Ένα κράτος το οποίο λίγοι Αμερικανοί θα μπορούσαν να εντοπίσουν σε χάρτη, η πλούσια σε πετρέλαιο χώρα της Νότιας Αμερικής Γουιάνα, βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Έχει έναν μεγάλο και επιθετικό γείτονα, τη Βενεζουέλα, η οποία κυβερνάται από έναν αυταρχικό ηγέτη που διατηρεί στενές σχέσεις με τη Ρωσία, το Ιράν, την Κούβα και άλλα κράτη με απολυταρχικά καθεστώτα.

Σε μια κίνηση η οποία θυμίζει την εισβολή του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία, ο δικτάτορας της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο, πρώην οδηγός λεωφορείου και συνεργάτης του προκατόχου του, Ούγκο Τσάβες – διεξήγαγε πρόσφατα ένα δημοψήφισμα στη χώρα του. Το θέμα ήταν εάν θα προσαρτάτο ή όχι μια τεράστια περιοχή της Γουιάνας που συνορεύει με τη Βενεζουέλα, η οποία ονομάζεται Essequibo και  η οποία αντιπροσωπεύει περίπου τα δύο τρίτα της επικράτειας της Γουιάνας. Είναι μια περιοχή πλούσια σε φυσικούς πόρους, όπως πετρέλαιο, χρυσό, γλυκό νερό και ξυλεία – και έναν σχετικά μικροσκοπικό πληθυσμό περίπου 100.000 κατοίκων.

Διεκδικήσεις

Η Βενεζουέλα διεκδικεί το συγκεκριμένο έδαφος για περισσότερο από έναν αιώνα, αν και οι αξιώσεις της είχαν απορριφθεί μέσω διεθνούς διαιτησίας το 1899. Οι Γουιανοί, όπως είναι κατανοητό, βλέπουν το δημοψήφισμα στη Βενεζουέλα ως υπαρξιακή απειλή. Το επίσημο αποτέλεσμα ήταν προδιαγεγραμμένο με δεδομένο τον καταπιεστικό χαρακτήρα του καθεστώτος στη Βενεζουέλα – ο Μαδούρο ισχυρίστηκε “απόλυτη επιτυχία”, με το 95% των ψηφοφόρων να εγκρίνει τις προτάσεις του – ωστόσο ρεπορτάζ ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης ανέφεραν ότι τα εκλογικά τμήματα έμειναν σε μεγάλο βαθμό άδεια.

Η τραγική ειρωνεία είναι ότι η Γουιάνα, ιστορικά μια πολύ φτωχή χώρα, ανθεί. Έχει δει οικονομική ανάπτυξη 37% το 2023 σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα (και προβλέπεται να τα πάει ακόμη καλύτερα το επόμενο έτος) καθώς οι τεράστιοι πόροι πετρελαίου και φυσικού αερίου της – μεγαλύτεροι από τους πόρους της Βενεζουέλας με πάνω από 11 δισεκατομμύρια βαρέλια κυρίως υπεράκτιων αποθεμάτων αργού – έχουν επιτέλους φτάσει να αξιοποιούνται.

Δεδομένου του συνολικού πληθυσμού της κάτω του 1 εκατομμυρίου, η Γουιάνα θα μπορούσε να γίνει ένα Κουβέιτ στην Καραϊβική. Δεν είναι περίεργο που ένας μεγάλος, επιθετικός, χωρίς αρχές γείτονας, με μια σοσιαλιστική οικονομία, μιλά στα σοβαρά για επανασχεδιασμό χαρτών και συμπεριφέρεται σαν να μην υπάρχει πια η Γουιάνα – όπως επιδιώκει να κάνει ο Πούτιν με την Ουκρανία.

Ποιες είναι οι συνέπειες αυτής της σχεδιαζόμενης αρπαγής γης; Και τι πρέπει να κάνουν οι ΗΠΑ, οι Νοτιοαμερικανοί φίλοι τους και η διεθνής κοινότητα για αυτό;

Όταν ήμουν διοικητής της Νότιας Διοίκησης των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ – υπεύθυνος για τους στρατιωτικούς δεσμούς με όλη τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική – επισκέφτηκα σχεδόν όλες τις χώρες της περιοχής. Όχι όμως και τη Βενεζουέλα, που τότε βρισκόταν ήδη υπό την κυριαρχία του Τσάβες.

Κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στο Τζορτζτάουν, την αγγλόφωνη πρωτεύουσα της Γουιάνας (πρώην βρετανικής αποικίας), εντυπωσιάστηκα από τη φιλικότητα των ανθρώπων, την ήσυχη γοητεία της πόλης και την απέραντη ομορφιά των βουνών, των ποταμών και των ακτών της χώρας. Είχαμε μια ήπια απευθείας σχέση μεταξύ των ενόπλων δυνάμεών μας και των μικροσκοπικών δυνάμεων αυτοάμυνας της Γουιάνας και προσπάθησα τότε να αυξήσω τη βοήθεια της Αμερικής.

Ο πρόεδρος της χώρας εκείνη την εποχή μού είχε πει ότι ανησυχούσε για τρία πράγματα: τη διακίνηση ναρκωτικών, τη “διαρροή εγκεφάλων”, καθώς ταλαντούχοι νεότεροι Γουιανοί εγκατέλειπαν τη χώρα για καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας σε εύπορες χώρες και τέλος – κυρίως – τις εδαφικές φιλοδοξίες της Βενεζουέλας. Αν και δεν είχαμε μια επίσημη αμυντική συνθήκη με τη Γουιάνα, έκανα ό,τι μπορούσα για να διαβεβαιώσω τους ηγέτες της για την υποστήριξη των ΗΠΑ. Ευτυχώς για τους Γουιανούς, η εσωτερική αναταραχή στη Βενεζουέλα – συμπεριλαμβανομένων του θανάτου του απεχθούς Τσάβες και της ανάδυσης μιας σοβαρής αντιπολίτευσης – κράτησε το Καράκας προσηλωμένο στα εσωτερικά του.

Τώρα, με την εξουσία του πιο παγιωμένη και τις εθνικές εκλογές να έρχονται το 2024, ο Μαδούρο φαίνεται να χρησιμοποιεί το θέμα του “βενεζουελανικού Εσεκίμπο” ως πεδίο συσπείρωσης του λαού του. Στέλνει υπαλλήλους της PDVSA, της διεφθαρμένης και αποτυχημένης εθνικής εταιρείας πετρελαίου της Βενεζουέλας, στα νερά και τα εδάφη της Γουιάνας για να πραγματοποιούν έρευνες και να προετοιμάζουν επιχειρήσεις εξόρυξης. Ο Μαδούρο έχει προωθήσει χάρτες της “μεγάλης Βενεζουέλας” που περιλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της Γουιάνας και έχει υπογράψει ένα διάταγμα για τη δημιουργία της λεγόμενης “Ύπατης Επιτροπής για την Άμυνα του Εσεκίμπο”.

Παγκόσμιο ντόμινο

Το αν ο Μαδούρο είναι αρκετά σοβαρός για να υποστηρίξει όλα τα παραπάνω με μια πλήρους κλίμακας στρατιωτική εισβολή είναι ασαφές. Πρόκειται όμως για πολύ ανησυχητικά σημάδια.

Εάν φτάσουμε σε μια εισβολή, οι ένοπλες δυνάμεις της Βενεζουέλας είναι πολύ μεγαλύτερες από εκείνες της Γουιάνας, έχουν τεράστιο πλεονέκτημα σε εξοπλισμό και έχουν εκπαιδευτεί από τη Ρωσία και την Κούβα. Πιθανότατα σε τέτοια περίπτωση θα υπήρχαν Κουβανοί σύμβουλοι οι οποίοι θα βοηθούσαν στην εισβολή.

Η Γουιάνα έχει μικροσκοπικές στρατιωτικές δυνάμεις (μόνο περίπου 4.000 στρατιώτες, συμπεριλαμβανομένων των εφεδρειών), μικρό αμυντικό προϋπολογισμό και καθόλου ξένους στρατιωτικούς συμβούλους επί του πεδίου. Έτσι, οι Γουιανοί στρέφονται στα δύο μεγαλύτερα κράτη της αμερικανικής ηπείρου – τις ΗΠΑ και τη Βραζιλία – για υποστήριξη.

Ο πρόεδρος Ιρφάαν Άλι αναφέρει ότι η κυβέρνησή του συνομιλεί με την Ουάσιγκτον και τη Μπραζίλια και λαμβάνει διαβεβαιώσεις. Είπε ότι μίλησε με τον πρόεδρο της Βραζιλίας Λουίς Ινάσιο Λούλα Ντα Σίλβα, ο οποίος του τόνισε ότι “η Βραζιλία στέκεται σθεναρά με τη Γουιάνα” και έχει αναπτύξει στρατεύματα και τεθωρακισμένα οχήματα στη συνοριακή περιοχή της χώρας του με τη Γουιάνα και τη Βενεζουέλα.

Όλα αυτά είναι ο απόηχος της εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία πριν από δύο χρόνια: ένας πολύ μεγαλύτερος γείτονας που προβάλλει εδαφική διεκδίκηση χωρίς πραγματικά διεθνώς αναγνωρισμένα νομικά επιχειρήματα, προετοιμάζεται για προσαρτήσεις, φτιάχνει νέους χάρτες και ξερογλείφεται για την απόκτηση τεράστιων φυσικών πόρων. Είναι ένα καλό παράδειγμα του φαινομένου του παγκόσμιου ντόμινου που επέρχεται όταν χώρες οι οποίες προχωρούν παράνομες αρπαγές γης δεν βρίσκουν έγκαιρα αντίσταση.

Στο λαμπρό βιβλίο του για τη γεωπολιτική, έκδοσης 2018, The Jungle Grows Back, ο πολιτικός επιστήμονας Robert Kagan υποστήριζε το επιχείρημα ότι όσο περισσότερο οι διεθνείς κανόνες διαβρώνονται κάπου, τόσο πιο γρήγορα το χάος περνά σε περιφερειακό, ακόμη και σε παγκόσμιο επίπεδο. Μπορεί τότε η κατάσταση να αρχίσει να μοιάζει με τη δεκαετία του 1930, όταν η ναζιστική Γερμανία και η αυτοκρατορική Ιαπωνία άρχιζαν να αρπάζουν όλο και πιο μεγάλα κομμάτια εδάφους στην Ευρώπη και την Ασία, αντίστοιχα.

Οι ΗΠΑ, φυσικά, είναι η μεγαλύτερη και ισχυρότερη χώρα της Αμερικής. Η Βραζιλία έχει ισχυρό στρατό. Η Μεγάλη Βρετανία, ως πρώην αποικιακή δύναμη, εκφράζει την υποστήριξή της στην πρώην αποικία της, η οποία κέρδισε την ανεξαρτησία της με ειρηνικά μέσα το 1966. Οι ΗΠΑ ξεκινούν στρατιωτικές πτήσεις στον εναέριο χώρο της Γουιάνας ως μέρος της συνεχιζόμενης επιχειρησιακής συνεργασίας της μικρής χώρας με την αμερικανική Νότια Διοίκηση, με έδρα στο Μαϊάμι.

“Κλειδί” η πρόληψη της κλιμάκωσης

Όπως και στην Ουκρανία, η Ουάσιγκτον πρέπει να χρησιμοποιήσει διπλωματικό κεφάλαιο για να συσπειρώσει την περιοχή ενάντια στην επιθετικότητα ενός τραμπούκου. Αυτό θα γινόταν πιο αποτελεσματικά σε στενή συνεργασία με τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών, τον οργανισμό συνεργασίας των 34 ανεξάρτητων κρατών της Αμερικής. Μια επίσημη κοινή δήλωση υποστήριξης ΗΠΑ-Βραζιλίας προς τη Γουιάνα θα ήταν χρήσιμη.

Η ενίσχυση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων, ίσως ακόμη και η αποστολή πολεμικών πλοίων στα λιμάνια της Γουιάνας – υπάρχουν πάντα πλοία του αμερικανικού Ναυτικού και της Ακτοφυλακής πλέοντα στην Καραϊβική – είναι μια καλή ιδέα. Μια άσκηση επί του εδάφους μονάδων του Στρατού Ξηράς της Νότιας Διοίκησης των ΗΠΑ θα μπορούσε να οργανωθεί αρκετά γρήγορα.

Όπως πάντα, το κλειδί είναι να προλάβουμε τις παρορμήσεις ενός δικτάτορα. Η Δύση απέτυχε να στείλει ένα αρκετά ισχυρό μήνυμα στον Σαντάμ Χουσεΐν του Ιράκ πριν από την εισβολή του στο Κουβέιτ το 1990. Η Σερβία εισέβαλε στο Κόσοβο το 1998, αγνοώντας τον Οργανισμό της Συνθήκης του Βορείου Ατλαντικού (NATO). Παρομοίως, ο Πούτιν υποτιμούσε την αντίδραση της Δύσης τις ημέρες πριν ξεκινήσει μια πλήρους κλίμακας επίθεση στην Ουκρανία – αν και, σε αυτή την περίπτωση, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους είχαν ευτυχώς ένα ισχυρό πλάνο προκειμένου να βοηθήσουν το Κίεβο διπλωματικά και στρατιωτικά.

Ο Μαδούρο ξεκάθαρα εξετάζει τις επιλογές του και οι στρατιωτικές δυνάμεις της Βενεζουέλας συνεχίζουν να μετακινούνται προς τα σύνορα της Γουιάνας. Η ισχυρή δράση τώρα μπορεί να οδηγήσει τον Μαδούρο να κάνει πίσω: οι φίλοι της Γουιάνας, ειδικότερα οι ΗΠΑ και η Βραζιλία, πρέπει να προετοιμάσουν έναν συνδυασμό διπλωματικών, στρατιωτικών και οικονομικών εργαλείων προκειμένου να αποφύγουν μια μείζονα πολεμική σύγκρουση στην Αμερική.

*Ο James Stavridis είναι αρθρογράφος του Bloomberg Opinion, απόστρατος ναύαρχος του πολεμικού ναυτικού των ΗΠΑ, πρώην ανώτατος συμμαχικός διοικητής του ΝΑΤΟ και επίτιμος κοσμήτορας της Σχολής Νομικής και Διπλωματίας Fletcher στο Πανεπιστήμιο Tufts. Είναι επίσης αντιπρόεδρος παγκόσμιων υποθέσεων στον Όμιλο Carlyle. Συμμετέχει στα διοικητικά συμβούλια των American Water Works, Fortinet, PreVeil, NFP, Ankura Consulting Group, Titan Holdings, Michael Baker και Neuberger Berman και έχει υπάρξει σύμβουλος στην Shield Capital, εταιρεία που επενδύει στον τομέα της κυβερνοασφάλειας.

Απόδοση – Επιμέλεια – Επιλογή Κειμένων (2019-2023): Γ.Δ. Παυλόπουλος

BloombergOpinion