Εκ των πραγμάτων, εν μέσω πολύ πιο σημαντικών για την επικαιρότητα εξελίξεων, πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Ωστόσο, το ζήτημα του Λιβάνου παραμένει κρίσιμο όχι μόνο για την ίδια τη χώρα αλλά και για ολόκληρη την περιοχή και τη σταθερότητά της. Τα τελευταία δε 24ωρα καταγράφονται εξελίξεις οι οποίες αναπόφευκτα θα αποβούν καθοριστικές για το τι θα ακολουθήσει.
Τα συντριπτικά χτυπήματα του Ισραήλ κατά της Χεζμπολάχ τα οποία απελευθέρωσαν τη γείτονα από την ολέθρια ομηρία της από τους σιίτες τρομοκράτες εδώ και μία εικοσαετία, δημιούργησαν ένα παράθυρο ευκαιρίας μοναδικό για το Λίβανο το οποίο όμως είναι σαφές πως δεν πρόκειται να μείνει ανοιχτό για πάντα. Κάθε άλλο μάλιστα.
H Χεζμπολάχ γνωρίζει πως κάθε κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση, αποτελεί ένα ακόμα βήμα προς την οριστική της ήττα και, λογικά, παρά τη δεινή θέση στην οποία βρίσκεται και παρά τον συντονισμό και τη επιτυχημένη συνεργασία του διεθνούς παράγοντα με τη Βηρυτό προκειμένου να κλείσει κάθε πηγή εισροής χρημάτων προς την οργάνωση, προσπαθεί να διατηρηθεί στο προσκήνιο.
Και το κάνει, είτε μέσω της υπόσκαψης της προσπάθειας της Βηρυτού – εδώ όλων των υπολοίπων πλην της ίδιας της Χεζμπολάχ – είτε μέσω απειλών, είτε πάλι, αυτό είναι και το πιο αποτελεσματικό, μέσω κινήσεων στο νότιο Λίβανο οι οποίες παραβιάζουν τα συμφωνηθέντα και προκαλούν την αντίδραση του Ισραήλ.
Όλα αυτά είναι βεβαίως γνωστά στους Αμερικανούς και αυτός είναι ο λόγος που η Ουάσινγκτον εντείνει την πίεση στην κυβέρνηση του Λιβάνου, απαιτώντας να προχωρήσει πιο άμεσα και εντατικά με τον αφοπλισμό της Χεζμπολάχ – αν και πρέπει να ειπωθεί ότι ο Λίβανος έχει κάνει βήματα.
Βήματα αδιανόητα μάλιστα πριν από το «δώρο» των ισραηλινών βομβαρδισμών κατά της Χεζμπολάχ και την εξολόθρευση της ηγεσίας της όπως και τον ευνουχισμό, αλλού μεταφορικό και αλλού κυριολεκτικό, ολόκληρης της δομής της, με την επιχείρηση των βομβητών.
Εντούτοις, 1,6 εκατομμύρια σιίτες, οι πλείστοι ορκισμένοι οπαδοί της Χεζμπολάχ, σε μια χώρα των 5.7 εκατομμυρίων, μιλάμε για το εν τρίτον του πληθυσμού, δεν είναι μόνο τη δύναμη των όπλων που έχει να αντιμετωπίσει η Βηρυτός, πόσω μάλλον λαμβανομένου υπόψην ότι μιλάμε για μια χώρα χρεοκοπημένη και χωρίς υποδομές στο σημείο που την οδήγησε η Χεζμπολάχ όλα αυτά τα χρόνια.
Αυτά όμως δεν διασφαλίζουν κάτι. Η Βηρυτός το γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλον και το θέλει περισσότερο από κάθε άλλον, παρότι οι ισορροπίες είναι πολύ λεπτές και η Χεζμπολάχ καραδοκεί για να κατηγορήσει την κυβέρνηση του Λιβάνου ότι είναι όργανο ξένων δυνάμεων ή, ακόμη χειρότερα, ότι είναι διατεθειμένη να θυσιάσει τις ζωές ομοεθνών της προκειμένου να ικανοποιήσει τις ΗΠΑ και ακόμη χειρότερα για την εικόνα του Προέδρου Αούν, το Ισραήλ.
Απύθμενο σίγουρα θράσος για μια οργάνωσης η οποία έβαλε τις εντολές και τα συμφέροντα του Ιράν, προδοτικά θα έλεγε κανείς, πάνω από την ασφάλεια της πατρίδας της. Η ίδια όμως και οι οπαδοί της δεν το βλέπουν έτσι.
Προς αυτή την κατεύθυνση ήταν και η προχθεσινή διαρροή από την εφημερίδα «Αλ Άχμπαρ», το εκφραστικό όργανο της Χεζμπολάχ, της πληροφορίας ότι αμερικανική στρατιωτική αντιπροσωπεία φθάνει στη Βηρυτό μεταφέροντας ένα πολύ αυστηρότερο χρονοδιάγραμμα με νέες απαιτήσεις για το ζήτημα του ελέγχου της τρομοκρατικής οργάνωσης.
Αν και έγκυρη, η διαρροή στόχο είχε να αποκρύψει την πραγματικότητα που η έλευση αυτή φανερώνει: ότι δεν έχουν ακόμα γίνει όσα θα έπρεπε και πως τα όσα επιδιώκουν οι Αμερικανοί δεν είναι θέση δική τους (μόνο) αλλά η απλή εφαρμογή του Ψηφίσματος 1701 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ το οποίο, από το 2006 μάλιστα, απαιτεί την απόσυρση όλων των στρατευμάτων πλην του Στρατού του Λιβάνου από το μέρος νοτίως του ποταμού Λιτάνι ο οποίος διατρέχει το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Ο Λιτάνι πηγάζει από την ορεινή περιοχή στο ύψος (γεωγραφικά) της Τζούνιε, βορείως της Βηρυτού και εκβάλλει στην περιοχή βορείως της Τύρου.
Η μη εφαρμογή του 1701 ήταν και ο λόγος που η Χεζμπολάχ με τη στήριξη του Ιράν και της Συρίας (επί Άσαντ) κατάφερε να μετατρέψει την περιοχή σε στρατιωτική βάση της εξαπολύοντας επιθέσεις με ρουκέτες, αδιαλείπτως μάλιστα από την επομένη της κτηνωδίας της 7ης Οκτωβρίου 2023, εναντίον του βόρειου Ισραήλ. Εκτιμάται πως από την έναρξη της επίθεσης της Χεζμπολάχ εναντίον του Ισραήλ (την επομένη της 7ης Οκτωβρίου) η Χεζμπολάχ εκτόξευσε από αυτήν την περιοχή περίπου 12,000 πυραύλους και ρουκέτες κατά του Ισραήλ αναγκάζοντας πάνω από 90,000 άτομα, πολλοί από αυτούς Άραβες Μουσουλμάνοι και Χριστιανοί, να εγκαταλείψουν για πάνω από έναν χρόνο τις εστίες τους.
Την ίδια ώρα, αξίζει να σημειωθεί ότι και κάτι… παρήγορο: ο Παλαιστίνιος ηγέτης Μαχμούτ Αμπάς φαίνεται πως, παρά την αντίσταση που συναντά, θα καταφέρει να επιβάλει τμηματικά έστω τον αφοπλισμό στους Παλαιστινιακούς καταυλισμούς εντός του Λιβάνου, μαζί και τον έλεγχο της Φάταχ εκεί, σε μια μάλιστα περιόδο κατά την οποία η αύξηση της επιρροής των τρομοκρατικών Παλαιστινιακών οργανώσεων, της Χαμάς και της Ισλαμικής Τζιχάντ κυρίως αυξάνεται επικίνδυνα για την ασφάλεια του Λιβάνου.
Με τις πιέσεις των Αμερικανών και του διεθνούς παράγοντα να μεγαλώνουν και τα χρονοδιαγράμματα να σμικρύνονται, η κυβέρνηση Αούν καλείται να κινηθεί σε νερά εν πολλοίς αχαρτογράφητα τα οποία απέφευγε, δικαιολογημένα μεν λαμβανομένων υπόψην των δυνατοτήτων της, επικινδύνως όμως εάν αναλογιστεί κανείς ότι κάθε μέρα που περνά η Χεζμπολλάχ ανασυγκροτείται. Οι επόμενες μέρες και εβδομάδες θα καθορίσουν το τι θα δούμε στους επόμενους στο Λίβανο και το πού θα