53%.
Τα ποσοστά διαφέρουν από κράτος σε κράτος. Η Δανία, η Νορβηγία και η Σουηδία βρίσκονται στην κορυφή με 75%, 73% και 68% ικανοποίηση, αντίστοιχα. Ακολουθούν η Αυστρία και Ελβετία με ποσοστό 67%, Φιλανδία 65%, Γερμανία, Ολλανδία, Ισπανία 64%, Ιρλανδία 60%, Λουξεμβούργο 56%, Βέλγιο, Πορτογαλία 54%, Κύπρος 53%, Γαλλία 50%, Πολωνία 47%, Ελλάδα 44%, Ιταλία 43%.
Κατά μέσο όρο, μόνο το 55% του εργατικού δυναμικού της Ευρώπης συμφωνεί ότι υπάρχει ηγεσία υψηλής εμπιστοσύνης, σύμφωνα με την έκθεση European Workforce Study 2025. Η Κύπρος βρίσκεται πιο κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, με ποσοστό 54%. Στις υπόλοιπες χώρες η εικόνα έχει ως εξής: Δανία 64%, Ολλανδία 63%, Σουηδία, Ελβετία 62%, Γερμανία, Ισπανία 60%, Ιρλανδία 59%, Αυστρία 58%, Φιλανδία 57%, Πορτογαλία 52%, Βέλγιο 51%, Γαλλία 49%, Πολωνία 48%, Ελλάδα, Λουξεμβούργο 47%, Ιταλία 44%.
Οι ηγέτες στις περισσότερες χώρες υπερεκτιμούν σημαντικά τους οργανισμούς τους ως εξαιρετικούς χώρους εργασίας. Για παράδειγμα, στην Αυστρία το 100% των ανώτερων στελεχών συμφωνούν με την έκφραση «λαμβάνοντας υπόψη τα πάντα, θα έλεγα ότι αυτό είναι ένα εξαιρετικό μέρος για να εργαστείς» έναντι του 66% των εργαζομένων και των διευθυντών, με αποτέλεσμα μια αναλογία 0,7. Στην Κύπρο η αναλογία είναι 0,8, στο Βέλγιο, Δανία 1 , Ολλανδία, Σουηδία, Ισπανία 0,9, Φιλανδία, Λουξεμβούργο 0,8, Γερμανία, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Αυστρία 0,7, Γαλλία, Ιταλία, Πολωνία 0,6.
Ψάχνονται οι εργαζόμενοι
Η διατήρηση των εργαζομένων είναι δύσκολη στις περισσότερες χώρες. Στο ερώτημα «θα ψάχνετε για νέα δουλειά φέτος;», 33% των ερωτηθέντων στην Κύπρο θα ήθελαν να φύγουν, «ίσως» απαντάει 21%, και 46% δηλώνει «είμαι ευχαριστημένος εδώ που βρίσκομαι».
Στην Ιταλία τα ποσοστά είναι 40%, 21% και 39% αντίστοιχα, στη Γαλλία 38%, 18% και 44% αντίστοιχα, στην Πορτογαλία 37%, 24% και 39% αντίστοιχα. Στην Αυστρία, το 61% των εργαζομένων είναι ευχαριστημένο, το 17% ίσως θα ψάξει δουλειά και το 21% θέλει να φύγει, στην Γερμανία το ποσοστό είναι 56%, 22% και 23% αντίστοιχα.
Η ευελιξία του εργατικού δυναμικού και της εργασίας διαφέρει σε όλη την Ευρώπη. Ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 39% και στην Κύπρο το ποσοστό είναι στο 32%, αναδεικνύοντας πόσο περιορισμένη είναι η ευέλικτη μορφή εργασίας.
Η Ολλανδία και οι σκναδιναβικές χώρες πρωτοστατούν στην προσφορά ευέλικτης εργασίας στους εργαζομένους. Το ποσοστό των εργαζομένων που επιλέγουν πώς θα εργαστούν είναι 57% στην Ολλανδία, 49% στην Σκανδιναβία, 48% στην Σουηδία, 47% στην Δανία, 44% στην Ελβετία, Γερμανία 42%, Βέλγιο, Αυστρία 40%, Ιρλανδία 38%, Λουξεμβούργο 37%, Ιταλία 36%, Πορτογαλία 35%, Γαλλία, Πολωνία, Ισπανία 33%, Ελλάδα 29%.
Η Βόρεια Ευρώπη πρωτοπορεί στην ψυχολογική ασφάλεια στην εργασία. Στην έρευνα επίσης αναφέρονται μεγάλες διαφορές στην ψυχολογική ασφάλεια και την καινοτομία. Η Βόρεια Ευρώπη προηγείται, ενώ η Νότια Ευρώπη, ιδιαίτερα η Γαλλία και η Ιταλία, υστερεί.
Η Νορβηγία, η Δανία και η Ολλανδία προσφέρουν το πιο ψυχολογικά ασφαλή εργασιακό περιβάλλον στην Ευρώπη. Ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 53% και στην Κύπρο 49%. Στο ερώτημα «αυτό είναι ένα ψυχολογικό και συναισθηματικά υγιές μέρος για εργασία;», το 64% των Δανών ήταν θετικοί και ακολουθούν η Ολλανδία με 62%, η Ελβετία με 59%, η Γερμανία με 58%, η Φιλανδία, Αυστρία με 57%, Ισπανία και Ιρλανδία με 55%.
Ο μέσος ευρωπαϊκός όρος είναι 53% και η Κύπρος βρίσκεται πιο κάτω με 49%. Ακολουθεί το Βέλγιο, Πορτογαλία με 48%, Γαλλία 46%, Ελλάδα 43%, Λουξεμβούργο 41%, Πολωνία 39%, Ιταλία 38%.
Η καλή ψυχολογία
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, ο τεχνολογικός τομέας πρωτοπορεί στην ψυχολογική ασφάλεια, αλλά υπάρχει περιθώριο βελτίωσης, ενώ αντίθετα οι τομείς της υγειονομικής περίθαλψης υστερούν.
Επίσης, οι εξ αποστάσεως εργαζόμενοι αισθάνονται ψυχολογικά πιο ασφαλείς από τους εργαζόμενους επί τόπου στο χώρο εργασίας τους και δημιουργείται μεγαλύτερη αίσθηση συναισθηματικής ασφάλειας. Ακόμη ένα σημείο που αναδεικνύει η έρευνα είναι ότι η ψυχολογική ασφάλεια οδηγεί σε καλύτερα αποτελέσματα και η ικανοποίηση των πελατών υπερδιπλασιάζεται όπου οι εργαζόμενοι αισθάνονται ψυχολογικά ασφαλείς. Στην έρευνα αναφέρεται ότι όπου υπάρχει ηγεσία υψηλής εμπιστοσύνης και ενδυναμώνουν τους εργαζόμενους, τότε οι εργαζόμενοι αισθάνονται ακόμη πιο ασφαλείς.
Σημαντικό ρόλο έχει η αποτελεσματική ηγεσία
Σκοπός της ευρωπαϊκής μελέτης για το εργατικό δυναμικό είναι η καταγραφή μιας ολοκληρωμένης εξερεύνησης της κουλτούρας των εργαζομένων και αναδεικνύει ότι η αποτελεσματική ηγεσία παίζει ρόλο στη διαμόρφωση της παραγωγικότητας, της καινοτομίας και της ανταγωνιστικότητας.
Η έκθεση προσφέρει πληροφορίες βασισμένες σε μία από τις μεγαλύτερες πανευρωπαϊκές έρευνες που έχουν διεξαχθεί ποτέ για αυτό το θέμα. Στόχος είναι να γνωρίζουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και τα ενδιαφερόμενα μέρη τις κρίσιμες γνώσεις για να μπορούν να αξιολογήσουν το σημερινό πολύπλοκο τοπίο και να αξιοποιήσουν πλήρως το δυναμικό των ανθρώπων τους.
Στο σημείωμα της έκθεσης που υπογράφει ο Tron Kleivane, επικεφαλής της μελέτης Ευρωπαϊκού Εργατικού Δυναμικού, αναφέρει ότι η EE βρίσκεται σε σταυροδρόμι, αντιμετωπίζοντας αναταραχές και σημαντικές προκλήσεις που απειλούν την ασφάλεια, την ευημερία και τα μοντέλα πρόνοιας της κάθε χώρας.
Οι προκλήσεις είναι πολύπλευρες και συστημικές, συμπεριλαμβανομένων των γεωπολιτικών εξελίξεων, της κλιματικής αλλαγής, της ενεργειακής μετάβασης, των ανατρεπτικών τεχνολογιών, του πολιτικού και κοινωνικού κατακερματισμού. Ακόμα περισσότερο, σημειώνεται, ζούμε σε μια εποχή όπου ο εργαζόμενος, τόσο ως άτομο όσο και ως μέλος μιας ομάδας, έχει περισσότερο από ποτέ τη δυνατότητα να επηρεάσει την παραγωγικότητα και τα αποτελέσματα – υποστηριζόμενος από νέες τεχνολογίες και νέους τρόπους εργασίας.
«Επομένως, ποτέ δεν ήταν πιο σημαντικό να κατανοήσουμε τις επιπτώσεις της κουλτούρας και της ηγεσίας του εργατικού δυναμικού στην απόδοση και την παραγωγικότητα. Ούτε ήταν ποτέ πιο σημαντικό να κατανοήσουμε το δυναμικό του εργατικού δυναμικού ως πλεονέκτημα ή μειονέκτημα στην επιδίωξη της ανταγωνιστικότητας, της καινοτομίας, της αλλαγής και της ανθεκτικότητας», αναφέρεται στην έκθεση.