Νέα δεδομένα δημιουργούνται στη Συρία μετά το χτύπημα που διενήργησαν οι ΗΠΑ, η Βρετανία και η Γαλλία. Η απόφαση να δοθεί μια αποφασιστική απάντηση στη φερόμενη χημιική επίθεση στην Ντούμα απέδειξε πόσο ρευστή είναι η κατάσταση στη Μέση Ανατολή και με πόση ευκολία διαφοροποιούνται οι συμμαχίες που έχουν σχηματιστεί πάνω από έναν εμφύλιο που διαρκεί επτά και πλέον χρόνια με καταστροφικές συνέπειες.

Η πολιτική των ΗΠΑ έχει δημιουργήσει ένα γεωπολιτικό κενό στην περιοχή, το οποίο έσπευσε να καλύψει η Ρωσία. Η εμπλοκή της Μόσχας είναι καθοριστική, όπως εξήγησε, σε συνέντευξή του στον Φιλελεύθερο, ο Μάνος Καραγιάννης, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο King’s College του Λονδίνου. Ο Έλληνας ειδικός επεσήμανε πως Ουάσιγκτον, Λονδίνο και Παρίσι δεν επιδιώκουν την ανατροπή του Μπασάρ αλ Άσαντ και αυτό αφήνει χώρο στη Μόσχα για να παίξει το δικό της παιγνίδι. Η επιδείνωση των σχέσεων Ρωσίας και Μόσχας πρέπει να θεωρείται δεδομένη, καθώς είναι πλέον σαφές πως οι δύο χώρες βρίσκονται σε αντίπαλα στρατόπεδα. 

Ενδιαφέρων είναι ο ρόλος που παίζουν οι υπόλοιπες χώρες, ανέφερε ο Μάνος Καραγιάννης. Ιράν, Ισραήλ και Τουρκία επιδιώκουν να διασφαλίσουν τα συμφέροντά τους, όμως με τις ενέργειές τους φέρνουν πιο κοντά το ενδεχόμενο μιας γενικευμένης σύγκρουσης. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον η Κύπρος, που σίγουρα επηρεάζεται από τις εξελίξεις, καλείται να αντιδράσει με ψυχραιμία, να υπερασπιστεί τις θέσεις της και να εμβαθύνει τις σχέσεις της με χώρες που έχουν παρόμοια συμφέροντα.

Άλλαξαν κάτι για τον πόλεμο στη Συρία τα χτυπήματα που διενέργησαν το προπερασμένο Σάββατο ΗΠΑ, Βρετανία και Γαλλία;

Δεν φαίνεται κάτι τέτοιο προς το παρόν. Η Συρία παραμένει τριχοτομημένη μεταξύ του καθεστώντος Άσαντ, της συριακής αντιπολίτευσης και των Κούρδων. Το Ισλαμικό Κράτος ελέγχει ένα πολύ μικρό κομμάτι της ανατολικής Συρίας, στα σύνορα με το Ιράκ. Εξάλλου, οι κυβερνήσεις των χωρών που διενέργησαν τα χτυπήματα κατέστησαν σαφές ότι δεν επιδιώκουν την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ. Μπορεί να μην το παραδέχονται δημόσια, αλλά δεν υπάρχει δυστυχώς μια αξιόπιστη πολιτική εναλλακτική στη Συρία. Αν πέσει το καθεστώς Άσαντ και αναλάβει η ισλαμιστική αντιπολίτευση, τότε μπορεί η Συρία να εξελιχθεί σε νέα βάση της Αλ Κάιντα.

Ήταν η επίθεση μια μελετημένη κίνηση ή οι ΗΠΑ αναγκάστηκαν να κτυπήσουν για να μην εκτεθεί ο Τραμπ που μέσω Twitter είχε προαναγγείλει την επίθεση;

Νομίζω, η απόφαση στις ΗΠΑ λήφθηκε κυρίως για εσωτερικούς λόγους. Ο Πρόεδρος Τραμπ προσπαθεί να οικοδομήσει ένα προφίλ ισχυρού ηγέτη, ο οποίος, αντίθετα από τον Μπαράκ Ομπάμα, δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει τη στρατιωτική ισχύ της Αμερικής στο εξωτερικό. Πάντως, η κοινή γνώμη στις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Μεγάλη Βρετανία και τη Γαλλία δεν επιθυμεί επ’ ουδενί μια στρατιωτική μεγάλης κλίμακας επέμβαση στη Συρία. Αυτός είναι ένας σημαντικός παράγοντας που δεν μπορεί να αγνοηθεί από τις κυβερνήσεις αυτών των χωρών.

Υπάρχει κίνδυνος κλιμάκωσης της σύγκρουσης ανάμεσα στη Μόσχα και την Ουάσιγκτον;

Υπάρχει μία συνεχής επιδείνωση στις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ της Ουάσινγκτον και της Μόσχας που οφείλεται σε πολλούς λόγους. Η πιθανολογούμενη ανάμειξη της Μόσχας στις αμερικανικές εκλογές του 2016 δημιουργεί πολιτικό πρόβλημα στον Πρόεδρο Τραμπ. Ένα μεγάλο κομμάτι του αμερικανικού κατεστημένου στην Ουάσινγκτον (π.χ. το Κογκρέσο, το Πεντάγωνο, οι μυστικές υπηρεσίες) αντιμετωπίζουν πλέον τη Ρωσία ως στρατιωτική απειλή. Και είναι τόσο ισχυρή αυτή η τάση που αναγκάζει τον Ντόναλντ Τραμπ στη λήψη μέτρων εναντίον της Μόσχας (π.χ. εμπορικές κυρώσεις, απέλαση Ρώσων διπλοματών) για να μη φανεί υποχείριο του Κρεμλίνου.

Ο Αμερικανός Πρόεδρος έχει δηλώσει πως στόχος είναι η αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από τη Συρία. Αν υλοποιηθεί αυτή η απόφαση, τι θα σημαίνει για την πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή;

Φαίνεται ότι η απόφαση του Προέδρου Τραμπ να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία λήφθηκε χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με το Πεντάγωνο. Πάντως, η πρέσβειρα των ΗΠΑ στον ΟΗΕ δήλωσε πολύ πρόσφατα ότι οι Αμερικανοί στρατιώτες δεν θα αποχωρήσουν από τη Συρία αν δεν επιτευχθούν τρεις στόχοι: Ολοκληρωτική ήττα του Ισλαμικού Κράτους, καταστροφή των χημικών όπλων του Άσαντ και παρακολούθηση των ιρανικών δραστηριοτήτων.

Πώς χαρακτηρίζετε τον ρόλο που παίζει η Ρωσία; Συμφωνείτε με την άποψη πως πλέον έχει το πάνω χέρι στη Μέση Ανατολή;

Η ρωσική επέμβαση στη Συρία έπιασε εξαπίνης τις δυτικές κυβερνήσεις, διότι δεν πίστευαν ότι η Μόσχα έχει τις στρατιωτικές δυνατότητες να το κάνει. Αν η Μόσχα δεν είχε επέμβει, όμως, είναι πολύ πιθανόν να κατέρρεε το καθεστώς Άσαντ. Αυτό θα προκαλούσε μεγάλη ζημιά στην αξιοπιστία της Ρωσίας ως μεγάλης δύναμης στο διεθνές σύστημα. Σήμερα, πλέον, θεωρείται αδιανόητη μια επίλυση της συριακής κρίσης χωρίς τη συναίνεση του Κρεμλίνου. Σε καμία περίπτωση πάντως δεν θα έλεγα ότι η Ρωσία έχει το πάνω χέρι. Η Μέση Ανατολή έχει γίνει ένα πεδίο αντιπαλότητας πολλών μεγάλων δυνάμεων. 

Το Ισραήλ έδειξε πως θα κάνει τα πάντα για να συντρίψει το Ιράν που πλέον βρίσκεται στη γειτονιά του. Θα διακινδυνεύσει το Τελ Αβίβ μια γενικευμένη σύρραξη με την Τεχεράνη;

Το Ιράν έχει θέσει τα θεμέλια για τον σχηματισμό ενός φιλοϊρανικού σιιτικού τόξου που θα ξεκινάει από το Ιράκ, όπου πλειοψηφούν οι Σιίτες, και θα φτάνει μέχρι τη Μεσόγειο. Δεν πιστεύω ότι το Ισραήλ θα το δεχτεί, αλλά στην πραγματικότητα δεν μπορεί να κάνει και πολλά πράγματα. Έχουν αλλάξει οι γεωπολιτικές ισορροπίες στη Μέση Ανατολή μετά την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003 και τα γεγονότα της Αραβικής Άνοιξης.

Αργεί το τέλος του πολέμου

Ο Μπασάρ αλ Άσαντ έχει κερδίσει τον πόλεμο;

Έχει κατορθώσει να ανακτήσει ένα σημαντικό ποσοστό του εδάφους και να ελέγξει όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα. Δεν θα είναι εύκολο, όμως, να επιβληθεί στις περιοχές που κατοικούν οι Κούρδοι. Το πιθανότερο σενάριο είναι η Συρία να βοσνιοποιηθεί, δηλαδή να δημιουργηθούν ντε φάκτο ανεξάρτητες κρατικές οντότητες.

Μπορούν να σταματήσουν οι εχθροπραξίες στη Συρία και να βρεθεί πολιτική λύση για τη Συρία;

Κανένας πόλεμος δεν κρατάει για πάντα. Το μεγάλο ερώτημα είναι πώς θα γίνει αυτό όταν έχουμε στην πραγματικότητα έναν πόλεμο διά αντιπροσώπων στη Συρία. Θα πρέπει, νομίζω, να περιμένουμε λίγα χρόνια ακόμη για να δούμε τον οριστικό τερματισμό των εχθροπραξιών στη Συρία.
 

Επηρεάζει την Κύπρο η γεωπολιτική ρευστότητα

Η Κύπρος προσπαθεί να κρατηθεί εκτός των εξελίξεων που λαμβάνουν χώρα στη γειτονιά της. Για πόσο καιρό ακόμη θεωρείτε πως θα έχει αυτή τη δυνατότητα;

Είναι σχεδόν αναπόφευκτο η γεωπολιτική ρευστότητα στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου να επηρεάσει, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, την Κυπριακή Δημοκρατία. Για αυτό τον λόγο πρέπει η Λευκωσία να οικοδομήσει ένα ισχυρό πλέγμα συμμαχιών που θα την προστατεύσουν μακροχρόνια από νέες απειλές, όπως είναι η παράνομη μετανάστευση και η τρομοκρατία.

Θα μπορούσε η Λευκωσία να διαδραματίσει πιο ενεργό ρόλο;

Για να διαδραματίσει η Λευκωσία πιο ενεργό ρόλο θα πρέπει να εμβαθύνει τις σχέσεις της με την Ελλάδα, το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Επίσης, η κυπριακή κυβέρνηση μπορεί να αναλάβει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες στα πλαίσια της Κοινής Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Άμυνας και της Κοινής Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης που θα τις επιτρέψουν να συνδιαμορφώσει τη στάση της ΕΕ στην Ανατολική Μεσόγειο. Είναι επιτακτική ανάγκη να αναβαθμιστεί η Εθνική Φρουρά και να ενισχυθεί η Ναυτική Διοίκηση Κύπρου με νέες μονάδες επιφανείας.

Θεωρείτε πως η κρίση στη Συρία δημιουργεί νέα δεδομένα στις ήδη εύθραυστες ισορροπίες στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου;

Ναι, δημιουργεί τρία νέα δεδομένα. Το πρώτο είναι η αυξανόμενη εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία λόγω Κουρδικού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Το δεύτερο είναι η ισχυροποίηση της ρωσικής παρουσίας στην Ανατολική Μεσόγειο που προκαλεί εντάση με τη Δύση. Και το τρίτο είναι η μετατροπή του Ιράν σε περιφερειακή δύναμη που ελέγχει σε σημαντικό βαθμό τις εξελίξεις στη Συρία και το Ιράκ.

Η άτυπη «τρόικα» που κινεί τις εξελίξεις

Ρωσία, Ιράν και Τουρκία. Μια ιδιότυπη «τρόικα» που βρίσκεται στην καρδιά των εξελίξεων στη Συρία. Τι ενώνει και τι χωρίζει αυτές τις χώρες;

Υπάρχει μια συγκυριακή σύμπλευση συμφερόντων ανάμεσα σε αυτές τις τρεις χώρες. Τις ενώνει η καχυποψία που τρέφουν για την αμερικανική εξωτερική πολιτική στη Μέση Ανατολή. Αντιμετωπίζουν τις ΗΠΑ ως μια επιθετική δύναμη που λειτουργεί εγωιστικά και αποσπασματικά στην περιοχή. Τις χωρίζουν σίγουρα οι διαφορετικές επιδιώξεις που έχουν στη Συρία. Πιο συγκεκριμένα, η Ρωσία θέλει να διατηρήσει τη στρατιωτική της παρουσία στη χώρα και να μείνει στην εξουσία το φιλορωσικό κόμμα Μπααθ. Δεν θα έλεγα ότι την ενδιαφέρει τόσο η προσωπική επιβίωση του Άσαντ. Η Τουρκία επιδιώκει την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ και τη δορυφοροποίηση της Συρίας. Τέλος, η Τεχεράνη θέλει τη σταδιακή μετατροπή της Συρίας σε προκεχωρημένη ιρανική βάση εναντίον του Ισραήλ.

Πότε με τον Τραμπ, πότε με τον Πούτιν η Τουρκία. Θα αναγκαστεί σε κάποια στιγμή να διαλέξει στρατόπεδο και ποιες θα είναι οι συνέπειες;

Η δική μου εκτίμηση είναι ότι το καθεστώς Ερντογάν επιθυμεί την αυτονόμηση της Τουρκίας από τη Δύση και τη μετατροπή της χώρας σε μια αυταρχική δημοκρατία με ισλαμικά χαρακτηριστικά. Με αυτό τον τρόπο ελπίζει ότι θα επεκτείνει την τουρκική επιρροή στα Βαλκάνια και τη Μέση Ανατολή. Δεν πρέπει να υποτιμούμε την άνοδο του αντιαμερικανισμού και αντιδυτικισμού στο εσωτερικό της Τουρκίας. Ο κεμαλισμός έχει σχεδόν τελειώσει ως κρατική ιδεολογία και μια νέα συντηρητική Τουρκία αναδύεται.

Συμφωνείτε με την άποψη πως το Κρεμλίνο χρησιμοποιεί την Τουρκία για να προωθήσει τα σχέδιά του και να προκαλέσει προβλήματα στην Ουάσιγκτον;

Ναι, νομίζω ότι έτσι είναι. Αυτό που πρωτεύει για τη Μόσχα είναι η υπονόμευση τής ενότητας του ΝΑΤΟ, διότι το αντιμετωπίζει ως μια εχθρική συμμαχία. Για αυτό τον λόγο το Κρεμλίνο προτίθεται να πωλήσει αντιαεροπορικούς/αντιβαλλιστικούς πυραύλους S-400 που δεν είναι συμβατοί με τα ΝΑΤΟϊκά συστήματα.

Ορατός ο κίνδυνος θερμού επεισοδίου

Παρατηρούμε κλιμάκωση στην ένταση ανάμεσα στην Τουρκία και την Ελλάδα. Είναι κοντά οι δύο χώρες σε ένα θερμό επεισόδιο, ακόμη και σε πόλεμο;

Υπάρχουν, δυστυχώς, προκλήσεις από την τουρκική πλευρά σχεδόν καθημερινά. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος να προκληθεί ένα ατύχημα το οποίο να οδηγήσει σε σύρραξη. Πολύ φοβάμαι ότι οι εντάσεις θα αυξηθούν στο άμεσο μέλλον. Οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις παραμένουν μια υπολογίσιμη δύναμη, αλλά η Τουρκία εξοπλίζεται για να αποκτήσει στρατιωτική υπεροχή στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Η στρατιωτική ενδυνάμωση της Άγκυρας προκαλεί δομική ανασφάλεια στην Αθήνα.

Η Αθήνα υποστηρίζει πως οι αμφισβητήσεις δεν έχουν νομική υπόσταση. Η Τουρκία λέει το αντίθετο και διεκδικεί την κυριότητα βραχονησίδων. Όντως διεκδικεί εδάφη ή συντηρεί ένα πολεμικό κλίμα για εσωτερική κατανάλωση;

Είναι ξεκάθαρο ότι η τουρκική πλευρά αμφισβητεί το υφιστάμενο νομικό καθεστώς στο Αιγαίο και έχει εδαφικές διεκδικήσεις. Πιο συγκεκριμένα αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία σε ορισμένα μικρά κατοικημένα νησιά και πολλές βραχονησίδες στο Ανατολικό Αιγαίο. Αυτό δεν είναι κάτι καινούργιο. Όλες οι τουρκικές ηγεσίες μετά το 1973 αμφισβητούσαν, λίγο ή πολύ, τα ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα. Τώρα όμως το θέμα αυτό έχει εξελιχθεί σε διελκυστίνδα ανάμεσα στην κυβέρνηση Ερντογάν και την αντιπολίτευση.

Πώς σχετίζεται η ένταση με την Ελλάδα με τους ευρύτερους γεωπολιτικούς στόχους της Τουρκίας;

Η Άγκυρα έχει εστερνιστεί το ιδεολόγημα του νεο-οθωμανισμού που επιδιώκει τη μετατροπή της Τουρκίας σε ηγεμονική δύναμη στον μουσουλμανικό κόσμο. Οι διαφορές με την Ελλάδα και την Κύπρο δεν ιεραρχούνται πολύ ψηλά στην τουρκική αντζέντα. Ωστόσο, σε αντίθεση με την εμπλοκή της στη Συρία, η τουρκική ηγεσία γνωρίζει ότι έχει το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό η Αθήνα να εμβαθύνει τις σχέσεις της με χώρες που μοιράζονται τις ίδιες ανησυχίες για την αναθεωρητική πολιτική της Άγκυρας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Ποια στάση πρέπει να τηρήσει η Αθήνα απέναντι στις τουρκικές προκλήσεις; Ποια είναι τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσει;

Νομίζω ότι ο θάνατος του σμηναγού Γιώργου Μπαλταδώρου προκάλεσε ένα σοκ στην ελληνική κοινωνία, αν κρίνω από τις αντιδράσεις του απλού κόσμου. Όλες οι πολιτικές δυνάμεις στην Αθήνα συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία του Ταγίπ Ερντογάν συνιστά τη μεγαλύτερη απειλή για την ελληνική ασφάλεια. Για αυτόν τον λόγο πρέπει να ενισχυθεί η αποτρεπτική ικανότητα των ενόπλων δυνάμεων. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα πρέπει να αποκτήσει έναν νέο γεωπολιτικό ρόλο που θα της επιτρέψει να ταυτίσει τα συμφέροντά της με τις ΗΠΑ, τη Γαλλία, το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Η Τουρκία έχει αρχίσει και μετατρέπεται σε προβληματική χώρα που απειλεί την περιφερειακή ειρήνη και σταθερότητα.

*Ο Μάνος Καραγιάννης είναι καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο King’s College του Λονδίνου