Είτε συμφωνεί κάποιος, είτε όχι, τα πολιτικά κόμματα αποτελούν θεμελιώδες στοιχείο των αντιπροσωπευτικών δημοκρατιών. Λειτουργούν, θεωρητικά τουλάχιστον, ως κανάλια μέσω των οποίων οι πολίτες έχουν την δυνατότητα να εκφράζουν τις πολιτικές τους προτιμήσεις και να συμμετέχουν στη διακυβέρνηση. Από την εμφάνιση τους (μέσα 17ου – αρχές 18ου αιώνα) μέχρι και σήμερα, τα πολιτικά κόμματα έχουν περάσει από διάφορα στάδια και από ομάδες επιρροής του κυβερνητικού έργου, έχουν καταντήσει κοινωνοί ενός πολιτικού κατεστημένου που αποκλειστικό σκοπό έχει την κατάκτηση και διατήρηση της εξουσίας με αποτέλεσμα σήμερα να αντιμετωπίζουν μια βαθιά κρίση νομιμότητας. Αυτή η κρίση είναι δομική με σημαντικές πολιτικές συνέπειες, συμπεριλαμβανομένης της εμφάνισης υποψηφίων που δεν έχουν πολιτική εμπειρία ή και γνώση.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η εκλογή του κ.Φειδία Παναγιώτου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ένας «youtuber/influencer» χωρίς ουσιαστικό πολιτικό υπόβαθρο και λόγο, αξιοποίησε ένα απογοητευμένο εκλογικό σώμα για να παρακάμψει τις παραδοσιακές κομματικές οδούς. Η εκλογική του επιτυχία δεν αντανακλά τα προσόντα του, αλλά την απόρριψη του σημερινού πολιτικού κατεστημένου. Ενώ τέτοια φαινόμενα συχνά απεικονίζονται ως δημοκρατική αναζωογόνηση, εκ των υστέρων αποδεικνύονται λανθασμένες επιλογές.
Αυτό το φαινόμενο απαιτεί αυστηρή πολιτική ανάλυση η οποία αναπόφευκτα θα γίνει εμπεριστατωμένα σε μεταγενέστερο στάδιο από τους ειδικούς. Η μείωση της εμπιστοσύνης προς τα πολιτικά κόμματα δεν είναι εξωγενής. Έχει τις ρίζες της στην αδυναμία των κομμάτων να προσαρμοστούν στα συνεχώς μεταβαλλόμενα δεδομένα της κοινωνίας. Η αποξένωση των ψηφοφόρων έχει επιδεινωθεί από αδιαφανείς εσωτερικές διαδικασίες, ελιτίστικη επιλογή υποψηφίων, διαφθορά και πολιτική στασιμότητα. Ιδιαίτερα σε συστήματα όπως η Κύπρος, όπου οι κομματικές δομές είναι άκαμπτες, το χάσμα μεταξύ κομμάτων και εκλογικού σώματος, αυξάνεται.
Για να σταματήσει αυτή η τάση, τα πολιτικά κόμματα επιβάλλεται να υποβληθούν σε θεσμικό και επικοινωνιακό μετασχηματισμό.
Η νομιμότητα, για παράδειγμα, βασίζεται κυρίως στη διαφάνεια. Εξού και τα πολιτικά κόμματα πρέπει να θεσμοθετήσουν ισχυρούς κανόνες γνωστοποίησης σχετικά με τις πηγές χρηματοδότησής τους, τις δαπάνες και τις διαδικασίες χάραξης πολιτικής.
Στα πλαίσια του εσωτερικού τους εκδημοκρατισμού, συστήνεται αναδιαμόρφωση των οργανωτικών τους δομών ώστε να επιτρέπουν ευρύτερη συμμετοχή στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Μηχανισμοί όπως οι ανοιχτές προκριματικές εκλογές και η αποκεντρωμένη εξουσία μπορούν να αποκαταστήσουν ένα αίσθημα πολιτικής ιδιοκτησίας μεταξύ των πολιτών.
Η απομάκρυνση των πολιτών δεν είναι απλώς μια αποτυχία των θεσμών, αλλά και της παιδείας. Η ενίσχυση του μαθήματος πολιτικής αγωγής στα σχολεία, το οποίο όμως να διδάσκεται από Πολιτικούς Επιστήμονες, κρίνεται αναγκαία έτσι ώστε να απαληφθεί ο πολιτικός αγραμματισμός. Ένα ενημερωμένο εκλογικό σώμα είναι λιγότερο ευάλωτο σε λαϊκιστικές εκκλήσεις και πιο ικανό για ορθολογική λήψη εκλογικών αποφάσεων.
Για να αποκατασταθεί η αξιοπιστία, τα κόμματα πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στη χάραξη ουσιαστικής πολιτικής και όχι να καταφεύγουν στην εύκολη λύση του λαϊκισμού. Η εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων είναι πιο πιθανό να κερδηθεί μέσω αποτελεσματικής εμπλοκής στα καθημερινά ζητήματα που ταλανίζουν τους ψηφοφόρους παρά στις άνευ αντικειμένου κόντρες μεταξύ των πολιτικών κομμάτων που αποσκοπούν μονάχα στην συσπείρωση των ψηφοφόρων τους.
Η αποδυνάμωση των πολιτικών κομμάτων δεν πρέπει να ερμηνεύεται λανθασμένα ως πρόοδος προς τη δημοκρατική ολοκλήρωση. Αντιθέτως, διακινδυνεύεται η θεσμική συνέπεια και παρατηρείται άνοδος της πολιτικής της προσωπικότητας του ατόμου που συνήθως είναι χαρακτηριστικό άλλων μορφών πολιτεύματος. Τότε, το πολιτικό σύστημα γίνεται ευάλωτο και οδηγούμαστε εν τέλει στη δημοκρατική οπισθοδρόμηση.
Για αυτό τον «πολιτικό κατήφορο» δεν ευθύνονται μόνο τα πολιτικά κόμματα. Μερίδιο ευθύνης, και μάλιστα μεγάλο, έχουν και οι ίδιοι οι ψηφοφόροι. Οι πολίτες δεν μπορεί να είναι απλοί παρατηρητές αλλά να έχουν ενεργό συμμετοχή στο πολιτικό σύστημα. Η ψήφος δεν είναι μόνο δικαίωμα, είναι και υποχρέωση με συνέπειες. Η θέση ότι η αποχή ή η πλήρης απαξίωση της πολιτικής απαλλάσσει τον πολίτη από την ευθύνη, ελλοχεύει σοβαρούς κινδύνους. Πρόκειται για μια κρίσιμη υπενθύμιση σε μια εποχή αυξανόμενης πολιτικής αποστασιοποίησης.
Τα σύγχρονα πολιτικά κόμματα πρέπει να εξελιχθούν χωρίς όμως να εγκαταλείψουν το θεμελιώδη ρόλο τους, αλλά να τον αναμορφώσουν. Αυτό συνεπάγεται την ανάκτηση της κανονιστικής τους λειτουργίας ως μέσα πολιτικής συμμετοχής, διαβούλευσης και λογοδοσίας. Χωρίς αξιόπιστες, διαφανείς και συμμετοχικές κομματικές δομές, η ίδια η φιλελεύθερη δημοκρατία τίθεται σε κίνδυνο. Η εκλογή αμφισβητήσιμων προσωπικοτήτων δεν είναι μόνο αποτυχία των ψηφοφόρων – είναι μια θεσμική αποτυχία που απαιτεί συστημική διόρθωση.