Έξω φρενών είναι οι οργανωμένοι ασθενείς, με τον τρόπο με τον οποίο οι καινοτόμες και μοναδικές θεραπείες τυγχάνουν διαχείρισης εντός ΓεΣΥ. Οι αποφάσεις, καταγγέλλει η ΟΣΑΚ, «λαμβάνονται σε κάποιες περιπτώσεις με οικονομικά και όχι επιστημονικά κριτήρια» και δυστυχώς όπως ανέφερε στον «Φ» ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Συνδέσμων Ασθενών Κύπρου Μάριος Κουλούμας, «είδαμε να εκδίδεται και οδηγία για τρεις πολύ σοβαρές κατηγορίες χρόνιων ασθενών, με την οποία ο ΟΑΥ καλεί τους γιατρούς να συνταγογραφούν το «πιο οικονομικό» σκεύασμα». 

Παράλληλα, είπε ο πρόεδρος της ΟΣΑΚ, «τονίζουμε το γεγονός ότι  η ένταξη των θεραπειών αυτών στο ΓεΣΥ περνά από την Συμβουλευτική Επιτροπή Φαρμάκων, η οποία έχει ως γραμματεία λειτουργούς του ΟΑΥ, ως εκ τούτου, και όπως είναι αναμενόμενο, σε πολλές περιπτώσεις οι αποφάσεις που λαμβάνονται είναι σε μεγάλο βαθμό καθοδηγουμενες». 

Σύμφωνα με την ενημέρωση που έχει η ΟΣΑΚ, στις οδηγίες που απέστειλε ο ΟΑΥ και αφορούν θεραπείες για ασθενείς με ρευματοπάθειες, δερματοπάθειες, ιδιοπαθή ραγοειδίτιδα και φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, ο οργανισμός αναφέρει απευθυνόμενος στους γιατρούς: «Στα πρωτόκολλα για τις πιο κάτω παθήσεις, όταν παραπάνω από ένας από τους διαθέσιμους βιολογικούς παράγοντες είναι κατάλληλος για έναρξη θεραπείας για τον συγκεκριμένο ασθενή, πρέπει να επιλέγεται ο πιο οικονομικός». Η πρόταση αυτή, «μπορεί να μην αποτυπώνει ακριβώς το τι συμβαίνει στην πράξη. Για μια ένδειξη, ας πούμε τυχαία, για ρευματοπαθείς, υπάρχουν πέντε διαφορετικές επιλογές. Η πρώτη, που θα είναι χάριν λόγου η φθηνότερη,  μπορεί να χορηγείται ενδοφλέβια μια φορά την εβδομάδα. Αυτό σημαίνει ότι, ο ασθενής, όποιες και αν είναι οι οικογενειακές ή επαγγελματικές του συνθήκες, θα είναι υποχρεωμένος, να μεταβαίνει κάθε εβδομάδα σε νοσοκομείο για να λάβει τη θεραπεία του. Η δεύτερη μπορεί να είναι ενέσιμη και να μπορεί ο ασθενής να παίρνει τις ενέσεις του και να τις λαμβάνει μια φορά την εβδομάδα ή μια φορά κάθε μήνα, χωρίς να πρέπει να πηγαίνει σε νοσηλευτήριο. Η τρίτη επιλογή, μπορεί να επιβάλλει παρουσία του ασθενούς στο νοσοκομείο ανά τρίμηνο κ.ο.κ. Με την οδηγία που έδωσε ο ΟΑΥ, ο γιατρός θα επιλέγει την φθηνότερη επιλογή και ο ασθενής θα είναι υποχρεωμένος, να πηγαίνει σε νοσοκομείο για να λαμβάνει τη θεραπεία του μια φορά την εβδομάδα. Αυτά μόνο για το πρακτικό κομμάτι. Υπάρχουν και άλλα ζητήματα που λαμβάνονται υπόψη, όπως για παράδειγμα τα δεδομένα και το προφίλ του ασθενή. Ίσως κάποιοι ασθενείς, ναι, να χρειάζεται να πηγαίνουν μια φορά την εβδομάδα για να τους βλέπει και ο γιατρός τους. Αλλά αυτό δεν είναι ο κανόνας και δεν μπορεί να ισχύει για όλους τους ασθενείς επειδή η θεραπεία είναι η πιο φθηνή. Όταν ο γιατρός μαζί με τον ασθενή, αποφασίζουν ποια είναι η ενδεδειγμένη θεραπεία, δεν μπορεί να λαμβάνει υπόψη μόνο το οικονομικό ζήτημα.  Εκτός εάν θέλουμε οι χρόνιοι ασθενείς να μην εργάζονται, να παίρνουν επιδόματα και να πηγαινοέρχονται συνεχώς στα νοσοκομεία».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: 

Παράλληλα, διερωτόμαστε πώς γίνεται οι γιατροί να επιλέγουν το φθηνότερο σκεύασμα; Ο ΟΑΥ δεν βγαίνει σε προσφορές και απ΄ ότι γνωρίζουμε για την ένταξη των φαρμάκων στο ΓεΣΥ γίνεται διαδικασία διαπραγμάτευσης, η οποία,  όπως πολλές φορές έχει λεχθεί, είναι και εμπιστευτική. Άρα τι θα γίνεται; Όταν ο γιατρός στείλει το αίτημα του στον ΟΑΥ για έγκριση, θα του λένε όχι διότι δεν είναι αυτό το σκεύασμα το φθηνότερο, θα πάρεις το άλλο;» 

Τα προβλήματα, «που εντοπίζουμε στη διαχείριση των καινοτόμων θεραπειών δεν περιορίζονται σε αυτή την οδηγία του ΟΑΥ. Όπως διαπιστώνουμε, για να προχωρήσει η διαδικασία και να αρχίσει η ένταξη καινοτόμων και μοναδικών φαρμάκων στο ΓεΣΥ, ο οργανισμός πήρε τα πρωτόκολλα που είχαν έτοιμα οι Φαρμακευτικές Υπηρεσίες και χωρίς να επικαιροποιηθούν, επικυρώθηκαν από τη ΣΕΦ και τέθηκαν σε εφαρμογή.  Πετύχαμε την ταχύτητα αλλά αυτό σημαίνει ότι στις περιπτώσεις που κάποιες θεραπείες έχουν ενδείξεις, πέραν αυτών που αναφέρονταν στο αρχικό πρωτόκολλο, η χορήγηση των θεραπειών για αυτές τις ενδείξεις δεν έχει εγκριθεί. Ως εκ τούτου, ο ασθενής και πάλι θα καταφεύγει στην Επιτροπή Ονομαστικών Αιτημάτων του υπουργείου Υγείας για να πάρει το φάρμακο που χρειάζεται, με ό,τι αυτό συνεπάγεται». 

Επιπρόσθετα, «βλέπουμε ότι κάποιες αποφάσεις λαμβάνονται με βάση του τι μας συμφέρει οικονομικά αυτή τη στιγμή και όχι με βάση το τι θα έχει μεγαλύτερο όφελος για τους ασθενείς. Για παράδειγμα, στην περίπτωση του καρκίνου του μαστού, ο ΟΑΥ συγκάλεσε την ειδική επιτροπή, η οποία εξέτασε και ενέκρινε ένα σκεύασμα για την ένδειξη του μεταστατικού καρκίνου, ο οποίος αφορά λιγότερους από δέκα ασθενείς ετησίως. Εκτός, έμεινε όμως η ένδειξη για τον πρώιμο (αρχικό στάδιο) καρκίνο του μαστού, που αφορά 50 ή 60 ασθενείς το χρόνο και σίγουρα όταν ένας ασθενής έχει στη διάθεση του μια θεραπεία σε πρώιμη φάση τα οφέλη τόσο για τον ίδιο, όσο και για το ΓεΣΥ μακροπρόθεσμα είναι κατά πολύ μεγαλύτερα». 

Τέλος, «έχουμε διαπιστώσει ότι σε κάποια πρωτόκολλα εισήχθηκαν «Of label» θεραπείες. Δηλαδή θεραπείες, οι οποίες ενώ δεν είναι εγκεκριμένες επίσημα για κάποιες ενδείξεις, χρησιμοποιούνται ευρέως από τους γιατρούς επειδή έχει διαπιστωθεί ότι έχουν αποτελέσματα. Εννοείται ότι ως ΟΣΑΚ δεν είμαστε κατά της ένταξης αυτών των περιπτώσεων θεραπειών στα πρωτόκολλα, εκείνο που είδαμε όμως να γίνεται, είναι να μην εντάσσονται άλλες εγκεκριμένες θεραπείες». 

Απαιτείται ανεξαρτητοποίηση της ΣΕΦ

Βάσει της διαδικασίας που ακολουθείται σήμερα, η ΣΕΦ ορίζει ειδικές επιτροπές ανάλογα με το κάθε σκεύασμα, στις οποίες συμμετέχουν ειδικοί γιατροί της ανάλογης ειδικότητας, οι οποίες ετοιμάζουν προτάσεις για τα πρωτόκολλα, τα οποία συζητούνται στη συνέχεια από τη ΣΕΦ και η ΣΕΦ με τη σειρά της στέλνει τη δική της εισήγηση στο διοικητικό συμβούλιο του ΟΑΥ για την τελική έγκριση. «Δυστυχώς όμως στους κανονισμούς λειτουργίας της ΣΕΦ έχει ενταχθεί και πρόνοια που αφορά το οικονομικό ζήτημα». Ως ΟΣΑΚ, είπε ο κ. Κουλούμας, «εκείνο που λέμε είναι ότι οι αποφάσεις για την αξιολόγηση των φαρμάκων με σκοπό την ένταξη τους στο ΓεΣΥ πρέπει να λαμβάνονται με βάση καθαρά επιστημονικά κριτήρια και όχι με οικονομικά κριτήρια. Για την  οικονομική αξιολόγηση, εξάλλου, υπάρχει άλλη επιτροπή. Η Συμβουλευτική Επιτροπή Αποζημίωσης Φαρμάκων, η οποία επίσης λειτουργεί υπό τον ΟΑΥ». Για την ομοσπονδία βεβαίως, «πρώτα έρχεται το όφελος για τον ασθενή και μετά η οικονομική πτυχή. Εκείνο που ζητάμε ως οργανωμένο κίνημα των ασθενών, είναι να ανεξαρτητοποιηθεί η ΣΕΦ. Να μην λειτουργεί με βάση τα κριτήρια του ΟΑΥ. Η εισήγηση μας και στον τέως υπουργό Υγείας ήταν να μεταφερθεί η ΣΕΦ στις Φαρμακευτικές Υπηρεσίες του υπουργείου Υγείας. Μόνο έτσι, θα καταφέρουμε να απεγκλωβίσουμε τους ασθενείς από διαδικασίες του παρελθόντος, από τις οποίες πασκίσαμε να ξεφύγουμε προσδοκώντας ότι ο ΟΑΥ δεν θα τις ακολουθούσε μετά την έναρξη της εφαρμογής του ΓεΣΥ». Για την ανεξαρτητοποίηση της ΣΕΦ, είπε καταλήγοντας ο κ. Κουλούμας, «έχουμε και προεκλογική συμφωνία με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, με τον οποίο συζητήσαμε το θέμα κατά τις μεταξύ μας συναντήσεις». 

ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ

Δυστυχώς δεν φταίει ένα πράγμα

Για τη λήψη αποφάσεων από τον ΟΑΥ, σημαντικότερος παράγοντας είναι τα χρήματα. Με μια επιφανειακή ανάγνωση των δεδομένων εύκολα κάποιος καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ο οργανισμός άρχισε να θυμίζει ιδιωτική εταιρεία ασφάλισης. Η αλήθεια όμως είναι πολύ διαφορετική. Ναι μεν ο ΟΑΥ έχει επικεντρωθεί στην οικονομική πτυχή του ΓεΣΥ, κάτι το οποίο σίγουρα δεν είναι μια πρακτική που λειτουργεί προς όφελος των ασθενών, αλλά στο καλάθι της εξίσωσης πρέπει να βάζουμε και τις διαμαρτυρίες κάποιων πολιτικών κομμάτων αλλά και θεσμών, οι οποίοι φωνάζουν ακόμα και για το τελευταίο σεντ που ξοδεύεται για την υγεία των πολιτών. Κάποιοι μάλιστα από αυτούς, επιχειρούν, προς το παρόν στο παρασκήνιο, να περάσουν την άποψη ότι το ΓεΣΥ πρέπει να λειτουργεί με προσφορές. Όπου το φθηνό φθηνότερο, δηλαδή, όπως συνέβαινε παλιά με τα δημόσια νοσοκομεία.