Ο Αντώνης Αντωνίου εξελέγη πρόεδρος της ΟΕΒ τον Δεκέμβριο του 2020 και από τότε… του έπεσαν όλα -σχεδόν- μαζεμένα. Ομοίως και στην κυπριακή οικονομία και την κοινωνία ευρύτερα: Η σοβαρή και μακρά περιπέτεια με την πανδημία του κορωνοϊού, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ο πληθωρισμός και η μεγάλη ενεργειακή κρίση που ακολούθησαν τη διακοπή της μεταφοράς ρωσικού φυσικού αερίου σε χώρες της ΕΕ, η νέα αιματηρή διένεξη στο Ισραήλ και, από τις αρχές του 2025, η αναθεωρημένη δασμολογική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών.

Με τη 2η θητεία του να ολοκληρώνεται την Τετάρτη 7 Μαϊου, και την παράδοση της προεδρίας στον Γιώργο Παντελίδη, ο κ. Αντωνίου απαντά σε ερωτήσεις του Φιλελευθέρου και επιχειρεί έναν απολογισμό μιας «πολύ γεμάτης» διπλής θητείας.

Τονίζει πως η τεράστια αβεβαιότητα που επικρατεί σήμερα σε όλες τις οικονομίες είναι ό,τι χειρότερο για το επιχειρείν και τις επενδύσεις.

Προειδοποιεί, ότι τον λογαριασμό για αυτή την αβεβαιότητα και τον αναστολή επενδύσεων θα την πληρώσει η παγκόσμια οικονομία, αναπόφευκτα και η κυπριακή, σε 2-3 χρόνια. Και προφανώς θα πρέπει να προετοιμαστούμε.

Η συνέντευξη

Πόσο πιο πλούσιος από εμπειρίες και γνώσεις αποχωρείτε από τη θέση προέδρου της ΟΕΒ μετά από δύο θητείες; Ποιες θεωρείτε ότι ήταν οι πιο σημαντικές φάσεις στα χρόνια της προεδρίας σας;

Η παρουσία στο ύπατο αξίωμα της ΟΕΒ είναι γεμάτη απαιτήσεις και υποχρεώσεις, μέσα από τις οποίες η συσσώρευση πλούτου γνώσεων και εμπειριών είναι το μεγαλύτερο κέρδος που αποκομίζει ένας Πρόεδρος.

Όπως ξέρετε, η ΟΕΒ έχει κάτω από την ομπρέλα της περισσότερους από 120 επαγγελματικούς και επιχειρηματικούς Συνδέσμους, αναρίθμητες επιχειρήσεις και οργανισμούς, που προέρχονται από όλους τους τομείς και υποτομείς οικονομικής δραστηριότητας, που σωρευτικά καλύπτουν ένα τεράστιο μέρος του ΑΕΠ της χώρας.

Είναι υποχρέωση του Προέδρου να ακούσει τα προβλήματα, να κατανοήσει τις προκλήσεις, να αποδεχτεί τις προτεινόμενες λύσεις και μαζί με την Εκτελεστική Επιτροπή και την Γραμματεία της Οργάνωσης να προωθήσει προτάσεις πολιτικής που θα προάγουν ταυτόχρονα τα συμφέροντα των μελών μας και τα συμφέροντα του συνόλου της εθνικής οικονομίας. Όλο αυτό είναι προφανώς μια επίπονη και χρονοβόρα διαδικασία αλλά το εύρος, το βάθος και η ποικιλότητα των γνώσεων και εμπειριών είναι κέρδος ανεκτίμητης αξίας.

Αυτός ο πλούτος γνώσεων και εμπειριών, σε συνδυασμό με την ικανοποίηση ότι είχα την ευκαιρία να υπηρετήσω την επιχειρηματική κοινότητα της χώρας και κατ’ επέκταση τον τόπο μου, έκαναν κάθε μέρα σε αυτά τα τεσσεράμιση χρόνια να αξίζει τον κόπο, την προσπάθεια και τις αγωνίες.

Σε ό,τι αφορά τις διάφορες φάσεις της προεδρίας μου, αν κάτι χαρακτήρισε ολόκληρη αυτή την περίοδο ήταν οι διαδοχικές κρίσεις που κληθήκαμε να διαχειριστούμε. Να σας θυμίσω ότι εκλέχθηκα πρόεδρος τον Δεκέμβρη του 2020, όταν ακόμα η πανδημία του covid-19 ήταν σε πλήρη έξαρση, στις αρχές του 2022 άρχισε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, τον Οκτώβρη του 2023 έγινε η σφαγή στο Ισραήλ και το 2025 ξεκίνησε με την αμερικανική δασμολογική καταιγίδα και τον παγκόσμιο εμπορικό πόλεμο.

Κάθε φορά, οι κίνδυνοι, οι απειλές και οι προκλήσεις που προέκυπταν ήταν διαφορετικού περιεχομένου και χαρακτήρα, κάθε φορά μπαίναμε για πρώτη φορά σε αχαρτογράφητα ύδατα και κάθε φορά έπρεπε να αυτοσχεδιάσουμε, όχι μόνο για να επιβιώσουμε αλλά και για να αξιοποιήσουμε τις ευκαιρίες που όλες οι κρίσεις φέρνουν μαζί τους. Σε όλες αυτές τις κρίσεις, η ΟΕΒ ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή, συμβάλλοντας καταλυτικά στη διαχείριση των προβλημάτων, στην ενίσχυση της ανθεκτικότητας και στη γρήγορη ανάκαμψη της οικονομίας.

Το κόστος της ενέργειας

Νιώθετε να υπάρχουν κινήσεις, αποφάσεις, αλλαγές που δρομολογήσατε ως πρόεδρος και δεν προλάβατε να φέρετε σε πέρας;

Βασικό μέρος της αποστολής μου σε όλο αυτό το διάστημα, πέρα από τη διαχείριση των κρίσεων, ήταν η προώθηση μόνιμων λύσεων για εξασφάλιση φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το κόστος του ηλεκτρισμού στην Κύπρο ήταν πάντα σημαντικά ψηλότερο από αυτό των βασικών ανταγωνιστών μας, αλλά επιδεινώθηκε από τις κρίσεις των τελευταίων ετών.

Επειδή στην ΟΕΒ είναι μέλη όλοι οι επιχειρηματικοί σύνδεσμοι που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με συμβατικά μέσα και ΑΠΕ, αλλά και επειδή όλα τα μέλη της ΟΕΒ είναι καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας – με το Τσιμεντοποιείο Βασιλικού στο οποίο είμαι Εκτελεστικός Πρόεδρος να είναι ο μεγαλύτερος καταναλωτής ενέργειας στη χώρα – είχα αφιερώσει μεγάλο μέρος των προσπαθειών μου στην προώθηση λύσεων για μείωση του κόστους του ηλεκτρισμού.

Οφείλω να παραδεχτώ ότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα προς την ορθή κατεύθυνση αλλά ακόμα απέχουμε πολύ από τον στόχο. Πριν από λίγες μέρες υποβάλαμε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας εισήγηση για σύσταση Συμβουλίου Ενεργειακής Στρατηγικής, με τη συμμετοχή αρμοδίων κρατικών φορέων, εκπροσώπων της ακαδημαϊκής και ερευνητικής κοινότητας και στελεχών της ΟΕΒ και άλλων, με αποστολή τη σφαιρική επεξεργασία των δεδομένων και των προκλήσεων και την υποβολή στον ΠτΔ τεκμηριωμένων ολιστικών εισηγήσεων. Ελπίζω ότι ο Πρόεδρος θα ανταποκριθεί θετικά στην πρόταση.

Ο παράγοντας «αμοιβαία εμπιστοσύνη»

Πώς αξιολογείτε σήμερα το επίπεδο των εργασιακών σχέσεων στην Κύπρο και την αποτελεσματικότητα του κοινωνικού διαλόγου; Είναι τόσο αποδοτικός όσο θέλουμε όλοι να πιστεύουμε;

Η παράδοση κοινωνικού διαλόγου είναι βαθιά ριζωμένη στο σύστημα και επί δεκαετίες υπήρξε ένα από τα ισχυρότερα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της κυπριακής οικονομίας, αφού εξασφάλιζε εργασιακή ειρήνη και κοινωνική γαλήνη.

Πρέπει κάποιος να δει τη μεγάλη εικόνα για να αξιολογήσει ακριβοδίκαια την αποτελεσματικότητα του κοινωνικού διαλόγου. Υπάρχουν πολύ σημαντικά πεδία της απασχόλησης στα οποία η ωριμότητα των βασικών πρωταγωνιστών έχει σχεδόν καταργήσει τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα σε εργοδοτική και συνδικαλιστική πλευρά. Τέτοια πεδία είναι η ασφάλεια και υγεία στην εργασία, η κατάρτιση και ανάπτυξη του εργατικού δυναμικού, η ισότητα των φύλων στην απασχόληση, η καταπολέμηση κάθε είδους παρενόχλησης – θεμελιώδεις πυλώνες, επί των οποίων η συνεργασία δεν είναι ούτε αυτονόητη ούτε δεδομένη σε όλες τις χώρες.

Βεβαίως, τα τελευταία χρόνια υπάρχει δυστοκία στην παραγωγή συναινετικών αποτελεσμάτων σε σοβαρά ζητήματα, όχι μόνο λόγω των έντονων αποκλίσεων στις εκατέρωθεν επιδιώξεις αλλά και γιατί η αμοιβαία εμπιστοσύνη δεν είναι όσο ισχυρή υπήρξε στο παρελθόν.

Ξεκίνησε πριν από λίγες μέρες νέος κύκλος διαλόγου για το μέλλον της ΑΤΑ. Γιατί να μην απολαμβάνουν όλοι οι εργαζόμενοι, κατά προτεραιότητα οι χαμηλόμισθοι του ιδιωτικού τομέα, την αυτόματη τιμαριθμική προσαρμογή, όταν αποδεδειγμένα ο πληθωρισμός υποσκάπτει την αγοραστική δύναμη των μισθών τους;

Πρέπει να θυμόμαστε ότι η ΑΤΑ είναι ένας από τους όρους εργασίας που συμφωνούνται ανάμεσα στους εργοδότες και τους εργαζόμενους – ισχύει μόνο εκεί που συμφωνείται. Πρέπει επίσης να υπενθυμίσω ότι η ΑΤΑ ξεκίνησε το 1944 και λειτούργησε χωρίς σημαντικές παρενέργειες στις δεκαετίες που η οικονομία ήταν κλειστή και προστατευμένη.

Εδώ και χρόνια, όμως, ιδιαίτερα μετά την ένταξη μας στην Ευρωζώνη, όλα έχουν αλλάξει. Η διάβρωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας δεν μπορεί πλέον να εξισορροπηθεί με άσκηση νομισματικής πολιτικής και υποτίμηση του νομίσματος, όπως μπορούσε να γίνει όσο είχαμε εθνικό νόμισμα. Ούτε οι αυξήσεις στις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών καταλήγουν στα ταμεία των κυπριακών επιχειρήσεων, αφού με την παγκοσμιοποίηση οι κύριες αιτίες ανόδου των τιμών είναι εξωγενείς και οι επιχειρήσεις μας είναι και αυτές θύματα των ίδιων φαινομένων αύξησης της τιμής των καυσίμων, των πρώτων υλών, των μεταφορικών και των άλλων κρίκων της εφοδιαστικής αλυσίδας. Δηλαδή, ο πληθωρισμός δεν υποσκάπτει μόνο την αγοραστική δύναμη των μισθών, υποσκάπτει κατά όμοιο τρόπο και τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων.

Είναι για αυτό που έχουμε διαμορφώσει πρόταση για προσαρμογή της ΑΤΑ στα σημερινά δεδομένα, έτσι ώστε, όταν καταβάλλεται, να μην υποσκάπτει τα δημόσια οικονομικά, ούτε να διαβρώνει την ανταγωνιστικότητα της πραγματικής οικονομίας.

Επιβράδυνση, όχι ύφεση

Με το ποσοστό μεγέθυνσης της οικονομίας να είναι ακόμα σε επίπεδα πάνω από 3%, από τα μεγαλύτερα στην ΕΕ, γιατί υπάρχει αυτή η έντονη αίσθηση σε μεγάλη μερίδα των εργαζομένων -και των συνδικαλιστικών οργανώσεων- ότι οι μισθοί δεν αυξάνονται ανάλογα και δεν επιτρέπουν ικανοποιητική διαβίωση για μικρομεσαίους ή και μεσαίους; Γιατί υπάρχει τόσο ευδιάκριτη ανισότητα στα εισοδήματα;

Οι επιχειρήσεις κατά κανόνα κάθε χρόνο παραχωρούν αυξήσεις μισθών και ωφελημάτων, είτε με συλλογικές συμβάσεις, εκεί που υπάρχουν, είτε μέσα από συστήματα κινήτρων και ανταμοιβής, μετά από αξιολόγηση της προσφοράς κάθε εργαζόμενου και του εύρους της κερδοφορίας κάθε επιχείρησης.

Οι μισθοί στην Κύπρο τα τελευταία χρόνια καταγράφουν σημαντικές ποσοστιαίες αυξήσεις, που είναι αντίστοιχες σωρευτικά της αύξησης του πληθωρισμού και της ανάπτυξης του ΑΕΠ και είναι αισθητά ψηλότερες από τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.

Τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι η καταναλωτική συμπεριφορά παραμένει περίπου η ίδια, όχι μόνο σε βασικά προϊόντα ευρείας κατανάλωσης αλλά και σε είδη πολυτελείας. Την ίδια ώρα, αυξάνονται οι αποταμιεύσεις των νοικοκυριών, τα καταναλωτικά δάνεια παραμένουν σταθερά, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια συνεχώς λιγοστεύουν.

Από την άλλη, καταγράφεται εκτόξευση στο κόστος στέγασης, που συμπιέζει τα εισοδήματα, ιδιαίτερα των νέων και των εργαζομένων σε θέσεις χαμηλής προστιθέμενης αξίας. Η διορθωτική παρέμβαση, όμως, πρέπει να γίνει από το κράτος με αύξηση του διαθέσιμου οικιστικού αποθέματος και άλλως πως. Οι μισθοί ήδη αυξάνονται περισσότερο από την αύξηση της παραγωγικότητας και του πληθωρισμού. Πρόσθετη πίεση στο μισθολογικό κόστος θα φέρει αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα και για τους ίδιους τους εργαζόμενους, αφού θα θέσει τις επιχειρήσεις εκτός διεθνούς ανταγωνισμού.

Η ΕΕ πρέπει να αναθεωρήσει τις αποφάσεις της για την πράσινη μετάβαση

Ως πρόεδρος της ΟΕΒ αλλά και ως ο ηγέτης της μεγαλύτερης ίσως βιομηχανίας του τόπου, θέλουμε την τοποθέτησή σας για τα φλέγοντα ενεργειακά θέματα που είναι ανοικτά. Πιστεύετε ότι είναι κοντά η μείωση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις ή θα μείνει εγκλωβισμένη η οικονομία στο πανάκριβο ρεύμα;

Όπως ανέφερα ήδη, η επίτευξη του στόχου μείωσης του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας είναι ακόμα μακριά, αλλά μπορούμε να επιταχύνουμε τις διεργασίες, ενώνοντας τις δυνάμεις όλων των stakeholders ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, κάτω από ένα ενιαίο Συμβούλιο Ενεργειακής Στρατηγικής.

Χρειάζεται επιμονή και υπομονή και είμαι αισιόδοξος ότι μέσα στα επόμενα τρία χρόνια θα καταφέρουμε να αφήσουμε πίσω μας και αυτό το χρόνιο πρόβλημα.

Με τη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου να επιλέγει, για την ώρα, το «Drill Baby Drill», πώς πιστεύετε ότι πρέπει να διαχειριστούν η ΕΕ και οι κυβερνήσεις των χωρών της την πανάκριβη πράσινη μετάβαση, τους ρυθμιστικούς περιορισμούς που την περιβάλλουν, αλλά και την υστέρηση που παρατηρείται σήμερα στην ανταγωνιστικότητα και την τεχνολογική ανάπτυξη;

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει βρεθεί σε τρεις πολέμους ταυτόχρονα: Από τη μια είναι ο στρατιωτικός πόλεμος στην Ουκρανία και από την άλλη ο πόλεμος της πράσινης και ενεργειακής μετάβασης, στον οποίο προστέθηκε και ο παγκόσμιος πόλεμος των δασμών.

Είναι η άποψη μας ότι η ΕΕ θα πρέπει να αναθεωρήσει τις αποφάσεις της για την πράσινη μετάβαση. Προς τούτο, χώρες μέλη εκφράζουν ήδη έντονους προβληματισμούς, ενώ με πρόσφατη επιστολή μου έχω ζητήσει από τον ΠτΔ να εισηγηθεί στην ΕΕ την επέκταση των χρονικών οροσήμων και επαναξιολόγηση των μέτρων επίτευξης των στόχων.

Ταυτόχρονα, με παραστάσεις και ενέργειες της Ευρωπαϊκής μας Ομοσπονδίας, της BusinessEurope, έχει πειστεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και προωθεί τη μείωση του ρυθμιστικού και κανονιστικού κόστους των επιχειρήσεων και ήδη έχουμε μερική ή ολική αναστολή των υποχρεώσεων που προκύπτουν από δύο Οδηγίες, την Corporate Sustainability Reporting Directive και την Corporate Sustainability Due Diligence Directive.

Εάν δεν επιταχύνουμε τις διαδικασίες ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, θα επιταχυνθεί η αποβιομηχάνιση της Ευρώπης, με οδυνηρά αποτελέσματα για όλους τους Ευρωπαίους πολίτες.