Πάνω σε ένα τεντωμένο σκοινί, ανάμεσα στα ερείπια της Γάζας και τις πετρελαιοφόρες θάλασσες της Βενεζουέλας, ισορροπεί η «ειρήνη» του Ντόναλντ Τραμπ.
Μια ειρήνη που γεννήθηκε μέσα από τηλεοπτικές δηλώσεις, συμβολικές χειραψίες και ωμά παζάρια ισχύος και τώρα αναζητεί ανάσα ανάμεσα στις στάχτες ενός πολέμου που δεν τέλειωσε ποτέ. Η επιβλητική φιγούρα του Αμερικανού προέδρου που αυτοπροβάλλεται ως ο «άνθρωπος που σταματά τους πολέμους» στέκει σήμερα αντιμέτωπη με τα φαντάσματα των επιλογών του -από τις σκιές των Ισραηλινών ομήρων που δεν βρέθηκαν ποτέ, μέχρι τις κρυφές επιχειρήσεις της CIA στα βάθη της Καραϊβικής.
Η κατάπαυση του πυρός στη Γάζα μοιάζει περισσότερο με εκεχειρία αναγκαστικής αναπνοής παρά με ειρήνη. Το Ισραήλ απειλεί ανοιχτά με νέες μαζικές επιθέσεις εάν η Χαμάς δεν επιστρέψει άμεσα τις σορούς όλων των Ισραηλινών ομήρων, την ώρα που οι οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων καταγγέλλουν συνεχιζόμενα εγκλήματα πολέμου.
Η οργάνωση Breaking the Silence, αποτελούμενη από Ισραηλινούς βετεράνους, αποκάλυψε ότι στρατιώτες πυροβόλησαν αμάχους που απλώς διέσχισαν μια «κίτρινη γραμμή» -μια αόρατη ζώνη που κανείς δεν γνώριζε ότι υπάρχει. Κάτω από τα ερείπια, οι Παλαιστίνιοι προσπαθούν να επιβιώσουν χωρίς νερό, χωρίς φάρμακα, χωρίς ελπίδα. Η Χαμάς, από την πλευρά της, δηλώνει ότι έχει παραδώσει όλες τις σορούς που εντόπισε, ζητώντας εξειδικευμένο εξοπλισμό για να ανασύρει τις υπόλοιπες.
«Σκάβουμε για να βρούμε τους νεκρούς» είπε με ωμό ρεαλισμό ο ίδιος ο Τραμπ σε δημοσιογράφους στον Λευκό Οίκο. Μια δήλωση που, πέρα από το μακάβριο της διατύπωσης, συνοψίζει την αδυναμία των ΗΠΑ να επιβάλουν μια πραγματική ειρήνη εκεί όπου η ίδια η λογική έχει πεθάνει. Η «ειρήνη του Τραμπ» στην περιοχή θυμίζει έτσι περισσότερο εύθραυστο σκηνικό επιθεώρησης παρά σταθερό πολιτικό σχέδιο. Μια συμφωνία- προϊόν εκβιασμού και όχι συνεννόησης, που αφήνει όλα τα ουσιώδη ζητήματα-κυριαρχία, διακυβέρνηση, ασφάλεια- μετέωρα.
Ο πυρήνας του αμερικανικού σχεδίου είναι ξεκάθαρος: αφοπλισμός της Χαμάς και αντικατάστασή της από μια «τεχνοκρατική διοίκηση» Παλαιστινίων της διασποράς. Οι σύμβουλοι του Τραμπ αποφεύγουν τις λέξεις «κράτος» ή «κυριαρχία». Μιλούν απλώς για ένα «λειτουργικό μέρος». «Ας μη μένουμε στα παλιά παιχνίδια των λέξεων» είπε χαρακτηριστικά ένας αξιωματούχος.
Η προσέγγιση αυτή είναι βαθιά κυνική: αντιμετωπίζει το Παλαιστινιακό όχι ως πολιτικό πρόβλημα, αλλά ως τεχνικό έργο ανοικοδόμησης. Οι υποδομές θα ανοικοδομηθούν με δυτικά κεφάλαια, οι υπηρεσίες θα λειτουργούν υπό επιτήρηση διεθνών δυνάμεων και ο πληθυσμός θα επιτηρείται στο όνομα της ασφάλειας. Μια ειρήνη χωρίς πολιτική ουσία, όπου η βία απλώς θα αλλάξει πρόσωπο.
Κανείς δεν γνωρίζει ποιος θα διαχειριστεί τους τεράστιους πόρους που θα εισρεύσουν στη Λωρίδα της Γάζας. Οι γειτονικές αραβικές χώρες έχουν καταστήσει σαφές ότι δεν θα δεχθούν άλλους πρόσφυγες. Το ερώτημα δεν είναι αν θα ανοικοδομηθεί η Γάζα, αλλά ποιος θα την κυβερνήσει και με ποια νομιμοποίηση. Η απάντηση, προς το παρόν, κρύβεται πίσω από τις διπλωματικές κουρτίνες και τις γεωπολιτικές φιλοδοξίες των ισχυρών.
Η Μέση Ανατολή δεν είναι παρά το πρώτο κεφάλαιο στη νέα παγκόσμια στρατηγική Τραμπ. Μετά τη Γάζα, η προσοχή του στρέφεται στην Ουκρανία και στη Ρωσία- όχι με όρους διπλωματίας, αλλά με τους κανόνες της αγοράς ενέργειας. Ο πρώην επιχειρηματίας ακινήτων επιχειρεί να «αγοράσει» την ειρήνη πνίγοντας τον αντίπαλο στο ίδιο του το προϊόν: το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Για να το πετύχει, στρέφει το βλέμμα του στη Βενεζουέλα, επιχειρώντας να ανατρέψει τον Νικολάς Μαδούρο και να παραδώσει τα ενεργειακά αποθέματα της χώρας στα αμερικανικά καρτέλ.
Οι αποκαλύψεις για μυστικές επιχειρήσεις της CIA εντός Βενεζουέλας, με το προσωπικό «πράσινο φως» του ίδιου του Τραμπ, προκάλεσαν διεθνή θύελλα. Οι αεροπορικές επιδρομές κατά «πλοίων ναρκωτικών» στην Καραϊβική, που σκότωσαν 27 ανθρώπους, χαρακτηρίστηκαν από τον ΟΗΕ «εξωδικαστικές εκτελέσεις».
Ο Αμερικανός πρόεδρος απάντησε με αφοπλιστικό κυνισμό: «Το ενέκρινα για δύο λόγους: για τα ναρκωτικά και για τους κρατούμενους». Η γλώσσα αυτή θυμίζει περισσότερο τηλεοπτικό ριάλιτι παρά ηγέτη της υπερδύναμης. Αλλά είναι ακριβώς αυτή η ρητορική που συγκινεί την αμερικανική κοινή γνώμη- μια ειρήνη επί πιστώσει, βασισμένη στο αφήγημα του «δυνατού άνδρα» που δεν διστάζει να πατήσει το κουμπί.
Το δεύτερο πεδίο της «παγκόσμιας ειρήνης» του Τραμπ είναι η ενεργειακή πολιορκία της Μόσχας. Επιδιώκει να στερήσει από τη Ρωσία τα έσοδα του πετρελαίου, επιβάλλοντας πιέσεις σε όσους παραμένουν αγοραστές της. Μετά την Κίνα, σειρά έχει η Ινδία, ο δεύτερος μεγαλύτερος πελάτης ρωσικού πετρελαίου.
Ο Τραμπ ανακοίνωσε με υπερηφάνεια ότι ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι δεσμεύτηκε να σταματήσει τις αγορές ρωσικού αργού. Το Νέο Δελχί, βέβαια, απέφυγε επιμελώς να το επιβεβαιώσει ή να το διαψεύσει, περιοριζόμενο να δηλώσει πως «υπερασπίζεται τα συμφέροντα του Ινδού καταναλωτή». Μετά από μήνες πιέσεων, η Ουάσιγκτον απάντησε επιβάλλοντας 50% δασμούς σε όλες τις ινδικές εξαγωγές.
Η πολιτική αυτή, που συνδυάζει οικονομικό εκβιασμό με στρατηγική επιρροής, αποκαλύπτει τον πραγματικό στόχο του Τραμπ: όχι απλώς να σταματήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά να επαναχαράξει την παγκόσμια ενεργειακή ισορροπία. Να μετατρέψει την ειρήνη σε προϊόν που πουλιέται με αντάλλαγμα αμερικανικό πετρέλαιο, αμερικανικά συμφέροντα και αμερικανικές βάσεις.
Αν κάτι χαρακτηρίζει τη «φαντασμαγορική ειρήνη» του Τραμπ είναι ο συνδυασμός θεάματος και σκληρής ισχύος. Κάθε διπλωματικό επεισόδιο μετατρέπεται σε τηλεοπτική σκηνή, κάθε πόλεμος σε διαφημιστικό διάλειμμα. Η ειρήνη στη Γάζα, οι κυρώσεις στην Ινδία, οι επιχειρήσεις στη Βενεζουέλα συνθέτουν μια πολιτική πλανητικής σκηνοθεσίας, όπου η Αμερική είναι ο σκηνοθέτης, οι υπόλοιποι οι κομπάρσοι και το κοινό οφείλει να χειροκροτεί.
Η λογική του Τραμπ είναι απλή: «Αφού έχω το μεγαλύτερο οπλοστάσιο, μπορώ να σταματήσω οποιονδήποτε πόλεμο και να εκβιάσω κάθε ειρήνη». Είναι μια αντίληψη που μετατρέπει τη διπλωματία σε παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος- όποιος δεν συναινεί, συνθλίβεται. Στη Γάζα, αυτή η πολιτική γεννά νέες εντάσεις. Στην Ουκρανία, παγώνει τη διπλωματική προοπτική. Στη Λατινική Αμερική, αναζωπυρώνει αντι-αμερικανικά αντανακλαστικά. Και στην ίδια την Ουάσιγκτον, καλλιεργεί τη ψευδαίσθηση μιας παντοδυναμίας που δεν αντιστοιχεί πλέον στην πραγματικότητα.
Από τα πρώτα της βήματα, η λεγόμενη «ειρηνευτική ατζέντα Τραμπ» στηρίχθηκε σε ένα μίγμα επιβολής και επικοινωνίας. Εντυπωσιακές ανακοινώσεις, ελάχιστη συνέπεια. Η Γάζα αποδείχθηκε το πιο πρόσφατο εργαστήριο αυτής της τακτικής. Όμως, όπως τόσες φορές στο παρελθόν στη Μέση Ανατολή, η πραγματικότητα έχει τον τελευταίο λόγο.
Η Χαμάς μπορεί να έχει χάσει σχεδόν όλη τη στρατιωτική της ισχύ, όμως το μίσος και η απόγνωση που γεννήθηκαν στα συντρίμμια θα βρουν νέες μορφές έκφρασης. Το Ισραήλ, νικητής στρατιωτικά, βρίσκεται αντιμέτωπο με τη φθορά μιας αέναης κατοχής. Και οι Ηνωμένες Πολιτείες, που ονειρεύονται να «διορθώσουν τον κόσμο» μέσα από το εμπόριο και τις κυρώσεις, ανακαλύπτουν ότι η παγκόσμια αστάθεια δεν ελέγχεται με tweets και τιμολόγια.
Η ειρήνη δεν είναι προϊόν προς εξαγωγή ούτε τηλεοπτικό επεισόδιο. Είναι διαδικασία, διάλογος, αμοιβαία παραχώρηση. Όμως ο Τραμπ εξακολουθεί να τη βλέπει ως επενδυτικό πακέτο: επενδύεις σε πολέμους, εισπράττεις σε ειρήνη. Μια ειρήνη χτισμένη πάνω σε ερείπια, σε σώματα αγνοουμένων, σε βαρέλια πετρελαίου. Η «παράσταση» στη Γάζα ίσως συνεχιστεί με δεύτερο γύρο συγκρούσεων, ίσως και με νέα συμφωνία.
Όμως, όπως δείχνει η ιστορία της περιοχής, καμία συμφωνία δεν αντέχει αν δεν στηρίζεται στην αλήθεια. Ο θίασος μπορεί να αλλάζει πρόσωπα, το σκηνικό όμως παραμένει το ίδιο: αίμα, σκόνη, κι ένα κοινό κουρασμένο να πιστεύει ότι κάθε νέα ειρήνη είναι και η τελευταία. Κι όμως, ακόμη και μέσα στο σκοτάδι, η ελπίδα σιγοκαίει- όχι στα παλάτια των ισχυρών, αλλά στα ερείπια της Γάζας, εκεί όπου κάθε παιδί που επιβιώνει γίνεται η πιο αυθεντική μορφή αντίστασης.
Γιατί όσο υπάρχουν άνθρωποι που θάβουν τους νεκρούς τους με αξιοπρέπεια και αρνούνται να ξεχάσουν, τόσο η «ειρήνη των θριαμβευτών» θα μένει φάντασμα.