Μπορεί οι οικιακές βοηθοί να εξαιρέθηκαν από την εφαρμογή του εθνικού κατώτατου μισθού, ωστόσο, η Πολιτεία φαίνεται να προχωρά, έστω και με καθυστέρηση, στη δέσμευση που ανέλαβε για υιοθέτηση και εφαρμογή της σύμβασης για τους οικιακούς εργαζόμενους, που υιοθετήθηκε στη Γενεύη από τη Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, του γνωστού ILO, στις 16 Ιουνίου 2011. Σύμβαση που συζητήθηκε και στο παρελθόν στη χώρα, με αφορμή τα εγκλήματα σε βάρος οικιακών βοηθών, που συγκλόνισαν την κυπριακή κοινή γνώμη.

Για το σκοπό αυτό και μετά από πρωτοβουλία που άρχισε εδώ και καιρό, όταν υπουργός Εργασίας ήταν η μ. Ζέτα Αιμιλιανίδου, οι κοινωνικοί εταίροι έχουν πλέον ενώπιον τους δύο νομοσχέδια, με το πρώτο να αφορά την κύρωση της σύμβασης και το δεύτερο, που φέρει τίτλο «Ο Περί Οικιακών Εργαζομένων Νόμος του 2022», να προβλέπει την εφαρμογή της.

Τι αλλάζει το νομοσχέδιο

Συνοπτικά, με το δεύτερο νομοσχέδιο, που αναμένεται σύντομα να τεθεί και ενώπιον της Βουλής για ψήφιση, θεσπίζονται πρότυπα συμβόλαια εργασίας, με σκοπό τη διασφάλιση των δικαιωμάτων των οικιακών εργαζομένων και τη μη εκμετάλλευσή τους, αλλά και διαδικασίες υποβολής παραπόνων, με την εμπλοκή του Τμήματος Εργασιακών Σχέσεων του Υπουργείου Εργασίας.

Όπως αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση που το συνοδεύει, σκοπός του νομοσχεδίου είναι η εισαγωγή εφαρμοστικών διατάξεων για την εφαρμογή των προνοιών της Σύμβασης 189 περί Οικιακών Εργαζομένων, της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας, αναγνωρίζοντας την ανάγκη προστασίας των οικιακών εργαζομένων, οι οποίοι αντιμετωπίζουν ειδικές συνθήκες κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους σε νοικοκυριά και οικιακά υποστατικά.

Για σκοπούς του νόμου, «οικιακή εργασία» σημαίνει εργασία που εκτελείται σε ή για νοικοκυριό ή νοικοκυριά, και δεν περιλαμβάνει την κατ’ οίκον εργασία νοσηλευτικής φροντίδας ή φροντίδας ατόμων και «οικιακός εργαζόμενος» σημαίνει κάθε πρόσωπο που ασκεί οικιακή εργασία και εργάζεται για άλλο πρόσωπο δυνάμει σύμβασης εργασίας, είτε κάτω από τέτοιες περιστάσεις από τις οποίες μπορεί να συναχθεί η ύπαρξη σχέσης εργοδότη εργοδοτούμενου’ ο δε όρος «εργοδότης» θα ερμηνεύεται ανάλογα.

Η νομοθεσία θα εφαρμόζεται σε κάθε κάθε οικιακό εργαζόμενο που συνδέεται με τον εργοδότη του με σύμβαση ή σχέση εργασίας. Δεν θα εφαρμόζεται σε πρόσωπα που ασκούν οικιακή εργασία μόνο περιστασιακά ή σποραδικά και όχι σε επαγγελματική βάση.

Υποχρέωση ενημέρωσης

Βάσει της νομοθεσίας, η εκτέλεση οικιακής εργασίας από πρόσωπο που δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος ηλικίας απαγορεύεται. Περαιτέρω, κάθε οικιακός εργάτης πρέπει να είναι ενήμερος για τους όρους εργασίας του και, στις περιπτώσεις υπηκόων από τρίτες χώρες, η ενημέρωση πρέπει να γίνεται εκ των προτέρων. Συγκεκριμένα, για οικιακούς εργαζόμενους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας ή κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ισχύουν οι όροι που προβλέπονται στον περί Ενημέρωσης του Εργοδοτουμένου από τον Εργοδότη για τους Όρους που διέπουν τη Σύμβαση ή τη Σχέση Εργασίας Νόμο του 2000. Για οικιακούς εργαζόμενους υπηκόους τρίτων χωρών, η ενημέρωση για τους όρους και τις συνθήκες εργασίας τους πρέπει να γίνεται με γραπτή προσφορά σύμβασης εργασίας πριν την έναρξη απασχόλησης, είτε από τον ίδιο τον εργοδότη, είτε από το Ιδιωτικό Γραφείο Εξεύρεσης Εργασίας βάσει των διατάξεων και άρθρων του νόμου και τις πρόνοιες του περί Ιδιωτικών Γραφείων Εξεύρεσης Εργασίας Νόμου.

Περαιτέρω, στην περίπτωση εργοδότησης οικιακού εργαζόμενου υπηκόου τρίτης χώρας, το συμβόλαιο απασχόλησης πρέπει να περιέχει ενημέρωση για τους όρους και συνθήκες απασχόλησης και διαβίωσης, με κατάλληλο επαληθεύσιμο και κατανοητό τρόπο και να είναι γραμμένο στην Ελληνική και Αγγλική γλώσσα και περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

•      (α) το όνομα και τη διεύθυνση του εργοδότη και του εργαζόμενου,

•      (β) τη διεύθυνση του συνήθους χώρου εργασίας ή των χώρων εργασίας,

•      (γ) την ημερομηνία έναρξης και λήξης της σύμβασης απασχόλησης,

•      (δ) το είδος εργασίας και τα καθήκοντα που πρέπει να εκτελούνται,

•      (ε) την αμοιβή, τη μέθοδο υπολογισμού, την περιοδικότητα των πληρωμών και τις οποιεσδήποτε αποκοπές σύμφωνα με τους περί Προστασίας των Μισθών Νόμους,

•      (στ) τις κανονικές ώρες εργασίας,

•      (ζ) την ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών, την ημερήσια και την εβδομαδιαία ανάπαυση, σύμφωνα με τους περί Οργάνωσης του Χρόνου Εργασίας Νόμους,

•      (η) την παροχή τροφίμων και καταλύματος, κατά περίπτωση και την κατ’ αναλογία αποκοπή από τον μισθό,

•      (θ) τις ελάχιστες προδιαγραφές του καταλύματος στο οποίο θα διαμένει ο οικιακός εργαζόμενος,

•      (ι) τους όρους και τις προϋποθέσεις που αφορούν τον τερματισμό της απασχόλησης, συμπεριλαμβανομένης οποιασδήποτε περιόδου προειδοποίησης είτε από τον οικιακό εργαζόμενο, είτε από τον εργοδότη,

•      (ια) την υποχρέωση του εργοδότη να καταθέτει τον μισθό σε τραπεζικό λογαριασμό επ’ ονόματι του οικιακού εργαζόμενου,

•      (ιβ) την υποχρέωση του εργοδότη να υποβάλει υπεύθυνη δήλωση, σε τύπο που καθορίζεται από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, στην οποία αναφέρεται ότι δεσμεύεται να επιβαρυνθεί με το κόστος απομάκρυνσης του οικιακού εργαζόμενου, νοουμένου ότι το εν λόγω πρόσωπο θα εντοπιστεί από τις αρμόδιες Αρχές του Κράτους.

Το Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων ετοιμάζει πρότυπο συμβόλαιο για απασχόληση οικιακών εργαζομένων από τρίτες χώρες, το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον όλους τους όρους που προβλέπονται πιο πάνω.

Δικαιώματα και καταγγελίες

Με το νομοσχέδιο διασφαλίζεται σειρά δικαιωμάτων των οικιακών εργαζομένων, πολλά από τα οποία έπρεπε να ήταν αυτονόητα, αλλά και το δικαίωμά τους για υποβολή παραπόνων.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται μεταξύ άλλων, οι οικιακοί εργαζόμενοι είναι ελεύθεροι να συμφωνήσουν με τον εργοδότη ή τον δυνητικό τους εργοδότη εάν θα διαμένουν στο νοικοκυριό και πως αν διαμένουν στο νοικοκυριό δεν υποχρεούνται να παραμένουν στο σπίτι ή με μέλη του νοικοκυριού κατά τη διάρκεια της ημερήσιας και εβδομαδιαίας ανάπαυσης, ή της ετήσιας άδειάς τους.

Αναφέρεται επίσης πως έχουν δικαίωμα σε ένα ασφαλές και υγιές περιβάλλον εργασίας και σε αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, αλλά και πως έχουν δικαίωμα να διατηρούν στην κατοχή τους τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα και την ταυτότητα τους.

Επίσης έχουν δικαίωμα, είτε οι ίδιοι, είτε μέσω αντιπροσώπου της δικής τους επιλογής, σε αποτελεσματική πρόσβαση σε δικαστήρια, διαιτητικά δικαστήρια ή άλλους μηχανισμούς επίλυσης διαφορών υπό συνθήκες που δεν είναι λιγότερο ευνοϊκές από εκείνες που διατίθενται γενικά στους εργαζόμενους στη Δημοκρατία.

Εξουσίες επιθεωρητών και ποινές σε παραβάτες

Βάσει του νομοσχεδίου, ο υπουργός Εργασίας θα διορίζει επιθεωρητές για την καλύτερη εφαρμογή της νομοθεσίας. Οι επιθεωρητές θα έχουν ως έργο την  εξασφάλιση της πλήρους και αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων του Νόμου, είτε με τη διεξαγωγή αυτεπάγγελτης έρευνας για τον έλεγχο της εφαρμογής του, είτε με την εξέταση παραπόνων που του υποβάλλονται για διαφορές που προκύπτουν από την εφαρμογή των διατάξεων της νομοθεσίας.

Κάθε επιθεωρητής, για τους σκοπούς της εφαρμογής του Νόμου, δύναται να εισέρχεται, με την επίδειξη της ταυτότητάς του, ελεύθερα και χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση, οποιαδήποτε ώρα της μέρας, σε οποιονδήποτε χώρο απασχόλησης, εκτός από κατοικία, στο βαθμό που δεν έχει άλλη εναλλακτική επιλογή για να εξασφαλίσει αναγκαία μαρτυρία και η εν λόγω μαρτυρία δεν θα χρησιμοποιηθεί για τη στοιχειοθέτηση ποινικού αδικήματος. Νοείται ότι, η είσοδος σε κατοικία είναι δυνατή μόνο κατόπιν εξασφάλισης της δέουσας συγκατάθεσης του ενοίκου αυτού, ενώ σε περίπτωση μη εξασφάλισης της δέουσας συγκατάθεσης του ενοίκου αυτού, είσοδος είναι δυνατή μόνον κατόπιν εξασφαλίσεως σχετικού δικαστικού διατάγματος.

Μπορεί επίσης να συνοδεύεται από αστυνομικό. Δύναται ακόμη να προβαίνει σε ελέγχους, επιθεωρήσεις, έρευνες, ανακρίσεις, ή εξετάσεις, όπως θεωρεί αναγκαίο για τη διαπίστωση της εφαρμογής των διατάξεων του Νόμου.

Όποιος παρεμποδίζει επιθεωρητή κατά την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας που παρέχεται σ’ ìαυτόν από το νόμο, απαντά ψευδώς σε οποιαδήποτε έρευνα, παραλείπει να παρουσιάσει οποιοδήποτε αρχείο, πιστοποιητικό, βιβλίο, ή άλλο έγγραφο ή στοιχείο, παρεμποδίζει, ή αποπειράται να παρεμποδίσει οποιοδήποτε πρόσωπο από του να παρουσιαστεί ενώπιον Επιθεωρητή ή να εξεταστεί από αυτόν, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τρεις (3) μήνες ή με χρηματική ποινή μέχρι τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000,00) ή και στις δύο αυτές ποινές. Εργοδότης ο οποίος παραβαίνει τις διατάξεις του Νόμου είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης μέχρι 2 χρόνια ή σε πρόστιμο μέχρι δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000,00), ή και στις δύο ποινές.

Πού υποβάλλονται τα παράπονα

Οικιακός εργαζόμενος από τρίτη χώρα, ο οποίος θεωρεί ότι οι όροι του συμβολαίου απασχόλησης του έχουν παραβιαστεί, έχει δικαίωμα να υποβάλει παράπονο. Επίσης, οικιακός εργαζόμενος από τρίτη χώρα ή/και εργοδότης οικιακού εργαζόμενου από τρίτη χώρα έχουν δικαίωμα να υποβάλουν παράπονο αναφορικά με τον τερματισμό της σχέσης εργοδότη εργοδοτούμενου. Η υποβολή παραπόνου, είτε από οικιακό εργαζόμενο από τρίτη χώρα, είτε από τον εργοδότη του, γίνεται στην Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, με την προσκόμιση όλων των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων. Ωστόσο, η Υπηρεσία θα πρέπει να αποστέλλει αμέσως τα υποβαλλόμενα παράπονα στον Διευθυντή του Τμήματος Εργασιακών Σχέσεων.