Αυτήν την εβδομάδα, συγκεκριμένα στις 11 Αυγούστου του 1996, συμπληρώθηκαν 29 χρόνια από την στυγνή δολοφονία δύο νέων ανθρώπων, του Τάσου Ισαάκ και του Σολωμού Σολωμού, που έκαναν μία συμβολική (μα, και τόσο μεγαλειώδη, αλλά και ειρηνική) πράξη υπενθύμισης: ό,τι η πατρίδα τους είναι σκλαβωμένη. Ήταν συνέχεια μιας αντικατοχικής εκδήλωσης μοτοσικλετιστών που ξεκίνησε από το Βερολίνο, ακυρώθηκε όμως από την Ομοσπονδία τους για τον φόβο επεισοδίων, και η συνέχεια είναι γνωστή. Μερικοί μπήκαν  στην λεγόμενη «νεκρή ζώνη», στην Δερύνεια. Η κυπριακή αστυνομία απέτυχε να τους αναχαιτίσει.

Τουρκοκύπριοι, μαζί με άλλα εγκληματικά στοιχεία από Τουρκία, οι διαβόητοι Γκρίζοι Λύκοι ήταν πανέτοιμοι για μακελειό. Χιλιάδες, εναντίον δύο. Που δεν κρατούσαν ούτε όπλα, ούτε πυρομαχικά. Λίντσαραν τον Τάσο, σαν άγρια θηρία. Όχλος μαινόμενος. Ο Σολωμός ανέβηκε στον ιστό της σημαίας του εισβολέα για να την κατεβάσει, και τον γάζωσαν.  Η σημειολογία εκείνη της φρικτής σκηνής, δεν φεύγει από το νου κανενός ανθρώπου που έχει σχέση με αυτό που λέμε «πολιτισμένο κόσμο».

Στο μπαλκόνι από πίσω, όλος ο συρφετός των «δύο καθεστώτων», της Τουρκίας και των τουρκοκυπρίων, αποθαύμαζε την δολοφονία και κοκορευόταν με την «πεποίθηση» ότι «εδώ, κάνουμε κουμάντο εμείς». Το «εμείς», βεβαίως, εμπεριέχει το κομμάτι των τουρκοκυπρίων που βλέπουν την Κύπρο μόνο ως κομμάτι της Τουρκίας, και μελλοντική, ίσως, προσάρτησή της.

Πώς να αντιπαρατεθείς σε μια τέτοια λογική, παρά μόνο με το αντίθετο «όπλο». Όχι της βίας, και σίγουρα όχι της αλαζονείας – που δυστυχώς είναι εμφυτευμένο στην «λογική» αρκετών δικών μας ακραίων φαινομένων… Η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από το «εμείς» και το «μαζί». Υπάρχει. Αλλά είναι περιορισμένο. Αποκηρύσσεται, όμως, και αποβάλλεται ταυτόχρονα από το «πατριωτικό μέτωπο» μερίδας της δικής μας πλευράς.

Και βεβαίως, υπονομεύεται και από άλλες, φίλιες τάχα δυνάμεις, όπως εσχάτως της Ρωσίας και μέρους της «βρετανικής αποικίας», που επιλέγουν «τον βόρειο παράδεισο της Κύπρου» για happy holidays και άπειρες φτηνές επενδυτικές ευκαιρίες.

«Πρέπει να αλλάξετε αφήγημα και τακτική», είναι η μόνιμη προτροπή που λαμβάνουμε από αξιωματούχους στην ΕΕ που ακόμα έχουν το Κυπριακό στην ατζέντα τους και το συζητούν σε κλειστές ομάδες αλλά και σε ανοικτά φόρουμ. Η τουρκοποίηση της βόρειας Κύπρου τους ενοχλεί. Γιατί δεν αντιδρούν, θα πει κάποιος;

Η απάντησή τους είναι ότι δεν βλάπτουν, και δεν λαμβάνουν «το απαιτούμενο ενδιαφέρον» από την ελληνοκυπριακή πλευρά. Πολλές φορές ζήτησα από τέτοιους συνομιλητές μου να μου εξηγήσουν πως ακριβώς βλέπουν και θέλουν αυτό το «απαιτούμενο ενδιαφέρον».

«Πιο ισχυρούς δεσμούς με τουρκοκύπριους, επιχειρηματικά, κοινωνικά και πολιτικά». Εδώ, σηκώνω τα χέρια. Τυπικά, δεν μπορεί να διαφωνήσει κάποιος θαρρώ. Το θέμα παραπέμπεται σε αυτό που λέμε «πολιτική βούληση». Μόνο αυτή μπορεί να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει. Τολμώ να πω, χωρίς φόβο και πάθος, ότι τέτοια βούληση δεν υπάρχει. Παρά μόνο … εθιμοτυπικά.

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ, παλιό αλλά πάντα επίκαιρο, δυστυχώς. Τίτλος «Η Ηχώ της Νεκρής Ζώνης», του Γιάννη Παπαδάκη, Εκδόσεις Scripta, κυκλοφορεί και στα αγγλικά. Μικρή περίληψη:  Εδώ και δεκαετίες, η Κύπρος αποτελεί τόπο σύγκρουσης, βίας και διαίρεσης. Στην «Ηχώ της Νεκρής Ζώνης: Οδοιπορικό στη διαιρεμένη Κύπρο», ο ελληνοκύπριος συγγραφέας Γιάννης Παπαδάκης, εκτός από την ιστορική πληροφόρηση για τις αντιπαραθέσεις που οδήγησαν σε χάσματα και προκαταλήψεις, συλλέγει συγκινητικές προσωπικές αφηγήσεις ανθρώπων της Κύπρου των οποίων οι φωνές, συνήθως, δεν ακούγονται. (. . .) Ποιοι είναι, τελικά, αυτοί οι Κύπριοι; Ή μήπως στην Κύπρο ζουν μόνον Έλληνες και Τούρκοι; Πώς γίνονται κάποιοι ήρωες; Πώς γίνεται κάποιος προδότης; Πώς χαράχτηκε, άραγε, στον χάρτη η Πράσινη Γραμμή, με μολύβι ή με μελάνι; (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)