H περφόρμανς που παρουσίασε στην καρδιά της Λευκωσίας, με τον τίτλο «No borders», είναι επίκαιρη για την Κύπρο, αλλά παράλληλα αφορά και τα όσα τραγικά συμβαίνουν αυτή την περίοδο στη Μέση Ανατολή. Ο Barthelemy Toguo, ένας από τους πιο επιδραστικούς καλλιτέχνες αφρικανικής καταγωγής, εξηγεί γιατί δεν μπορεί να μείνει απαθής απέναντι σε καταστάσεις που πλήττουν τη ζωή των ανθρώπων και την αξιοπρέπειά τους.

Γεννημένος στο Καμερούν το 1967, ο Barthelemy Toguo σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Αμπιτζάν της Ακτής Ελεφαντοστού, στη συνέχεια στη Γκρενόμπλ και στην Ακαδημία Τεχνών του Ντίσελντορφ. Στο Ντίσελντορφ διδάχθηκε από τον καλλιτέχνη της Arte Povera Γιάννη Κουνέλλη και γνώρισε τον Tony Cragg. Το 2015, το έργο του παρουσιάστηκε στην Μπιενάλε της Βενετίας, οκτώ χρόνια μετά την άρνησή του να συμμετάσχει στο αφρικανικό περίπτερο που διοργάνωσε το Ίδρυμα Sindika Dokolo. «Η πρόταση ήταν λανθασμένη, διότι η Αφρική δεν είναι χώρα αλλά περιοχή, και διατηρώ τη θέση μου γι’ αυτή την προβληματική γκετοποίηση των Αφρικανών καλλιτεχνών», δήλωσε, συμπληρώνοντας: «Η στάση μου ενόχλησε τους Ιταλούς».

O Barthelemy Toguo μοιράζει τον χρόνο του μεταξύ Καμερούν και Παρισιού. Η καλλιτεχνική του παραγωγή προβλήθηκε σε μουσεία της Δύσης όπως η Tate Modern, το Πομπιντού και το MoMA. Ο Αφρικανός καλλιτέχνης ταξίδεψε πρόσφατα στην Κύπρο και παρουσίασε στο Δημοτικό Κέντρο Τεχνών Λευκωσία NiMAC, την περφόρμανς «No Borders», στο πλαίσιο του φεστιβάλ του ευρωπαικού προγράμματος Open up. Ο Toguo ξετύλιξε ένα χαρτί μεγάλων διαστάσεων (μήκους 30 μ. και πλάτους 2,50 μ.) στο οποίο τύπωσε τις λέξεις No borders (Όχι σύνορα).

Homo Planta C, 2018

-Τι σας έκανε να αποδεχθείτε την πρόσκληση για να παρουσιάσετε την περφόρμανς σας στην Κύπρο; Η πρόταση να έρθω στην Κύπρο μού έγινε από την Άντρη Μιχαήλ, καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Αμιένης, και τον Ξένιο Συμενωνίδη, που επιμελήθηκε τις εκδηλώσεις του φεστιβάλ του ευρωπαικού προγράμματος Open up. Το να αποδεχτώ την πρόταση και να έρθω στην Κύπρο είχε για μένα μεγάλη σημασία σε σχέση με τη δουλειά μου, που έχει μια κοινωνική και πολιτική διάσταση.

-Ποιο το σκεπτικό της περφόρμανς No Borders που παρουσιάσατε στο NIMAC στη Λευκωσία; Ήμουν ήδη ενήμερος για την πολιτική κατάσταση στην Κύπρο – την τουρκική εισβολή του 1974 και τη συνεχιζόμενη κατοχή του βόρειου τμήματος του νησιού. Η ξυλογραφία No borders υπήρχε ήδη στη δουλειά μου – είναι μια φράση που την έχω χαράξει σε μεγάλη ξύλινη σφραγίδα, μέρος της εγκατάστασής μου στην Μπιενάλε Βενετίας του 2015, σε επιμέλεια του Okwui Enwezor. Η περφόρμανς No borders είχε ιδιαίτερη σημασία να γίνει εδώ, στη Λευκωσία, όπου από τη μια τα σύνορα υπάρχουν και διχάζουν τους πληθυσμούς κι από την άλλη μπορούν να δώσουν μια λανθασμένη εντύπωση ομαλότητας. Αυτή τη στιγμή, μάλιστα, που οι γειτονικές χώρες είναι σε εμπόλεμη κατάσταση με τα σύνορα να είναι σημαντικός παράγοντας, το θέμα της περφόρμανς έχει μια οδυνηρή επικαιρότητα.

Το έργο No borders έχει και μια ευρύτερη σημασία για μένα, διότι είναι ενάντια σε κάθε είδους διακρίσεις ανάμεσα στους ανθρώπους, είτε αυτές είναι φυλετικές, είτε γένους κ.ά. Ο ίδιος έχω υποστεί πολλές φορές αυτές τις διακρίσεις και στιγματισμούς περνώντας τα σύνορα μιας χώρας λόγω του χρώματος του δέρματός μου. Η αντίδρασή μου ήταν να δημιουργήσω έργο σε σχέση με αυτό το θέμα.

Road to Exile, 2018

-Σε μια εποχή με πολέμους, με την οικονομική κρίση, το μεταναστευτικό, ποιος ο ρόλος του καλλιτέχνη; Πάντοτε θεωρούσα ότι ο ρόλος του καλλιτέχνη είναι σημαντικός στην κοινωνία, και μάλιστα ακόμη περισσότερο σε περίοδο πολέμων, οικονομικής κρίσης και μετανάστευσης. Η προσφώνηση του Αλμπέρ Καμί προς την Σουηδική Ακαδημία, όταν πήρε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1957, την οποία διάβασα όταν ήμουν ακόμη νέος, είχε σε μένα μια πολύ έντονη απήχηση. Ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να δημιουργεί μόνο για τον εαυτό του. Αφουγκράζεται την εποχή του και αντιδρά με τα εργαλεία της τέχνης του. Οι καλλιτέχνες της Αναγέννησης μίλησαν για την επιδημία της πανούκλας στη Φλωρεντία, ο Πικάσσο έκανε την Guernica. Σήμερα δεν μπορώ να μείνω απαθής απέναντι σε καταστάσεις που πλήττουν τη ζωή των ανθρώπων και την αξιοπρέπεια τους, και το εκφράζω στο έργο μου μερικές φορές πιο άμεσα και κάποτε πιο έμμεσα.

-Παρουσιάσατε δουλειά σας στη Tate Modern, στο Centre Pompidou και στο MoMA. Πόσο δύσκολη ήταν η πορεία μέχρι να αναγνωριστεί το έργο σας;

Δεν έχω κάνει κάτι ιδιαίτερο για να αναγνωριστεί το έργο μου, που παρουσιάζεται σε πολλά διαφορετικά σημεία του κόσμου. Πιστεύω στην ειλικρίνεια που πρέπει να έχει ο καλλιτέχνης, στην ειλικρίνεια που χαρακτηρίζει ένα έργο. Είναι το έργο που επιβάλλεται κάποια στιγμή και έπειτα τα πράγματα ακολουθούν από μόνα τους. Και κάποια στιγμή μια σημαντική γκαλερί ενδιαφέρεται για το έργο σου, όπως η γκαλερι Lelong & Co Paris New York, και σε συνοδεύει για πράγματα που δεν μπορείς να κάνεις μόνος σου, όπως για παράδειγμα το να είσαι παρών σε διάφορες διεθνείς foire τέχνης.

Λούβρο 2022 «Le-Pilier-des-migrants-disparus»

-Η αφρικανική καταγωγή σας πόσο επηρέασε τη σκέψη σας και τα έργα σας; Θα λέγατε ότι η δουλειά σας είναι αυτοβιογραφική; Όταν ήμουν πιο νέος δεν είχα τόσο μεγάλη συνείδηση του πόσο η αφρικανική μου καταγωγή ήταν σημαντική για τη σκέψη μου και για το έργο μου. Από πού προερχόμαστε, από πού έχουμε λάβει τα πρώτα ερεθίσματα ως άνθρωποι και ως καλλιτέχνες, είναι ουσιαστικό. Και δεν μιλώ για μια τυφλή ή εθνικιστική προσήλωση στον τόπο μας. Αλλά ό,τι έχει σχέση με τη γενικότερη κουλτούρα, το τοπίο με τα χρώματα και τις ιδιαίτερες καμπύλες του, τα αρώματα, τους ανθρώπους και τον τρόπο που έχουν να σκέφτονται τα κοινά, αυτά είναι πράγματα που μας ορίζουν χωρίς καν να το καταλαβαίνουμε. Ακόμη και ορισμένες αξίες και παραδόσεις που έχουν βαθιές τις ρίζες τους στην Αφρική προ της αποικιοκρατίας, νιώθω ότι είναι σημαντικές τώρα για μένα. Είναι στην Αφρική που πηγαίνω για να αναζωογονηθώ. Το έργο μου, ναι, είναι σίγουρα αυτοβιογραφικό. Ξεπερνά όμως πάντα την απλή αναφορά στο εγώ για να έχει πιο οικουμενική απήχηση.

Λούβρο 2022 «Le-Pilier-des-migrants-disparus»

-Είχατε δάσκαλο σας τον διεθνούς φήμης καλλιτέχνη Γιάννη Κουνέλλη. Τι θυμάστε από αυτόν; Ναι, είχα τον Κουνέλλη ως δάσκαλο όταν, μετά από τη Σχολή Καλών Τεχνών της Abidjan και της Grenoble πήγα στην Κunstakademie, στο Ντίσελντορφ. Θεωρώ σημαντικό αυτό που έφερνε στους φοιτητές, την αμεσότητα που είχε μαζί μας και την ιδιαίτερη ικανότητά του να αφουγκράζεται τις ιδιαιτερότητες του καθενός από μας.

-Ενσωματώνετε πολλά μέσα στη δουλειά σας. Πώς επιλέγετε κάθε φορά εκείνο που θα χρησιμοποιήσετε; Ναι, χρησιμοποιώ πολλά διαφορετικά μέσα στο έργο μου: Γλυπτική, ξυλογραφία, ακουαρέλα, κεραμική, ζωγραφική, περφόρμανς, φωτογραφία, εγκαταστάσεις. Το μέσο, μπορώ να πω, επιβάλλεται από μόνο του ανάλογα με το θέμα που αναπτύσσω.

-Είναι κάποιο μέσο ποιο ισχυρό από τα άλλα, όπως για παράδειγμα το σχέδιο; Όχι, καθόλου. Μερικές φορές η ακουαρέλα μπορεί να εκφράσει και τη βία και την απαλότητα, κάποτε, για να καταδικάσω τη βία σε μια περφόρμανς, αρπάζω ένα τσεκούρι. Μια σειρά σχεδίων με μολύβι ή με στιλό μπορεί να έχει την ίδια δύναμη με ένα έργο σε μπρούντζο. Η σειρά σχεδίων Das bett, για παράδειγμα, είναι πολύ σημαντική για μένα και δεν θα μπορούσα αποδώσω αυτό που ήθελα με μια άλλη τεχνική. Δεν ξεχωρίζω λοιπόν τα media ούτε τα βάζω σε αξιολογική κλίμακα.

Urban Requiem, 2015. Εγκατάσταση με τίτλο «All the World’s Futures», 56th Μπιενάλε Βενετίας στην Ιταλία, 2015

-Με ποιο σκεπτικό δημιουργήσατε το μη κερδοσκοπικό οργανισμό Bandjoun Station στο Καμερούν; Είχα ήδη αρχίσει να κάνω καριέρα εκτός Αφρικής, όταν συνειδητοποίησα ότι η σύγχρονη τέχνη στην ήπειρο άρχισε να έχει την ίδια τύχη με την αρχαιότερη τέχνη, να παίρνει δηλαδή τον δρόμο προς τη Δύση. Επιπλέον, συνειδητοποιούσα ότι έλειπαν από την αφρικανική ήπειρο δομές που να αναδεικνύουν τους νέους καλλιτέχνες. Φέτος γιορτάζουμε τα δέκα χρόνια λειτουργίας αυτού του ιδιαίτερου χώρου, ο οποίος δεν μιμείται απλώς ένα δυτικό πρότυπο. Είναι ένα Κέντρο Τέχνης με μόνιμη συλλογή – την οποία συγκρότησα ανταλλάσσοντας έργα με συνάδελφους μου καλλιτέχνες. Λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος, residency καλλιτεχνών, και ως ένα οικολογικό πρότζεκτ που έχει ως στόχο μια πιο βιώσιμη καλλιέργεια και την αυτάρκεια για τις διατροφικές μας ανάγκες. Είναι επίσης ένας πολύ ιδιαίτερος χώρος, ανοιχτός στην κοινωνία. Θέλω η τέχνη μου να απευθύνεται σε όλους, και ο χώρος του Bandjoun Station να είναι οικείος, φιλόξενος, και γενναιόδωρος.

Ελεύθερα 29.10.2023