Ξεκάθαρες ευθύνες για το θάνατο του δεκανέα συμβασιούχου οπλίτη (ΣΥΟΠ), Παναγιώτη Γιαννιού, στις 27/6/2022 επέρριψε η κατηγορούσα Αρχή στη χθεσινή διαδικασία ενώπιον του Στρατιωτικού Δικαστηρίου Λευκωσίας, όπου λίαν συντόμως πέφτει πλέον η αυλαία της υπόθεσης. Είναι ενδεικτικές οι αναφορές του δικηγόρου της Δημοκρατίας Α΄, Ανδρέα Αριστείδη, στην τελική αγόρευση του για τη δίκη του κατηγορούμενου αρχιλοχία Καταδρομών που φέρεται να έδωσε στον Γιαννιό την εντολή για να πέσει στη θάλασσα από το ελικόπτερο τη στιγμή που εκείνο πετούσε σε πολλαπλάσιο ύψος και με μεγαλύτερη ταχύτητα από τις προβλεπόμενες παραμέτρους.

Ο κ. Αριστείδης ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι ο αρχιλοχίας που ήταν και ο αρχηγός ρίψης, μόλις αντιλήφθηκε ότι έδωσε λανθασμένη οδηγία στον Γιαννιό για να πέσει στη θαλάσσια περιοχή της Λάρας «έπιασε το κεφάλι του και κοίταξε στη θάλασσα, κινήσεις που δεικνύουν ότι αντιλήφθηκε ότι η ρίψη δεν έγινε την κατάλληλη στιγμή και το λάθος του». Ο Ανδρέας Αριστείδης για τη συγκεκριμένη του αναφορά επικαλέστηκε τα όσα κατέθεσε ενόρκως στο Δικαστήριο ο μάρτυρας κατηγορίας «15», επιλοχίας Καταδρομών, ο οποίος επρόκειτο να πέσει κι εκείνος στο πλαίσιο της άσκησης «Helocast». Ο τελευταίος είχε επισημάνει τη συγκεκριμένη στιγμή στον κατηγορούμενο ότι η διέλευση του ελικοπτέρου ήταν δοκιμαστική.

Ο Ανδρέας Αριστείδης, εξάλλου, αναφερόμενος στην ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, διατύπωσε τη θέση πως αποδεικνύεται στον απαιτούμενο βαθμό η ποινική ευθύνη του κατηγορούμενου αναφορικά με το άρθρο 210 του Ποινικού Κώδικα. Έκανε, μάλιστα, λόγο για διαδοχικά σφάλματα του κατηγορούμενου αρχιλοχία, απαριθμώντας τα ακόλουθα σε σχέση με τη ρίψη:

>> Σε σημείο της άσκησης που ως είχε σχεδιαστεί και επεξηγηθεί, δεν θα γίνονταν ρίψεις.

>> Ενώ το ελικόπτερο ξεκίνησε να ανεβάζει ύψος και ταχύτητα.

>> Σε κάθε περίπτωση χωρίς να λάβει ως όφειλε άδεια από τον πιλότο μέσω του υπεύθυνου καμπίνας.

Και πρόσθεσε: «Ο κατηγορούμενος αδιαφόρησε παντελώς για την σωματική ακεραιότητα του δεκανέα Παναγιώτη Γιαννιού, κάνοντας μια σειρά από λάθη. Παρά το γεγονός ότι επρόκειτο για έναν έμπειρο καταδρομέα, εκπαιδευτή της αμφίβιας ομάδας του Λόχου Ειδικών Επιχειρήσεων, ο οποίος στο παρελθόν συμμετείχε και σε άλλα Helocast ως αρχηγός ρίψης, ο κατηγορούμενος, έδωσε εντολή στον θανόντα να εκτελέσει ρίψη στη θάλασσα».

«Η αξιόποινη συμπεριφορά του», πρόσθεσε, «δεν περιορίζεται μόνο στο γεγονός ότι ενήργησε εκτός της διαδικασίας, που είχε σχεδιαστεί προηγουμένως, δίδοντας εντολή για ρίψη στο τέλος της δοκιμαστικής διέλευσης, κάτι που θα μπορούσε να αποδοθεί σε στιγμιαία σύγχυση, αλλά εκτείνεται στο γεγονός ότι, ανεξάρτητα από τη σειρά των διελεύσεων, δεν είχε λάβει, ως όφειλε, άδεια από τον πιλότο για να ξεκινήσουν οι ρίψεις».

Ανέφερε, ακόμη, πως όταν ο υπεύθυνος καμπίνας, προσπάθησε να αποτρέψει τη μεταφορά του δεκανέα Παναγιώτη Γιαννιού στην πόρτα του ελικοπτέρου, «έλαβε με νεύμα από τον κατηγορούμενο διαβεβαίωση ότι αυτός γνώριζε ότι διενεργείτο δοκιμαστική διέλευση».

Επικαλέστηκε, μάλιστα, τα όσα κατέθεσαν οι μάρτυρες κατηγορίας «11» και «20», «οι οποίοι ήταν πολίτες και δεν είχαν σχετική εκπαίδευση», αλλά «αντιλήφθηκαν την αλλαγή στις παραμέτρους του ελικοπτέρου (σ.σ. αριστερή στροφή, αύξηση ταχύτητας και ανοδική πορεία) και το γεγονός ότι ο δεκανέας Παναγιώτης Γιαννιός έπεσε σε λάθος χρονική στιγμή».

Στην κατακλείδα του, ο κ. Αριστείδης ανέφερε: «…Η πράξη του κατηγορούμενου να δώσει στον θανόντα εντολή να εκτελέσει ρίψη στη θάλασσα, ενώ το ελικόπτερο τελούσε σε παραμέτρους πτήσης ακατάλληλες και σαφώς επικίνδυνες και χωρίς να λάβει άδεια από τον πιλότο, ως όφειλε, αποτελεί μη λελογισμένη ενέργεια, η οποία δεν μπορεί να στηριχθεί στην κοινή λογική. Ευσεβάστως εισηγούμαστε ότι πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας στοιχειοθετείται το αδίκημα του άρθρου 210 του Ποινικού Κώδικα (…)».

78 πόδια, 52 κόμβοι

Νωρίτερα ο κ. Αριστείδης, ο οποίος εμφανίστηκε χθες με τον στρατιωτικό εισαγγελέα, Σάββα Δημητριάδη, είχε αναφέρει ότι οι παράμετροι των ρίψεων προσωπικού ήταν στα 10 πόδια κι ενώ η ταχύτητα του ελικοπτέρου θα ήταν 10 κόμβοι. Είχε προσθέσει πως «σύμφωνα με την ανάλυση που έγινε στα δεδομένα πτήσης και τα ηχητικά δεδομένα από τον καταγραφέα του ελικοπτέρου, η πτώση του Γιαννιού από το ελικόπτερο έλαβε χώρα, ενώ αυτό έστριβε αριστερά με ανοδική πορεία, πετούσε στα 78 πόδια και είχε ταχύτητα εδάφους 52 κόμβους». Προηγουμένως, ο κ. Αριστείδης, είχε αναφερθεί λεπτομερώς στη μαρτυρία που παρουσίασε η κατηγορούσα Αρχή στο Δικαστήριο, παραθέτοντας νομικά επιχειρήματα.

Στις 10 Ιουνίου η απόφαση

Το Στρατιωτικό Δικαστήριο Λευκωσίας θα ανακοινώσει την απόφασή του στις 10 Ιουνίου. Το δικαστικό Σώμα, αποτελείται από τον Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή, Χριστόδουλο Χατζηευτυχίου και τους αξιωματικούς της Εθνικής Φρουράς, Σ. Φιλιππίδη και Κ. Ανδρέου. Στη δίκη κατέθεσαν ενόρκως 25 μάρτυρες κατηγορίας, ενώ κατατέθηκαν και 100 τεκμήρια. Ο κατηγορούμενος αρχιλοχίας Καταδρομών είναι αντιμέτωπος με το αδίκημα της πρόκλησης θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης. Ο Γιαννιού ενώ βρισκόταν στο ελικόπτερο της Εθνικής Φρουράς Agusta Westland AW139, που εκτελούσε πτήση στη θαλάσσια περιοχή της Λάρας, έπεσε στο νερό κι ενώ οι παράμετροι της πτήσης για να επιχειρηθεί η πτώση δεν ήταν οι κατάλληλες.

Η υπεράσπιση έκανε λόγο για αντιφάσεις

Η συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου αρχιλοχία Καταδρομών, Αναστασία Ιωάννου, αναπτύσσοντας τα επιχειρήματά της στη βάση της μακροσκελούς αγόρευσης που κατέθεσε στο Δικαστήριο, έκανε λόγο για αντιφάσεις μαρτύρων. Επιπλέον, η εισήγησή της ήταν ότι «δεν έχει αποδειχθεί αιτιώδης συνάφεια» και πως «δεν έχει καταδειχθεί εν τέλει η πράξη του κατηγορούμενου, η οποία προκάλεσε τον θάνατο του Γιαννιού. Από την ενώπιον Δικαστηρίου μαρτυρία δεν έχει καταδειχθεί από πλευράς κατηγορούσας Αρχής ποια ήταν η πράξη ή η παράλειψη του κατηγορούμενου, η οποία οδήγησε στην έξοδο του Γιαννιού από το ελικόπτερο» είπε.

Για τα στελέχη της Εθνικής Φρουράς που θα πραγματοποιούσαν ρίψη και βρίσκονταν στο ελικόπτερο (μάρτυρες κατηγορίας «15» και «16»), ανέφερε πως οι εν λόγω δυο καταδρομείς, «προβάλλουν εντελώς διαφορετικούς ισχυρισμούς ως προς το ποια θα ήταν εν τέλει η οδηγία που θα λάμβαναν για την έξοδο τους από το ελικόπτερο». Συμπλήρωσε, λέγοντας τα ακόλουθα: «Ο ένας μάρτυρας αναφέρεται σε διπλό κτύπημα στην πλάτη. Ο άλλος μάρτυρας αναφέρεται σε λεκτική εντολή με τη λέξη “πάμε”, αφού πρώτα ρωτηθεί αν είναι έτοιμος. Δεν θεωρώ ότι υπάρχει ξεκάθαρη μαρτυρία ενώπιον Δικαστηρίου για το ποια θα ήταν εν τέλει η οδηγία που θα ακολουθούσε ο Παναγιώτης Γιαννιός (…)».

Σε άλλο σημείο, ανέφερε για τον εμπειρογνώμονα της Αστυνομίας (μάρτυρας κατηγορίας «14») που παρουσίασε στο Δικαστήριο τα καταγεγραμμένα δεδομένα της πτήσης του ελικοπτέρου: «Δεν έχει προσαχθεί ενώπιον Δικαστηρίου μαρτυρία, η οποία να καταδεικνύει ότι ο κατηγορούμενος πράγματι έδωσε εντολή στον Παναγιώτη Γιαννιό για να πραγματοποιήσει ρίψη από το ελικόπτερο. Η μόνη μαρτυρία που τέθηκε σε σχέση με μια εντολή που ακούγεται στο ηχητικό, ως αναφέρει ο μάρτυρας κατηγορίας “14”, ήταν, όπως αναφέρει, η λέξη “GO” (…) Το τι άκουσε ο μάρτυρας κατηγορίας “14” δεν άπτεται της εμπειρογνωμοσύνης του (…) Επίσης, υπάρχει αντίφαση στο τι αναφέρει ο μάρτυρας κατηγορίας “14”. Αναγράφει στην απομαγνητοφώνηση που έκανε ότι ακούστηκε η φράση “πάμε-GO” και στη συνέχεια αναφέρει δεύτερη φορά τη λέξη “GO”. Κατά την αντεξέταση, όταν ρωτήθηκε, ανέφερε ότι τη μια φορά άκουσε και τις δυο λέξεις, ενώ στην πορεία είπε ότι άκουσε μόνο τη λέξη “GO”. Και μια φορά όχι δυο, όπως αναγράφεται στην απομαγνητοφώνηση. Θεωρούμε ότι η απομαγνητοφώνηση που έκανε δεν άπτεται της εμπειρογνωμοσύνης του, αλλά το τι υπέθεσε ότι άκουσε (…)».

Επιπλέον, αναφερόμενη στην «αιτιώδης συνάφεια» είπε πως υπάρχουν αμφιβολίες ότι η πτώση από το ελικόπτερο προκάλεσε τον θάνατο του Γιαννιού. Επικαλέστηκε μαρτυρίες γιατρών στη δίκη, λέγοντας πως «αν γινόταν άμεση περισυλλογή του τραυματία από τη θάλασσα, ο οποίος ήταν παραδεκτό ανευρέθηκε μπρούμυτα στο νερό, σίγουρα θα ήταν εν ζωή με παραπληγία μεν, αλλά θα βρισκόταν εν ζωή. Οπόταν, η εισήγησή μας είναι ότι ο θάνατος προήλθε από ενέργειες τρίτων προσώπων. Οι μαρτυρίες της νοσηλεύτριας και του οδηγού της λιμενικής βάρκας συνηγορούν υπέρ αυτού του ισχυρισμού».

Μίλησε και για τον μάρτυρα κατηγορίας «24», ο οποίος «ήταν και ο εμπειρογνώμονας που κατέθεσε από την κατασκευάστρια εταιρεία». Η συνήγορος υπεράσπισης είπε πως ο τελευταίος «ανέφερε ξεκάθαρα ότι (…) δεν τους είχαν παρασχεθεί από την Αστυνομία ακατέργαστο υλικό όσο αφορά στα ηχητικά δεδομένα . Ο έλεγχος στον οποίο πρόεβησαν με ακρίβεια για τη συμβατότητα των δεδομένων, ήταν αυτός που αφορούσε τα δεδομένα πτήσης και όχι τα δεδομένα ηχητικών. Τα δεδομένα ηχητικών δεν μπορούσε να τα εφαρμόσει στο λογισμικό της εταιρείας».