Η παράνομη και αδήλωτη εργασία αποτελεί μία από τις σοβαρότερες προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι αγορές εργασίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Οι επιπτώσεις είναι πολυεπίπεδες, αφού η ύπαρξη του φαινομένου πλήττει τις οργανωμένες και νομοταγείς επιχειρήσεις, με τη δημιουργία συνθηκών αθέμιτου ανταγωνισμού, αποστερεί σημαντικούς πόρους από το κράτος μέσα σε δυσχερείς συγκυρίες και ευνοεί τη δημιουργία γενικότερων συνθηκών παρανομίας.
Η Ομοσπονδία Εργοδοτών & Βιομηχάνων (ΟΕΒ) έχει διαχρονικά αποδείξει την προσήλωση της στις προσπάθειες για πάταξη της παράνομης και αδήλωτης εργασίας.
Ως αδήλωτη εργασία ορίζεται η απασχόληση μισθωτού ή αυτοτελώς εργαζόμενου, για την οποία θα έπρεπε να καταβάλλονται εισφορές στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΤΚΑ) και είτε δεν καταβάλλονται καθόλου ή οι εισφορές είναι χαμηλότερες από αυτές που θα έπρεπε με βάση τις πραγματικές απολαβές, ενώ ως παράνομη ορίζεται η απασχόληση προσώπου, μισθωτού ή αυτοτελώς εργαζόμενου, το οποίο διαμένει ή παραμένει παράνομα στη Δημοκρατία ή το οποίο απασχολείται χωρίς την εξασφάλιση άδειας απασχόλησης.
Το ζήτημα αυτό δεν είναι καινούριο. Είναι φαινόμενο που ταλαιπωρεί την κυπριακή οικονομία εδώ και χρόνια και είναι για τον λόγο αυτό που η ΟΕΒ έχει υιοθετήσει μια πολυδιάστατη προσέγγιση για την καταπολέμηση της αδήλωτης και παράνομης εργασίας, εστιάζοντας σε τρεις βασικούς άξονες: ενίσχυση της νομοθεσίας, ενημέρωση των εργοδοτών και συνεργασία με τις αρχές.
Είναι απαραίτητη η συνεχής αξιολόγηση των μέτρων και νομοθεσιών, ώστε να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι νέες προκλήσεις της αγοράς εργασίας. Ειδικότερα, στόχος των νομοθετικών μέτρων δεν πρέπει να είναι απλώς η επιβολή τιμωριτικών προστίμων, αλλά η διαμόρφωση αξιόπιστων διαδικασιών που θα εφαρμόζονται σωστά, καθώς και η βελτίωση της επιθεώρησης και του ελέγχου.
Για παράδειγμα, οι επιδιώξεις για αλλαγές στο νομοθετικό πλαίσιο δεν πρέπει να επικεντρώνονται σε συζητήσεις που ουσιαστικά οδηγούν στη μετακύλιση της ευθύνης στις επιχειρήσεις και τα στελέχη τους για την εξακρίβωση της νομιμότητας των εγγράφων, κυρίως αυτών που προσκομίζουν αλλοδαποί εργαζόμενοι, όπως τα ταξιδιωτικά έγγραφα και οι άδειες παραμονής. Εξάλλου, οι επιχειρήσεις δεν διαθέτουν τα απαραίτητα εργαλεία για την επιβεβαίωση αυτών των εγγράφων και υπάρχει κίνδυνος να οδηγηθούν σε περιπέτειες νόμιμοι εργοδότες.
Σημειώνεται πως με στόχο την αντιμετώπιση του προβλήματος υπήρξαν μέχρι τώρα δύο μεγάλες νομοθετικές αλλαγές. Η πρώτη ήταν το 2012 όταν μετά από πρωτοβουλία της ΟΕΒ και της Ομοσπονδίας Συνδέσμων Εργολάβων Οικοδομών Κύπρου (Ο.Σ.Ε.Ο.Κ.), υιοθετήθηκε η «Βεβαίωση Έναρξης Απασχόλησης Μισθωτού», που έπρεπε να συμπληρώνεται και να υπογράφεται από τον εργοδότη και τον μισθωτό πριν την έναρξη της απασχόλησης.
Το 2017, με εκ νέου τροποποίηση του Νόμου, αντικαταστάθηκε η υποχρέωση έκδοσης της Βεβαίωσης, με την υποχρέωση ηλεκτρονικής δήλωσης του εργαζόμενου στο πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», τουλάχιστον μία μέρα πριν την έναρξη της απασχόλησης. Το «ΕΡΓΑΝΗ» τέθηκε σε εφαρμογή τον Σεπτέμβριο του 2021.
Πέραν των νομοθετικών ρυθμίσεων, βασική προϋπόθεση για την αντιμετώπιση του φαινομένου αυτού, είναι η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση. Η ΟΕΒ διοργανώνει τακτικά σεμινάρια και εργαστήρια, ενώ παρέχει επίσης συμβουλευτικές υπηρεσίες για την ενημέρωση των εργοδοτών σχετικά με τις νομικές υποχρεώσεις τους και τις συνέπειες της αδήλωτης εργασίας.
Μέσω αυτών παρέχονται λεπτομερείς πληροφορίες για τη νομοθεσία, τις διαδικασίες πρόσληψης, τη διαχείριση των μισθών και των ασφαλιστικών εισφορών και τις ποινές που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης των κανόνων.
Οι μέχρι τώρα συντονισμένες προσπάθειες έχουν οδηγήσει σε μείωση των περιπτώσεων αδήλωτης εργασίας. Σημειώνεται ότι το ποσοστό της αδήλωτης εργασίας το 2009 ανερχόταν στο 27%, ενώ με τις προσπάθειες που ξεκίνησαν από τότε με σκοπό την αντιμετώπιση της, περιορίστηκε το 2017 στο 15%.
Περαιτέρω μείωση παρουσιάστηκε από το 2017 και μετά, με τη σύσταση της Ενιαίας Υπηρεσίας Επιθεώρησης, με αποτέλεσμα το 2021 να μειωθεί στο 10%. Με τις συνεχιζόμενες προσπάθειες η αδήλωτη εργασία έχει μειωθεί ακόμα περισσότερο, και στο τέλος του 2023 βρισκόταν στο 6,5%. Παράλληλα, η ενημέρωση των εργοδοτών και των εργαζομένων έχει συμβάλει στη δημιουργία ενός πιο διαφανούς και δίκαιου εργασιακού περιβάλλοντος.
Η ΟΕΒ παραμένει δεσμευμένη στη συνέχιση των προσπαθειών της και στη διαρκή βελτίωση των στρατηγικών της. Η αποτελεσματική αντιμετώπιση της αδήλωτης εργασίας απαιτεί μακροχρόνιες και συντονισμένες προσπάθειες, καθώς και προσαρμογή στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς εργασίας.
* Ανώτερος Λειτουργός, Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων & Κοινωνικής Πολιτικής (ΟΕΒ)